|

Οι
εκδόσεις μας > Μελέτες και Δοκίμια
Τίτλος
βιβλίου |
ΝΤΑΙΗΒΙΝΤ ΦΡΙΣΜΠΥ
Οδικά τοπία της νεωτερικότητας
Έχοντας αφιερώσει περισσότερο από τριάντα χρόνια
εξερευνώντας, διαβάζοντας και χαρτογραφώντας τα 'οδικά τοπία της νεωτερικότητας',
τα αδιέξοδα, τα σταυροδρόμια, τους μονόδρομους της αστεακής νεωτερικότητας,
ο Νταίηβιντ Φρίσμπυ μας έχει προσφέρει
αναλυτικά, κατατοπιστικά και ακριβέστατα πανοράματα
της μοντέρνας, καπιταλιστικής μητρόπολης και της εμπειρίας του καινούργιου σε αυτήν. Παρά το μόνιμο και σκόπιμο 'ίσως' του ή μάλλον εξ αιτίας αυτού του 'ίσως',
η κοινωνιολογία και η κοινωνική θεωρία του Φρίσμπυ
στηρίζονται σε μία θεμελιώδη παρατήρηση:
η διέξοδος και οι εναλλακτικές διαδρομές από το φαινομενικό ή μη χάος,
ασάφεια, ανασφάλεια και σύγχυση στη μοντέρνα καπιταλιστική μεγαλούπολη
μπορεί να βρεθεί μέσα σε αυτήν, μέσα από την περιπέτεια σε αυτήν,
όχι από όλα όσα μπορεί να νομίζουμε ότι ξέρουμε για την κοινωνική ζωή
αλλά από τη συγκεκριμένη και απτή γνώση
αυτού που μπορούμε να αναζητήσουμε, να γνωρίσουμε και να αναγνωρίσουμε
ως αλήθεια
πίσω από τις εορταστικές μάσκες που καλλωπίζουν την καθημερινότητα
στη μοντέρνα καπιταλιστική μητρόπολη.
Ο David Frisby (1944-2010) σπούδασε στη London School of Economics και πήρε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. Πήρε και Masters στην αρχιτεκτονική από τη Σχολή Αρχιτεκτονικής Mackintosh της Σχολής Καλών Τεχνών της Γλασκόβης. Δίδαξε σε πολλά πανεπιστήμια, όπως στης Γλασκόβης,
στο Yale, στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης (NYU), στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, στο Πανεπιστήμιο της Konstanz και στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Από το 2005 ήταν καθηγητής κοινωνιολογίας στο Cities Programme της London School of Economics. Εξέδωσε εννέα σημαντικά βιβλία, συνέγραψε πολλά μικρότερα κείμενα και μετέφρασε στα αγγλικά πολλά έργα του Ζίμμελ, μεταξύ των οποίων το κορυφαίο του: Η Φιλοσοφία του χρήματος. - Η παρούσα έκδοση του δεύτερου βιβλίου του στα ελληνικά είχε προγραμματιστεί πριν τον αιφνίδιο θάνατό του. Πρώτο του βιβλίο στα ελληνικά ήταν το ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ (Γκέοργκ Ζίμμελ, Βάλτερ Μπένγιαμιν, Ζήγκφρηντ Κρακάουερ), που κυκλοφορεί στις Νησίδες.
[ISBN:978-960-9488-31-0]
|
|
Μάρκος Καραγιάννος,
Ημερολόγια μιας ενδιαφέρουσας εποχής,
εκδ. Νησίδες, 188 σελ., 12 ευρώ (χωρίς τον Φ.Π.Α.)
«Να ζήσεις σε ενδιαφέρουσα εποχή»
ήταν μια κατάρα των Κινέζων στους εχθρούς τους.
Σήμερα, η εποχή της κρίσης (οικονομικής κτλ.)
είναι μια τέτοια «ενδιαφέρουσα» εποχή.
Ο συγγραφέας, εγκατεστημένος σε χώρα της βόρειας Ευρώπης,
γράφει τα ημερολόγια της κρίσης:
μεταφέρει την εικόνα που έχουν οι Βορειο-ευρωπαίοι
για την κρίση στην Ελλάδα
και την συνδυάζει με την εικόνα που έχουμε εμείς οι ίδιοι
για την κρίση.
Επιχειρεί να εξηγήσει τι πραγματικά συμβαίνει
(είναι κρίση της Ελλάδας, της Ευρώπης ή παγκόσμια),
πώς το αντιμετωπίζουμε,
πώς θα μπορούσαμε ν' απαντήσουμε
στα όσα μας ταλαιπωρούν
και υποβαθμίζουν τη ζωή μας.
Ο Μάρκος Καραγιάννος γεννήθηκε το 1977
στη Θεσσαλονίκη.
Πρώτο του βιβλίο:
Αφηγήσεις μιας αγκυλωμένης εποχής.
O Μάρκος Καραγιάννος με τα Ημερολόγια μιας ενδιαφέρουσας εποχής επιχειρεί να συνδέσει ή καλύτερα να ανασυνθέσει τα θραύσματα της κρίσιμης εποχής που ζούμε. Ο λόγος του είναι βαθιά προσωπικός, υποκειμενικός, δεν διεκδικεί την επίφαση αντικειμενικότητας ενός δοκιμίου ούτε επιχειρεί να περιγράψει εξωτερικά φαινόμενα με αποστασιοποιημένο, σχετικοποιημένο τρόπο. Άλλωστε, δεν περιγράφει ένα οπτικό αντικείμενο στο χώρο, αλλά τις ίδιες τις ζωές μας. Ή μάλλον τις κοινές αντανακλάσεις μιας πραγματικότητας στις ζωές μας, μέσα από τη ματιά ενός Έλληνα που έχει βιώσει αυτό που σήμερα λέμε «βορρά» στην Ευρώπη. Δεν είναι όμως μια βιωματική εγωκεντρική αφήγηση τα ημερολόγια, ή μια εκτόνωση συναισθημάτων, μια αποφόρτιση ή αντανακλαστική αντίδραση στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν διέπονται από ιδιόρρυθμο ρομαντισμό, ρηχό ψευτοκοσμοπολιτισμό ή ευσεβείς πόθους για κάτι άλλο εξωτικό. Ο θραυσματικός του λόγος αποτελείται από έντονα ερεθίσματα, ιδέες και συναισθήματα, αλλά και παύσεις, κενά, τα οποία καλείται ο ίδιος ο αναγνώστης να συμπληρώσει με τη δική του σκέψη, για να ολοκληρωθεί η αφήγηση. Βουτάει και στα βιώματα του παρελθόντος, της ιστορίας των ανθρώπων και των τόπων, όχι των γενικεύσεων και εξιδανικεύσεων, για την άντληση εμπειριών που ανταποκρίνονται στο σήμερα. Με μια εξιστόρηση που κοιτάζει κατάματα την κρίση, την κοινωνική κρίση, τη σύγχυση ιδεών, το φόβο για το μέλλον, ενώ αποδομεί όλα όσα μας χωρίζουν. Τα μέχρι χτες αόρατα, μικρά και ύπουλα που η κρίση φανέρωσε και έκανε μεγάλα. - Ο Μάρκος Καραγιάννος επιχειρεί να δείξει ένα τρόπο σκέψης και πράξης, πρωτοβουλίας, που κάνει την αρχή, αλλά και αφήνει περιθώριο να συμπληρωθεί από τον άλλο, τον διπλανό ή τον απέναντί μας, τον οποίο μας καλεί να γνωρίσουμε. Αποδέχεται ή και ενθαρρύνει τις αντιθέσεις, τις αντιφάσεις, και προσπαθεί να τις συμφιλιώσει, χωρίς όμως να τις ταυτίσει ούτε να τις ακυρώσει, όπως κάποιος που υπηρετεί ένα ιδεώδες επαγγελίας όπου όλοι και όλα «πρέπει κάπως να χωρέσουν». Ο συγγραφέας υφαίνει μια νέα συλλογικότητα με επίκεντρο τον άνθρωπο, συνέχει τις ζωές μας σε αυτή την αλληλοσυμπληρωματική βάση, η οποία εξαρτάται από εμάς - σε αντιδιαστολή με την κρατούσα οικονομική αποτίμηση και ερμηνεία όσων βιώνουμε, που μας καλεί να ανταγωνιστούμε μεταξύ μας για την επικράτηση, για ένα μερίδιο στο «καλύτερο» που ολοένα ευτελίζεται. Που μας καλλιεργεί ταυτοτικές, συλλογικές ενοχές για να μας υποδουλώνει σε νόμους αλλότριους στον άνθρωπο. Με λεξιλόγιό του τις παραγκωνισμένες, τις πανανθρώπινες αξίες του Διαφωτισμού αρθρώνει ζωντανό λόγο απέναντι σε θολές έννοιες που επέβαλε στις ζωές μας ο οικονομισμός. Μας προσκαλεί να δούμε διαφορετικά ο ένας τον άλλο, για αρχή. Και να πούμε ειλικρινά την ιστορία μας. - Σταμάτης Μεσσίνης
Κοινωνικές αντιστάσεις ως πολιτική της καθημερινότητας. Στην αριστερά κυριάρχησε, και εν πολλοίς κυριαρχεί ακόμη, το «ηγεμονικό» πρότυπο σύλληψης του κοινωνικού μετασχηματισμού στις ποικίλες λενινιστικές και γκραμσιανές παραλλαγές του. Ένας συλλογικός φορέας –το κόμμα, κυρίως, και το κράτος που αυτό θα καταλάβει– θα πρέπει να οργανώσουν, να διαπαιδαγωγήσουν, να παρέμβουν ριζικά στο πνεύμα και το σώμα όχι μόνον συντηρητικών και αντιδραστικών στρωμάτων, αλλά και αυτής της ίδιας της επαναστατικής τάξης. Η κοινωνία στις ποικίλες διαστρωματώσεις της είναι ανέτοιμη, ανώριμη, ανοργάνωτη και αδύναμη να προωθήσει την προοδευτική κοινωνική αλλαγή χωρίς μια έξωθεν επέμβαση και καθοδήγηση οργανωμένων ακτιβιστών και πεφωτισμένων ηγετών. Μια περίεργη αντιστροφή αυτής της θεώρησης συντελείται στη σκέψη στοχαστών όπως ο Κ. Καστοριάδης και, στις μέρες μας, ο Σ. Ζίζεκ και ο Α. Μπαντιού, που επικαλούνται την απρόβλεπτη ανάδυση του «ριζικά νέου» ή την απρογραμμάτιστη ρήξη του συμβάντος. Για τον Καστοριάδη και τον Μπαντιού, η επαναστατική κοινωνική μεταμόρφωση δεν θα έρθει με την ηγεμονική άνωθεν χειραγώγηση, αλλά μέσα από μια διαδικασία φαντασιακής δημιουργίας που γίνεται αιφνίδια, απρόσμενα και ρηξικέλευθα, ή με ένα ομοίως απροσδόκητο «συμβάν» που θα πρέπει να αναπτυχθεί στη συνέχεια σε όλες του τις συνέπειες από ένα σχήμα πολιτικής οργάνωσης. Εν ολίγοις, ο ριζικός κοινωνικός μετασχηματισμός προϋποθέτει είτε την έξωθεν και άνωθεν επέμβαση στο κοινωνικό σώμα ή ένα οιονεί θαύμα, το οποίο δεν προγραμματίζεται, δεν προετοιμάζεται, δεν κυοφορείται από το κοινωνικό αυτό σώμα της καθημερινής ζωής, αλλά έρχεται πάλι να το διαρρήξει και μεταμορφώσει ως μια ριζικά έξωθεν τομή, παρότι βέβαια πηγή αυτής της τομής είναι εν τέλει η συλλογική δράση. Υποπολιτική των αδυνάτων Υπάρχει, ωστόσο, ένα υπόγειο εναλλακτικό ρεύμα στην πολιτική και ιστορική σκέψη που αντιλαμβάνεται την κοινωνική αναμόρφωση με διαφορετικούς όρους, με άλλους χρόνους και σε άλλους χώρους. Αυτοί οι όροι επιτρέπουν να αποφύγουμε σε επίπεδο πολιτικής στρατηγικής την αποκλειστική επιλογή ανάμεσα στην πολιτική της ηγεσίας (και συνεπώς μιας χειραγώγησης που δεν χειραφετεί τα κοινωνικά υποκείμενα) και την πολιτική του θαύματος (και άρα μιας αναμονής που μπορεί να καλλιεργήσει την αδράνεια και την παθητικότητα). Μια γραμμή που ξεκινά από τον αναρχικό Π. Κροπότκιν και τον ελευθεριακό σοσιαλιστή Λαντάουερ και φτάνει ως τον Ντε Σερτό και τον σημαίνοντα σύγχρονο κοινωνιολόγο Τζέιμς Σκοτ, διακρίνει τις διαδικασίες και τις κινήσεις της κοινωνικής αλλαγής στον ιστό της καθημερινής κοινωνικής ζωής, στις πρόσωπο με πρόσωπο αλληλεπιδράσεις, σε αφανείς ή διάσπαρτους θύλακες που κτίζουν σταδιακά διαφορετικούς τύπους σχέσεων, σε παράλληλες ανταγωνιστικές πραγματικότητες και διαδράσεις των υποτελών. Έτσι ο Σκοτ ανιχνεύει σε συνθήκες μεγάλης κοινωνικής ανισότητας, όπως η δουλεία στον αμερικανικό Νότο, «κρυφές μεταγραφές» της καθεστηκυίας τάξης: μια άλλη, ανταγωνιστική, κριτική ανάγνωση και βίωση της πραγματικότητας από τους μαύρους σκλάβους που περιγελούν τα αφεντικά τους, οραματίζονται και εν μέρει ζουν στις μεταξύ τους σχέσεις άλλους κοινωνικούς κόσμους, στις δικές τους «γωνίες», πίσω από τις πλάτες των κυρίων τους. Καθημερινές πράξεις που παραμένουν εν μέρει στην αφάνεια, όπως σατιρικά τραγούδια και χλεύη για τα αφεντικά, μικροκλοπές ή σκόπιμες αμέλειες στην καταναγκαστική εργασία, συνιστούν ένα κουβάρι μικροαντιστάσεων που διαπλάθουν άλλες υποκειμενικότητες αντίστασης και δυνητικής απελευθέρωσης. Οι μικροαντιστάσεις ενισχύονται και συγκροτούν εναλλακτικούς κοινωνικούς δεσμούς εφόσον εντάσσονται σε έναν κοινό «κρυφό» κόσμο των υποτελών και στηρίζονται στην αμοιβαία συνεννόηση και συνεργασία. Τέτοιες μορφές καθημερινής, λαθραίας κοινωνικής ανυπακοής αποτελούν τη λεγόμενη «υποπολιτική των αδυνάτων» κατά τον Σκοτ, η οποία προλειαίνει το έδαφος για τις ξαφνικές εκρήξεις της αντίστασης και της ανατροπής, όταν οι ανταγωνιστικές κρυφές μεταγραφές της κυρίαρχης πραγματικότητας έρχονται στο φως για να την αμφισβητήσουν και να την αλλάξουν ριζικά. Στο υπέδαφος των ανταγωνιστικών πολιτικών μπορεί να ανιχνεύσει κανείς υπ’ αυτό το πρίσμα ένα δυσδιάκριτο, αλλιώς, πλούτο διεργασιών μικρών και μεγάλων εξεγέρσεων, που άλλες είναι περισσότερο αρνητικές και άλλες εκβάλλουν σε δημιουργικές αντιστάσειςπροτυπώσεις ενός διαφορετικού κόσμου. Οργανική παρέμβαση Κάπως έτσι μπορούμε να καταλάβουμε την ανταγωνιστική κουλτούρα της εξισωτικής αυτοοργάνωσης που αναδύθηκε «αίφνης» σε ξεσπάσματα όπως εκείνο του Δεκέμβρη του 2008 ή των Αγανακτισμένων του 2011, μια κουλτούρα που δεν γεννιέται ως εκ θαύματος στη στιγμή, αλλά προετοιμάζεται στους δικούς τους χρόνους και χώρους, στα «υπόγεια», τους δρόμους και τις καθημερινές διαδρομές της ζωής των πολλών. Σε αυτό το πεδίο εντάσσουμε σήμερα και όλες τις πολυάριθμες, αυθόρμητες και αποκεντρωμένες πρωτοβουλίες της αλληλέγγυας οικονομίας που λίγολίγο οικοδομούν αθόρυβα και χωρίς δημοσιότητα τα σχήματα ενός άλλου κοινωνικού βίου, πέρα από το κυρίαρχο καθεστώς. Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να εντάξουμε, και να εκτιμήσουμε, πολλαπλά εγχειρήματα καλλιτεχνικού ακτιβισμού και έργα με χαμηλό προφίλ, αλλά υπόγεια πολιτική δυναμική, όπως τα «Ημερολόγια μιας ενδιαφέρουσας εποχής» του Μάρκου Καραγιάννου (εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη, 2012). Παρεμβαίνουν οργανικά στο σύνθετο πλέγμα των κοινωνικών αντιλήψεων και συναισθημάτων για να συμβάλουν στη δημιουργία ενός άλλου κοινού νου, μιας άλλης αισθητικής αντίληψης και κριτικής ευαισθησίας, και να ενισχύσουν τις διαδικασίες συγκρότησης άλλων κοινωνικών υποκειμένων και σχέσεων στα βάθη και τα πλάτη της καθημερινής ζωής. Ενδεικτική σταχυολόγηση
Τα Ημερολόγια καταγράφουν με απλό, εύληπτο, αλλά αιχμηρό και εύστοχο τρόπο, σκέψεις και συναισθηματικές αντιδράσεις στη σκαιά πραγματικότητα της ελληνικής κρίσης. Εντάσσονται αρμονικά στη βιωματική καθημερινότητα των πολλών αλλά συντείνουν στην κριτική και δημιουργική επεξεργασία της, μεταφέροντας χωρίς τυμπανοκρουσίες άμεσα κατανοητά νοήματα και συναισθήματα που προωθούν τη ρήξη με το κυρίαρχο σήμερα και την προετοιμασία του καλύτερου αύριο. Τα μηνύματα είναι θεωρητικά ενημερωμένα, και μάλιστα με ό,τι πιο σύγχρονο στην κριτική πολιτική σκέψη. Αλλά είναι γειωμένα και ενσωματωμένα σε έναν καθημερινό, κατανοητό λόγο που μπορεί να μιλήσει σε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο χωρίς να κάνει εκπτώσεις. Αυτές είναι οι στιγμές όπου ο σύνθετος, αφηρημένος και τεχνικός λόγος της κριτικής θεωρίας είναι πράγματι σκόπιμο να παραχωρεί το βήμα σε άλλους εκπροσώπους του, με άλλο ύφος και τόνο φωνής. Αυτό θα κάνουμε κι εδώ με μια ενδεικτική σταχυολόγηση από τα Ημερολόγια του Μάρκου: «Η πράξη όμως χρειάζεται σκέψη. Χρειάζεται δικούς της χρόνους. Ο χρόνος δεν υπάρχει. Αυτοί προσπαθούν να επιβάλουν νέους χρόνους, χρόνους που κλείνουν τη συναίνεση στα ερωτήματα που αυτοί θέτουν» (σ.17). «Ο ορισμός της πραγματικότητας είναι πεδίο μάχης. Πίσω, στα βασικά, στους ορισμούς, για να περάσουμε με συγκροτημένα όπλα στην αντεπίθεση και στη διεκδίκηση. Να διευρύνουμε την πραγματικότητα και να ζήσουμε με βάση τις αντιφάσεις της και την παραδοχή τους» (σ.30). «Συζητήσεις σε χωριά… Θετικό: υπάρχει χώρος για ιδέες. Υπάρχει όμως δυσπιστία και θέληση να διατηρηθεί ο ίδιος τρόπος ζωής που αναπαράγει την καταστροφή. Η πράξη και η γενίκευση των πράξεων που θα φέρουν οι ιδέες θα είναι το σημείο που θα κινήσει συνειδήσεις και θα σπείρει πρακτικές» (σ.44). «Θα βάλει τα πράγματα να δουλέψουν» απάντησαν αυτοί. «Είναι ό,τι χρειάζεται η Γερμανία για να δουλέψει» είπαν… «Ωραία απάντηση, από άσχετους για άσχετους» σκέφτηκα εγώ. Η καλύτερα, είχαν μπερδέψει τη διοίκηση επιχειρήσεων με την πολιτική. Ή τον ιδιωτικό βίο με τα κοινά (σ.154). Ο σκοπός ο ίδιος: να νικήσουν τις ουτοπίες, να υποτάξουν (και να επιτάξουν) τα κοινά, σε ευέλικτους μονόδρομους, περιφραγμένους με αγοραίους ορθολογισμούς… Μια ατομικιστική και ευέλικτη στάση ζωής, εργαλειακή και χρησιμοθηρική επανιδρύεται…μια ζωή μοναξιάς και ματαίωσης (σ.183). Στους «ρεαλιστές»… η λύση θα έρθει από πρόσωπα. Πιστεύουν σε ηγέτες. Κάποιοι, λίγο πιο λεπτοί, πιστεύουν σε τεχνοκράτες. Σε καλύτερους ειδικούς … Άλλοι προτιμούν την πράξη. Την αυτάρκεια αγαθών για παράδειγμα, τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων, των αναγκών και των θεσπίσεων, την κοινότητα. Είναι κι αυτό πολιτικό βεβαίως. Ίσως το πιο ωραίο. Θα γίνει περισσότερο πολιτικό, όταν θα χρειαστείς να το υπερασπιστείς (σ.172). Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Η ΕΠΟΧΗ, 15.12.2013.
