|

Οι
εκδόσεις μας > Μελέτες και Δοκίμια
Τίτλος
βιβλίου |
|
Χάννα
'Αρεντ,
'Ανθρωποι σε ζοφερούς καιρούς
(Ρόζα Λούξεμπουργκ, Βάλτερ Μπένγιαμιν, Μπέρτολτ
Μπρεχτ)
"Οι
ζοφεροί καιροί δεν είναι κάτι καινούριο, δεν αποτελούν κάτι σπάνιο
στην ιστορία. Πεποίθησή μου, το υπόβαθρο που πάνω του ζωγραφίζω
τις προσωπογραφίες αυτές, είναι ότι ως και στους πιο ζοφερούς
καιρούς έχουμε το δικαίωμα να περιμένουμε μιαν έκλαμψη και ότι
μια τέτοια έκλαμψη ενδέχεται κάλλιστα να έρθει από το αβέβαιο,
τρεμουλιάρικο και συχνά ασθενικό φώς, που ορισμένοι άνθρωποι θ'
ανάψουν με τη ζωή και το έργο τους και θα το σκορπίζουν όσο ζουν".
Αυτό επιχειρεί
να κάνει στο βιβλίο της η φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Χάννα 'Αρεντ
(1906 -1975)
[ISBN:
960-8480-34-5]
|
|
Χάννα
'Αρεντ,
Για την επανάσταση
-ΑΠΟΣΥΡΘΗΚΕ-
|
|
Πωλ
Βιριλιό,
Η πληροφορική βόμβα
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η τεχνολογική εποχή μπορεί να βρίσκεται στο τέλος της, αλλά δύσκολα εντοπίζεται ο θεωρητικός δημιουργός της. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της πληροφοριακής εποχής, δηλ. ενός κόσμου που γεννιέται και αναπαράγεται με τους όρους της αρνητικής διαμεσολάβησης ανάμεσα στο βλέμμα και στην πραγματικότητα. Κανείς δεν μπορεί επίσης να αμφισβητήσει ότι η νεωτερική εποχή (ο κόσμος μετά τον 17ο αι. έως τις μέρες μας) είναι η κατ' εξοχήν εποχή του βλέμματος και του ανθρώπου. Αυτός που βλέπει (αισθάνεται και τελικά βιώνει) την πραγματικότητα είναι ο άνθρωπος, ο οποίος, ας σημειωθεί, είναι η ανακάλυψη των τελευταίων αιώνων κατά τον Μισέλ Φουκώ. Ο γάλλος διανοούμενος και στοχαστής Πωλ Βιριλιό (γεννήθηκε το 1932 στο Παρίσι) συνεχίζει τη μεγάλη φιλοσοφική παράδοση του Μερλώ-Ποντύ και του Φουκώ όσον αφορά την προβληματική της θέσης του ανθρώπου στη σύγχρονη κατάσταση των πραγμάτων. Όταν αυτή η κατάσταση έχει ριζικά μεταβληθεί, είναι επόμενο να μην υπάρχουν περιθώρια (επιστημολογικά και πρακτικά) για τη θεμελίωση του μετα-νεωτερικού κόσμου. Ο Βιριλιό υπερασπίζεται με πάθος την επιστήμη του δρόμου (dromologie = δρομολογία είναι ο όρος που χρησιμοποιεί), πράγμα που σημαίνει ότι ενστερνίζεται τη θεωρητική εκείνη στάση σύμφωνα με την οποία το βλέμμα και ο καθρέφτης έχουν υποστεί ριζικές αλλαγές. Ο αμερικανός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτυ θεωρείται ο κατ' εξοχήν ριζοσπάστης κριτικός της νεωτερικότητας. Ο Βιριλιό υποστηρίζει ότι η εποχή μας είναι η εποχή των ριζικών μετασχηματισμών του βλέμματος (επομένως και του ανθρώπου), εξ αιτίας της ανάπτυξης των τεχνικών μεθόδων αναπαράστασης της πραγματικότητας και των τομών που έχουν να κάνουν με τη μεθοδολογία της αντίληψης, δηλ. της άμεσης και αδιαμεσολάβητης επαφής με την πραγματικότητα. Όπως γράφεται στην προμετωπίδα του βιβλίου, «Κανείς δεν ξέρει τι θα είναι πραγματικό για τους ανθρώπους ύστερα από τους πολέμους που μόλις αρχίζουν». Είναι τα λόγια του Βέρνερ Χάιζενμπεργκ ο οποίος, πράγματι, δεν αμφισβητεί την πραγματικότητα ως ρεαλιστική κατάσταση αλλά, όπως διαφαίνεται, αναζητεί να εντοπιστούν οι τρόποι και οι τύποι κατασκευής της πραγματικότητας. Στο βιβλίο του ο Βιριλιό (πρόκειται για συλλογή κειμένων του σε εφημερίδες) ισχυρίζεται ότι η ίδια η πραγματικότητα «κατασκευάζεται» μέσω των διαδικασιών και των τύπων της πληροφόρησης. Τα περιεχόμενα της πραγματικότητας συμπίπτουν με τις «κατασκευασμένες» πληροφορίες των μέσων μετάδοσης των ειδήσεων. Η «πληροφορική βόμβα» ανατρέπει όλως διόλου τα δεδομένα της νεωτερικής γνωσιολογίας. Η αλήθεια δεν συμπίπτει με κανένα τρόπο με την ανασύσταση ή την αναπαράσταση της πραγματικότητας. Η αλήθεια είναι πάντοτε σχετικό μέγεθος, που έχει να κάνει με τις διαδικασίες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Εάν υποθέσουμε ότι θέλουμε να ανατρέψουμε μια υφιστάμενη πολιτική κατάσταση, αυτό μπορεί να γίνει χωρίς δισταγμούς με την τηλερόραση και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης γενικά. - Η «πληροφορική βόμβα» προφανώς δεν έχει ακόμη εκραγεί. Την κρατάμε όμως όλοι στα χέρια μας. Και όταν λέμε «όλοι», εννοούμε τους κρατικούς αξιωματούχους και τους απλούς πολίτες όλων των κοινωνιών της πλανητικής εποχής μας. Το «μεφιστοφελικό» παιχνίδι της πληροφορικής εποχής μας έγκειται ακριβώς στην αδυναμία μας να διακρίνουμε ανάμεσα σε αυτό που είναι πραγματικό και σε αυτό που όλοι μας ή ο καθένας μας χωριστά σχεδιάζει στο μυαλό του ή στη φαντασία του. Επειδή όμως δεν ζούμε σε πραγματολογικές συνθήκες φαντασιακής δημιουργίας, επόμενο είναι να διερωτάται κανείς πού τοποθετείται το όριο ανάμεσα στη ρεαλιστική και στην εικονική πραγματικότητα. - Κατά τον Βιριλιό, φαίνεται πως το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Όλα ανάγονται στην «κατασκευή», την τεχνολογική ή την πληροφορική. Εάν υποθέσουμε ότι μπορούμε πράγματι να ζήσουμε σε μια εικονική πραγματικότητα, τότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα για τον άνθρωπο - ή μάλλον υπάρχει, στον βαθμό που η εικονική πραγματικότητα δεν συμβιβάζεται με την ύπαρξη του ανθρώπου. Οι τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων αιώνων έθεσαν υπό αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου. Ο ανθρωπισμός (ουμανισμός) ήταν και αυτός όπως ο φιλελευθερισμός (υπεράσπιση του ατόμου) και ο σοσιαλισμός (η ιδέα της κοινωνικής ισότητας) μια «παλαιοευρωπαϊκή» ιδεολογία, η οποία στις μέρες μας μοιάζει με αποξηραμένη λίμνη. - Ο Βιριλιό, όπως διαφαίνεται και στο ανά χείρας βιβλίο του, εισηγήθηκε την επιστημολογική αναγνώριση της «επιστήμης του δρόμου» (δρομολογίας), σύμφωνα με την οποία το βασικό και θεμελιώδες χαρακτηριστικό της εποχής μας δεν είναι η απόσταση (η «διαφορά» κατά τον Ντεριντά) ανάμεσα στην ησυχία, την ηρεμία ή τη στασιμότητα από τη μια μεριά και την ταχύτητα από την άλλη, αλλά, αντιθέτως, έχουμε να κάνουμε με ταχύτατους ρυθμούς «επιτάχυνσης», οι οποίοι απορρυθμίζουν τον άνθρωπο. Ολόκληρος ο ανθρωπιστικός πολιτισμός των τριών τελευταίων αιώνων (18ου, 19ου και 20ού) καταρρέει και δεν μπορούν στη θέση του να τοποθετηθούν υποκατάστατα - ή μάλλον, τη θέση του ανθρώπου καταλαμβάνει το αδιαφανές δίκτυο των πληροφοριών το οποίο ειδικεύεται στην «κατασκευή» της εικονικής πραγματικότητας. Το τηλεοπτικό στιγμιότυπο μιας ρεαλιστικής διαμάχης δεν είναι παρά το αποτύπωμα ενός απάνθρωπου κόσμου, ο οποίος μπορεί να ζήσει χωρίς τις ψηφιακές φιλοδοξίες του επερχόμενου μέλλοντος. - Τα κείμενα που απαρτίζουν το βιβλίο είναι 14 και το καθένα τους διεκδικεί την αυτοτέλειά του, τη δική του ιδιότυπη επιστημολογική εγκυρότητα. Η βασική τους τοποθέτηση μπορεί να διατυπωθεί ταυτοχρόνως ως περιγραφική διαπίστωση και ως κριτικό αίτημα: το βλέμμα του ανθρώπου μπορεί να κοιτάξει πίσω από τον θρυμματισμένο καθρέφτη και ενδεχομένως εκεί να εντοπίσει τις ρωγμές της ιστορίας του ή τα χάσματα της εμπειρίας του. Τελικά ο άνθρωπος εξαφανίστηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε το πολύπλοκο αυτό σύστημα συναλλαγών, επαφών και διαδικασιών οι οποίες καταλήγουν στον «βαθμό μηδέν» της ιστορίας και του ανθρώπου. Η «πληροφορική βόμβα» θα εκραγεί στα χέρια κάθε ατόμου. Εάν όμως το άτομο αυτό τυχαίνει να είναι και ο ηγέτης ενός λαού ή ο πολιτικός αρχηγός ενός εθνικού κράτους, τότε είναι βέβαιο πως η καταστροφή γι' αυτόν τον λαό και γι' αυτό το κράτος θα είναι ολοκληρωτική. Μήπως θα πρέπει, ενδεχομένως, κατ' αυτή την ερμηνευτική προσέγγιση να κατανοήσουμε «το τέλος της Σοβιετικής Ενωσης»; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, αλλά αντιθέτως πραγματικό, στον βαθμό που όλοι μας εκλαμβάνουμε ως πραγματικό ό,τι τα Μ.Μ.Ε. προωθούν ως αντικειμενική πραγματικότητα. Ο Βιριλιό υποστηρίζει ότι για να φτάσουμε στη σημερινή απόσταση των επιταχύνσεων και του «οράν χωρίς βλέμμα» χρειάστηκε να περάσουμε από δύο ιστορικά στάδια του ανθρωπισμού. Ο 18ος αι. υπήρξε ο αιώνας του τυπικού βλέμματος. Αυτό σημαίνει ότι η πραγματικότητα συμπίπτει με ό,τι το βλέμμα βλέπει. Ο 19ος αι. αμφισβήτησε ριζικά την τυπική όραση και πρότεινε, κατά τους Μαρξ και Νίτσε, το διαλεκτικό βλέμμα ως σανίδα σωτηρίας. Ο Βιριλιό, ως συνεπής θεωρητικός της κριτικής μετα-ανθρωπιστικής στάσεως, εντοπίζει τη θεμελιώδη ιδιαιτερότητα της εποχής μας στο παράδοξο ανάμεσα στη ρεαλιστική και στην εικονική ή κατασκευασμένη πραγματικότητα. - Η «πληροφορική βόμβα» όπως φαίνεται δεν θα εκραγεί, επειδή η ίδια η ανθρώπινη ιστορία φτιάχνει τα αντισώματά της. Η ατομική βόμβα έπεσε πράγματι. Η «πληροφορική βόμβα» πέφτει κάθε φορά που εμείς, ως δρώντες, θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα. Εάν δεχθούμε ότι κι αυτή έπεσε ή ότι πέφτει ανά πάσα στιγμή, είναι επόμενο να μη θέλουμε να κατανοήσουμε ότι ο κόσμος έχει αλλάξει ριζικά. «Δρομολογία» σημαίνει να μη σκέφτεται κανείς ό,τι συμβαίνει στο παρόν, αλλά να υποθηκεύει την παρούσα κατάσταση σε μια μελλοντική ανύπαρκτη στιγμή. Γεννηθήκαμε τελικά όλοι εμείς, στο τέλος του αιώνα μας, ως παιδιά του μέλλοντος που δεν μπορούν να ζήσουν το παρόν τους.