[ISBN:978-960-9488-29-7]
|
|
αντι-λογος
Περιοδική έκδοση φιλοσοφίας και κριτικής
Τεύχος 1 - Θεσσαλονίκη, Άνοιξη 2012
Τι είναι η φιλοσοφία σήμερα; 15 εκδοχές -
Η διαλεκτική της συνείδησης στον Προορισμό του Ανθρώπου του J. G. Fichte -
Ο Foucault για τον ελληνορωμαϊκό κόσμο και την «ηθική του εαυτού» -
Jean-Paul Sartre και φιλοσοφικές διακείμενες στο «Τι είναι λογοτεχνία» -
Βιβλιοκρισίες: Hegel, Mattick, Sontag -
Συνεντεύξεις: Στάθη Κουβελάκη και Raoul Vaneigem.
succinct. -
2241-2069
|

|
Κώστας Λάμπος,
Άμεση Δημοκρατία και αταξική κοινωνία
Ο Κώστας Λάμπος είναι Δρ. της Σχολής Οικονομικών του Freie Universitaet Berlin. - Έχει διδάξει σε πανεπιστήμια της Ελλάδας. - Έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα στα ελληνικά, στα γερμανικά και στα αγγλικά, καθώς και τα βιβλία:- Abhangigkeit und fortgeschrittene Unterentwicklung dargestellt am Beispiel der Landwirtschaft Griechenlands: Ein Beitrag zum Studium des (griechischen) Peripheren Kapitalismus und der alternativen Entwicklungsstrategien, R. G. Fischer Verlag, F/M 1981. - Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Μια συμβολή στη μελέτη του (ελληνικού) περιφερειακού καπιταλισμού και των εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης, Αιχμή, Αθήνα 1983. - Συνεταιρισμοί και Ανάπτυξη, εκδ. Κοχλίας, Αθήνα 1986, εκδ. Ηλίανθος, Αθήνα 1996 & εκδ. Τυπωθήτω- Δαρδανός, Αθήνα 1999 - Από την κρίση στην υπέρβαση του Ελληνικού Περιφερειακού Καπιταλισμού, Αιχμή, Αθήνα 1988 - Συντεταγμένες Εθνικής Αγροτικής Ανασυγκρότησης. Δοκίμια για μια Νέα Αγροτική Πολιτική, εκδ. Ηλίανθος, Αθήνα 1991 - Εισαγωγή στον Οικονομικό Προγραμματισμό, εκδ. Ηλίανθος, Αθήνα 1996 - Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, Παπαζήσης, Αθήνα 2009. - Άμεση δημοκρατία και αταξική κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την Κοινωνική Ισότητα και τον Ουμανισμό. - Αναλυτικά περιεχόμενα: - Πρόλογος Μανώλη Γλέζου - 1. Βάζοντας σε τάξη τις σκέψεις μας - Ζούμε, σκεπτόμαστε και δρούμε στο 'Βέλος του Χρόνου' - Για την έννοια και τον ρόλο της ουτοπίας στην ιστορία - Για την έννοια και τη σχέση της οικονομίας με την κοινωνία - Η ανθρωπία ως ελεύθερη ατομική και συλλογική δημιουργικότητα - Η οικονομία ως συλλογική-κοινωνική ανθρωπία - Ταξική οικονομία εναντίον της κοινωνίας. Το μεγάλο σχίσμα - Η οικονομία ως ιδιωτική επιχειρηματικότητα και ταξική ιδεολογία - Αποϊδεολογικοποίηση και κοινωνικοποίηση της οικονομίας - 2. Εξισωτικές κοινωνίες. Κοινωνίες της αθώας αγριότητας - 3. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία και η Ελληνική Αρχαιότητα - Η Άμεση Αθηναϊκή Δημοκρατία. Το κράτος του Δήμου - Δομή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - Η Πόλις - Ο Δήμος - Το κύτταρο της Άμεσης Δημοκρατίας - Η Λαϊκή Συνέλευση. Το κύτταρο του Δήμου - Τα όργανα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - Η Αγορά του Δήμου - Η Εκκλησία του Δήμου - Η Βουλή - Η Ηλιαία -Αρχές της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - Η πολιτική ισονομία - Η κλήρωση και η εκλογή των οργάνων - Η εναλλαγή των μελών όλων των οργάνων - Η λογοδοσία και το 'εύθυνο των αρχών' - Κυρίαρχες αξίες στην Άμεση Αθηναϊκή Δημοκρατία - Τα αίτια της κατάρρευσης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - 1. Η διατήρηση της δουλείας - 2. Η ατελής ισότητα μεταξύ των 'ίσων' - 3. Πλουτοκρατία ενάντια στη Δημοκρατία - 4. Η στρατηγική της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας - Το τέλος του ιστορικού κύκλου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας - Η Λακεδαιμονίων Πολιτεία. Ο Δήμος του κράτους - Η ιδανική Πολιτεία του Πλάτωνα - Η Άριστη Πόλη του Αριστοτέλη - Το 'Μαγικό σπήλαιο' και η εικονική πραγματικότητα - 4. Διαχρονική αναζήτηση της ισότητας - Η Πολιτεία του Ιάμβουλου και η επανάσταση του Ανδρόνικου - Τα πρωτοχριστιανικά κοινόβια - Η Πολιτεία του Θεού - Εξισωτικά κινήματα στον Μεσαίωνα - Το Δημοτικό Κίνημα του 11ου και 12ου αιώνα - Η Κομμούνα της Θεσσαλονίκης - Η λαϊκή επανάσταση στην Αγγλία - Η Ουτοπία του Thomas More - Η 'Πολιτεία του Ήλιου' - Το ρωσικό αγροτικό κοινόβιο Μιρ - Η Κομμούνα της Άνδρου - Το συνεταιριστικό ιδεώδες στη θεωρία και στην πράξη - Το ισραηλινό κοινόβιο Κιμπούτς. Ένας αιχμάλωτος θεσμός - Η μεξικανική Κομμούνα της Μπάχα Καλιφόρνια και της Μορέλος - 5. Το πρόταγμα του Σοσιαλισμού - Η 'Παρισινή Κομμούνα'. Η πρώτη απόπειρα - Η 'Επανάσταση του 1905'. Η δεύτερη απόπειρα - Η 'Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917'. Η τρίτη απόπειρα - 6. Απόπειρες σύνθεσης του Σοσιαλισμού και της Άμεσης Δημοκρατίας - Απόπειρα Συμβουλιακής Δημοκρατίας στη Γερμανία - Απόπειρα Συμβουλιακής Δημοκρατίας στην Ιταλία - Η Κομμούνα της Κρονστάνδης - Οι μετασεισμικές δονήσεις του σοβιετικού κρατικοκαπιταλισμού - Οι Κομμούνες στην Ασία - Η Αγροτική Κομμούνα της Κίνας - 7. Απόπειρες Αυτοδιαχείρισης - Summerhill: Ένα αυτοδιαχειριζόμενο σχολείο - Κολεκτιβισμός και αυτοδιαχείριση στην Ισπανία - Κοινοτισμός και λαϊκή εξουσία στην Ελλάδα - Κοινοτισμός στην Ελεύθερη Ελλάδα κατά την τουρκοκρατία - Η Λαϊκή Εξουσία στην Ελλάδα κατά τη γερμανική κατοχή - Ο 'Κώδικας Ποσειδώνα' και η Άμεση Λαϊκή εξουσία - Η Λαϊκή Συνέλευση - Η Επιτροπή Λαϊκής Αυτοδιοίκησης (ΕΛΑ) - Η Τομεακή Επιτροπή Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΕΛΑ) - Η Λαϊκή Δικαιοσύνη. Το Τοπικό Λαϊκό Δικαστήριο - Η Λαϊκή Δικαιοσύνη. Το Τομεακό Λαϊκό Δικαστήριο - Νομαρχιακή Εξουσία - Τα τσιφλίκια, ως Λυδία λίθος της γνησιότητας της επανάστασης - Η Κυβέρνηση του Βουνού (ΠΕΕΑ) - Η Άμεση Δημοκρατία της Μαριναλέντας της Ανδαλουσίας - Ο Γαλλικός Μάης - Η Λατινική Αμερική στον δρόμο της κοινωνικής απελευθέρωσης - Το Κίνημα των Chiapas και η 'πολιτική από τα κάτω' - Fabricas sin Patron (FaSinPa) - Trabalhadores sin Patron (TraSinPa) - 8. Χαρτογραφώντας μια αχρήματη κοινωνία - Η επιστημονικοτεχνική επανάσταση - Το πρόβλημα της Δημοκρατίας στον 21ο αιώνα - Η μεγαλοπρεπής απάτη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας - Η Μεγάλη Πορεία της Ανθρωπότητας προς την Αταξική Δημοκρατία - Τα Δίκτυα - Τα κοινωνικά Δίκτυα - Εναλλακτικά Δίκτυα - Χαριστικά Εναλλακτικά Δίκτυα - Σκέψεις για μια αχρήματη κοινωνία - Τράπεζες Χρόνου. Εναλλακτικές μορφές αχρήματων ανταλλαγών - Ο χρόνος ως χρήμα για μια κοινωνία χωρίς χρήμα - Η Νεολαία χαρτογραφεί έναν κόσμο χωρίς χρήμα - Η Ισότητα ως αναλλοίωτος πλούτος - Η Ενέργεια ως χρήμα για μια οικονομία χωρίς χρήμα - 9. Ο Μύθος, η Παγίδα το Όνειρο και το Πείραμα - Για τον μύθο της ελβετικής 'Άμεσης Δημοκρατίας' - Zeitgeist και Venus Project: Ένας Δούρειος Ίππος του 21ου αιώνα - Η 'Όλβια Πολιτεία των Ρόδων' - Ένας καινούργιος καλύτερος κόσμος γενιέται "στ' Απεράθου της Νάξου" - 10. Η ιστορία κάνει Ταμείο: Απανθρωπιά εναντίον Ανθρωπίας - Το 'Βέλος του Χρόνου' και η Σταθερά του Ουμανισμού - Ανθρωπία. Η πρωταρχική ουσία του ανθρώπου και της κοινωνίας - Η Ανθρωπία ως Εργασία, Αλλοτρίωση, Κατάρα και 'Ευλογία' - Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο - Η Εργασία ως έννοια, δομή και λειτουργία - Τα δύο πρόσωπα της διχοτομημένης εργασίας - Τα 'αριστερά' ιδεολογήματα και η 'σοσιαλιστική' επανάσταση - Κεφάλαιο και Ιδιοκτησία - Η αρχή και το τέλος της ατομικής ιδιοκτησίας - 11. Ουμανισμός, το μέλλον της Ανθρωπότητας - Κοινωνία της Γνώσης και της Επίγνωσης ως υποκείμενο της ιστορίας - Άγνοια, σκοταδισμός και βία ως 'μαμή' της εξουσίας - Γιατί Ανθρωπισμός-Ουμανισμός; - Κοινοκτημοσύνη + Άμεση Δημοκρατία = Αταξική Κοινωνία - Ουμανιστική αποκαπιταλιστικοποίηση στο όνομα της Ανθρωπότητας - Αυτοαποκαπιταλιστικοποίηση στο όνομα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας - Αποκαπιταλιστικοποίηση της οικονομίας στο όνομα της Ισότητας - Αποκαπιταλιστικοποίηση της κοινωνίας στο όνομα της ελευθερίας - Αποκαπιταλιστικοποίηση του πλανήτη στο όνομα του Ουμανισμού - 12. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Πλατείες και Άμεση Δημοκρατία - Ένας καινούργιος καλύτερος κόσμος γεννιέται - Πρόβα ή ψευδαίσθηση Άμεσης Δημοκρατίας; - Άμεση Δημοκρατία Τώρα και Παντού - Κίνημα Άμεσης Δημοκρατίας χωρίς ταυτότητα και στρατηγικό του στόχο δεν μπορεί να υπάρξει - Στις πλατείες της Άμεσης Δημοκρατίας δεν κινδυνεύει καμιά πατρίδα, αλλά ο καπιταλισμός - Ο καπιταλισμός είναι ο καρκίνος της ανθρωπότητας. Η άμεση δημοκρατία είναι το φάρμακο - Καπιταλισμός και Άμεση Δημοκρατία. Σχέσεις αδυναμίας συνύπαρξης - Summary - Kurze Zusammenfassung - Resume succinct. -
(Για το περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ)
Διαβάζοντας τον τίτλο και αργότερα το περιεχόμενό του βιβλίου αυτού, ένοιωσα ένα ιδιαίτερο βάρος για την ευθύνη που επωμίζομαι να προβληματισθώ και να αποδώσω το πνεύμα ενός σύνθετου στοχασμού που διατρέχει το κείμενο και τελικά να τοποθετηθώ αξιολογικά πάνω στην πρόταση που διατυπώνει ο συγγραφέας για μια διαφορετική κοινωνία και φυσικά έναν διαφορετικό κόσμο. Δύσκολη και πνευματικά ριψοκίνδυνη υπόθεση για τον παρουσιαστή, καθώς ο Κώστας Λάμπος, σε όλη του την ανάλυση στοχάζεται πάνω σε καίρια αλλά και προαιώνια ζητήματα, θέτει ερωτήματα αλλά και αποφαίνεται για τον καλύτερο, κατά την άποψή του, τρόπο οργάνωσης της ανθρώπινης κοινωνίας. Είναι εξαρχής σαφής ως προς αυτό και το εκφράζει τόσο στον τίτλο όσο και από τις πρώτες γραμμές του πονήματός του μέχρι το τέλος του. Διατυπώνει, δηλαδή, ξεκάθαρη θέση ως προς το ποια μορφή κοινωνικής οργάνωσης θεωρεί ότι είναι πιο κοντά στη φύση του ανθρώπου, ως κοινωνικού όντος, τη θεωρεί διαρκή στόχο της αέναης προσπάθειας των κοινωνικών συλλογικοτήτων. Ήδη στο εξώφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε το όραμα του συγγραφέα Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία: Η Μεγάλη Πορεία της Ανθρωπότητας προς την Κοινωνική Ισότητα και τον Ουμανισμό. Διαβάζοντας το περιεχόμενο στη συνέχεια καταλαβαίνει κανείς ότι στις δύο γραμμές του τίτλου συμπυκνώνονται όλες οι προθέσεις του. Το όραμα, ο στόχος, η πορεία και τα μέσα. - Ο Κώστας Λάμπος μέσα από τις 500 περίπου σελίδες του βιβλίου, κάνοντας μια θαυμαστή και επίπονη δουλειά, διατρέχει ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, εντοπίζοντας και μελετώντας τους δεκάδες καίριους σταθμούς του αγώνα των ανθρώπινων κοινωνιών ανά τον κόσμο και στο διάβα της ιστορίας, για να τεκμηριώσει αυτό που διατυπώνει ως αέναη επιδίωξη της ανθρωπότητας. Η ανθρώπινη κοινωνία αποβλέπει στους αιώνες και αγωνίζεται για μια κοινωνία της ισότητας που θα εκπληρώνεται από τη συμμετοχή και τις αμεσοδημοκρατικές λειτουργίες, αν μπορώ να συνοψίσω την αφετηρία της σκέψης του. Στις γραμμές αυτού του βιβλίου βρίσκουμε εκπεφρασμένο τον πυρήνα της σκέψης του που λειτουργεί ως αφετηρία και ιστός και καθοδηγεί τον στοχασμό, την κριτική και τελικά τη σύνθεση της πρότασής του. Πρόκειται για την κεντρική αντίθεση που εδράζεται στην κοινωνική ανισότητα και κατ' επέκταση στον ταξικά προσδιορισμένο έλεγχο της εξουσίας. Διαβάζουμε, λοιπόν, στη σελίδα αυτή: « Η μελέτη της ιστορίας της κοινωνικής εξέλιξης οδηγεί στο συμπέρασμα πως από την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας και συνεπώς τη διάσπαση της κοινωνίας στην τάξη των ιδιοκτητών-εξουσιαστών και στο ΄συμπλήρωμα΄ της την τάξη των εξουσιαζόμενων προλεταρίων, διαμορφώνονται σταθερά δύο αντιτιθέμενες αντιλήψεις και για την έννοια και για το περιεχόμενο της Δημοκρατίας». - Ο συγγραφέας, όμως, δεν μένει στον εντοπισμό της κεντρικής αντίθεσης στην εκάστοτε ιστορική περίοδο του ανθρώπινου πολιτισμού και φυσικά δεν αρκείται με μια δριμεία καταδίκη της. Αντίθετα, χρησιμοποιεί τη διαπίστωση για να αναζητήσει στην κάθε περίοδο το παράδειγμα ή τα παραδείγματα που ευαγγελίζονται ή τροχοδρομούν την ανατροπή της. - Μεθοδολογικά ακολουθεί έναν ενδιαφέροντα δρόμο ο οποίος συνδυάζει τη γραμμική, ως προς το χρόνο, εξέλιξη της ιστορίας των ανθρώπινων κοινωνιών, προσπερνά γεωγραφικές εμμονές ως προς το χώρο και διατρέχει ολόκληρη την υφήλιο κατά την αναζήτηση των πλέον κατάλληλων εμπειρικών παραδειγμάτων, παρουσιάζει με συνέπεια και σε αδρές, συνήθως, γραμμές το εκάστοτε παράδειγμα, περιγράφει τη φύση του, επισημαίνει τις κινητήριες συνιστώσες του και εμπλουτίζει την ανάλυση με την κριτική του άποψη σχετικά με τις δυνατότητες, τις δυναμικές και τους περιορισμούς του. Στις περισσότερες περιπτώσεις αναφέρεται και στα κυρίαρχα κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά της περιόδου και του συγκεκριμένου τόπου και φυσικά στις εξουσιαστικές δομές που παράγουν. Και όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, το εύρος και ο αριθμός των παραδειγμάτων είναι πολύ μεγάλος. Κι εδώ είναι που με πολύ χαρά και περιέργεια για το εύρος της γνώσης και της πληροφορίας που ανοίγονταν μπροστά μου, βούτηξα στον πολύ σημαντικό αυτό πλούτο της τεκμηρίωσης δια των παραδειγμάτων. Μια δουλειά που πρέπει να κόστισε στο συγγραφέα πολύ χρόνο και κούραση. Αναδεικνύει, όμως, παράλληλα το ερευνητικό του πείσμα και την συνέπειά του, την ανάγκη του, δηλαδή, για τεκμηριωμένη θέση. Πάνω απ' όλα, όμως, θα έλεγα, αναδεικνύει, την αγωνία του για την ορθή απάντηση. - Μετά τις θεωρητικές του επισημάνσεις, έχουμε την ευκαιρία να περιδιαβούμε την ανθρώπινη προσπάθεια ανά την υφήλιο, αρχίζοντας από τις Εξισωτικές Κοινωνίες ή Κοινωνίες της αθώας αγριότητας, όπως τις ονομάζει, αναφερόμενος στις αρχαϊκές και αρχαίες κοινωνίες δίνοντας έμφαση στο παράδειγμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, στα πρωτοχριστιανικά κοινόβια και τα εξισωτικά κινήματα του Μεσαίωνα, στην Κομμούνα της Θεσσαλονίκης, την Ουτοπία του Τόμας Μουρ, για να αναφέρω ορισμένους από τους σταθμούς-παραδείγματα αμεσοδημοκρατικών προσπαθειών στην προκαπιταλιστική, εν γένει, περίοδο. Στη συνέχεια, εισέρχεται στα παραδείγματα της σύγχρονης φάσης του ανθρώπινου πολιτισμού, όπου πλέον, το αίτημα για μια κοινωνία των ίσων ανθρώπων και χωρίς εκμετάλλευση παίρνει έναν διευρυμένο και κοσμοθεωρητικό χαρακτήρα. Οι αναζητήσεις γίνονται πιο σύνθετες, οι αντιπαραθέσεις θεωρητικοποιούνται αλλά και οι εξεγέρσεις και επαναστάσεις πολλαπλασιάζονται, σημαδεύοντας ολόκληρο τον 19ο και τον 20ο, κυρίως, αιώνα. Βρισκόμαστε στο απόγειο του νέου κοινωνικού και οικονομικού συστήματος, του καπιταλιστικού. Ξεκινώντας από την Παρισινή Κομμούνα, τις απόπειρες για Συμβουλιακές Δημοκρατίες στη Γερμανία και την Ιταλία, την Οκτωβριανή Επανάσταση και το Σοβιετικό Καθεστώς, φτάνει μέχρι τα παραδείγματα αυτοδιαχείρισης από παλαιότερα, όπως ο ελληνικός κοινοτισμός και τα λαϊκά μορφώματα της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης, και μέχρι το Γαλλικό Μάη αλλά και την περίφημη Μαριναλέντα της Ανδαλουσίας στις μέρες μας. Η περιδιάβασή του στα παραδείγματα ολοκληρώνεται με την χαρτογράφηση των πλέον σύγχρονων παραδειγμάτων της ανθρώπινης συλλογικής προσπάθειας μέσα από τα καινοφανή δίκτυα, δράσεις, μορφώματα και πρωτοβουλίες για εναλλακτικούς τρόπους υπέρβασης της χρηματικής και ακραία ανταγωνιστικής οικονομίας, για να καταλήξει στην ολική του άρνηση στο καπιταλιστικό μοντέλο και να προτάξει ως κεντρική του απάντηση-πρόταση το τελικό του όραμα: Ουμανισμός, κοινοκτημοσύνη και αταξική κοινωνία με ατμομηχανή την άμεση δημοκρατία. - Ο χώρος δεν μας επιτρέπει ούτε την αναλυτική αναφορά στα επί μέρους παραδείγματα, ούτε στα επί μέρους στοιχεία της πρότασής του για μια αποκαπιταλιστικοποιημένη ατομικότητα, οικονομία, κοινωνία και τελικά Ανθρωπότητα. - Με το βιβλίο του αυτό ο συγγραφέας μας προτείνει και μας καλεί να σκεφτούμε και να συζητήσουμε στη βάση των εναυσμάτων και των ερεθισμών που μας προσφέρει η ανάλυσή του. Έχουμε, ως μια ακόμα βάση στοχασμού, τις ανεξάντλητες πηγές και τον πλούτο πληροφοριών που θέτει στη διάθεσή μας, για μια καρποφόρα συζήτηση. Μας καλεί να ενσκήψουμε με σοβαρότητα πάνω στο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα και να αντιπαραθέσουμε επιστημονικά και πολιτικά, κυρίως όμως δημιουργικά, ο καθένας τις ιδέες και τις απόψεις του. Αυτό που είναι βέβαιο για τις μέρες μας, είναι ότι δεν μπορούμε ή καλύτερα ίσως, δε μας επιτρέπεται, να αποφύγουμε πια τον προβληματισμό ή την αντιπαράθεση αυτή. Οφείλουμε να σκεφτούμε και να αναστοχασθούμε για το ποιούς δρόμους ακολουθήσαμε, σε ποιά αδιέξοδα μας οδήγησαν και πως θα βγούμε από αυτά. Η σημερινή βαθιά κρίση του καπιταλισμού, όπως ειδικότερα εξελίσσεται στη Χώρα μας, επιβάλλει την αναζήτηση αυτή, υπερβαίνοντας τι μέχρι σήμερα, καταστροφικές λογικές. - Φαίνεται πια να είναι αδήριτη η ανάγκη ανοίγματος νέων ή άλλων δρόμων. - Αντώνης Μωυσίδης, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Στο επίκεντρο του βιβλίου βρίσκεται η προβληματική της διαχρονικής πορείας της ανθρωπότητας προς την αταξική κοινωνία, αρχής γενομένης από την ιδέα της ουτοπίας και τα ουτοπικά κινήματα, όπως αυτά εμφανίστηκαν και διαμορφώθηκαν ιστορικά. Πρόκειται, όπως γράφει ο ίδιος, για «ένα ταξίδι μέσα στο χάος, στην πολυπλοκότητα δηλαδή, της ιστορίας της ανθρωπότητας», με αφετηρία τη «διαπίστωση πως η ανθρωπότητα, ως ανοιχτό και γι' αυτό ζωντανό σύστημα, κινείται από το απλό και απλοϊκό προς το σύνθετο, το ευφυές και το συνειδητό, από το Χθες στο Αύριο, από το Παρελθόν στο Μέλλον, από το Παλαιό στο Νέο και μακροπρόθεσμα προς το Καλύτερο» (σ. 321).- Στην άκρως εμπεριστατωμένη και από βιβλιογραφική άποψη πλούσια μελέτη, ο συγγραφέας αναφέρεται σε βασικές έννοιες και θεωρητικές κατηγορίες, όπως ανθρωπεία ή ανθρωποσύνη ή ανθρωπινότητα, αφού προηγουμένως αναλύει με συντομία την έννοια και το ρόλο της ουτοπίας στην ιστορία, η οποία και συνοδεύει ως στόχος την εξέλιξη της ανθρωπότητας από την εποχή της συγκρότησης οργανωμένων κοινωνιών. - Τα πρώτα επτά κεφάλαια της μελέτης αναφέρονται στη διαχρονική αναζήτηση της κοινωνίας της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, με σημείο αναφοράς τους διαχρονικούς αγώνες της ανθρωπότητας για ένα καλύτερο μέλλον. Παρουσιάζονται και σχολιάζονται οι διάφορες μορφές εξισωτικών κοινωνιών, καταδεικνύοντας την ατέρμονη αναζήτηση του ανθρώπου για λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα από καταβολής κόσμου. Αναφέρεται επί μέρους στο παράδειγμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, εξαίροντας τις βασικές της αξίες, όπως η ισηγορία, η ισονομία, η ισοπολιτεία κ.λ.π., επισημαίνοντας συγχρόνως την έλλειψη οικονομικής ισότητας, που αποτελεί και την πεμπτουσία μιας πραγματικά ελεύθερης και δίκαιης κοινωνίας. Συνεχίζοντας, σχολιάζει σύντομα την «Λακεδαιμονίων Πολιτεία», την «Ιδανική Πολιτεία» του Πλάτωνα καθώς και την «Άριστη Πόλη» του Αριστοτέλη. - Στο κεφάλαιο «Διαχρονική αναζήτηση της ισότητας» ο συγγραφέας αναφέρεται στο μύθο της «Πολιτείας του Ιάμβουλου», όπως μας τον διέσωσε ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, και στην επανάσταση του Αριστόνικου στην Πέργαμο (193-128 π.Χ.), με στόχο την ίδρυση της Πολιτείας του Ήλιου, στα πρωτοχριστιανικά κοινόβια, στα εξισωτικά χιλιαστικά κινήματα του μεσαίωνα, στην εξέγερση των Ζηλωτών και την Κομμούνα της Θεσσαλονίκης (1343-1349), στη λαϊκή επανάσταση στην Αγγλία το 1381 και τέλος στις διάφορες νεότερες μορφές κοινοβιακής συμβίωσης, όπως το αγροτικό κοινόβιο «Μιρ» στην προεπαναστατική Ρωσία, στο Ισραηλινό «Κιμπούτς» κ.λ.π. - Το ιστορικό μέρος του βιβλίου συνεχίζει με επίσης σύντομη αναφορά στην εμφάνιση της σοσιαλιστικής ιδέας, και συγκεκριμένα στην Παρισινή Κομμούνα, καθώς και στην επανάσταση του 1905 και του 1917 στη Ρωσία. Σχολιάζοντας την ιστορική σημασία της Παρισινής Κομμούνας, ο συγγραφέας αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αναμφίβολα, κάθε λαϊκή επαναστατική έκρηξη στο διάβα της ιστορίας αποτελεί έναν ακόμα σταθμό στην πορεία της ανθρωπότητας προς τον Ουμανισμό και την αταξική κοινωνία. Με αυτή την έννοια, η Παρισινή Κομμούνα αποτελεί την πρώτη σύγχρονη σημαντική κορύφωση αυτής της ταξικής αφύπνισης και της κοινωνικής αναταραχής» (σ. 164). Στο ίδιο πνεύμα, ο συγγραφέας σκιαγραφεί τις πρώτες ιστορικές προσπάθειες σύνθεσης της άμεσης δημοκρατίας και του σοσιαλισμού με αντικείμενο τη Συμβουλιακή Δημοκρατία στη Γερμανία, μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1918-1920), την Κομμούνα της Κρονστάνδης (1921) στη Ρωσία, και την κινέζικη Αγροτική Κομμούνα (1927). - Το κεφάλαιο επτά αναφέρεται στις διάφορες περιπτώσεις αυτοδιαχείρισης, μεταξύ άλλων στον Κοινοτισμό στην Ελλάδα κατά την Τουρκοκρατία, στο εγχείρημα της εγκαθίδρυσης λαϊκής εξουσίας στην Ελεύθερη Ελλάδα κατά την Γερμανική Κατοχή, παρουσιάζοντας και σχολιάζοντας τα θεσμικά όργανα, όπως η Λαϊκή Συνέλευση, η Λαϊκή Αυτοδιοίκηση, τα Λαϊκά Δικαστήρια κ.λ.π. - Ολοκληρώνοντας τη διαχρονική ιστορική πορεία της ανθρωπότητας προς την αταξική κοινωνία, ο συγγραφέας επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη σύγχρονη κοινωνία, καταδεικνύοντας τις αδυναμίες και τα αδιέξοδα της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δίνοντας έμφαση στις νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, οι οποίες εμβρυακά κάνουν την εμφάνισή τους στην εποχή μας. Αν και επιλεκτικά, σχολιάζει το κίνημα «Zeitgeist και Venus Projekt», αποκαλύπτοντας τον υποκριτικό και κατ΄ εξοχήν χειραγωγικό του χαρακτήρα. - Στα κεφάλαια δέκα και ένδεκα, ο συγγραφέας, με κεντρικό σημείο αναφοράς την έννοια της εργασίας, αναπτύσσει τη σκέψη του σχετικά με τις προϋποθέσεις και τις προοπτικές μιας εναλλακτικής μορφής οργάνωσης της κοινωνίας με επίκεντρο τον άνθρωπο και την επιθυμία του για ευτυχία. - Τέλος, ο συγγραφέας αναπτύσσει την έννοια του ουμανισμού, έννοια ταυτόσημη με το μέλλον της ανθρωπότητας, για να καταλήξει στη διαπίστωση, πως η κατάρρευση του βάρβαρου καπιταλισμού και της υποκριτικής αστικής δημοκρατίας είναι αναπόφευκτη, αρκεί εμείς οι άνθρωποι να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας και να εφαρμόσουμε στην πράξη την άμεση δημοκρατία, βασική προϋπόθεση για την συγκρότηση συλλογικής συνείδησης εκ των ων ουκ άνευ για την ανατροπή του απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος. - Εμπνευσμένος από το κίνημα των «αγανακτισμένων», ο συγγραφέας αφιερώνει το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου στις διαδηλώσεις των πολιτών, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης με αφορμή την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της για τους ανθρώπους της εργασίας. Αν και το εγχείρημα των «αγανακτισμένων» φαίνεται πως απέτυχε, ίσως λόγω της διαφορετικότητας των ενδιαφερόντων των επιμέρους ατόμων και ομάδων, η εμφάνισή του και μόνον υπόσχεται πως οι λαοί δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ξεσηκωθούν ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα, αν θέλουν να ζήσουν ελεύθεροι και με αξιοπρέπεια. - Εν κατακλείδι, το βιβλίο «Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία» αποτελεί ένα είδος σύνοψης της ιστορικής πορείας της ανθρωπότητας προς την ολοκλήρωσή της, με στόχο πάντα την υλοποίηση της αταξικής κοινωνίας, η οποία και αποτέλεσε ως γνωστόν την πρώτη μορφή συμβίωσης του ανθρώπινου γένους. Τόσο από επιστημονική όσο και από κοινωνική και πολιτική άποψη, η μελέτη αυτή του Κώστα Λάμπου, παρά τις όποιες αδυναμίες, ανοίγει νέους ορίζοντες στη σκέψη και στον προβληματισμό σχετικά με την αναπόφευκτη κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και την αναζήτηση νέων μορφών κοινωνικής οργάνωσης. - Ζήσης Παπαδημητρίου, Η ΑΥΓΗ, 5-6 Ιανουαρίου 2013. [Ο Ζήσης Δ. Παπαδημητρίου είναι ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.]