(Θεόδωρος Γεωργίου, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 20. 10. 2000)
Η πληροφορική βόμβα έχει ήδη εκραγεί. Αυτό διαπιστώνει στο βιβλίο του ο Πωλ Βιριλιό επισημαίνοντας τα κοινά χαρακτηριστικά με μια πυρηνική έκρηξη: όπως η ραδιενέργεια διασχίζει σύνορα και πλήττει όλους αδιακρίτως, έτσι και η μετάδοση της πληροφορίας δεν γνωρίζει φραγμούς. Μπορεί να καταλύσει θεσμούς, να απειλήσει κράτη, να αποσαθρώσει πολιτισμούς. - Ο Βιριλιό, πολεοδόμος και δοκιμιογράφος, είναι ένα πολυσύνθετο ταλέντο, με δομημένη και διαπεραστική σκέψη. Στα κείμενά του ανατέμνει και αναλύει τα σημαντικά πολιτικο-κοινωνικά φαινόμενα της εποχής, φθάνοντας μερικές φορές σε εξαιρετικά ακριβείς προβλέψεις, όπως για παράδειγμα στην επιμελητεία της αντίληψης και στην εφαρμογή της στην περίπτωση του Πολέμου του Κόλπου. - Αμφισβητίας της προόδου της επιστήμης και θέτοντας το ερώτημα «Πολιτισμός ή στρατιωτικοποίηση της επιστήμης;» από την πρώτη κιόλας φράση του βιβλίου, ο συγγραφέας εκτιμά ότι βρισκόμαστε στην εποχή της επιστήμης της αναληθοφάνειας, σε μια εποχή της μετάβασης της ευθύνης στις μηχανές. - Οι μηχανές τώρα διεκπεραιώνουν τις διαδικασίες της ευθανασίας ή, όπως είχε προτείνει ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, θα μπορούσαν να αυτοματοποιήσουν την τιμωρία ενός «άτακτου» κράτους όπως το Ιράκ, αναλόγως του εκάστοτε παραπτώματός του. Αρχίζουμε λοιπόν να ζούμε σε έναν καινούργιο κόσμο, της πραγματικής εικονικότητας, που φέρνει τα μέσα έξω και στις ίδιες τις έννοιες. - Η πληροφορική βόμβα έχει επιφέρει το τέλος όχι της ιστορίας, αλλά της γεωγραφίας, συμπεραίνει ο Βιριλιό. Όλα συμβαίνουν σε «πραγματικό χρόνο» (οποίος σολοικισμός!), σε έναν σημειακό χώρο, όπου το τώρα έχει διαρρήξει τους δεσμούς του με το εδώ, καταργώντας το, μετατρέποντας στο διάβα του την τηλεόραση σε μια «μεγάλη πλανητική οπτική». «Οποιοι δεν αγαπούν την τηλεόραση, δεν αγαπούν την Αμερική», διακήρυσσε ο Μπερλουσκόνι από τα προεκλογικά τηλεοπτικά μπαλκόνια της Ιταλίας. Ποια όμως τηλεόραση; Αυτή έχει πλέον μεταμορφωθεί από την πληροφορική έκρηξη, που έχει φτιάξει ένα παζάρι του βλέμματος, «ένα εμπόριο του ορατού», όπου περισσότερο από ποτέ η τηλεόραση και οι νέες τεχνολογίες ορίζονται ως η πισθάγκωνη επίδοση βλεμμάτων στη διαφήμιση. Και διαφήμιση είναι λιγότερο από ποτέ πληροφόρηση: ακόμη και η δήθεν συγκριτική διαφήμιση είναι ένας μηχανισμός κατάδοσης και δυσφήμισης του ανταγωνιστή. Οπου και αν ατενίσουμε, η διαφήμιση δεν είναι πλέον κάτι που προτείνεται: δημιουργεί μια «καινούργια παγκόσμια οικολογία που επιβάλλεται στην όραση», καθώς η ζωή μας μεταλάσσεται «σε μια εμπειρία επί πληρωμή», σύμφωνα με τον προσφυή υπότιτλο ενός βιβλίου του Τζέρεμι Ρίφκιν. Σε αυτό το περιβάλλον η κουλτούρα είναι μια ακόμη κατηγορία υπηρεσιών, ένα αόρατο εμπόριο όπου το κυρίαρχο χρώμα είναι το γκρίζο. Πρωτεύοντα ρόλο στην πληροφορική έκρηξη παίζουν βεβαίως οι Η.Π.Α. Είναι μια χώρα της οποίας η νηπιακότητα αποτυπώνεται, κατά τον συγγραφέα, στο πρόσωπο του Μπιλ Γκέιτς, του ιδρυτή της Microsoft, και στη διακήρυξή του: «Θα μπορούσε, ποτέ κανείς δεν ξέρει, να υπάρχει το σύμπαν μόνο για μένα! Αν αυτό ήταν αλήθεια, οφείλω να πω πως θα με χαροποιούσε!» - Αυτή η γενικευμένη νηπιακότητα ή ανωριμότητα μας μεταφέρει αναπόδραστα σε μια κοινωνία των γκάτζετ, «σε μια παιγνιώδη κοινωνία στην οποία δεν είχαν φοβηθεί πριν σαράντα χρόνια να προγραμματίσουν τον πυρηνικό θάνατο του πλανήτη σαν επιτραπέζιο παιχνίδι». Τώρα όμως το παιχνίδι είναι αλλού. Βρίσκεται στην «γκατζετοποίηση του συστήματος των εμπορευμάτων», με σκοπό και αποτέλεσμα να μας φορτώνουν με απίστευτα φτηνοπράματα, υποταγμένοι καθώς είμαστε στις παρορμήσεις της ανωριμότητας. Επιπλέον, αυτή η ανωριμότητα εξαλείφει και τα ηλικιακά σημεία αναφοράς. Πώς να περιμένεις μετά, από δυο συζύγους, να πραγματώσουν «την απαίσια ιδέα να γεράσουν μαζί»; Απλά το μέλλον δεν υφίσταται, μόνο το παρόν της εικόνας υπάρχει, απαλλαγμένο από τα βάρη οποιασδήποτε μνήμης. Από το σημείο αυτό η ψευδαίσθηση της αθανασίας και η βιοτεχνολογική χίμαιρα των post-human απέχει μόνο ένα βήμα. Η ορατότερη λάμψη της πληροφορικής έκρηξης προέρχεται φυσικά από το Διαδίκτυο, από το Internet. «Πρόκειται συγχρόνως για το καλύτερο και για το χειρότερο πράγμα». Αυτή η σχεδόν απεριόριστη επικοινωνία, εκτός από παρακρούσεις άμεσης δημοκρατίας, συγκροτεί ένα περίπλοκο σύστημα από το οποίο αναφύεται ένας συστημικός κίνδυνος. Με τρόπο παρόμοιο με εκείνον με τον οποίο κατέρρευσαν πρόσφατα οι άλλοτε ασιατικές τίγρεις της οικονομίας, όταν το ένα ντόμινο έπεφτε πάνω στο άλλο, καιροφυλακτεί ο κίνδυνος ενός «κραχ των εικόνων», μιας ανεπίστροφης πορείας προς μια συνολική ανορθολογικότητα. - Η ελληνική μετάφραση του βιβλίου είναι προσεγμένη, με μια αξιόλογη και έντιμη προσπάθεια στην απόδοση δύσκολων και οριακά δόκιμων όρων, όπως π.χ. «συνολίζουσα». Τα θραύσματα όμως της επιτάχυνσης της πληροφορικής βόμβας φαίνεται ότι έχουν προκαλέσει και ένα παράπλευρο θύμα: το ίδιο το βιβλίο, το οποίο φθάνει στο τέλος του απότομα, χωρίς το τελευταίο κεφάλαιο το οποίο μας υπόσχεται ο πίνακας περιεχομένων. Μένουμε έτσι με μια «υπο-συνολίζουσα» άποψη του συγγραφέα, ένα μετέωρο βήμα.
[ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η ειρωνεία της προτελευταίας πρότασης ήταν, δυστυχώς, δικαιολογημένη: κατά τους έξι πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του βιβλίου, κυκλοφόρησαν ορισμένα αντίτυπα από τα οποία έλειπε το τελευταίο κείμενο. Εξυπακούεται ότι η έλλειψη συμπληρώθηκε και οι ΝΗΣΙΔΕΣ αντικατέστησαν τα μη πλήρη αντίτυπα.]
(Γιώργος Ναθαναήλ, TO BHMA, 22. 4. 2001)
Δικαίως το βιβλίο του πολεοδόμου και δοκιμιογράφου Πωλ Βιριλιό Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΒΟΜΒΑ τείνει να αναγνωριστεί ως το ευαγγέλιο ενός ετερόκλητου μέρους της «εναλλακτικής» κουλτούρας, που απαρτίζεται από ακτιβιστές, τεχνοφοβικούς, καλλιτέχνες κ.ά. Ο Βιριλιό στο εν λόγω βιβλίο πατά το κουμπί του συναγερμού και προειδοποιεί ότι η ψηφιακή δεκαετία του Μπιλ Γκέιτς δεν θα είναι καθόλου όπως εκείνος την περιγράφει. Κασσάνδρα ή όχι, ο γάλλος διανοητής επισημαίνει: «Όταν θα υπάρχουν πέντε εκατομμύρια live cameras (κάμερες που τραβούν ζωντανά) διάσπαρτες στον κόσμο και πολλές εκατοντάδες εκατομμυρίων Διαδικτυο-ναύτες που θα μπορούν να τις παρατηρούν ταυτόχρονα στις κονσόλες τους, θα παρευρεθούμε στο πρώτο ΟΠΤΙΚΟ ΚΡΑΧ και η λεγόμενη τηλεόραση θα παραχωρήσει τότε τη θέση της στη γενικευμένη τηλε-επιτήρηση ενός κόσμου, στην περίφημη εικονική φούσκα του συλλογικού φαντασιακού, με τον συνακόλουθο κίνδυνο της έκρηξης της ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ, που την ανάγγειλε ήδη τη δεκαετία του 1950 ο Αλμπερτ Αϊνστάιν». - Μολονότι η κριτική του συχνά περιέχει εμπαθή σχόλια («Ο Γκέιτς, σαραντάρης με όψη εφήβου, . αναρωτιόμαστε αν δεν πάσχει κι αυτός από κάτι σαν διαταραχή διαστάσεων, και αν το σύμπαν για το οποίο μιλάει δεν είναι, όπως του παιδικού δωματίου, ο σμικρυμένος κόσμος των παιχνιδιών και των αθυρμάτων ενός μεγάλου παραχαϊδεμένου παιδιού», γράφει χαρακτηριστικά) κατορθώνει με συνέπεια να λειτουργεί καταδεικτικά και άρα αφυπνιστικά. Ο Βιριλιό παρουσιάζεται ως ένας προφήτης στο στυλ τού (τσαρλατάνου κατά τον Εκο) Μάρσαλ ΜακΛούαν, από την ανάποδη όμως. Η σκέψη του είναι σήμερα επίκαιρη κι ελκυστική όσο ποτέ. - Για τον Βιριλιό, η έκρηξη της πληροφορικής βόμβας είναι ζήτημα χρόνου. Δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε γύρω μας, για να καταλάβουμε επιτέλους ό,τι παραβλέπουμε πεισματικά: - 1. Κατ' αρχάς, τη νοσηρότητα που χαρακτηρίζει τη ζωή εντός του τεχνικού πολιτισμού. Κι όχι μόνο τις ασθένειες που συνδέονται με την υπερβολική χρήση των νέων μέσων (net-junkies, webaholics) οι οποίες παρεμπιπτόντως παρουσιάζουν ανησυχητική αύξηση. Οι υπερκινητικές διαταραχές, η δυσλειτουργία του εγκεφάλου και τα κινητικά προβλήματα αποτελούν λίγα μόνο από τα συμπτώματα της «τεχνικής μόλυνσης» σε άτομα τα οποία απλά πλοηγούνται καθημερινά στο Διαδίκτυο. Ταυτόχρονα, η «παραληρηματική πεποίθηση» (έκφραση απόλυτων βεβαιοτήτων που δεν επιδέχονται κριτική) φαίνεται ότι αφορά ολοένα περισσότερους, καθώς προσβάλλει τόσο χρήστες υπολογιστών όσο και τηλεθεατές. Ο Βιριλιό σχολιάζει, επιστρατεύοντας μια φράση του Κάφκα: «Οι μάζες βιάζονται, τρέχουν, διασχίζουν την εποχή με βήμα εφόδου. Νομίζουν ότι προχωρούν, ενώ απλά βαδίζουν επί τόπου και πέφτουν στο κενό, αυτό είναι όλο». - 2. «Τις κοινωνίες του εγκλεισμού, που κατάγγειλε ο Μισέλ Φουκώ, τις διαδέχονται οι κοινωνίες του ελέγχου, που προανάγγειλε ο Ζιλ Ντελέζ». Οι πανοπτικές κοινωνίες είναι γεγονός. Τηλε-επιτήρηση, έλεγχος, οπτική και μαζική κατάδοση, βιομηχανοποίηση της καταγγελίας, είναι όροι που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επιχείρησης για την ακύρωση του ιδιωτικού. Εκφυλίζοντας παράλληλα και το σώμα, μέσω της υπερ-έκθεσης των λεπτομερειών, οι τεχνικοί της πληροφορίας φιλοδοξούν να μετατρέψουν το εικονικό σε πραγματικό. Γράφει ο Βιριλιό: «Πράγματι, η περίφημη ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ απαιτεί να αυτο-παρατηρούμαστε και να συγκρινόμαστε ακατάπαυτα με τους άλλους». Κι έτσι όλα συγκλίνουν στο ότι διανύουμε μια νέα εποχή ανωριμότητας και προσκόλλησης στην παιδική ηλικία. - 3. «Τον πρόωρο θάνατο όλων των ζωντανών γλωσσών» είναι κανείς ικανός να τον προλάβει; «Η βραχυλογία είναι η ψυχή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου», διακηρύσσει ο Νίκολας Νεγκροπόντε στο Being Digital, δηλαδή συνοψίζω τα πάντα σε μια φράση, αφού πρώτα τα έχω απλοποιήσει, εφ' όσον στόχος μου είναι πάντα η αποτελεσματικότητα. «Μετά το ωμό σβήσιμο του πλήθους των διαλέκτων των φυλών και των οικογενειών, προς όφελος της ακαδημαϊκής γλώσσας των εθνών σε πλήρη εξάπλωση, που τώρα ξεμαθαίνεται προς όφελος του συνολικού λεξιλογίου του e-mail, μπορούμε στο εξής να φανταστούμε μια πλανητική ζωή που γίνεται σταδιακά ιστορία χωρίς λόγια, βουβός κινηματογράφος, μυθιστόρημα χωρίς συγγραφέα, κόμικς χωρίς μπαλόνια». - 4. Η κυβερνοτρομοκρατία προβάλλει σήμερα ως ένας αρκετά υπολογίσιμος εχθρός, τόσο για τους καταπιεστές όσο και για τους καταπιεζόμενους. Το mail-bombing (αποστολή ιών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) παίρνει απειλητικές διαστάσεις, παρ' ότι ξοδεύονται τεράστια ποσά στην κατασκευή ασπίδων προστασίας. Με άλλοθι την ανωνυμία και επομένως την ατιμωρησία τους εξ αιτίας της αδυναμίας εντοπισμού, πολλοί είναι εκείνοι που επιτίθενται αδικαιολόγητα και προκαλούν διαταραχές. «Οι χειρότεροι δεν είναι, όπως τείνουμε να πιστεύουμε, οι πολιτικοί αγωνιστές, αλλά οι μικροεπιχειρηματίες που δεν έχουν πίστη ούτε νόμο και είναι έτοιμοι για οποιαδήποτε ποταπότητα προκειμένου να καταστρέψουν έναν ενοχλητικό ανταγωνιστή». - 5. Στις οθόνες των υπολογιστών και των τηλεοράσεων παίζεται πια το θέατρο όλου του κόσμου. Εκφάνσεις του φαινομένου, όπως οι εικονικοί πόλεμοι, η διαδικτυακή επικοινωνία και η πολιτική εκπροσώπηση μέσω της τηλεψήφου, οδηγούν σε μια άμεσα επιταχυνόμενη μετάλλαξη της κοινής γνώμης. «Στο εξής, ακόμη και αν λέτε ΟΧΙ, θα ακούν ΝΑΙ», προειδοποιεί ο Βιριλιό. Για τον λόγο αυτό, χάνει σήμερα ο κόσμος τον ορίζοντά του, και τον βρίσκει στο πλαίσιο της οθόνης. Ο χώρος καταργείται (αν δεν είναι διαφημιστικά εκμεταλλεύσιμος) και τα πάντα συμβαίνουν στο τώρα, με τη μέγιστη αληθοφάνεια που μπορεί να επιτευχθεί. Η οριστική «ρύπανση της οικολογίας του αισθητού» δεν υπάρχει μόνο στη φαντασία του συγγραφέα, βιώνεται καθολικά. Οι κινήσεις μας έχουν λάβει πλέον τον χαρακτήρα ενόις ατέρμονου ζάπινγκ. Κατά συνέπεια, εκείνο που οφείλουμε να πράξουμε, κατά τον Βιριλιό, δεν είναι άλλο από μια έλλογη «εκ νέου αμφισβήτηση του ηθοποιού, του θεατή και της θεατρικής σκηνής».
(Μανώλης Ανδριωτάκης, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 20.12.2001)
Ατομική
βόμβα χθές, γενετική βόμβα αύριο, καμιά από τις δυο τους δεν θα
ήταν νοητή χωρίς την πληροφορική βόμβα.