978-960-9488-24-2
|

|
Δημήτρης Λάλλας,
Στον μικρόκοσμο του Mall
Με πρόλογο της Άννας Λυδάκη
Πίνακας εξωφύλλου: Βίκυ Τσαλαματά
Ο Λάλλας Δημήτρης είναι κάτοχος διδακτορικού τίτλου Κοινωνιολογίας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Η διατριβή του εμπίπτει στα πεδία της κοινωνιολογίας του χώρου και της κατανάλωσης, και συγκεκριμένα διερευνά το παράδειγμα ενός σύγχρονου εμπορικού πολυχώρου στο μητροπολιτικό πεδίο της Αθήνας. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού (Πάντειο Πανεπιστήμιο), καθώς και απόφοιτος του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών του Τμήματος της Κοινωνιολογίας «Κοινωνικός Αποκλεισμός, Μειονότητες και Φύλο». Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα αφορούν τον αστικό χώρο, την κατανάλωση και τις κοινωνικές διακρίσεις. - Τι είναι ένα shopping mall; Σύγχρονο εμπορικό και ψυχαγωγικό κέντρο; Ιδιωτικός χώρος μαζικής χρήσης; Νέου τύπου ημι-δημόσιος χώρος; Σκηνή του σύγχρονου καταναλωτή; - Το shopping mall είναι όλα αυτά και κάτι παραπάνω. Είναι ένας μικρόκοσμος. Είναι ένας τόπος που πραγματώνει την ουτοπία του εμπορευματικού πολιτισμού. Είναι ένας τόπος που «εδαφικοποιεί» την καταναλωτική τάξη ή αλλιώς την τάξη του κόσμου του εμπορεύματος. Το mall προτείνει μια εμπειρία του κοινωνικού χώρου καθαρή, αποκλειστικά εμπορευματική και θεαματική. Ως αύταρκες, μονωμένο, καθαρό περιβάλλον προτείνει την πόλη του εμπορευματικού πολιτισμού, όπως «θα έπρεπε να είναι». Καθαρή, αφηρημένη, μυστικοποιημένη, όπως το εμπόρευμα. Αυτή τη μορφή σχέσης προωθεί το mall όσον αφορά την εμπειρία της περιπλάνησης, την καταναλωτική πρακτική και εμπειρία, καθώς και την εργασία εντός του. - Στη μελέτη αυτή, μέσα από την κοινωνικο-χωρική διαλεκτική προσέγγιση επιχειρείται η διερεύνηση και η ανάλυση του τρόπου συγκρότησης της ταυτότητας του χώρου και της ταυτότητας των «κατοίκων-καταναλωτών». Η ταυτότητα του χώρου και η ταυτότητα των καταναλωτών βρίσκονται σε μια διαρκή, διαλεκτική διαδικασία κατεργασίας και ¬¬¬-από ό,τι φαίνεται- επιβεβαίωσης και αναπαραγωγής της καταναλωτικής κουλτούρας. Με άλλα λόγια, διαπιστώνεται ότι ο καταναλωτής στο mall μέσω της επιτέλεσης του ρόλου του και μέσω του «καταναλωτικού βιώματος» βρίσκει ένα (μικρο-) κόσμο, όπως «θα ήθελε να είναι», καθαρό, εν τάξει, ασφαλή, ονειρικό, μαγικό. Μια εντοπισμένη «ουτοπία», όπου το θέαμα ως η «κοινωνική σχέση ατόμων διαμεσολαβούμενη από τις εικόνες» (Γκυ Ντεμπόρ) αποκτά την πιο καθαρή μορφή της και συνιστά το πρότυπο της καταναλωτικής εμπειρίας και οργάνωσης της εργασίας σε αυτό τον μικρόκοσμο.
Λίγο-πολύ όλοι είμαστε εξοικειωμένοι με τα εμπορικά κέντρα και με το είδος της κατανάλωσης που αντιπροσωπεύουν. Ορισμένοι από μας τα αποφεύγουμε, και ίσως έχουμε μια αρνητική στάση απέναντι στους χώρους αυτούς (συμπεριλαμβάνω τον εαυτό μου). Το βιβλίο του Δημήτρη Λάλλα προσφέρει μια ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα και να σκεφτούμε για το φαινόμενο του mall από μια απόσταση την οποία μας επιτρέπει η προσέγγισή του στο θέμα. Ο συγγραφέας μάς καλεί να δούμε το εμπορικό κέντρο όχι σαν οικείο και αυτονόητο τόπο, αλλά σαν ένα σύνθετο πλέγμα σχέσεων και διαδικασιών μεταξύ ανθρώπων, μεταξύ πραγμάτων και μεταξύ ανθρώπων και πραγμάτων, δηλαδή σαν ένα «μικρόκοσμο», ο οποίος εξ ορισμού εμπεριέχεται στο ευρύτερο «παραέξω του» - στα ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και άλλα συμφραζόμενα, αλλά εξ ορισμού επίσης, τα εμπεριέχει. Ο συγγραφέας αναδεικνύει τις πολλαπλές όψεις του θέματός του εξετάζοντας το mall από διαφορετικές προσεγγίσεις, η κάθε μια από τις οποίες το ορίζει με διαφορετικούς όρους και το «βλέπει» από διαφορετικές οπτικές γωνίες: Το mall ως τόπος (και μη τόπος) της πόλης, ως τόπος κατανάλωσης, ως τόπος εργασίας, ως τόπος και έκφραση συγκεκριμένων μορφών κοινωνικότητας, ως αποτέλεσμα σχεδιασμού κλπ. Όσο ξέρω, δεν υπάρχουν αντίστοιχα βιβλία στα ελληνικά. Πρόκειται λοιπόν για κάτι καινούργιο. - Ο Λάλλας προσεγγίζει το φαινόμενο του mall ως μικρόκοσμου μέσα από ένα παράδειγμα, το The Mall Athens, το οποίο βρίσκεται στο Μαρούσι, και το οποίο, παρ' ότι φαίνεται να αποτελεί μια «προχωρημένη» περίπτωση για τα ελληνικά δεδομένα, συνιστά για τον συγγραφέα αντιπροσωπευτικό δείγμα μιας ευρύτερης κατηγορίας, η οποία έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών θεωρητικών συζητήσεων και ερευνητικών εγχειρημάτων. Οι αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη σχετική προβληματική θα βρουν στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου μια πολύ κατατοπιστική παρουσίαση των κυριότερων θεωριών και ερευνών που αναφέρονται στο συγκεκριμένο είδος αγοράς, καθώς και των ζητημάτων και ερωτημάτων από τη σκοπιά των οποίων το Mall γενικά και ειδικά παρουσιάζει ενδιαφέρον. Όσοι πάλι γνωρίζουν τη βιβλιογραφία στην οποία ο συγγραφέας παραπέμπει, θα έχουν την ευκαιρία διαβάσουν τους συσχετισμούς μεταξύ διαφόρων επιμέρους προσεγγίσεων που επιχειρούνται εδώ. Σε κάθε περίπτωση, οι παρατηρήσεις του Λάλλα προς τα θεωρητικά κείμενα στα οποία αναφέρεται και ο τρόπος με τον οποίο αξιοποιεί τις προσεγγίσεις τους στη δική του ερευνητική δουλειά αποτελούν λαμπρή αφορμή για μια επιστροφή σε κάποια σημαντικά κείμενα ή για μια πρώτη γνωριμία μαζί τους. - Οι γνωστικοί κλάδοι από τη σκοπιά των οποίων το βιβλίο παρουσιάζει ενδιαφέρον, και συνεπώς θα μπορούσε να σχολιαστεί, είναι πάρα πολλοί. Τα δικά μου σχόλια εντάσσονται στην οπτική της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Αφορούν δηλαδή κάποια ζητήματα και κάποιους προβληματισμούς του βιβλίου που παρουσιάζουν ενδιαφέρον από τη σκοπιά αυτή. - 1) Το βιβλίο αναδεικνύει τη σχετικότητα της έννοιας της «θεωρίας» και της «πράξης». Καταρχήν πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας ερευνητικής πρακτικής η οποία συνδυάζει την εμπειρική έρευνα με τη θεωρητική αναζήτηση. Ο συγγραφέας δεν καταγράφει συμπεριφορές, αλλά προσπαθεί να ανιχνεύσει τις αξίες, τις αντιλήψεις, τα διλήμματα, γενικότερα τις «θεωρίες για τη ζωή» μέσω των οποίων οι συμπεριφορές αυτές προκύπτουν. Με άλλα λόγια αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι να μετρήσει ή να ταξινομήσει τα όσα συμβαίνουν στο Mall, αλλά να τα κατανοήσει από τη σκοπιά των υποκειμένων τα οποία συμμετέχουν σ' αυτά με διάφορους τρόπους. Το mall προσεγγίζεται σαν ένας τόπος που φιλοξενεί ή ενθαρρύνει τύπους σχέσεων, τρόπους σκέψης, συναισθήματα και αισθήσεις, δηλαδή σαν μια έμπρακτη θεωρία που αφορά το συγκεκριμένο χώρο, αλλά και τον εγγράφει στον ευρύτερο κόσμο στον οποίο αυτός εντάσσεται, σαν μια κοσμοθεωρία. Στις αρετές του βιβλίου όμως περιλαμβάνεται το γεγονός ότι ταυτόχρονα ο Λάλλας αναδεικνύει το mall και την κοινωνικότητα που αυτό αντιπροσωπεύει ως αντικείμενο σκέψης και στοχασμού των εμπλεκόμενων υποκειμένων. Πιστεύω μάλιστα ότι θα μπορούσε να προχωρήσει περισσότερο προς αυτήν την κατεύθυνση, δηλαδή να συζητήσει πιο διεξοδικά με τους ανθρώπους, να αφήσει περισσότερο χώρο για τις δικές τους εμπειρίες και ερμηνείες και να είναι ίσως λιγότερο βιαστικός να τις αναγάγει στους εξωτερικούς προς αυτές όρους των θεωρητικών προσεγγίσεων από τις οποίες εμπνέεται. Άραγε τι βλέπουν στο mall τα παιδάκια που το επισκέπτονται στο πλαίσιο σχολικών εκδρομών; Τι βλέπουν οι δάσκαλοί τους και τα πηγαίνουν εκεί; Πώς νιώθουν οι πωλητές και οι πωλήτριες που βρίσκονται τόσο κοντά σε εμπορεύματα που είναι για άλλους αντικείμενα επιθυμίας; Τι είδους πελάτες αντιπαθούν και γιατί; Τι γνωρίζουν για τα προϊόντα που πουλούν κλπ. Δεν εννοώ ότι το βιβλίο θα έπρεπε οπωσδήποτε να απαντάει στα ερωτήματα αυτά. Αν το έκανε, θα ήταν άλλο βιβλίο. Υπογραμμίζω απλώς ότι επιτρέπει στους αναγνώστες να τα θέσουν, ή τουλάχιστον επέτρεψε σε μένα. Από την πλευρά της ανθρωπολογίας τα ερωτήματα αυτά παρουσιάζουν ενδιαφέρον. - 2) Από την πλευρά της ανθρωπολογίας πάντα, είναι σημαντικό ότι ο συγγραφέας σχετικοποιεί την έννοια της «κατανάλωσης». Καταρχήν ξεκαθαρίζει ότι γενικά η παραγωγή και η κυκλοφορία των αγαθών δεν είναι δυνατό να αναχθούν σε κάποιες υποτιθέμενες οικουμενικές βιολογικές ή πρακτικές ανάγκες. Η κατανάλωση, δηλαδή, δεν αφορά μεμονωμένα άτομα που υπάρχουν εν κενώ και δεν συνιστά μέσο αναπαραγωγής βιολογικών οργανισμών ή ικανοποίησης φυσικών αναγκών, αναγκών δηλαδή που προϋπάρχουν της ένταξης των υποκειμένων σε συγκεκριμένα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια. Η κατανάλωση μάλλον αφορά υποκείμενα, δηλαδή ανθρώπινα όντα τα οποία συγκροτούνται μέσω των σχέσεών τους με άλλους ανθρώπους και με πράγματα, δηλαδή αντικείμενα. Οι σχέσεις αυτές, των οποίων, επαναλαμβάνω, είμαστε υποκείμενα, αλλά και προϊόντα, συγκροτούνται με τη σειρά τους με βάση πολιτισμικές λογικές ή αξίες. Πολύ σωστά, από την πλευρά της ανθρωπολογίας πάντοτε, ο Λάλλας αποφεύγει να θεωρήσει ότι το περιεχόμενο της «αξίας χρήσης» είναι δεδομένο ή ότι η έννοια αυτή αναφέρεται σε σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα και ανάγκες που είναι φυσικές και αυτονόητες. Γιατί η ίδια η έννοια της «χρήσης» είναι πολιτισμική ή αλλιώς γιατί η αξία που έχει η χρήση ενός αγαθού είναι πάντοτε συνάρτηση της αξίας που, σύμφωνα με το εκάστοτε καθεστώς, έχει στα μάτια άλλων. Με την έννοια αυτή, η οικονομική αξία διαπλέκεται πάντοτε με την κοινωνική αξία, δηλαδή με τη σημασία των πραγμάτων. Πολύ σωστά επίσης θεωρεί ότι η κατανάλωση δεν αναπαράγει άτομα ή οργανισμούς, αλλά σχέσεις, πολιτισμικά πρότυπα, κοσμοθεωρίες. Τα τρόφιμα που καταναλώνονται σε ένα γάμο ή σε ένα δείπνο για φίλους αναπαράγουν τον τύπο της περίστασης στην οποία αρμόζουν, αλλά και την ταξινόμιση των τόπων της προέλευσής τους. Εν προκειμένω τα ψώνια στο mall αναπαράγουν το mall ως συγκεκριμένο τόπο και τύπο κατανάλωσης, ως είδος περίστασης. Αναπαράγουν, δηλαδή, τη διαφορά του mall από την αγορά της πόλης, από το πολυκατάστημα, από τα μεμονωμένα μαγαζιά κλπ. - Παρεμπιπτόντως, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε εδώ ότι η ίδια η έννοια της «κατανάλωσης» αποτελεί μέρος της κοινωνικής πραγματικότητας ή της κοσμοθεωρίας στην οποία ανήκει ο μικρόκοσμος του mall και την οποία αναπαράγει. Η σκέψη προέρχεται από την παρατήρηση του ανθρωπολόγου David Graeber, ο οποίος θεωρεί ότι το περιεχόμενο που αποδίδουμε στην έννοια «κατανάλωση» προκύπτει από το γεγονός ότι ζούμε σε «κοινωνίες κατανάλωσης» και συνεπώς θεωρούμε κάποια πράγματα δεδομένα. Διαπιστώνοντας ότι η έννοια της «χρήσης» έχει ξεχαστεί, διερωτάται, με ποια λογική μας φαίνεται φυσικό να χαρακτηρίζουμε πράγματα όπως συσκευές που κρατούν χρόνια «καταναλωτικά» αγαθά; Ανάλογα ερωτήματα βέβαια ισχύουν για ένα σωρό άλλα που προέρχονται από την αγορά, ακόμα και από το Mall Athens, αλλά στη συνέχεια γίνονται δώρα ή ενθύμια που αποκτούν νέες σημασίες, τα προσωποποιούν και τα ξεχωρίζουν. Ίσως ο μικρόκοσμος του mall επηρεάζει όχι μόνο τη σκέψη των «θαμώνων» που συχνάζουν σ' αυτόν, αλλά και το δικό μας θεωρητικό λεξιλόγιο; Επιτρέψτε μου και μια άλλη, παρεμφερή ως προς τη λογική της, παρατήρηση. Εύλογα κατά τη γνώμη μου ο Λάλλας εντάσσει τις καταβολές του φαινομένου mall στη δυτική νεωτερικότητα. Προσωπικά, γνωρίζοντας ελάχιστα για το θέμα, έμαθα πολλά από τις αναφορές του στις προγενέστερες μορφές των ευρωπαϊκών εμπορικών δρόμων και των στοών. Αναρωτήθηκα, όμως, τι θα έδινε μια σύγκριση με το Μπεζεστένι; - Από τη σκοπιά της ανθρωπολογίας, πάντως, είναι σημαντικό ότι το Mall αναδεικνύεται σε φαινόμενο που έχει έναν ολικό χαρακτήρα - γι' αυτό άλλωστε και ο προσδιορισμός «μικρόκοσμος» είναι τόσο εύστοχος: εννοώ πρόκειται για ένα φαινόμενο που έχει ταυτόχρονα πολλές όψεις, δηλαδή αφορά την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική, την αισθητική, τη θρησκεία ή τουλάχιστον τη διάκριση ανάμεσα στο ιερό και το μιαρό, την ηθική, την αρχιτεκτονική ή τη χωρική διάσταση, τη συγγένεια, την οικογένεια και άλλα πολλά. Στο βιβλίο του Λάλλα μάλιστα, οι όψεις αυτές δεν αναδεικνύονται απλώς, αλλά συνδέονται μεταξύ τους, πράγμα που δημιουργεί αφορμές για να σκεφτεί κανείς αλληλεξαρτήσεις, μεταφορές, μετωνυμίες, αναλογίες, αλλά και αντιφάσεις. Έτσι, θα βρει κανείς εναύσματα για να σκεφτεί, για παράδειγμα, το δημόσιο χώρο ως ιδιωτικό και αντίστροφα ή την οικογένεια ως πλέγμα οικονομικών σχέσεων και δραστηριοτήτων ή το φαγητό, την πρότυπη μορφή κατανάλωσης, ως shopping και αντίστροφα ή τη διαφήμιση ως μαγεία ή τα αντικείμενα ως έννοιες ή τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ως διαπαιδαγώγηση κλπ. Ας σημειώσω εδώ εν παρόδω πάντως, ότι μια όψη του mall που κατά τη γνώμη μου είναι σημαντική, αλλά που εδώ δεν θίγεται, είναι αυτή του φύλου. Θέλω να πω, το ζήτημα δεν είναι απλώς ότι ψωνίζουμε ως έμφυλα όντα, αλλά ψωνίζοντας επιτελούμε, αναζητούμε, επιβεβαιώνουμε ή αμφισβητούμε την ένταξή μας σε κάποια κατηγορία και τις σχέσεις μας με άλλους/ες που ανήκουν στην κατηγορία στην οποία ανήκουμε ή επιθυμούμε να ανήκουμε και σε άλλες κατηγορίες. Δίνουμε φύλο στα αντικείμενα που θα μας κάνουν άξιους της ερωτικής επιθυμία άλλων, αλλά δίνουμε φύλο και στην ίδια την αναζήτηση αυτών των αντικειμένων - η «κατανάλωση» είναι γυναικείο σπορ ενώ, όπως λέει η Χριστίνα Βλαχούτσικου, τα έξοδα των ανδρών ταξινομούνται στην κατηγορία της «επένδυσης». Ακόμα, όπως εμμέσως πλην σαφώς προκύπτει από την ανάλυση του Λάλλα, φύλο αποδίδουμε σε συγκεκριμένο στυλ συμπεριφοράς των πωλητών. Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για άντρες ή γυναίκες, η υποχρέωση των υπαλλήλων να είναι αρεστοί στους πελάτες και η «πονηριά» που ενέχει η υποχρέωση αυτή παραπέμπει σε γυναικεία πρότυπα. Από την άλλη, η επιβολή που ασκεί ή που θεωρεί ότι ασκεί ή ότι πρέπει να ασκεί ο αρχιτέκτονας παραπέμπει σε πρότυπα αντρικά. - Κλείνω με κάποιες παρατηρήσεις που προκύπτουν από το ότι τα συμφραζόμενα στα οποία τα βιβλία εντάσσονται δεν αφορούν μόνο τις περιστάσεις στις οποίες αναφέρεται και τα άλλα βιβλία με τα οποία συνομιλεί, αλλά και τις συνθήκες στις οποίες κυκλοφορεί και διαβάζεται. Ο Μικρόκοσμος του Mall έρχεται στα χέρια μας σε περίοδο κρίσης. Πώς μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε ή έστω να το καταναλώσουμε δημιουργικά, για να συνειδητοποιήσουμε και να σκεφτούμε κάποια από τα πολύ καινούρια πράγματα που συμβαίνουν και κάποιους από τους καινούργιους τρόπους που αντιδρούμε σ' αυτά; Oι δικές μου σκέψεις ξεκινούν από την αμφισημία ή καλύτερα την πολυσημία του mall, δηλαδή την επίγνωση που προκύπτει από το βιβλίο ότι το mall δεν υπόκειται απλώς σε πολλές ερμηνείες, αλλά αναφέρεται σε ένα φαινόμενο που αποτελεί έμβλημα πολλών και συχνά αντίθετων μεταξύ τους καταστάσεων και που αποτέλεσε επίσης έμβλημα πολλών προβλημάτων και αδιέξοδων στα οποία στάθηκε και ως προς τα οποία αναπτύχθηκε η κοινωνική θεωρία και η κριτική σκέψη. - Από τα πολλά που θα μπορούσε κανείς να αναφέρει εδώ, στέκομαι στο γεγονός ότι στις παρούσες συνθήκες το mall δεν είναι μόνον έμβλημα των φετιχισμών που μας καταδυναστεύουν, για παράδειγμα των στερήσεων που συνεπάγεται η πραγμάτωση της κάθε καταναλωτικής επιθυμίας στο μέτρο που ακυρώνει την πραγμάτωση μιας άλλης ή του αισθήματος κατωτερότητας που προκαλεί η αδυναμία πρόσβασης σε αγαθά γοήτρου. Αν ήταν μόνο αυτό, τότε θα μπορούσαμε να προσδοκούμε μόνο την απελευθέρωση. Αποτελεί, επίσης, ίσως μάλιστα και κυρίως, έμβλημα των αγαθών και πρακτικών που τώρα αναγκαζόμαστε να στερηθούμε και που εκ των υστέρων τουλάχιστον φαίνεται να συνιστούσαν στοιχεία μιας «κανονικότητας», εγγράφονταν δηλαδή σε μια καθημερινότητα η οποία αποτελούσε αντικείμενο, αλλά επίσης πλαίσιο κριτικών αμφισβητήσεων που επικεντρώνονταν στις βλαβερές συνέπειες του «καταναλωτισμού». Το πλαίσιο αυτό αλλάζει ραγδαία. Άραγε πώς αυτό θα επηρεάσει τη σκέψη μας; Πώς θα θέλαμε να την επηρεάσει; - Ο Λάλλας αναφέρεται στο mall ως «τόπο διαμεσολαβημένης εμπειρίας». Θα συμπλήρωνα, και διαμεσολαβητικής. Σήμερα αναδύονται νέοι τρόποι και τόποι κατανάλωσης, κοινός παρονομαστής των οποίων είναι η προσπάθεια να εκλείψουν οι μεσάζοντες. Οι τρόποι αυτοί φαίνεται να κερδίζουν έδαφος, άλλωστε δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλές εναλλακτικές λύσεις. Μαθαίνουμε ότι μπορούμε να αρκεστούμε σε λιγότερα, αναπροσδιορίζοντας την κατηγορία του «απαραίτητου». Μαθαίνουμε να τα φτιάχνουμε μόνοι μας. Η άλλη όψη της αυτάρκειας και της ολιγάρκειας είναι ότι χάνονται δουλειές. Γινόμαστε όλοι δυνάμει μεσάζοντες, δηλαδή περιττοί. Ο Λάλλας δείχνει με πολλούς τρόπους ότι στο mall τα υποκείμενα ενθαρρύνονται ή εξαναγκάζονται να δουν τον εαυτό τους ως αυτεξούσια άτομα η ζωή των οποίων εξαρτάται από τη δυνατότητά τους να κάνουν τις επιλογές που προωθούν τα ατομικά τους συμφέροντα. Σκέφτομαι συχνά ότι, παρά τις «διαμεσολαβημένες εμπειρίες» που προσφέρει το mall, οι επιφυλάξεις απέναντι στη «διαμεσολάβηση», οι οποίες τροφοδοτούν εναλλακτικές μορφές κατανάλωσης, είναι παρόλα αυτά είναι εύλογες από της σκοπιά της ορθολογικότητας του mall. Μήπως το γεγονός αυτό θα πρέπει να μας ωθήσει να επαναπροσδιορίσουμε το περιεχόμενο και τις ηθικές συνδηλώσεις που προσδίδουμε στη «διαμεσολάβηση»; Μήπως μας προτρέπει στη διάκριση ανάμεσα σε διαφορετικούς τύπους «διαμεσολάβησης» και στην αναζήτηση νέων, λιγότερο παγιδευτικών ή καταστροφικών «διαμεσολαβήσεων»; Μήπως πρέπει να τονώσει την εγρήγορσή μας στους κινδύνους που συνεπάγεται το όραμα μιας κοινωνίας στην οποία ο καθείς μπορεί να είναι μεσάζων του εαυτού του και να επωμίζεται ο ίδιος και μόνον το κόστος του εαυτού του; - Επίσης, ο Λάλλας δείχνει με πολλούς τρόπους ότι στον μικρόκοσμο του mall και στον μακρόκοσμο του καπιταλισμού δεν υπάρχει το δικαίωμα του μη επιλέγειν. Πρόκειται φυσικά για μια ρητορική, δηλαδή για μια ιδεολογική αναπαράσταση, η οποία νομιμοποιεί την πραγματικότητα στην οποία αναφέρεται, ακριβώς επειδή κρύβει τις σκοτεινές της όψεις ή τις μεταμφιέζει σε πηγές φωτός. Στις μέρες μας, η αδυναμία της επιλογής γίνεται συστατικό της ζωής όλο και περισσότερων ανθρώπων. Ίσως πολλοί απ' αυτούς ήξεραν από πριν ότι επρόκειτο για ρητορική. Ωστόσο, όπως λένε οι ψυχαναλυτές, η εμπειρία της απώλειας δημιουργεί την επιθυμία να ξαναβρεί κανείς αυτό που έχασε καθώς και την πίστη ότι αυτό που ήταν απλώς ρητορική θα έπρεπε ή θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα. Μήπως θα είχαμε πολλά να κερδίσουμε από την επίγνωση πως η ιδέα ότι η ζωή είναι ένας παράδεισος επιλογών και η ιδέα ότι η ζωή είναι για λίγους πάνε εξ ορισμού χέρι με χέρι; - Και για να το θέσω με ακόμα γενικότερους όρους: Η κατανάλωση και ο λόγος περί αυτήν είναι μέρος των εξαιρετικά σύνθετων και αντιφατικών καταστάσεων και οραμάτων που συνοψίζει η έννοια της «νεωτερικότητας». Στο «πακέτο» περιλαμβάνεται η αποξένωση από τον εαυτό, τον συνάνθρωπο, την εργασία και τα προϊόντα της εργασίας αλλά η διεκδίκηση της αυτονομίας και της ελευθερίας του ατόμου, η απελευθέρωση από τα δεσμά της συγγένειας, η δυνατότητα της αυτονομίας καθώς και η ιδιοκτησία ως έκφραση του δικαιώματος αυτού. Το mall αναφέρεται νομίζω τόσο σε κάποια από τα αντιφατικά περιεχόμενα που καλώς ή κακώς η ατομικότητα εμπράκτως προσέλαβε, όσο και στα χωρικά πλαίσια στα οποία αυτό συνέβη. Σε κάθε περίπτωση, ο Λάλλας δείχνει ότι δεν ξεμπερδεύει κανείς εύκολα με το mall γιατί κάποια από τα υλικά από τα οποία αυτό είναι φτιαγμένο είναι παρόμοια ή κοινά με τα μέσα με τα οποία προσπαθούμε να το ξεμπερδέψουμε. Για την επίγνωση αυτή και για όλον τον προβληματισμό του τον ευχαριστώ θερμά. - Ελπίζω να μη σας ζάλισα και αν αυτό συνέβη, να πάρετε παρ' όλα αυτά στα σοβαρά τη γνώμη μου, ότι αξίζει να διαβάσετε το βιβλίο. - Αλεξάνδρα Μπακαλάκη, επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας-Ανθρωπολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., 14.12.2012, παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία.-
Αλεξάνδρα Μπακαλάκη
978-960-9488-23-5
|

|
Α. ΜΑΡΓΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ,
Ανθρωπογνωσία και ηθική στον Όμηρο. Ιλιάδα.
Κριτική της ηρωιστικής ιδεολογίας
Ο Αναστάσης Μαργαριτόπουλος γεννήθηκε στα Φάρσαλα το 1947, σπούδασε μαθηματικά στη Θεσσαλονίκη και εργάστηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση. - Η ηρωική ποίηση, υμνώντας τα κατορθώματα των δικών μας ηρώων, υιοθετεί κατά κανόνα τη δική μας προοπτική ως αυτoνόητη και δίκαιη. Γενικότερα, σε ποια χώρα η φιλοπατρία και η ανδρεία δεν θεωρούνται ύψιστες αρετές; Ο Όμηρος, παρ' όλον που σέβεται αυτή την πραγματικότητα, βλέπει και τα αποτελέσματά της. Απομυθοποιεί τη δική μας πλευρά τοποθετούμενος και στη θέση των αντιπάλων: και αυτοί είναι ανδρείοι, είναι άνθρωποι ίδιοι με εμάς. - Στην προ-ομηρική παράδοση ο Αχιλλέας ήταν, για την παλληκαριά του, των "Αχαιών ο πρώτος": σκότωνε τους πιο πολλούς Τρώες. Αλλά περισσότερη δόξα τού άξιζε επειδή θα χανόταν νέος. Ο Όμηρος όμως δεν θεωρεί τη δόξα αρκετό αντίβαρο για να χαθεί ένας άνθρωπος? και μέσα από τον πρόωρο θάνατο του ήρωα θα ανατάμει την πραγματικότητα του ίδιου του πολέμου. - Γιατί πολεμά ο Αχιλλέας; Παρ' όλον που προσπαθεί να πιαστεί από τη ζωή, πρέπει να κάνει το καθήκον του, να δείξει την ανδρεία του? διότι μόνο έτσι η κοινωνία τον δέχεται. Υλοποιεί την ηρωιστική ιδεολογία αποτελώντας και το θύμα της: όταν θα θριαμβεύσει σκοτώνοντας τον μεγάλο αντίπαλο Έκτορα, θα φτάσει και το δικό του τέλος. - Αν τον Αχιλλέα τον χρησιμοποιεί η κοινωνία στους πολεμικούς σκοπούς της, ο ίδιος είναι ανεύθυνος; Δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά του (ραψωδία Ι): να πεθάνει νέος και να κερδίσει τη δόξα ή να μακροημερεύσει με την οικογένειά του άσημος στον τόπο του; Θα τον καθορίσει η "κατάσταση" μέσα στην οποία βρέθηκε ή θα αποφασίσει ο ίδιος κυρίαρχα; - Ο Όμηρος δεν μιλά με έννοιες όπως οι φιλόσοφοι, αλλά με γεγονότα - όπως οι αθηναίοι Τραγικοί. Γι' αυτό εκθέτουμε με συντομία τη σειρά των εξελίξεων προσπαθώντας να βρούμε τα νοήματά τους.
978-960-9488-21-1
|

|
Ρίτσαρντ Σέννετ,
Ο ΤΕΧΝΙΤΗΣ
Ο Ρίτσαρντ Σέννετ (γεν. 1943) είναι καθηγητής κοινωνιολογίας στο New York University και στη
London School of Economics. Πριν στραφεί στην κοινωνιολογία, είχε ασχοληθεί επαγγελματικά
με τη μουσική. Έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις και βραβεία, απ' τα οποία το πιο πρόσφατο είναι
το Βραβείο Hegel για το σύνολο του έργου του στις ανθρωπιστικές σπουδές και στις κοινωνικές επιστήμες.
Από τα έργα του κυκλοφορούν σε ελληνική μετάφραση τα ακόλουθα:
Οι χρήσεις της αταξίας
Η τυραννία της οικειότητας
Η κουλτούρα του νέου καπιταλισμού.
Στο βιβλίο του ο Σέννετ προσφέρει μια πρωτότυπη θεώρηση της εργασίας του τεχνίτη και της στενής της σύνδεσης με το έργο και τις ηθικές αξίες. Πραγματεύεται μια ουσιαστική ανθρώπινη ενόρμηση: την επιθυμία να κάνουμε καλά μια δουλειά ως αυτοσκοπό. Αν και κυριαρχεί η άποψη πως η εργασία του τεχνίτη έχει χάσει τη σημασία της με την έλευση του βιομηχανικού πολιτισμού, ο συγγραφέας υποστηρίζει πως η επικράτεια του τεχνίτη είναι πολύ ευρύτερη από την ειδικευμένη χειρωνακτική εργασία. Ο προγραμματιστής του κομπιούτερ, ο γιατρός, ο γονιός και ο πολίτης πρέπει σήμερα να μάθουν τις αξίες της καλής εργασίας του τεχνίτη.
"Μια ερευνητική, έξυπνη ματιά στον τρόπο που η εργασία του χεριού αναζωογονεί την εργασία του μυαλού".
New York Times Book Review
"Θρίαμβος".
Will Hutton, The Observer
"Πολύ πλούσιο σε σκέψεις... Βαθυστόχαστο και προκλητικό".
Madeleine Bunting, New Statesman
"Όπως δείχνει ο Σέννετ, η εργασία του τεχνίτη συνέδεε κάποτε τους ανθρώπους με τη δουλειά τους, δίνοντάς τους περηφάνια και νόημα. Η απώλεια της δεξιοτεχνίας, και της κοινωνίας που την εκτιμούσε, μας έχει φτωχύνει με τρόπους που έχουμε από καιρό ξεχάσει, αλλά ο Σέννετ μας βοηθά να τους καταλάβουμε".
Robert B. Reich, καθηγητής Public Policy στο University of California at Berkeley
Η τέχνη του Ηφαίστου
ΤΩΡΑ που η οικονομική κρίση καταδεικνύει τα δραματικά αδιέξοδα του καπιταλισμού που βασίζεται στην «ευέλικτη» εργασία, είναι ίσως η κατάλληλη στιγμή να εμπνευστούμε από το παράδειγμα του Ηφαιστου, του μυθολογικού θεού που έκανε την εργασία του τεχνίτη.
Ισως χρειάζεται δηλαδή να επανεκτιμήσουμε την αξία της εργασίας που γίνεται με το χέρι και με το μυαλό και συνδυάζει μαστοριά και δεξιοτεχνία, προκειμένου να αντλήσουμε διδάγματα από το παρελθόν και να οικοδομήσουμε το μέλλον πάνω σε πιο στέρεες βάσεις. Αυτό είναι το μήνυμα που μας στέλνει ο αμερικανός κοινωνιολόγος Ρίτσαρντ Σένετ με το βιβλίο του «Ο τεχνίτης», που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στη γλώσσα μας (εκδόσεις «Νησίδες», μετάφραση: Βασίλης Τομανάς). Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε ο Σένετ στην ιταλική εφημερίδα «Il Sole 24 Ore».
- Καθηγητή Σένετ, ο τεχνίτης του βιβλίου σας είναι εκείνος που κάνει καλά τη δουλειά του, που επενδύει σε αυτήν μιαν ισχυρή προσωπική δέσμευση και είναι ικανοποιημένος και υπερήφανος για το έργο του. Σήμερα πολλοί επαγγελματικοί ρόλοι απαιτούν δεξιότητες και ικανότητα για ανάληψη πρωτοβουλίας. Αλλά η μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτόνομων εργαζομένων και μισθωτών εργαζομένων δεν είναι πλέον φανερή στο πεδίο της προστασίας και της ασφάλειας, που ήδη μειώνονται όλο και περισσότερο ακόμη και για τους δεύτερους. Η αληθινή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη μια και στην άλλη κατάσταση είναι το να είσαι κύριος της εργασίας σου, να την αγαπάς και να αντλείς καθημερινά ικανοποίηση από αυτήν. Πράγμα όμως που γίνεται όλο και πιο δύσκολο στις οργανώσεις, κυρίως σε καιρούς ύφεσης...