Πράγματι,
η συστηματική απορρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας θα ήταν ακατανόητη,
αν δεν την προσεγγίζαμε με βάση την διατάραξη του συστήματος της
πληροφορίας.
Διαδοχικά
οικονομικά κράχ, επανειλημμένες πυρηνικές δοκιμές, πολιτική και
κοινωνική αποσύνθεση: σημάδια που αναγγέλλουν ότι ο κόσμος μας
ετοιμάζεται να ξαναζήσει το δράμα της Βαβέλ.
Ο
Πώλ Βιριλιό, που πρώτος ασκεί κριτική στον Κυβερνοχώρο, καταγγέλλει
σήμερα όχι τόσο μια τεχνική, όσο ένα αλληλεπιδρασιακό σύστημα
που μπορεί να προκαλέσει της εμφάνιση της Κυβερνοβόμβας, μ' άλλα
λόγια μιας αλυσιδωτής καταστροφικής αντίδρασης, από τη στιγμή
που οι ανταλλαγές θα έχουν απλωθεί σε ολόκληρη την υδρόγειο.
Το
βιβλίο αυτό του Πωλ Βιριλιό, χρονικό των τελευταίων ημερών μιας
χιλιετίας, μας προειδοποιεί για τον μελλοντικό πόλεμο: τον πόλεμο
της πληροφορίας.
[ISBN:
960-8480-61-2]
|
|
Πώλ
Βιριλιό,
Η διαδικασία της σιωπής
Ο Πωλ Βιριλιό, πολεοδόμος και δοκιμιογράφος, ανήκει στους στοχαστές εκείνους, καθήκον των οποίων φαίνεται ότι είναι η συγγραφή λημμάτων στην Εγκυκλοπαίδεια των Δεινών της εποχής μας. Η ματιά του είναι αιχμηρή, οι παρατηρήσεις του πάντα ικανές να προκαλέσουν συζητήσεις. Στον παρόντα τόμο, συγκατοικούν δυο διαλέξεις, όπου ο Βιριλιό επιχειρεί μιαν αποτίμηση της λεγόμενης μοντέρνας τέχνης, σε συνδυασμό με την τέχνη αλλά και την τεχνο-επιστήμη (τεχνική/ τεχνολογία + επιστήμη) των ημερών μας. - Κεντρική θέση του Βιριλιό είναι ότι η μοντέρνα τέχνη ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη βία και τη βαναυσότητα, αποτέλεσε τον προάγγελο των μαζικών ολέθρων του 20ού αι., κήρυκα του γενικευμένου μηδενισμού των καιρών μας. - Εδώ καταγγέλλονται, ορθά, οι φαιδρές, μάλλον κωμικοτραγικές υπερβολές ορισμένων εκπροσώπων της σύγχρονης τέχνης, κατ' ουσίαν ορισμένων «σταρ» των εικαστικών τεχνών. Ο Γκύντερ φον Χάγκενς, επί παραδείγματι, παρουσιάζει, το 1998, στο Μάνχαϊμ, την έκθεση «Οι κόσμοι του σώματος», όπου 800.000 (!) επισκέπτες έσπευσαν για να ατενίσουν διακόσια πτώματα τα οποία ο Χάγκενς, ανατόμος και επινοητής μιας μεθόδου συντήρησης των πτωμάτων, είχε στήσει σε διάφορες πόζες που θύμιζαν αρχαία αγάλματα. - Άλλο εφιαλτικό δείγμα αποτελεί ο Χέρμαν Νιτς, ο οποίος θυσίαζε ζώα σε ένα «αιματοβαμμένο και ακόλαστο τελετουργικό». Επίσης, ο Ρούντολφ Σβάρτσκογκλερ, ο οποίος απεβίωσε ύστερα από τον αυτοευνουχισμό του κατά τη διάρκεια μιας performance-action η οποία εκτυλισσόταν χωρίς παρουσία θεατών, κεκλεισμένων των θυρών, με πρωταγωνιστές τον καλλιτέχνη και μια κάμερα. - Ο Βιριλιό συσχετίζει αυτές τις ανόητες ακρότητες με τις φρικαλεότητες στην Πνομ Πενχ, όπου η καμποτζιανή κυβέρνηση (η angkar) εκτελούσε εν ψυχρώ (πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά) χιλιάδες αθώους, αφού πρώτα τους είχε φωτογραφίσει επιμελώς. Κι ακόμη, με το Αουσβιτς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, με τον ναζιστικό τρόμο. - Μας επισημαίνει τη φρίκη ενός κομφορμισμού της ευτέλειας, τονίζει την τάση αυτοκαταστροφής που είναι δεσπόζουσα την τέχνη του 20ού αι., αλλά και ανάμεσα στους δημιουργούς της (δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες οι αυτόχειρες) και με ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό αλλά, κατά τη γνώμη μας, λίαν συζητήσιμο λογικό άλμα, φτάνει να συσχετίσει τη διάθεση του ζωγράφου Μαρκ Ρόθκο να μη φιλοτεχνεί ζωγραφιές γαλήνιες αλλά να φυλακίζει την πιο απόλυτη βία σε κάθε τετραγωνικό εκατοστόμετρο της επιφανείας του, με τη βία που επικρατεί στα rave parties και στα υπόγεια των εργατικών προαστίων. - Ακριβώς εδώ, σε τέτοια λογικά άλματα, ελλοχεύει ο κίνδυνος πολλών παρεξηγήσεων. Ο Βιριλιό φαίνεται ότι αγνοεί τη διαλεκτική των πρωτοποριών, της αιχμής της μοντέρνας τέχνης. Επιλέγει κάποιες ακραίες εκφράσεις και εκφάνσεις της, τις υπογραμμίζει, τις αποκόπτει από τα ιστορικά συμφραζόμενά τους και επιχειρεί τολμηρούς συσχετισμούς με τα δεινά της εποχής μας. Εδώ, τηρουμένων πολλών αναλογιών, ο Βιριλιό μάς θυμίζει τους λεγόμενους «νέους» (και τόσο ταχέως γηρασμένους) φιλοσόφους (Αντρέ Γκλυκσμάν, Μπερνάρ Ανρί-Λεβί και κομπανία) οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι τα Γκουλάγκ και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως έφταιγαν ο Χέγκελ, ο Μαρξ και οι, κατά τον Φρανσουά Λυοτάρ, «μεγάλες αφηγήσεις». - Ο Βιριλιό διατείνεται ότι, εκκινώντας από την όποια βία και τάση για σκάνδαλο που χαρακτήριζε τις ιστορικές πρωτοπορίες, φτάσαμε σήμερα στο «άμετρο για το άμετρο» (κατά το «η τέχνη για την τέχνη»), φτάσαμε σε μιαν ολέθρια εξοικείωση με τις εικόνες και συνάμα σε μιαν εξ ίσου ολέθρια απουσία βάρους των λέξεων. Ωραία ιδωμένο, ωραία ειπωμένο. - Ωστόσο, η όποια βιαιότητα κάποιων διακηρύξεων των ντανταϊστών, των λετριστών και των καταστασιακών δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή, αν την λαμβάνουμε τοις μετρητοίς. Αποτελούσε μέρος, και όχι το μεγαλύτερο, ενός προγράμματος και ενός προτάγματος που ο Βιριλιό δεν αντιλαμβάνεται με διαύγεια. Όταν ο ντανταϊστής Ρίχαρντ Χίλζενμπεκ ωρυόταν «Είμαστε υπέρ του πολέμου. Ο ντανταϊσμός είναι, και σήμερα ακόμη, υπέρ του πολέμου. Η ζωή πρέπει να πονάει. Δεν υπάρχει αρκετή σκληρότητα», κάθε άλλο παρά υπεραμυνόταν του μεγάλου μακελειού του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, όπως, αντίθετα, έκαναν οι ιταλοί φουτουριστές με επικεφαλής τον Μαρινέτι. Οι ντανταϊστές, όπως και οι υπερρεαλιστές (ο Αντρέ Μπρετόν την ίδια εποχή ωρυόταν «Ζήτω η Γερμανία! Είμαστε όλοι γερμανοί!») επιχειρούσαν να εναντιωθούν στην κυρίαρχη τάξη της χώρας τους, επιχειρούσαν, δια του σκανδάλου, να δείξουν ότι οι κυρίαρχες τάξεις, και όχι οι λαοί, δημιουργούν τις εκατόμβες των θυμάτων. - Περαιτέρω, όταν ο Γκυ Ντεμπόρ διακηρύσσει, με αφορμή την κορυφαία πρωτοποριακή του ταινία «Ουρλιαχτά για χάρη στου Σαντ» (το 1952) ότι ήθελε να σκοτώσει τον κινηματογράφο επειδή ήταν πιο εύκολο από το να σκοτώσει έναν περαστικό, δεν το εννούσε κυριολεκτικά, όπως θεωρεί ο Βιριλιό, αλλά επιχειρούσε έναν ευφυή σχολιασμό σε μια σκανδαλώδη φράση του Μπρετόν (στα ΜΑΝΙΦΕΣΤΑ ΤΟΥ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΥ). Κι αυτό γιατί, πρώτιστη μέριμνα του νεαρού τότε λετριστή, ήταν η πατροκτονική εναντίωση στην κορυφαία πρωτοπορία του 20ού αι., τον υπερρεαλισμό, και φυσικά στον γενάρχη και ηγέτη της, τον Μπρετόν. Η άγνοια τέτοιων ιστορικών περιστατικών οδηγεί σε εσφαλμένες ερμηνείες και σε πολύ δυσάρεστες παρεξηγήσεις. - Ο Βιριλιό θα έπρεπε να γνωρίζει ότι υπάρχει ένα κόκκινο νήμα που ενώνει τις ιστορικές πρωτοπορίες, το κίνημα Νταντά και τον Υπερρεαλισμό, με τις πρωτοποριακές συνομαδώσεις του δεύτερου ημίσεως του 20ού αι., κυρίως τη Λετριστική και την Καταστασιακή Διεθνή: και αυτό είναι το πρόγραμμα της υπέρβασης, του ξεπεράσματος της τέχνης, και της πραγμάτωσής της στο κοινωνικό πεδίο. Καμία σχέση με τις φρικαλεότητες των Κόκκινων Χμερ, των σταλινικών γκουλάγκ ή των ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Κι ακόμη, καμία σχέση με την αποσβόλωση και την αποχαύνωση των μαζών μπροστά στην κυριαρχία των εικόνων και στην απουσία βάρους των λέξεων. Απεναντίας, όπως θα όφειλε να γνωρίζει ο Βιριλιό, πολλοί ντανταϊστές αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο σφαγείο του πολέμου (μάλιστα ο Αρτύρ Κραβάν έμεινε στην ιστορία ως λιποτάκτης δεκαεφτά στρατών!!), πολλοί υπερρεαλιστές φυλακίστηκαν ή και θανατώθηκαν από τους ναζί (ο Ρομπέρ Ντεσνός μάλιστα, σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως), ενώ ακριβώς οι λετριστές και εν συνεχεία οι καταστασιακοί ήταν εκείνοι που, με προεξάρχουσα μορφή τον Ντεμπόρ, κατάφεραν να διατυπώσουν τη διαυγέστερη και αυστηρότερη κριτική στα δεινά που ταλάνισαν τον 20ό αι. - Οσο για την απόφανση του Βιριλιό περί «απουσίας βάρους των λέξεων», αξίζει να σημειώσουμε ότι όλες μα όλες οι προειρηθείσες πρωτοπορίες συνόδευσαν τις δραστηριότητές τους στον εικαστικό τομέα με πληθώρα θεωρητικών κειμένων στα οποία εξηγούσαν εναργώς τα γιατί και τα πώς αυτών των δραστηριοτήτων τους και μάλιστα, σε πολλές αξιομνημόνευτες περιπτώσεις, προχωρούσαν σε δριμεία κοινωνική κριτική, προχωρούσαν πέρα από τη σφαίρα της τέχνης σε μια ολική θεώρηση του κόσμου, στη σύλληψη ενός οράματος για μιαν ανθρωπότητα αφοσιωμένη στα συναρπαστικά παιχνίδια της δημιουργικότητας και της ελευθερίας. - Απαντώντας στον Βιριλιό με τα λόγια ενός υπερρεαλιστή: «Ο άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση».
(Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 1. 11. 2002)
Για τον πάντα εύστοχο πολεοδόμο, συγγραφέα και φιλόσοφο Πωλ Βιριλιό (στο βιβλίο του Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ), «στο εξής, ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ, ΣΥΝΑΙΝΕΙ, καμιά σιωπή δεν μπορεί να είναι αποδοκιμαστική, ανθιστάμενη, αλλά μόνο συναινούσα». Τώρα που η τέχνη εξυπηρετεί καλύτερα τους στόχους του θεάματος, ο καλλιτέχνης μοιάζει με τον δήμιο. Οσο πιο απάνθρωπη και ωμή γίνεται η τέχνη του, τόσο περισσότερο εξοικειώνει τους συνανθρώπους του με την οριστική άλωση της ζωής. Η «διάγνωση» του Βιριλιό μιλά για «κλινική ηδονοβλεπτικότητα»: κάποιοι παραχωρούν το σώμα τους χωρίς ενδοιασμούς, επιτρέποντας σε επίδοξους Μένγκελε [ο Μένγκελε ήταν ναζί γιατρός που έκανε απάνθρωπα πειράματα με τους κρατουμένους των στρατοπέδων συγκεντρώσεως] να κάνουν τα πειράματά τους, ενώ οι υπόλοιποι παρατηρούν αποχαυνωμένοι αυτή τη βίαιη διαδικασία απονέκρωσης. Και το σώμα που βλέπουν, ουσιαστικά, δεν είναι άλλο από το δικό τους. - Γράφει ο γάλλος δοκιμιογράφος: «Η τέχνη του 20ού αι. έχει γίνει τερατώδης, με την έννοια ότι είναι σύγχρονη με τα φαινόμενα αποσβόλωσης των μαζικών κοινωνιών που υποτάσσονται στη διαμόρφωση της γνώμης, στην προπαγάνδα των Μ.Μ.Ε., ενώ συγχρόνως φτάνουν στα άκρα με την τρομοκρατία ή τον ολικό πόλεμο». Η σκηνή του κόσμου κλονίζεται. Τώρα οι θεατές γίνονται ολοένα περισσότερο μάρτυρες βάναυσων και ευτελών θεαμάτων. Εφ' όσον οι πάντες συναινούν, συμμετέχουν κιόλας στο παγκόσμιο πρότζεκτ της τέχνης του θανάτου. «Οσο κι αν δεν αρέσει στον Αντόρνο, μετά όπως και πριν το Αουσβιτς, το θέαμα της ευτέλειας είναι σταθερά παρόν, αλλά έχει γίνει πολιτικά μη ορθό το να το αμφισβητούμε, κι αυτό εν ονόματι της ελευθερίας της έκφρασης, μιας ελευθερίας συγκαιρινής με την τρομοκρατική πολιτική που ήταν, κατά τον Γιόζεφ Γκαίμπελς, η τέχνη να κάνεις εφικτό ό,τι ήταν ανέφικτο». Τελικά, το όλο διακύβευμα της παρακολούθησης αφορά τον θάνατο. Οι προοπτικές για τους ζωντανούς ελαττώνονται και την ίδια στιγμή ωφελούνται οι βιομηχανίες μαζικών καταστροφών. Πώς να ζήσεις όταν καθημερινά σε τρομοκρατούν, ακόμη και οι καλλιτέχνες; Τι αντιρρήσεις να προβάλεις καθηλωμένος πίσω από ένα τζάμι, τι δημιουργικό μπορείς να κάνεις; Να σιωπάς; «Στο εξής, αυτό που μιλάει είναι η εικόνα, όλες οι εικόνες: οι εικόνες των διαφημιστικών αφισών και των οικιακών τηλεοράσεων», σημειώνει ο Βιριλιό, «και των καλλιτεχνικών έργων» θα προσθέταμε προσυπογράφοντας την «προφητεία» του συγγραφέα, που αναμένει «την προσεχή έλευση μιας τρομοκρατικής τέχνης, που θα εγκωμιάζει την αυτοκτονία, τον αυτοακρωτηριασμό που θα παρέτεινε τον τωρινό μεγάλο ενθουσιασμό για τη χάραξη του σώματος, το piercing, ή πάλι το αναίτιο έγκλημα, έλευση μιας θανατοφιλίας που θα ξαναζωντάνευε ένα λησμονημένο σήμερα φασιστικό σύνθημα: Viva la muerte! Ζήτω ο θάνατος!»
(Μανώλης Ανδριωτάκης, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 24. 9. 2002)
Λένε πολλοί
ότι "η σύγχρονη τέχνη βρίσκεται σε κρίση" χωρίς να καταλαβαίνουν
ότι η κρίση αυτή συμβαδίζει με έναν τρόμο που απειλεί πραγματικά
κάθε παράσταση. Χωρίς την τρομοκρατία τα έργα του 20ού αιώνα είναι
αδιανόητα, αόρατα. Χωρίς τον πολλαπλασιασμό των κινδύνων των δράμα
των σημερινών επιφάσεων είναι ακατανόητο , κατα ορισμένους επιλήψιμο.
Πράγματι ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Τέχνη ήταν ακόμα μόνον
ο πρόδρομος των τραγωδιών που έμελλε σύντομα να μας πλήξουν στις
αρχές του 21ου αιώνα, ίσα ίσα η επιστήμη οφείλει να προεικονίσει
το άγχος του μέλλοντος. Απαιτώντας με τη σειρά της μια ελευθερία
έκφρασης στο ύψος των φιλοδοξιών της, η τεχνοεπιστήμη εγκαινιάζει
έναν "εξπρεσιονισμό" του οποίου ο άμετρος χαρακτήρας
είναι εφάμιλλος μόνο με την ικανότητα της τεχνοεπιστήμης, να ανατρέπει
κάθε νόμο, κάθε ηθική, στο όνομα μόνο της παντοδυναμίας της.
Για τον Βιριλιό,
η κρίση της σύγχρονης τέχνης είναι ο μισθός του φόβου μίας μαζικής
κουλτούρας που οδηγεί στην εξολόθρευση και φόβου μιας σιωπής που
ταυτίζεται με την ανανδρία αφού ως γνωστόν "όποιος δεν μιλάει
συναινεί".
[ISBN:
960-8480-90-6]
|

|
Πωλ
Βιριλιό,
Καθαρός Πόλεμος
Προσπαθήσαμε
να φανερώσουμε τις σημαντικές τάσεις:
της ταχύτηταςτην ταχύτητα
ως ουσία του πολέμου, την τεχνολογία
ως παραγωγό της ταχύτητας ,τον πόλεμο
ως επιμελητεία, όχι ως στρατηγική, τον ενδο-αποικισμό,
την αποτροπή,τα έσχατα
όπλα, τον Καθαρό
πόλεμο.
[ISBN:
960-8263-00-Χ]
|

|
Πωλ
Βιριλιό,
Αυτό που έρχεται
Η γέννηση της "φιλοτρέλας", του φιλοσοφικού παραληρήματος, που έχει αντικαταστήσει τη φιλοσοφία.