«Το λάθος που πληρώνει το οικονομικό σύστημα είναι το ότι βασίζεται σε μια βραχυπρόθεσμη θεώρηση και στο μοντέλο της οργανωτικής ευελιξίας, της αστάθειας και της ταχύτητας για να προσαρμόζεται στις αλλαγές. Το ίδιο έγινε και με τη διαχείριση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Δεν επένδυσαν στη γνώση και οι εργαζόμενοι, αυτά τα χρόνια, μπόρεσαν να αποκτήσουν μόνον μιαν ατελή εμπειρία, εργαζόμενοι σε κατακερματισμένες και ασταθείς επιχειρήσεις. Στο βιβλίο μου "Ο τεχνίτης" υπογράμμισα τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε εκείνον που γνωρίζει να φτιάχνει ένα πράγμα και αρκείται σε αυτή τη γνώση και σε εκείνον ο οποίος αντίθετα είναι προικισμένος με την ικανότητα του τεχνίτη, που τον ωθεί σε μια συνεχή βελτίωση. Σήμερα στις μεγάλες οργανώσεις αυτή η τελευταία αντίληψη δεν βρίσκει θέση. Οι επιχειρήσεις δεν την ενθαρρύνουν. Αντίθετα, αν χρειάζονται μιαν ειδική δεξιότητα που λείπει στο εσωτερικό τους, αντί να εκπαιδεύσουν τα πρόσωπα που απασχολούν, την αναζητούν έξω από την επιχείρηση, αναθέτοντας καθήκοντα σε κάποιον που πιθανότατα θα κοστίζει και λιγότερο. Ακόμα και στην Κίνα. Το να είναι κανείς τεχνίτης, όποια δουλειά και αν κάνει, σημαίνει να σκέφτεται το πόσο μπορεί να εξελιχθεί βελτιώνοντας τις ικανότητές του και να έχει όλο το χρόνο που χρειάζεται για να το κατορθώσει. Αυτό δεν εξαρτάται μόνον από τα κίνητρα, που είναι σημαντικός αλλά όχι επαρκής παράγοντας, αλλά και από το οργανωτικό πλαίσιο, που πρέπει να είναι ευνοϊκό και να προσδίδει αξία στα πρόσωπα, επενδύοντας σε αυτά μακροπρόθεσμα. Αντίθετα, στις επιχειρήσεις το ενδιαφέρον εστιάζεται στο βραχύ χρόνο. Το υπόδειγμα του τεχνίτη του παρελθόντος μάς διδάσκει ένα σημαντικό πράγμα: την αίσθηση του χρόνου. Στους παλιούς καιρούς, για να γίνει κανείς μάστορας χρειαζόταν πολλά χρόνια».
- Μπορούμε όμως να το επιτρέψουμε αυτό; Οι τεχνολογίες έχουν κονιορτοποιήσει το χρόνο και η ταχύτητα της αγοράς επιβάλλει τους ρυθμούς της ακόμα και στην ανανέωση.
«Αυτό δεν είναι αληθινό. Ας εξετάσουμε την περίπτωση της Apple. Στην αρχή θεωρήθηκε μια οργάνωση αργή σε σύγκριση με τη Microsoft και επιπλέον απασχολούσε κατά κύριο λόγο σταθερή εργατική δύναμη. Μακροπρόθεσμα, καταδείχθηκε ότι είναι εκείνη μεταξύ των δύο που είναι σε θέση να επιβιώσει καλύτερα. Ενα άλλο σημαντικό στοιχείο που πρέπει να μάθουμε είναι η συνεργασία. Η επαγγελματική κατάρτιση δεν είναι μια απομονωμένη δραστηριότητα, απαιτεί μοίρασμα των γνώσεων, ανταλλαγή αμοιβαίας κριτικής, συνεχή έλεγχο της προόδου. Στις τρέχουσες αξίες των επιχειρήσεων, αντίθετα, η συνεργασία αντιμετωπίζεται σαν ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Ναι, είναι αλήθεια, ο χρόνος και η συνεργασία είναι παραδοσιακές αξίες, αλλά μακροπρόθεσμα παράγουν αποτελέσματα, ιδίως αν ο στόχος που θέτουμε είναι η παραγωγή ποιοτικών αγαθών και υπηρεσιών, που δεν κατασκευάζονται στα γρήγορα, αλλά βασιζόμαστε στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων».
- Ποιο είναι, επομένως, το εργαστήρι του σήμερα;
«Είναι η μικρή επιχείρηση, η οποία γι' αυτό πρέπει να υποστηριχθεί ως μοντέλο και να υποβοηθηθεί ώστε να είναι σε θέση να επενδύει στα πρόσωπα. Σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερο την ανάπτυξη και όχι την ευελιξία».
- Η ευτυχία στην εργασία είναι ένας άπιαστος στόχος για τα άτομα στην τωρινή οικονομική κατάσταση;
«Η ευτυχία δεν ξέρω. Προτιμώ να μιλώ για παροχή κινήτρων, που νομίζω γεννιούνται από το σεβασμό και, στα άτομα, από την επίγνωση της αξίας της εργασίας τους. Τα πρόσωπα που είναι προσανατολισμένα στο να αναπτύσσουν τις ικανότητές τους, ακόμα και όταν χάνουν τη θέση τους, είναι πιο ασφαλή, πιο ισχυρά στην αυτοεκτίμησή τους και αυτό είναι ένα πλεονέκτημα σε μια περίοδο που μειώνονται η προστασία της εργασίας και η κοινωνική κινητικότητα».
- Είναι πιο σημαντικό το ταλέντο ή η τεχνική;
«Η τεχνική. Η ιδέα ότι λίγοι και εκλεκτοί είναι εξαιρετικά προικισμένοι αποκλείει τα περισσότερα πρόσωπα που εργάζονται, και αυτό είναι μια τρομερή σπατάλη ανθρώπινων πόρων (...)».
(Θανάσης Γιαλκέτσης, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 9.10.2011)
978-960-9488-03-7
|

|
Επιμ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ - ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Στη μνήμη του Olivier Revault d'Allonnes
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Προλογικό Σημείωμα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Β. Φιοραβάντες: Μοντέρνα αισθητική: Το πρόταγμα της απελευθέρωσης και τραγικότητα
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ
Γ. Λαζαράτος: Η τέχνη στην εποχή της παγκοσμιοποίησης: Η πολιτική της διάσταση
Α. Μαστρογιάννη: Η διαχρονικότητα του ιμπρεσιονισμού και η συμβολή του στη μοντέρνα τέχνη
Γ. Ζιώγας: Το τέλος μιας ουτοπίας; Η επιφάνεια της αφηρημένης ζωγραφικής το 2008
Ο. Σταθάτου: Σχετικά με την προτεραιότητα του Αντικειμένου
Α. Δήμου-Τζαβάρα: Καλλιτέχνημα, «αίτια» και τύχη
Δ. Τζωρτζόπουλος: Όψεις του αισθητικού στον Hegel
Φ. Νικολόπουλος: Ο σουρρεαλισμός και η ιδέα της κοινωνικής ανατροπής
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ
Β. Φιοραβάντες: Σκεφτόμαστε σύμφωνα με τον Χάμπερμας ή σκεφτόμαστε ενάντια στον Χάμπερμας;
Γ. Α. Μεταξάς: Αισθητικός Πολιτισμός: Αναγκαιότητα ή Ουτοπία
Γ. Σταυριανός: Μετα-κατανάλωση και διαδικτυακή δημοκρατία
Α. Μαστρογιάννη: Ο μοντερνισμός και η κοινωνική σημασία της ουτοπικής και πραγματικής τέχνης ως καθοριστικοί παράγοντες στη δομή του πολιτισμού
Κ. Ευαγγελάτος: Δομικές και λειτουργικές θέσεις και αντιφάσεις της σύγχρονης εικαστικής έκφρασης, δράσης και επικοινωνίας. Η περίπτωση της mail art
Ε. Καλεράντε: Κριτική της παγκοσμιοποίησης: Σκέψεις για το εικονιστικό υλικό
Ι. Βαμβακίδου: Διάλογος με το έργο του Β. Φιοραβάντε, Θεωρία Πολιτισμού
Ν. Χιωτίνης: Η τέχνη, η φυσική και η εικόνα του κόσμου
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ, Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ.
Β. Φιοραβάντες: Η σημασία της δημιουργίας καλοκαιρινού σχολείου με θέμα: «Η φιλοσοφία στη Μεσόγειο»
Β. Γιαννακάκης: Σκέψεις για μία σύγχρονη ανοιχτή παιδεία
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Β. Φιοραβάντες: Κρίση της παγκοσμιοποίησης: προς την αποπαγκοσμιοποίηση? τέλος των διαμεσολαβήσεων;
ΕΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΣΤΗ «ΛΟΒΟΤΟΜΗ» ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΣΤΕΙΡΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ -
Μέσα στην πνευματική στειρότητα της εποχής που διανύουμε, φαίνεται ότι πάντα υπάρχει η ελπίδα για κάτι διαφορετικό. Σαν όαση στη σύγχρονη έρημο της διαλεκτικής των αλγορίθμων, σαν κατάφυτο τροπικό νησί μέσα στον ωκεανό των χρηματοοικονομικών, ήρθε ένα νεωτερικό βιβλίο να εμπλουτίσει τις βιβλιοθήκες μας, αλλά κυρίως την ίδια τη ζωή και τη σκέψη μας. [.] Σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ, ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων αναζητούν μία διέξοδο, έναν τρόπο να ανασυρθούν από τα συντρίμμια του οικοδομήματος των τελευταίων δεκαετιών, τον μετέωρο και έωλο πια ναό της θεοποίησης του κέρδους. - Ο Βασίλης Φιοραβάντες αφιερώνει το βιβλίο στη μνήμη του καθηγητή του, Olivier Revault d' Allonnes, ο οποίος ήταν ελληνικής καταγωγής (εγγονός του Ψυχάρη) και αφοσιωμένος στην Κριτική και την Αισθητική θεωρία. Έκανε υπεράνθρωπες προσπάθειες να καθιερώσει την Αισθητική ως πανεπιστημιακό μάθημα, στην εγγενή απόπειρα να αποτρέψει αυτό που κάθε πνευματικός άνθρωπος διέβλεπε ότι θα συμβεί. Η γέννηση και η δημιουργία δηλαδή του αισθητικά και συναισθηματικά σύγχρονου «λοβοτομημένου» ανθρώπου, με επικυριαρχία του στείρου ορθολογικού λόγου και με κυριαρχία των αριθμών. Ο πρώην φοιτητής του και σημερινός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, αναφέρεται στο Σεμινάριο Αισθητικής που οργάνωνε ο καθηγητής του Olivier Revault d'Allonnes στη Σορβόννη κάθε Τετάρτη. Μέσα από το Σεμινάριο αναδύονταν η ελεύθερη σκέψη, ο ελεύθερος στοχασμός, η κατάργηση της από καθέδρας διδασκαλίας, με αναφορές στο σπάσιμο των ορίων της Τέχνης, της θεωρητικής του Μπένγιαμιν, της Σχολής της Φρανκφούρτης κ.ά. Σαν ατέρμονη πνευματική τροφή, οι συζητήσεις συνεχίζονταν σε καφενεία και φοιτητικά δωμάτια μέχρι τις πρωινές ώρες και θα ήταν ευτύχημα να φθάσουν και να προσεγγίσουν στην ίδια κατάσταση ξανά τις μέρες μας. - Το βιβλίο είναι μια συλλογική έκδοση που φιλοξενεί κεφάλαια γραμμένα από καθηγητές, καλλιτέχνες, ερευνητές, επικοινωνιολόγους και γενικά ανθρώπους που συμπάσχουν, που συμμετέχουν στη θεώρηση μιας άλλης πνευματικότητας, μιας άλλης πολιτισμικής κουλτούρας, μακράν της σημερινής άνευρης και αποκλειστικά υλιστικής ευημερίας και ευφορίας. Τα κεφάλαια αποτελούν φόρο τιμής στη χειραφέτηση του ανθρώπου, στην τετραπλή υπερβασιακή ανθρώπινη φύση. Στην Αισθητική ως αναγκαιότητα και καθόλου ως ουτοπία. Καλλιτέχνες αναφέρονται στην έναρξη της μορφικής εικόνας, για να φθάσουμε στην ανεικονική απεικόνιση, μέχρι και στη mail art. Η διεπιστημονικότητα προβάλλει σαν λύση αρχαίας τραγωδίας, της τραγωδίας της σύγχρονης ζωής. Η χαμπερμασιανή σκέψη και δράση πλαισιώνει τα ιδεολογήματα και μας στρέφει προς την υλοποίηση μέσα από τον Μοντερνισμό και την Κουλτούρα, σαν μετάλλαξη του σημερινού ανθρώπου, του περίφημου uncult τεχνοκράτη. - Ο Βασίλης Φιοραβάντες, χωρίς να αγνοήσει τον πνευματικό ομφάλιο λώρο που τον έθρεψε, προσφέρει σε όλους εμάς τους συγγραφείς μια μήτρα να εκφράσουμε την εσωτερικότητα, τη διανόηση και την αγωνία μας για την τύχη-ατυχία τού σύγχρονου ανθρώπου. Εν τέλει, σε έναν εκπληκτικό «Λόγο Μazore», προτείνει τη δημιουργία Θερινού Σχολείου Φιλοσοφίας στην Ελλάδα, για την ανάδυση της φιλοσοφικής σκέψης σε όλο της το εύρος των ρευμάτων και των τάσεών της στη Μεσόγειο. Δίνει έμφαση στην σημερινή ολοκληρωτικά αρνητική κατάσταση της αλλοτρίωσης, της πραγμοποίησης, χωρίς να ξεχνούμε την πλήρη κυριαρχία των Επενδυτικών Τραπεζών. Μας καλεί στην επανανθρωποποίηση του ανθρώπου, στην αποπαγκοσμιοποίηση. Τονίζει τις αντιστοιχίες της σημερινής πλανητικής κυριαρχίας με την ηγεμονία της αρχαίας Αθήνας, αλλά με την καταλυτική της διαφορετικότητα ως προς τη στήριξη των Γραμμάτων και των Τεχνών. Καταλήγει καλώντας μας στην Πρωτοσωκρατική Φιλοσοφία, τη φιλοσοφία χωρίς σύστημα και θεωρητικούς δογματικούς περιορισμούς, χωρίς αυστηρές πειθαρχίες: στην απορητική, τη μήτρα του διαλόγου και της διαλεκτικής. Μήπως καταφέρουμε και ευτυχήσουμε να μετατρέψουμε τις στρατιές των αριθμολογικά και ποσοτικά αρίστων σε στρατιές σκεπτόμενων. (Σοφία Αράβου-Παπαδάτου, Dr Κοινωνικής Ψυχολογίας. Οδοντίατρος MSc)
978-960-9488-09-9
|

|
Παναγιώτης Γούτας,
ΔΙΕΙΣΔΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
(Μελέτες, κριτικά δοκίμια και βιβλιοκρισίες 2003-2010)
Το βιβλίο αναφέρεται στη λογοτεχνική παραγωγή στην πόλη μας για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, στον χώρο της πεζογραφίας αλλά και της ποίησης, καθώς στις λογοτεχνικές τάσεις που κυριαρχούν σήμερα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Σχεδόν όλα τα κείμενα έχουν δημοσιευτεί σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά ή ένθετα εφημερίδων της χώρας.