[ISBN:
960-8263-11-5]
|

|
Πωλ Βιριλιό,
Πανικόβλητη Πόλη
Tο εδώ αρχίζει αλλού
H KOΣMOΠOΛIΣ είναι ο τόπος ανάδυσης της πολιτικής αλλά και της στρατηγικής, καθώς γεωπολιτική και γεωστρατηγική συγχέονται στα τείχη, στους πύργους, στο οδικό της δίκτυο. Ωστόσο, από το 2001 και μετά, αυτή η γεωγραφική διάσταση των συγκρούσεων έχει αλλάξει ριζικά φύση, σε σημείο ώστε η MHTPOΠOΛITIKH συγκέντρωση να υπερτερεί στο εξής από την πάγια ΓEΩΠOΛITIKH των εθνών. Mετά τη Xιροσίμα, η μεγάλη επίθεση εναντίον της Nέας Yόρκης εγκαινίασε πράγματι την εποχή της "ανισορροπίας του τρόμου", καταστρέφοντας τη στρατηγική σημασία όχι μόνο του αριθμού των αντιπάλων αλλά και κάθε έκτασης/ χώρου. Eστιάζοντας έτσι τον φόβο στη συγκέντρωση των μητροπόλεων και μόνο, ο αυτοκτονικός χαρακτήρας της εμπλεκόμενης δράσης κατέστρεψε, μαζί με τη στρατιωτική μορφή του πολέμου, την πολιτική μορφή της πόλης. Πρωτοφανές ιστορικό συμβάν, στο οποίο, μαζί με τον διακηρυγμένο εχθρό, εξαφανίζεται και η δυνατότητα μίας οποιασδήποτε νίκης, αφού κανένας δεν μπορεί να νικήσει σε έναν "πόλεμο" στον οποίο δεν γνωρίζει τον "εχθρό". Mετά την αυτοκτονική κατάσταση της γεωπολιτικής των συνασπισμών Aνατολής και Δύσης, που θεμελιωνόταν στην απειλή της Aμοιβαία Eξασφαλισμένης Kαταστροφής, προβάλλει, τη χαραυγή της τρίτης χιλιετίας, ένας νέου τύπου MASS KILLER, καθώς η αυτοκτονία του τρομοκράτη αντικαθιστά τον θάνατο του πολίτη-στρατιώτη στη μάχη. Xωρίς κήρυξη πολέμου, χωρίς σημαία, χωρίς όνομα και, κυρίως, χωρίς καμία πολιτική διεκδίκηση, ο μαζικός φονιάς, που μπορεί να σβήσει όλη τη ζωή στην πόλη χρησιμοποιώντας όπλα μαζικής καταστροφής, τερματίζει την εποχή του παγκόσμιου γεωπολιτικού πολέμου και εγκαινιάζει την εποχή της παγκοσμιοποίησης μίας μητροπολιτικής τρομοκρατίας, στην οποία η απώλεια σημασίας της εδαφικής έκτασης των εθνών αντισταθμίζεται από την κρίσιμη μάζα των μεταναστευτικών συγκεντρώσεων, τις οποίες κανένας δεν κυβερνά πραγματικά.
|
|
Πωλ Βιριλιό,
Προπατορικό Ατύχημα
Προπατορικό αμάρτημα ή προπατορικό ατύχημα: όπως το τέλος/ πέρας, η απαρχή είναι ένα όριο, και οι επιστήμες και οι τεχνικές δεν αποφεύγουν αυτό το κουσούρι περισσότερο από όσο η φιλοσοφία. Στο βιβλίο αυτό, ο συγγραφέας της "Πληροφορικής βόμβας" αναπτύσσει το ζήτημα του ατυχήματος των γνώσεων και της επιτακτικής ανάγκης για ένα "μουσείο των καταστροφών". Bιομηχανικές ή φυσικές καταστροφές, που η αύξησή τους έχει γίνει όχι μόνο γεωμετρική, αλλά γεωγραφική, αν όχι και συμπαντική. Tό πλανάσθαι ανθρώπινο, τό εμμένειν σατανικό: σύμφωνα με αυτό το ρητό, η Πρόοδος της σημερινής καταστροφής απαιτεί μία νέα ευφυία/ νοημοσύνη, στην οποία η βασική αρχή της ευθύνης/ υπευθυνότητας θα αντικαταστήσει οριστικά τη βασική αρχή της αποτελεσματικότητας/ αποδοτικότητας των παραληρηματικά επηρμένων τεχνο-επιστημών, που οδηγούν το μέλλον σε αδιέξοδο, στο τραγικό αδιέξοδο μίας έλλειψης μέτρου που εναντίον της είχαν ορθωθεί εξ αρχής ο ελληνο-λατινικός και ο ιουδαιο-χριστιανικός κόσμος.
[ISBN:
960-8263-49-2]
|

|
Ζαν Μπωντριγιάρ,
Η καταναλωτική κοινωνία
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας άνθρωπος που ζούσε μέσα στη σπάνη. Επειτα από πολλές περιπέτειες κι ένα μακρύ ταξίδι στις θάλασσες της οικονομικής επιστήμης, συνάντησε την κοινωνία της αφθονίας. Παντρεύτηκαν κι απέκτησαν πολλές ανάγκες». Αυτός είναι, σύμφωνα με τον Μπωντριγιάρ, ο ιδρυτικός μύθος του καταναλωτικού ανθρώπου: κάποιου, δηλαδή, που έχει ανάγκες οι οποίες, για να ικανοποιηθούν, τον οδηγούν σε διάφορα αντικείμενα. Αλλά επειδή ο άνθρωπος δεν ικανοποιείται ποτέ, η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται απεριόριστα, με την προδηλότητα των παραμυθιών. Οι ανάγκες, βέβαια, του Homo Oeconomicus ήταν συγκεκριμένες: ξέραμε τι ζητούσε. Τώρα, όμως, η αγορά ενός αυτοκινήτου χρησιμεύει μεν σε κάτι, αλλά λειτουργεί και ως στοιχείο άνεσης και κύρους, δηλαδή πέρα από τη συγκεκριμένη ανάγκη, και σ' αυτό ακριβώς το πεδίο εδράζεται η καινούργια μυθολογία της καταναλωτικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια, το σύστημα κατανάλωσης δεν στηρίζεται στην ανάγκη και στην ηδονή, αλλά σ' έναν κώδικα σημείων-αντικειμένων και διαφορών. Η κυκλοφορία, η αγορά, η ιδιοποίηση αγαθών και αντικειμένων/ σημείων αποτελούν, συνεπώς, τον κώδικά μας, με τον οποίο ολόκληρη η κοινωνία επικοινωνεί και μιλά. Η δομή της κατανάλωσης είναι η ίδια η γλώσσα της και, σε σχέση μ' αυτήν, οι ατομικές ανάγκες και ικανοποιήσεις είναι απλώς λόγια. - Ο άνθρωπος-καταναλωτής, έγραφε ο Μπωντριγιάρ στο βιβλίο του πριν 30 χρόνια (είχε προηγηθεί ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ, 1960) είναι πλέον «μια επιχείρηση ηδονής και ικανοποίησης», μια θεσμοποιημένη, καταναγκαστική ηδονή, η οποία δεν είναι ούτε δικαίωμα ούτε τέρψη, αλλά καθήκον του πολίτη, που οφείλει να είναι ευτυχισμένος, ερωτευμένος, ευφορικός, δυναμικός, συμμετοχικός, ενθουσιαστικός. Ο πολλαπλασιασμός των σχέσεων και των επαφών του, καθώς και η εντατική χρήση σημείων/ αντικειμένων θα συστήσουν την αρχή της μεγιστοποίησης της ύπαρξής του, κατά το αντίστοιχο της μεγιστοποίησης του κέρδους και του παραδοσιακού καταναγκασμού για εργασία και παραγωγή. Στο παιχνίδι πια δεν υπάρχει χώρος για τον πόθο και την επιλογή, αλλά μόνο για την «περιέργεια» της Fun morality, της επιταγής δηλαδή για αξιοποίηση στο έπακρο όλων των δυνατοτήτων ικανοποίησης. Σήμερα, ωστόσο, έχουμε διαβεί το στάδιο της «περιέργειας» και βρισκόμαστε στο στάδιο της παροξυστικής αδιαφορίας, σημειώνει στο Le paroxysme indifferent (1997). Το περιβάλλον των ανθρώπων δεν είναι πλέον οι άλλοι άνθρωποι αλλά τα αντικείμενα και «όπως το λυκόπαιδο που γίνεται λύκος για να ζήσει μαζί με τους λύκους», έτσι κι εμείς γινόμαστε λειτουργικοί, όπως τα αντικείμενα. Η καταναλωτική κοινωνία συνιστά μια θεμελιώδη μετάλλαξη της οικολογίας του ανθρώπινου είδους, όπου όλα διέπονται πια από τον νόμο της ανταλλακτικής αξίας. Η συσσώρευση και η αφθονία έχουν γεωμετρικό τόπο τους τις μεγάλες υπεραγορές, στις οποίες η οργάνωση των αντικειμένων «σε πανοπλία ή σε συλλογή» επιβάλλουν την αλύσωση των σημαινόντων και ουσιαστικά ένα υπερ-αντικείμενο από το οποίο αγοράζουμε ένα κομμάτι, ένα μέρος δηλαδή από το όλον του «παραδείσου» και της Ουτοπίας. «Ετσι, ο μετωνυμικός επαναληπτικός λόγος του εμπορεύματος ξαναγίνεται μια μεγάλη συλλογική μεταφορά, δηλαδή μια ανεξάντλητη και θεαματική σπατάλη που είναι η σπατάλη της γιορτής, όπως στην τελετουργία του δώρου». Το εμπορικό κέντρο «πολιτισμοποιείται», παρέχοντας λίγο απ' όλα: μπαρ, πίστα χορού, ρεστοράν, σινεμά, σημεία πώλησης, ακόμη και «φαιά ουσία», και θα γίνει το Πάνθεον της κατανάλωσης, όπου όμως έχει χαθεί και το νόημα, και γι' αυτό και το όνειρο. - Όλα εδώ συνδυάζονται συστηματικά στη θεμελιώδη έννοια της «ατμόσφαιρας», εντός της οποίας το ίδιο το εμπόρευμα «πολιτισμοποιείται», αποκτώντας παιγνιώδη υπόσταση, έτσι ώστε συνολικά το shopping να γίνει τρόπος ζωής. Η κατανάλωση, καλύπτοντας όλο το φάσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, θα οργανώσει όλη την καθημερινότητα, επιφέροντας μια ολική