Στον τόμο αυτό ο Παναγιώτης Γούτας συγκεντρώνει μελετήματα και βιβλιοκρισίες που είχε δημοσιεύσει σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Χωρίζει το βιβλίο του αυτό σε δύο ενότητες: Η πρώτη τιτλοφορείται «Διεισδύσεις» και αποτελείται από πέντε μελετήματα. Η δεύτερη έχει τον τίτλο «Στα βιβλία των άλλων» και περιλαμβάνει σαράντα μία βιβλιοκρισίες (2003-2011), συγκομιδή διόλου ευκαταφρόνητη. Οι τίτλοι των δύο επιμέρους ενοτήτων δίνουν ενωμένοι και τον τίτλο του βιβλίου, εύρημα ωραίο και έξυπνο. - Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, στις «Διεισδύσεις» (σ. 9-100), η πιο ενδιαφέρουσα, κατά την άποψή μου, μελέτη είναι η πρώτη, που καταγράφει και σχολιάζει την πεζογραφική παραγωγή στη Θεσσαλονίκη κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Τιτλοφορείται «Η πεζογραφία της Θεσσαλονίκης (2000-2010)». Το εγχείρημα φέρνει στο νου μας δύο ανάλογες προσπάθειες που προηγήθηκαν: τη μελέτη του Βασίλη Δημητράκου Κατάλυμα των νέων ποιητών της Θεσσαλονίκης, 1980-1989 (1990), που αφορούσε όμως ποιητές, και την αντίστοιχη του Περικλή Σφυρίδη Πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης 1980-1990 (1992 – πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τραμ, τχ, 17-18, Δεκ. 1991) με βιβλιογραφική καταγραφή όλων των πεζογράφων της Θεσσαλονίκης που πρωτοεμφανίστηκαν στη δεκαετία 1980-1990, από τον βιβλιοθηκονόμο Κώστα Κουρούδη. Οι δύο αυτές μελέτες αφορούν λογοτέχνες (ποιητές και πεζογράφους αντίστοιχα) που πρωτοεμφανίστηκαν μέσα στη δεκαετία και τα βιβλία που κυκλοφόρησαν (ένα ή περισσότερα), ενώ η μελέτη του Γούτα αφορά το σύνολο των πεζογράφων που εξέδωσαν βιβλία μέσα στην υπό εξέταση δεκαετία. Ο Γούτας, αφού ξεκαθαρίσει πρώτα τη θέση του ποιους θεωρεί Θεσσαλονικείς πεζογράφους (λαμβάνει ως βάση τον τόπο καταγωγής και διαμονής τους) και ποια είναι τα βιβλία που εντάσσει στην πεζογραφία (μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, μικρά πεζά, και εξαιρεί τα δοκίμια, τα θεατρικά έργα και τα παιδικά βιβλία) «μιλάει» για 192 βιβλία 67 πεζογράφων και τίμια δηλώνει ότι δεν συμπεριέλαβε και κάποια ακόμα βιβλία για τα οποία δεν είχε σχηματίσει ολοκληρωμένη άποψη και πιθανόν, όπως δηλώνει, να τα αδικούσε. Παρατηρούμε, επομένως, ότι η μελέτη αυτή προϋποθέτει εκτενή εποπτεία της πεζογραφικής παραγωγής στη Θεσσαλονίκη την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, κάτι που σημαίνει πολύ κόπο για τη συστηματική ανάγνωση των βιβλίων, αλλά και κριτική σκέψη για να αποδώσει το στίγμα του κάθε πεζογράφου και να σχολιάσει σύντομα την πορεία του κάθε συγγραφέα, κάνοντας μάλιστα και μια «γέφυρα» με το προηγούμενο έργο του πεζογράφου, αν αυτός είχε εκδώσει βιβλία και σε προηγούμενες δεκαετίες. Η μελέτη αρχίζει με μια κατατοπιστική «Εισαγωγή» και ακολουθούν οι εξής υποενότητες: «οι κεκοιμημένοι», «καθαρόαιμοι πεζογράφοι», «πεζογράφοι-ποιητές», «νεοεμφανιζόμενοι πεζογράφοι» (Θεσσαλονίκης και περιφερειακοί), και «οι εκτός των τειχών». Η τελευταία αυτή ενότητα αφορά αποκλειστικά βορειοελλαδίτες συγγραφείς. Η μελέτη κλείνει με κάποια συμπεράσματα, που καταθέτει, με τον τίτλο «επισημάνσεις-διατυπώσεις-εκτιμήσεις», από την περιδιάβασή του αυτή στην θεσσαλονικιώτικη και βορειοελλαδική πεζογραφία της δεκαετίας. Το κείμενο ολοκληρώνεται με μικρό επίμετρο. - Αντιπαρέρχομαι κάποιες σχολαστικές παρατηρήσεις, που μου «επιβάλλει» η φιλολογική μου παιδεία, όπως π.χ. ο τίτλος του βιβλίου που θα έπρεπε να είναι «Η πεζογραφία της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας (2000-2010)», αφού αναφέρεται και σ’ όλους σχεδόν τους πεζογράφους «εντός και εκτός των τειχών», ίσως και σε κάποιες ενστάσεις μου για τον διαχωρισμό των πεζογράφων σε «καθαρόαιμους» και «πεζογράφους-ποιητές», και προχωρώ στην «ουσία» της μελέτης. - Η πρώτη παρατήρηση έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο Γούτας κατόρθωσε να τιθασεύσει και να κατηγοριοποιήσει το μεγάλο πράγματι υλικό της μελέτης του, δίνοντας στον αναγνώστη το πανόραμα της πεζογραφικής παραγωγής της δεκαετίας και με λίγες γραμμές να τον κατατοπίσει για το περιεχόμενο του κάθε βιβλίου αλλά, όπου το κρίνει σκόπιμο, να σχολιάσει πολύ συνοπτικά το «κλίμα» μέσα στο οποίο κινείται ο συγγραφέας και ενίοτε να το συσχετίσει με το έργο άλλου ή άλλων πεζογράφων κι ακόμα να παραθέσει μικρά αποσπάσματα από κριτικές τρίτων. Θα περιοριστώ σ’ ένα μόνο παράδειγμα: Μιλώντας για το πεζογραφικό έργο του Βασίλη Αμανατίδη (1970) σημειώνει: «Πιστεύω πως το στυλ και η γραφή του Α. συγγενεύει με εκείνη του Σερέφα (1960), παρ’ ότι ο πρώτος είναι ωμός και κυνικός, ενώ ο δεύτερος παιγνιώδης και ευφάνταστος» (σ. 29). - Η δεύτερη παρατήρηση αφορά τη διαπίστωση που βγαίνει αβίαστα από την ανάγνωση της μελέτης ότι τη δεκαετία αυτή στα βιβλία των νέων πεζογράφων υπάρχει «πολυχρωμία» και «πολυφωνία». «Ακολουθούν», οι νέοι συγγραφείς, επισημαίνει ο Γούτας στα συμπεράσματά του, «πολλά στυλ γραφής και διαφορετικά ρεύματα. Ο διαχωρισμός, που είχε επισημάνει εύστοχα ο κριτικός και πεζογράφος Περικλής Σφυρίδης, αναφορικά με τον “εσωτερικό μονόλογο” και τη “νεορεαλιστική πρόζα”, γύρω από τους οποίους έχουν συσπειρωθεί οι πεζογράφοι της πόλης, ίσως να είχε κύρος ακόμα και μέχρι την περασμένη δεκαετία, φαίνεται, όμως, πως, μάλλον, δεν υφίσταται πλέον» (σ. 38). Συμφωνώ απόλυτα με την επισήμανση αυτή του Γούτα, μόνο που πιστεύω ότι αυτή η διαφοροποίηση έγινε λίγο πιο νωρίς και συγκεκριμένα από τότε που έπαψαν να υπάρχουν λογοτεχνικά περιοδικά στη Θεσσαλονίκη τα οποία είχαν σαφή ιδεολογικό και αισθητικό προσανατολισμό (Μακεδονικές Ημέρες, Κοχλίας, Διαγώνιος, λιγότερο η Νέα Πορεία). Τα λογοτεχνικά αυτά περιοδικά δεν δημιούργησαν μόνο τα δύο ρεύματα πεζογραφίας στην πόλη (τον «εσωτερικό μονόλογο οι Μακεδονικές Ημέρες και ο Κοχλίας∙ κάπως πιο ξεθυμασμένο η Νέα Πορεία και τη «νεορεαλιστική πρόζα» η Διαγώνιος, που συνέχισε, όμως πιο μπασταρδεμένα, το Τραμ, όταν ο Σφυρίδης ανέλαβε την ευθύνη της ύλης του το 1987), αλλά δημιούργησαν και μια άλλη παράδοση που άφησε πλούσιους καρπούς στη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης: μια παράδοση μαθητείας. Οι Τσίζεκ, Κιτσόπουλος, Λαχάς και Κοσματόπουλος δεν κρύβουν τη μαθητεία και τις οφειλές τους στον Πεντζίκη, και ούτε οι Παπαδημητρίου, Καζαντζής και ιδίως ο Σφυρίδης έκρυψαν ποτέ την καταγωγή τους από τη Διαγώνιο και τις οφειλές τους στον Χριστιανόπουλο. Αυτό δεν υφίσταται πλέον παρά σαν φαινόμενο σπάνιων εξαιρέσεων, όπως είναι ο Γούτας που έχει ομολογήσει τη μαθητεία και τις οφειλές του στον Σφυρίδη (στο βιβλίο του Αποκούμπι στην κουβέντα με τον Περικλή Σφυρίδη). Και σίγουρα το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα είναι καρπός αυτής της μαθητείας. Θα πω λίγα λόγια για τους λόγους που επέβαλαν αυτή την «αλλαγή», αφού μιλήσω και για το δεύτερο μέρος του βιβλίου, δηλαδή τις βιβλιοκρισίες του Γούτα, που μου έδωσαν το ερέθισμα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις. - Θα κλείσω με ένα ερώτημα: Τι προσφέρει αυτή η μελέτη στα γράμματά μας; Μήπως πρόκειται για μια αυτάρεσκη, επαρχιώτικη, διάθεση των Θεσσαλονικιών πεζογράφων να θέλουν να ξεχωρίσουν; Το θέμα έχει τεθεί γενικά για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης, που κάποιοι «εκτός των τειχών» αποκάλεσαν ακόμη και σχολή, κάτι που, βέβαια, δεν αληθεύει. Αυτό που ισχύει είναι ότι από το 1930 περίπου και μέχρι το 1990 η Θεσσαλονίκη υπήρξε ένα πνευματικό / λογοτεχνικό κέντρο που διέφερε σε πολλά από εκείνο της Αθήνας και εξακολουθεί ώς σήμερα να διατηρεί κάποιες διαφορές –έστω και δευτερεύουσες– (τις επισημαίνει και ο Γούτας στα συμπεράσματά του)∙ ότι προπολεμικά η πεζογραφία της Θεσσαλονίκης εισήγανε τον μοντερνισμό στα γράμματά μας και μεταπολεμικά λάνσαρε έναν ανανεωμένο ρεαλισμό κυρίως με συλλογές διηγημάτων, που επηρέασε πολλούς νεότερους πεζογράφους δημιουργώντας παράδοση. Αυτά όλα, κι άλλα πολλά, δεν είναι λόγια του αέρα, αλλά γεγονότα που έχουν τεκμηριωθεί μέσα από τα τέσσερα συνέδρια για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης που διοργάνωσε ο Σφυρίδης για την πεζογραφία (1996), την ποίηση (2001), τα λογοτεχνικά περιοδικά (2005) και την κριτική (2008), στα οποία πήραν μέρος πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, κριτικοί και λογοτέχνες από τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και από άλλες πόλεις. Γι’ αυτό θεωρώ αυτή τη μελέτη του Γούτα σημαντική και είναι κρίμα που δεν υπήρξε και κάποια ανάλογη για τη δεκαετία 1990-2000. - Η δεύτερη εργασία αφορά τον Δραμινό πεζογράφο Βασίλη Τσιαμπούση και παρακολουθεί την «πολιτική και κοινωνική διάσταση» στο έργο του. Πρόκειται για ολοκληρωμένη μελέτη, καθόσον ο Γούτας σχολιάζει τις αλλαγές που πολιτικού και κοινωνικού περιβάλλοντος της Δράμας, όπως αυτές αντικαθρεφτίζονται από βιβλίο σε βιβλίο στα διηγήματα του Τσιαμπούση. Αφορμή για τη συγγραφή της μελέτης αυτής υπήρξε η πρόταση του Σφυρίδη προς τον Γούτα κι εμένα να παρουσιάσουμε το έργο του Τσιαμπούση στο Βαφοπούλειο τον Δεκέμβριο του 2010. Το κείμενο του Γούτα μαζί με το δικό μου, που αφορούσε την εικόνα της «ελληνικής επαρχίας» στο έργο του, αποτέλεσαν το corpus του βιβλίου Ο πεζογράφος Βασίλης Τσιαμπούσης (επιμ. Σ. Σταυρακοπούλου, έκδ. Βαφοπούλειου Πνευματικού Κέντρου, σειρά λογοτεχνικών εκδόσεων αρ. 9, 2010). - Η τρίτη στη σειρά μελέτη έχει τίτλο «Πέντε Θεσσαλονικιές ποιήτριες» που είναι οι εξής: Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Ευτυχία Λουκίδου, Χλόη Κουτσουμπέλη, Μαρία Καρδάτου και Μαρία Αρχιμανδρίτου. Υπάρχει μικρή εισαγωγή, αρκετά κατατοπιστική περιδιάβαση με σχόλια στο έργο της καθεμιάς (με επίκεντρο τις τελευταίες συλλογές ποιημάτων τους), και ολοκληρώνεται με κάποιες παρατηρήσεις που τις στεγάζει κάτω από τον τίτλο «εν κατακλείδι». Τα σχόλια αφορούν είτε τις σχέσεις των ποιητριών αυτών της νεότερης γενιάς –ας την ονομάσουμε έτσι– με παλαιότερες ποιήτριες της Θεσσαλονίκης που άφησαν το στίγμα τους, είτε επισημαίνει συγκλίσεις και αποκλίσεις στο έργο των ποιητριών που παρουσιάζει. Παρόλο που ο Γούτας εμφανίζεται υπερβολικά, ίσως, επαινετικός για το έργο της καθεμιάς, ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να επισημάνει και κάποιες επιφυλάξεις που διατυπώνει με ευγένεια. Μιλώντας π.χ. για το έργο της Κουτσουμπέλη, διαβάζουμε: «Οι άντρες [στα ποιήματά της], συχνά ανάξιοι να εκτιμήσουν τη γυναικεία χάρη και ομορφιά, φαντάζουν άκαμπτοι και μονοδιάστατοι, ενώ οι γυναίκες, ευάλωτες και υποτιμημένες, δεν εισπράττουν αυτό που τους ανήκει στο συνεχές δούναι και λαβείν μαζί τους. Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα (αν μπορούμε να μιλάμε για πραγματικότητα σ’ ένα μονίμως παραμυθένιο, υπερβατικό, σουρεάλ-σκηνικό) πονάει την ποιήτρια – είναι η προσωπική της αλήθεια και την καταθέτει με τόλμη» (σ. 62). - Οι επόμενες δύο εργασίες του έχουν φιλολογικό προσανατολισμό. Στη μια, που αφορά «Το κρεβάτι στη νεοελληνική ποίηση», καταπιάνεται με τα ποιήματα των Καβάφη, Κάλβου, Σολωμού, Παλαμά, Καρυωτάκη, Βαφόπουλου, Σεφέρη, Ελύτη, Αναγνωστάκη, Χριστιανόπουλου και Χρονά. Βρίσκει στίχους στους οποίους υπάρχουν οι λέξεις κρεβάτι (στους Καβάφη, Σολωμό, Παλαμά με δύο β), στρώμα, κλίνη ή ντιβάνι, τους αποθησαυρίζει και σχολιάζει την «ποιότητα» των κρεβατιών: ερωτικά, νεκρικά, μοναχικά, του πόνου, της αναπόλησης, της ήττας και της γύμνωσης. Σχολιάζοντας τα κρεβάτια στην ποίηση των παραπάνω ποιητών, επισημαίνει ταυτόχρονα και κάποιες «σταθερές» των ποιημάτων τους. Θα περιοριστώ σ’ ένα μόνο παράδειγμα από το έργο του Σολωμού. Γράφει: «Η πλειονότητα των κρεβατιών του Σολωμού αναφέρεται στον θάνατο και στον πόνο. Τα κρεβάτια είναι πένθιμα, έρημα, στερνά, και νεκρικά. Ίσως μετά τον Καρυωτάκη – που έπεται, βεβαίως, χρονολογικά του εθνικού μας ποιητή –, ο Σολωμός να είναι ο κατ’ εξοχήν ποιητής των πένθιμων και των νεκρικών κρεβατιών. Βέβαια, στον Καρυωτάκη, ο θανατόφιλος χαρακτήρας των κλινών του ήταν αυτοσκοπός και στάση ζωής, ενώ στον Σολωμό λειτουργούσε συμπληρωματικά ή επεξηγηματικά στην επιλογή των θεμάτων του και στις ιδέες του που μετουσιώνονταν σε στίχους» (σ. 75). - Η άλλη εργασία του, που τιτλοφορείται «Μπιζίμ ΠΑΟΚ», έχει να κάνει με την ποδοσφαιρική ομάδα του ΠΑΟΚ στην ιστορική διαδρομή της και με το πώς αυτή πέρασε σε πεζογραφικά κείμενα παλαιότερων και νεότερων συγγραφέων, κυρίως της Θεσσαλονίκης όπως είναι φυσικό. Το εγχείρημα θυμίζει ανάλογα μελετήματα / ανθολογίες που τις τελευταίες δύο δεκαετίες είδαν το φως της δημοσιότητας. Πρόχειρα μου έρχονται στο νου τα βιβλία: Στα γήπεδα η πόλη αναστενάζει (επιμ. Γιώργου Αναστασιάδη, Θεσσαλονίκη, Ιανός 1999) και Αρχίζει το ματς (επιμ. Γιάννη Χ. Παππά, Αθήνα, Μεταίχμιο 2010). Το κίνητρο, για να γράψει αυτή την εργασία του ο Γούτας, υπήρξε η μεγάλη αγάπη του για τον ΠΑΟΚ, παρ’ όλο που γεννήθηκε και μεγάλωσε στου Χαριλάου, όπου το γήπεδο της αντίπαλης ομάδας του Άρη, με τους κατοίκους όλου σχεδόν του συνοικισμού φανατικούς του οπαδούς, όπως και ο Σφυρίδης που διετέλεσε επί επτά χρόνια (1968-1974) γιατρός του Άρη (αναφέρεται και στη μελέτη, σ. 91). - Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, «Στα βιβλία των άλλων», συγκροτείται, όπως έχω ήδη αναφέρει, από 41 βιβλιοκρισίες, τις οποίες ο Γούτας κατατάσσει ως εξής: Α΄ Ελληνική πεζογραφία (26 βιβλιοκρισίες)∙ Β΄ Ποιητικά βιβλία (5)∙ Γ΄ Ξένη πεζογραφία (7)∙ Δ΄ Δοκίμια-βιβλία κριτικής (4)∙ Ε΄ Λογοτεχνικά περιοδικά (1, το Οδός Πανός). Σε κάθε επιμέρους ενότητα ακολουθεί τη χρονολογική σειρά παράθεσης (με βάση τον χρόνο της δημοσίευσης της κάθε βιβλιοκρισίας σε περιοδικά ή εφημερίδες). Ο αριθμός και η ποικιλία αυτών των βιβλιοκρισιών δεν επιτρέπει φυσικά την αναλυτική τους παρουσίαση (όπως έγινε με τις μελέτες), αλλά μόνο την συναγωγή κάποιων γενικών και ειδικών συμπερασμάτων και παρατηρήσεων. Πάλι, όμως, η φιλολογική μου σκεύη με ωθεί σε μια μικρή έστω παρατήρηση γραμματολογικού τύπου: Στην πρώτη ενότητα έχουμε το κείμενο «Τρεις Βορειοελλαδίτες πεζογράφοι (Τόλης Νικηφόρου, Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, Γιώργος Καρτέρης)», (σελ. 136). Στο κείμενο αυτό έχουμε περιληπτικές βιβλιοκρισίες για τα τελευταία τους βιβλία: Ο δρόμος για την Ουρανούπολη, διηγήματα του πρώτου∙ Το παραμύθι του ύπνου, μυθιστόρημα του δεύτερου∙ και Ερωτευμένος τρομοκράτης, μυθιστόρημα του τρίτου. Πριν, όμως, και μετά από αυτό το κείμενο έχουμε εκτενείς βιβλιοκρισίες για τα εν λόγω βιβλία. Ποιος, επομένως, ο λόγος ύπαρξης του κειμένου αυτού στο corpus των βιβλιοκρισιών; - Έρχομαι τώρα σε κάποιες γενικές παρατηρήσεις. - Τόσο οι μελέτες του βιβλίου όσο και οι βιβλιοκρισίες είναι απόλυτα σαφείς, κατανοητές, απλές αλλά καθόλου απλοϊκές, χωρίς ίχνος «κριτικής» επιτήδευσης ή αυτοπροβολής. Είναι φανερό ότι ο Γούτας στα κριτικά του κείμενα ακολουθεί τον δρόμο που χάραξε ο Σφυρίδης στα δικά του. Έχουμε επομένως να κάνουμε με τη ματιά ενός «επαρκούς αναγνώστη» (όπως ο Σφυρίδης αυτοχαρακτηρίζεται ως κριτικός) κι όχι με τη δογματική γνώμη ενός επηρμένου κριτικού. - Το εύρος των βιβλιοκρισιών ποικίλλει: μικρές, μεσαίας έκτασης, μεγαλύτερες. Γίνεται εύκολα φανερό ότι αυτό οφείλεται στο έντυπο στο οποίο δημοσιεύεται η κάθε βιβλιοκρισία. Άλλα έντυπα βάζουν όρια στον αριθμό των λέξεων για να δημοσιεύσουν το κείμενο, κι άλλα αφήνουν στον κριτικό μεγαλύτερα περιθώρια να μιλήσει για το περιεχόμενο του βιβλίου και να αναπτύξει τις σκέψεις του. - Οι περισσότερες βιβλιοκρισίες του Γούτα έχουν και έναν χαρακτηριστικό υπότιτλο, που ο Γούτας τον παραθέτει ως επικεφαλίδα. Π.