ομοιογενοποίηση, όπου όλα πλέον κολυμπάνε στη διαφάνεια μιας αφηρημένης «ευτυχίας», που ορίζεται από την εξάλειψη των εντάσεων. Ο μαγεμένος καταναλωτής, παρατάσσοντας έναν ολόκληρο εξοπλισμό προσομοιωτικών στοιχείων, χαρακτηριστικών στοιχείων της ευτυχίας, περιμένει στη συνέχεια την ευτυχία να του προκύψει. Αντί της ευτυχίας, όμως, έχουμε μόνο συγκέντρωση σημείων της ευτυχίας και, στην πραγματικότητα, κάποιες μικρές ικανοποιήσεις, πρακτικές εξορκισμού της μεγάλης ικανοποίησης, της δυνητικής ολικής ευημερίας και της μακαριότητας. Τελικά, όμως, «καθώς δεν μπορούμε να διατηρούμε την ελπίδα ότι θα τις πραγματοποιήσουμε, άλλο δεν μας μένει από το να τις υπερ-πραγματοποιήσουμε μέσα σε μια απροσδιόριστη προσομοίωση» (Η ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, 1990). «Αλλά ποια είναι η ευτυχία που στοιχειώνει τον σύγχρονο πολιτισμό;» αναρωτιέται ο Μπωντριγιάρ, για να απαντήσει αμέσως: «Ο μύθος της ευτυχίας δεν είναι απόρροια κάποιας φυσικής τάσης του ατόμου να την πραγματοποιήσει, αλλά παρελκόμενο του μύθου της ισότητας που κυριαρχεί στις σύγχρονες κοινωνίες. Συνεπώς, ο μύθος της ευτυχίας δεν είναι φυσικό αλλά κοινωνικό-ιστορικό γεγονός, και έχει προσλάβει το σημερινό του περιεχόμενο από την «πολιτική και κοινωνική μολυσματικότητα» με την οποία είναι φορτισμένος ο μύθος της ισότητας από την εποχή της Βιομηχανικής επανάστασης και των άλλων επαναστάσεων του 19ου αι. - Όμως, για να μπορέσει η ευτυχία να γίνει το όχημα του εξισωτικού μύθου, «πρέπει να μπορεί να μετρηθεί». Και επειδή η ψυχή και η ηδονή δεν μπορούν να ζυγιστούν, όπως οι στίχοι του Ευριπίδη, του Αισχύλου και του Αριστοφάνη, για τούτο αντ' αυτών μπήκαν στη ζυγαριά τα αντικείμενα και τα σημεία, όπως η «άνεση» και η «ευημερία». Ο,τι δεν μπορεί να μετρηθεί και να σημανθεί με ορατά κριτήρια, όπως η ψυχή ή το νόημα, αποκλείεται από το καταναλωτικό ιδεώδες. Ετσι, εξορίστηκε από την έννοια της ευτυχίας το αόρατο, ό,τι δηλαδή δεν μπορούσε να αποτελέσει ορατό σημείο, και απέμεινε η απαίτηση της ισότητας «απέναντι σε ένα μπιφτέκι». Η μεγάλη μπλόφα των σύγχρονων κοινωνιών είναι η άσκηση της «λευκής μαγείας», στους αριθμούς που κρύβει την πραγματικότητα. Είναι συγχρόνως και μια μαύρη μαγεία συλλογικού μαγέματος, μια γυμναστική των λογιστικών ταχυδακτυλουργιών από τους εθνικούς λογιστές. Κατ' αυτό τον τρόπο, όμως, η βασική δημοκρατική αρχή μετατρέπεται από πραγματική ισότητα των κοινωνικών ευκαιριών και της ευτυχίας (με την πλήρη σημασία του όρου) σε ισότητα ενώπιον του αντικειμένου, δηλαδή ενώπιον του αυτοκινήτου, του στερεοφωνικού, του εξοχικού και άλλων πρόδηλων σημείων της κοινωνικής επιτυχίας. Πρόκειται ουσιαστικά, κατά τον Μπωντριγιάρ, για μια οικουμενική δημοκρατική ιδεολογία, που καλύπτει την απούσα δημοκρατία και την ανεύρετη ισότητα. Είναι μια «δημοκρατία του standing». Η έννοια «ανάγκες», σ' αυτή την προοπτική, είναι αλληλένδετη με την έννοια «ευημερία» και το μυστικιστικό περιεχόμενο της ισότητάς της. Κοντολογίς, απέναντι στο μπιφτέκι (ως αξία χρήσης) δεν υπάρχει ούτε προλετάριος ούτε προνομιούχος, είμαστε όλοι ίσοι. Ετσι, το πολιτικό παιχνίδι, δηλαδή η άρση των αντιφάσεων της καταναλωτικής κοινωνίας, συνίσταται στη μεγέθυνση, στην ανάπτυξη, στην αύξηση του όγκου των αγαθών, καθώς δια της ποσότητας θα επέλθουν η αυτόματη εξίσωση και η ευημερία για όλους. Το ίδιο συνέβη και στις σοσιαλιστικές χώρες, η επιδίωξη, δηλαδή, της οριστικής λύσης δια της αφθονίας και κατά συνέπεια η «επανάσταση της ευημερίας» αντικατέστησαν την κοινωνική και πολιτική επανάσταση. - Τριάντα χρόνια μετά την ανάλυση του Μπωντριγιάρ για την καταναλωτική κοινωνία και τους ισχυρισμούς των «ιδεαλιστών της αφθονίας» (όπως ο Γκάλμπραιηθ) ότι η ανάπτυξη θα απορροφήσει τη φτώχεια, αυτή όχι μόνο δεν εξαλείφθηκε αλλά προσκρούει και σ' ένα μηχανισμό του συστήματος που την παράγει λειτουργικά. Επιπλέον, η μεγέθυνση είναι ευθεία συνάρτηση της ανισότητας, ενώ οι δευτερεύουσες, συμπτωματικές «ισότητες» δεν είναι παρά τα αναγκαία άλλοθι του συστήματος, που όμως συνοδεύονται από νέες ανισότητες οι οποίες ποαρουσιάζονται ως αναγνωρισμένα δημοκρατικά δικαιώματα. Γίνεται, φερ' ειπείν, λόγος για το δικαίωμα στην υγεία, στις διακοπές, στη γνώση, ακόμη και στον φυσικό αέρα. Όλα αυτά που παρουσιάζονται ως πρόοδος και ως συνθήματα της κοινωνίας της αφθονίας μπορούν να διαβαστούν και ως νέα σημεία διάκρισης. Το δικαίωμα στον καθαρό αέρα ή στο νερό σημαίνει την απώλεια των φυσικών αυτών αγαθών και τη μετατροπή τους σε εμπόρευμα καθώς και την άνιση κοινωνική τους διανομή. - Η κατανάλωση είναι ένας θεσμός, ένας καταναγκασμός, αλλά προπάντων, ως μυθολογία, είναι ένα ολόκληρο σύστημα αξιών, καθώς και η ηθική του σημερινού κόσμου. Αυτή η ηθική διακρίνεται, θα γράψει στο βιβλίο του ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ (1972) από τη μια πλευρά στην καταναλωτική «ηθική των σκλάβων», οι οποίοι χαρακτηρίζονται από ανευθυνότητα, ανεμελιά και ανηθικότητα και βρίσκουν τη σωτηρία τους στην κατανάλωση των αντικειμένων/ σημείων, και από την άλλη στην «ηθική των κυρίων» της εξουσίας, ex officio υπευθύνων, η οποία στηρίζεται λιγότερο στο πρεστίζ και περισσότερο στις πραγματικές σφαίρες των αποφάσεων, στη διαχείριση δηλαδή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, και συνεπώς στη χειραγώγηση ανθρώπων και σημείων. - «Όπως η κοινωνία του Μεσαίωνα ισορροπούσε πατώντας πάνω στον Θεό ΚΑΙ πάνω στον Διάβολο, έτσι και η δική μας ισορροπεί πατώντας πάνω στην κατανάλωση ΚΑΙ στην καταγγελία της», καταλήγει ο Μπωντριγιάρ. Υπ' αυτή την έννοια, ο «πολιτισμός του αντικειμένου» περιλαμβάνει τον μύθο και τον αντι-μύθο, τη φράση και την αντι-φράση, και αυτή είναι η παγίδα του «κριτικού Λόγου» και των ηθικολογικών αμφισβητήσεων. Η σαγήνη του μύθου που καταλήγει να προσδώσει στην κατανάλωση και στα αντικείμενα μια «σατανική αξία», και σ' αυτή την παγίδα έπεσαν και οι αμφισβητίες του Μάη του 1968. Η αμφισβήτηση αυτού του είδους δεν απορροφάται, όπως λέγεται από κάποιους, από το σύστημα, καταλήγει ο Μπωντριγιάρ. Και δεν μας απομένει παρά «να περιμένουμε τις κτηνώδεις εισβολές και τις αιφνίδιες αποσαθρώσεις που, απρόβλεπτα αλλά σίγουρα, όπως ο Μάης του 1968, θα διαλύσουν αυτή τη λευκή Θεία λειτουργία». Ως προς την τελευταία «προφητεία», δυστυχώς ακόμη περιμένουμε.
(Γιώργος Χ. Παπασωτηρίου, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 29. 9. 2000)
Ο Ζάν Μπρωντριγιάρ
γεννήθηκε στη Ρενς της Γαλλίας το 1929 και πέθανε στις αρχές του 2007.'Οπως
όλοι οι μεγάλοι μύθοι που σέβονται τον εαυτό τους, ο μύθος της
"Κατανάλωσης" έχει τον λόγο του και τον αντίλογό του:
ο εξυμνητικός λόγος για την αφθονία συνοδεύεται από έναν <<κριτικό>>
αντίλογο, σκυθρωπό και ηθικολογικό, για τα κακά της καταναλωτικής
κοινωνίας και την τραγική κατάληξη στην οποία θα οδηγήσει οπωσδήποτε
τον πολιτισμό μας.
Η μαγεία της
κοινωνίας μας είναι λευκή, δεν είναι πια εφικτή η αίρεση μέσα
στην αφθονία. Πρόκειται για την προφυλακτική λευκότητα μιας χορτασμένης
κοινωνίας, μιας κοινωνίας χωρίς ίλιγγο και χωρίς ιστορία, χωρίς
μύθο άλλον από τον εαυτό της.
[ISBN:
960-8480-60-4]
|
|
Ζαν
Μπωντριγιάρ,
Συνθήματα
Είναι ίσως ο λιγότερο κοινωνιολόγος των κοινωνιολόγων, ο περισσότερο πειραματικός των πανεπιστημιακών, ξέρει πάντα να ελίσσεται και να εκπλήττει, ακόμη και να προκαλεί μερικά μικρά σκάνδαλα και μερικές μικρές εκρήξεις με τα κείμενά του, που ερωτοτροπούν πότε με το ύφος της μοντέρνας ποίησης, πότε με του μανιφέστου, πότε με της προκήρυξης, ο Ζαν Μπωντριγιάρ, γερμανοθρεμμένος, βοηθός του σημαντικού και ανήσυχου Ανρί Λεφέβρ, γνώστης της κριτικής που άσκησαν στη σύγχρονη οργάνωση του υπάρχειν οι καταστασιακοί και ο Γκυ Ντεμπόρ. - Στον παρόντα τόμο (γαλλ. έκδ. 2000) ο Μπωντριγιάρ επιχειρεί με εξαιρετικά σύντομα κείμενα («ολιγόλεκτα» θα τα έλεγε ο Νίκος Καρούζος, «ακαριαία» ο Τάσος Δενέγρης) να συνοψίσει το έργο του και συνάμα να ασκήσει με καινό λόγο κριτική στο κενό των ημερών. Κάτι που είχε κάνει, όχι τόσο λακωνικά, όχι τόσο συνθηματολογικά, στο «Η έκσταση της επικοινωνίας» (L' autre par lui meme, μτφ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος, εκδ. Καρδαμίτσα, 1991). - Το κενό των ημερών, και ο καινός λόγος, ο σαγηνευτικός, ο δελεαστικός και συνεπώς ο πειστικός, μάλλον αυτός που θα σε κάνει να σκεφτείς, ιδού το στοίχημα του Μπωντριγιάρ. Τα ακραία φαινόμενα, η ταυτότητα της εποχής μας, δελεάζουν τον κοινωνιολόγο, τον «ιντριγκάρουν», τον παρασύρουν ευπρόσδεκτα στο να είναι δηκτικός, προκλητικός, σχεδόν επαναστάτης. Και λέμε «σχεδόν», γιατί αν λείπει κάτι από τα κείμενά του είναι ακριβώς ο πυροκροτητής. Λείπει εκείνη η διάσταση της κριτικής σκέψης που ωθεί στην πράξη, σ' εκείνο το περίφημο project του Βάλτερ Μπένγιαμιν, που ήθελε να γίνει η Πράξη Αδελφή του Ονείρου. Με μια λέξη, αν απουσιάζει κάτι από τη σκέψη του Μπωντριγιάρ, αυτό είναι η διαλεκτική. - Ο Μπωντριγιάρ είναι μέσα στον λαβύρινθο, δεν μπόρεσε (ή δεν θέλησε) ποτέ να βγει από τον Πύργο, είναι ένας ανατόμος του εφιάλτη, ένας ερμηνευτής των κακών ονείρων της σύγχρονης ζωής, των δεινών, όχι ο εξεγερμένος. Η σκέψη του στροβιλίζεται γύρω από το κέντρο των δεινών, το οποίο όμως δεν θίγει ποτέ. Και το κέντρο των δεινών, είτε το θέλει ο Μπωντριγιάρ είτε όχι, παραμένει η υλική βάση της κοινωνικής μας οργάνωσης, ήτοι η παραγωγή, με όλες τις αντιφάσεις της. - Ο Μπωντριγιάρ επιμένει σε μια σκέψη που «διαχεριίζεται την ψευδαίσθηση με την ψευδαίσθηση», μοιάζει κλεισμένος στην αίθουσα με τους καθρέφτες που πολλαπλασιάζει τα είδωλα προκαλώντας τον ίλιγγο. Οσο και αν δυσφορεί μέσα σε αυτή την αίθουσα, όσο και αν καμώνεται ότι καταγγέλλει την τερατώδη και απάνθρωπη λειτουργία της, εν τέλει αποδέχεται την ύπαρξή του εντός της, γίνεται ένα είδος καινοτόμου σχολιαστή του κενού, γίνεται ο σπήκερ της ξέφρενης πορείας προς τον όλεθρο και αρκείται μια χαρά στον ρόλο αυτό - γράφει πολύ έξυπνα, πολύ δελεαστικά, οφείλουμε να ομολογήσουμε. - «Η υπόθεσή μου είναι ότι έχουμε ήδη περάσει το σημείο της αντιστρεπτότητας -γράφει- ότι είμαστε ήδη σε μια εκθετική, απεριόριστη μορφή, στην οποία όλα αναπτύσσονται μέσα στο κενό, επ' άπειρον, χωρίς να μπορούν να ανακτηθούν σε μια ανθρώπινη διάσταση στην οποία [εκθετική, απεριόριστη μορφή] ο άνθρωπος χάνει συγχρόνως τη μνήμη του παρελθόντος, την προβολή του μέλλοντος, τη δυνατότητα να εντάξει τούτο το μέλλον σε μια παρούσα δράση». Τα πάντα, κατά τον Μπωντριγιάρ, έχουν ήδη γίνει απενσαρκωμένα, ανούσια, ομοιώματα του εαυτού τους, κινούμενα από απλή αδράνεια. Τα πάντα είναι πλαστογραφήσεις πλαστογραφιών, ενώ το πρωτότυπο δεν έχει χαθεί απλώς, όχι, το πρωτότυπο, το αυθεντικό, δεν υπήρξε ποτέ. Κι έτσι η ιστορία, πάντα κατά τον Μπωντριγιάρ, δεν έχει τέλος, άρα ούτε και τελικότητα. Βεβαίως, φροντίζει να συμπληρώσει, κριτικά αυτή τη φορά: «Αλλά αν δεν υπάρχει πια τέλος, περατότητα, αν είναι αθάνατο, το υποκείμενο δεν ξέρει πια τι είναι. Κι αυτή ακριβώς η αθανασία είναι το ύστατο φάντασμα [phantasme] των τεχνολογιών μας. - Εν τούτοις, απουσιάζει πάντα η διαλεκτική, το σημείο φυγής, η οπτική γωνία του αρνητικού, της «κακής πλευράς». Ο Μπωντριγιάρ κάνει σαν όλοι να βράζουμε στο ίδιο καζάνι, σαν όλοι να είμαστε συνυπεύθυνοι, σαν όλοι να έχουμε επιλέξει τούτη την ειμαρμένη. Μελετάει τα φαινόμενα, μελετάει το θέαμα, αλλά αφήνει απ' έξω το πιο σημαντικό και ουσιώδες: ότι το θέαμα είναι το κεφάλαιο σε τέτοιο βαθμό συσσώρευσης ώστε να μετατρέπεται σε εικόνα (Ντεμπόρ). Το εικονικό από κάπου προήλθε, έχει, όπως οι γοητευτικές, μοιραίες γυναίκες, ένα κακό και πλούσιο παρελθόν. Υπάρχει μια συγκεκριμένη ιστορική διάσταση, οι συστατικοί παράγοντες του θεάματος, όπως και του κεφαλαίου, έχουν εξεταστεί «μέσα στην πορεία της κίνησής τους και συνεπώς από την εφήμερη πλευρά τους», ήδη από τον Ντεμπόρ και από τον Μαρξ. Ο Μπωντριγιάρ παρακάμπτει επιτήδεια την ιστορική διάσταση, συνεπώς παρακάμπτει το πολύ απλό «πώς φτάσαμε έως εδώ», και μιλάει μονάχα για το αποτέλεσμα, αφήνοντας στην άκρη τα αίτια, αυτό που εγκαθιδρύει μια τάξη πραγμάτων, άρα και τη δυνατότητα διάλυσης και υπέρβασής της από μιαν άλλη, ανώτερη τάξη πραγμάτων. - Κεντρικός άξονας της θεωρίας του Μπωντριγιάρ είναι η προσομοίωση, κάτι που πλησιάζει πολύ, καίτοι αντιστρέφοντάς την και αλλοιώνοντάς την, τη θεωρία του θεάματος όπως την επεξεργάστηκε ο Ντεμπόρ. Ηδη, έχει ασκηθεί εύστοχη κριτική στον Μπωντριγιάρ, τόσο από τη Sadie Plant ("The Most Radical Gesture. The Situationist International in a Postmodern Age", Routledge, 1992) όσο και από τον Anselm Jappe (Γκυ Ντεμπόρ, μτφ. Νίκος Κούρκουλος, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1998). Ο Jappe συνοψίζει: «Η ανάλυση του Μπωντριγιάρ αποδέχεται τον ορισμό της υφιστάμενης κοινωνίας ως θέαμα. Όμως αποσπά αυτή την έννοια από τις υλικές της βάσεις και την μετατρέπει σε ένα σύστημα αυτοαναφοράς, όπου τα σημεία δεν αποτελούν πλέον μεταμόρφωση της πραγματικότητας, αλλά είναι όντως η πραγματικότητα. Οπότε, χαίρεται που δεν έχει πλέον να ασχολείται με κάποια βαρετή αλήθεια, αφού αυτή δεν είναι αθέατη, αλλά απλούστατα ανύπαρκτη. Σύμφωνα με τον Μπωντριγιάρ, η ανταλλαγή των σημείων έχει κυριεύσει όλο τον κοινωνικό χώρο. Αρα δεν μπορεί να υπάρξει καμία αντίσταση σε αυτήν, διότι η υποθετική αυτή αντίσταση θα έπρεπε να αναφέρεται σε έννοιες όπως περιεχόμενο, σημασία ή υποκείμενο, που, κατά τη γνώμη του Μπωντριγιάρ, έχουν γίνει και οι ίδιες σημεία. Είναι πράγματι περίεργος ο τρόπος με τον οποίο ο Μπωντριγιάρ παίρνει τις έννοιες του Ντεμπόρ και, παριστάνοντας ότι τις ριζοσπαστικοποιεί, στην πραγματικότητα τις αντιστρέφει. Αυτή η δήθεν κριτική θεωρία ονειρεύεται απλώς ένα τέλειο θέαμα που έχει απαλλαγεί από την υλική του βάση -με άλλα λόγια, μια κατανάλωση που έχει απαλλαγεί από την παραγωγή- και κατά συνέπεια δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τις αντιφάσεις της δεύτερης». - Σωστά ιδωμένο, σωστά ειπωμένο.
(Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 18. 7. 2002)
Ο Ζάν Μπρωντριγιάρ
γεννήθηκε στη Ρενς της Γαλλίας το 1929 και πέθανε στις αρχές του 2007. Σπούδασε γερμανική φιλολογία
και έζησε τα νεανικά του χρόνια στη Γερμανία. Επιστρέφοντας στη
Γαλλία δίδαξε κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο Paris - X Nanterre.
Συνεργάστηκε με το περιοδικό temps Modernes και μετείχε στην συντακτική
επιτροπή των περιοδικών Utopie kai Traverses. Από τα πολλά βιβλία
του τα σημαντικότερα κυκλοφορούν στα ελληνικά.
|

|
|
|
1
| - |
2
| - |
3
| - |
4
| - |
5
| - |
6
| - |
7
| - |
8
| - |
9
| - |
10
|
|
επιστροφή
στις εκδόσεις μας ...
|
|