χ. στη βιβλιοκρισία για τη νουβέλα του Γιώργου Κάτου Η ορχήστρα της ζωής (Νέα Εγνατία, 2004) διαβάζουμε το «Μια ορχήστρα δίχως σοβαρές παραφωνίες» ή στη συλλογή διηγημάτων του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη Τρεις μνήμες και δύο ζωές (Μεταίχμιο, 2005) το αντίστοιχο «Με τον σουγιά στο κόκαλο». Η τάση αυτή είναι αρκετά διαδεδομένη σε βιβλιοκρισίες που δημοσιεύουν εφημερίδες και ορισμένα περιοδικά, ακόμα και λογοτεχνικά. Φαίνεται, όμως, ότι ο Γούτας αρέσκεται να βρίσκει τέτοια «μότο» που ταιριάζουν με το βιβλίο που παρουσιάζει. - Έρχομαι τώρα σε κάποια ειδικά σχόλια / παρατηρήσεις. Δεν μπόρεσα να επισημάνω σταθερά κριτήρια με βάση τα οποία ο Γούτας επιλέγει και κρίνει τα βιβλία που παρουσιάζει. Παρ’ όλες τις επιφυλάξεις για κάποια στοιχεία των βιβλίων που κρίνει (πάντα διατυπωμένες με σεβασμό και ευγένεια) η όλη εντύπωση που αποκόμισα από τις βιβλιοκρισίες είναι ένα κλίμα αποδοχής και θαυμασμού. Π.χ. στη βιβλιοκρισία για τη συλλογή διηγημάτων Μικρές χαρές (2005) της Μαρίας Κέντρου-Αγαθοπούλου (πρόκειται για 24 μικρές ιστορίες από την καθημερινή ζωή της συγγραφέως, δοσμένες με τη μορφή ενός εξομολογητικού κουβεντιαστού λόγου που μας κερδίζει ) διαβάζουμε ότι τα διηγήματά της είναι: «ζουμερά, περιεκτικά και ευανάγνωστα», ότι μας παραδίδει «απλά μαθήματα οικονομίας του λόγου», μας διδάσκει «το συγγραφικό μέτρο», μας μαθαίνει πως «αίσθημα και λιτή διατύπωση κάλλιστα μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά σε ένα κείμενο» κτλ. (σ. 111). Ωραία, αν αυτά είναι τα κριτήρια που υιοθετεί ο Γούτας για την αξιολόγηση ενός λογοτεχνικού έργου, κριτήρια τα οποία απηχούν τις αισθητικές απόψεις των πεζογράφων του «κύκλου της Διαγωνίου», τότε πώς μπορεί να κρίνεται εξ ίσου σημαντικό ένα βιβλίο που βρίσκεται στον αντίποδα, όπως π.χ. το μυθιστόρημα του Χατζυμωυσιάδη Το παραμύθι του ύπνου (Μεταίχμιο, 2008); Σ’ αυτό ο πρωταγωνιστής που είναι μετεωρολόγος και λέει το δελτίου καιρού σ’ ένα τηλεοπτικό κανάλι, λέει στη μικρή του κόρη ένα παραμύθι κάθε βράδυ για να την πάρει ο ύπνος. Μέσα από αυτά τα παραμύθια διαβάζουμε ότι θίγονται τα εξής θέματα: «η ένδον ξηρασία των σημερινών ανθρώπων, το οικολογικό και περιβαλλοντικό πρόβλημα της εποχής μας, το αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων, η ερωτική ματαίωση, η σαπίλα ενός συστήματος που εστιάζει σε ανούσιες λεπτομέρειες σκορπώντας αφειδώς ανύπαρκτες ελπίδες και ψευδαισθήσεις, αλλά και η φθορά που προκαλεί η εξουσία, και η μεταμόρφωση που υφίστανται οι άνθρωποι όταν η εργασιακή τους καρέκλα ψηλώνει, και από καρέκλα υφισταμένου “προάγεται” σε καρέκλα προϊσταμένου» κτλ. (σ. 140). Κι επειδή, μας πληροφορεί ο Γούτας, αυτά έχουν θιγεί και σε πληθώρα άλλων λογοτεχνικών κειμένων, εκείνο που «μετράει» είναι ο ιδιαίτερος τρόπος γραφής του Χατζημωυσιάδη και το αφηγηματικό του εύρημα να τα χωρέσει όλα αυτά μέσα σ’ ένα παραμύθι. - Απέκλεισα αμέσως μια πρώτη σκέψη ότι ενδεχομένως σε κάποιες από αυτές τις βιβλιοκρισίες υποφώσκει ανταποδοτική πρόθεση, γιατί ο Γούτας διαθέτει ατομικό και συγγραφικό ήθος. Εξ άλλου κανείς από τους νεότερους αυτούς πεζογράφους δεν ασχολείται με την κριτική και δεν έχει πέσει στην αντίληψή μου κάποιο κείμενό τους που να αφορά βιβλίο του Γούτα. Το ίδιο ισχύει και για κριτικές που δημοσίευσε ο Γούτας για βιβλία παλαιοτέρων και καταξιωμένων πλέον πεζογράφων, με εξαίρεση τον Σφυρίδη, που πρώτος παρουσίασε το παρθενικό του βιβλίο, Τα λάφυρα του Αυγούστου (όπως έχει κάνει για όλους τους πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς της Θεσσαλονίκης, στην αξία των οποίων πίστεψε και αγωνίστηκε με ότι μέσα διέθετε κάθε φορά να τους κάνει γνωστούς και να τους καθιερώσει) και δέκα χρόνια αργότερα δημοσίευσε μια δεύτερη κριτική για το αφήγημά του Ενός καφέ μύριοι έπονται, που, όπως μου είπε ο ίδιος ο Σφυρίδης, τον γοήτευσε και μου συνέστησε να το διαβάσω. - Η απορία μου λύθηκε διαβάζοντας ξανά προσεκτικά την βιβλιοκρισία του για το μυθιστόρημα του Χατζημωυσιάδη και ειδικά το μέρος εκείνο στο οποίο αιτιολογεί τον έπαινο για το βιβλίο. Αντιγράφω: «η αφηγηματική πρωτοτυπία του βιβλίου, ο έξυπνος κατακερματισμός του παραμυθιού, το στοιχείο του χιούμορ στις κατάλληλες δόσεις, ο μπαχτινικού τύπου ήρωας της ιστορίας (καρικατούρα και τραγικό πρόσωπο συνάμα) και η μπαχτινικού τύπου δομή της (καρναβαλικό σκηνικό, συγκινησιακό και δραματικό στοιχείο στις σωστές του αναλογίες), η λειτουργική χρήση της αντίθεσης ξηρασία-υγρασία (σε πραγματικό και μεταφορικό επίπεδο), το δίπολο ένδον ξηρασία-περιβαλλοντικό ζήτημα, το ανοιχτό τέλος με τις πολλές εκδοχές του και –ιδίως– η λυτρωτικά τρυφερή απόληξη των δύο τελευταίων σελίδων με το ποιηματάκι της κόρης του αφηγητή να δίνει λύση σε όλα τα αδιέξοδα, πιστεύω πως μας αποζημιώνουν απόλυτα ολοκληρώνοντας την ανάγνωση του κειμένου» (σ. 141). - Διαβάζοντας την παράγραφο αυτή, αποκόμισα την αίσθηση ότι διάβαζα μπροσούρα της θεωρίας του μεταμοντερνισμού που έχει κατακλύσει τις τελευταίες δύο δεκαετίες την παγκόσμια λογοτεχνία. Τι γίνεται, λοιπόν, με τον Γούτα; Κάποιες σκέψεις: ο Γούτας από τη μια μεριά είναι διαποτισμένος από τις αισθητικές αξίες όπως αυτές εκφράστηκαν μέσα από τη Διαγώνιο και στα κριτικά κείμενα του Σφυρίδη, κι από την άλλη, ως κατά μια γενιά νεότερος λογοτέχνης και κριτικός, ενδίδει στις σειρήνες του μεταμοντερνισμού. Με απλά λόγια, προσπαθεί να ισορροπήσει πατώντας σε δύο βάρκες. Κι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στο κριτικό του έργο και στις αναγνωστικές του προτιμήσεις (διάβασε και έγραψε κριτική και για το μυθιστόρημα της Μιριέλ Μπαρμπερί, Η κομψότητα του σκαντζόχοιρου, Σύγχρονοι ορίζοντες, 2008, ένα παγκόσμιο μπεστ-σέλερ που παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με το μυθιστόρημα του Χατζημωυσιάδη), αλλά και στο πρωτότυπο πεζογραφικό του έργο, κάτι που ο ίδιος παραδέχεται. Στη μελέτη του για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης αυτοπροσδιορίζεται ως εξής: «Ο Γ., στα δύο πρώτα και στο τελευταίο του βιβλίο, επηρεάστηκε κυρίως από τους λογοτέχνες της Διαγωνίου και εντάσσεται στην παράδοση της Θεσσαλονίκης. Καταφεύγει εν τούτοις συνειδητά και στη σεναριακού τύπου πεζογραφία (πολυφωνικό μυθιστόρημα), δοκιμάζοντας τις ικανότητές του στη μεγάλη φόρμα» (σ. 30). Βέβαια, έρχεται κάποια στιγμή η ώρα –για τον καθένα μας– που πρέπει να αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θ’ αφήσουμε. - Εν κατακλείδι: Το βιβλίο του Γούτα, Διεισδύσεις στα βιβλία των άλλων, είναι πολύτιμη συνεισφορά όχι μόνο για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης και της βόρειας Ελλάδας, αλλά γενικότερα για γράμματά μας, γιατί η λογοτεχνία αυτή αποτελεί μέρος της εθνικής μας γραμματείας. Επιπλέον θέτει ζητήματα αισθητικής φύσεως για τον ποιο δρόμο παίρνει –ή πρέπει να πάρει– η λογοτεχνία και η κριτική από δω και πέρα. Τέλος, ένα μεγάλο εύγε στον Βασίλη Τομανά, ο οποίος σε περίοδο οικονομικής κρίσης εκδίδει τέτοια βιβλία. - Σωτηρία Σταυρακοπούλου (κείμενο που διαβάστηκε στην παρουσίαση του βιβλίου του Π. Γούτα στην 9η Διεθνή έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (Μάιος 2012) και δημοσιεύτηκε ως κριτική στο περιοδικό διοδος 66100 (τεύχ. 5, Φεβρουάριος 2013).
978-960-9488-15-0
|

|
ΑΡΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ
ΚΥΡΙΑΖΗΣ (ΖΗΖΟΣ) ΧΑΡΑΤΣΑΡΗΣ.
ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΤΗΣ ΣΑΛΟΝΙΚΙΩΤΙΚΗΣ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ
έκδοση εκτός εμπορίου
διατίθεται από τον συγγραφέα
τηλ. 23920-62271
978-960-9488-13-6
|
|
Μαρία Ιατρού,
Ο ΣΩΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ
Η Μαρία Ιατρού γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1957. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Α. Π. Θ., από όπου έλαβε και το διδακτορικό της δίπλωμα υποβάλλοντας μια μονογραφία για τις διακειμενικές σχέσεις της ποιητικής συλλογής Η Εποχή των ισχνών αγελάδων του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Στα αυτόνομα δημοσιεύματά της ακόμη περιλαμβάνονται μια ανθολογία της ποίησης του Γιώργου Σαραντάρη με εισαγωγή για την υποδοχή του από τη λογοτεχνική κριτική και μια μονογραφία για το θέμα του ονείρου σε επιλεγμένα ποιήματα από τον Σολωμό έως τον Εμπειρίκο. Από το 2009 υπηρετεί ως επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Α. Π. Θ.
Στο «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου» ένας νέος δολοφονείται από παρανόηση, επειδή μοιάζει καταπληκτικά με κάποιον άλλο. Ο φόνος αναπαράγεται κατοπτρικά στο τέλος της ιστορίας, πάλι βασισμένος σε παρανόηση. Πριν από τον φόνο αυτόν, ανάλογοι φόνοι (ή κατ' επίφαση φόνοι) διαπράττονται κατά συρροή σε άλλους τόπους, σε άλλα, ξενόγλωσσα κείμενα, σε συνδυασμό με ανάλογες παρεξηγήσεις, αντικαταστάσεις προσώπων, διχασμούς προσωπικοτήτων, κλεμμένες σκιές και χαμένα είδωλα. Όλος αυτός ο φασματικός κόσμος των αναδιπλασιασμών -εκτόνωση του άγχους που προκαλεί η επέλαση του βιομηχανικού εφιάλτη αλλά και η ανακάλυψη του ασυνείδητου- συνυπάρχει στις περισσότερες περιπτώσεις με τον θάνατο. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι και τα έξι διηγήματα του Βιζυηνού είναι μελέτες θανάτου, με εστίαση κάθε φορά σε διαφορετική δεσπόζουσα. Ακόμα και το «Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως», όπου κανείς δεν πεθαίνει βιολογικά, υπαινίσσεται έναν συναισθηματικό θάνατο. Το συγκεκριμένο διήγημα, πάντως, ακολουθεί στερεοτυπικά τη σχετική παράδοση, υποβάλλοντάς την ταυτόχρονα σε επανεξέταση υπό την πίεση του ρεαλιστικού αιτήματος του καιρού του. Υπ' αυτές τις συνθήκες το θέμα του σωσία αξιοποιείται επιπλέον ως όργανο διερεύνησης του σπουδαιότερου (κατά πολλούς, του μοναδικού) θέματος της λογοτεχνίας, του θανάτου, ως ρητορικό στρατήγημα για την άρθρωση του ανείπωτου.
978-960-9488-11-2
|

|
ΛΙΟΥΙΣ ΜΑΜΦΟΡΝΤ,
Η Ουτοπία, οι δαίμονες της ψυχής και η προοπτική του ανθρώπου
Τα τέσσερα κείμενα που συγκεντρώσαμε εδώ είναι από τα τελευταία χρόνια της ζωής του αμερικανού οικουμενικού στοχαστή Λιούις Μάμφορντ (1895-1990), που τα κυριότερα έργα του είναι:
Η ιστορία των ουτοπιών
Τέχνη και τεχνική
Οι μεταμορφώσεις του ανθρώπου
και το δίτομο κύκνειο άσμα του Ο μύθος της μηχανής
(Α΄ Τεχνική και ανάπτυξη του ανθρώπου, Β΄ Το Πεντάγωνο της ισχύος).
Το πρώτο δημοσιεύθηκε το 1962 ως Νέος Πρόλογος στο βιβλίο του Η ιστορία των ουτοπιών και μιλάει για τα συναισθήματα που ένιωσε και τις σκέψεις που έκανε μελετώντας τις ουτοπίες.
Το δεύτερο πραγματεύεται τους δύο βασικούς ανατόμους της ανθρώπινης ψυχής, τον Ζίγκμουντ Φρόυντ και τον Καρλ Γιουνγκ, που οι δρόμοι τους κάποτε ενώθηκαν και κατόπιν οριστικά χώρισαν.
Στο τρίτο και στο τέταρτο κείμενο εκθέτει τις απόψεις του για τις προοπτικές που ανοίγονται στον άνθρωπο, έτσι όπως έχει οργανώσει τη ζωή του στον πολιτισμό μας.
978-960-9488-02-0
|

|
Εισαγωγή - Επιμέλεια: Μάριος Α. Πουρκός & Ελένη Κατσαρού
ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ:
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ,
ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΓΝΩΣΗ
Τα 35 κεφάλαια του συλλογικού βιβλίου αποτελούν μια εισαγωγή στη σύγχρονη θεωρία και έρευνα σχετικά με τα ζητήματα του βιώματος, της μεταφοράς και της πολυτροπικότητας (η μίξη ή η οργανική σύνθεση πολλών τρόπων, όπως των λέξεων με τον ήχο και τη μουσική, με την ακίνητη και την κινούμενη εικόνα κ.ά.). Ταυτόχρονα, γίνεται μια προσπάθεια πλαισιοθέτησης αυτών των εννοιών στο ευρύτερο πλαίσιο των κοινωνικών, πολιτικών, πολιτισμικών και τεχνολογικών αλλαγών που λαμβάνουν χώρα στη σύγχρονη κοινωνία. Συζητώντας κριτικά τους περιορισμούς των παραδοσιακών πλέον μονοτροπικών κειμένων (που βασίζονται αποκλειστικά στον γραπτό λόγο), το βιβλίο αποσκοπεί ν' αναπτύξει ένα βασικό πλαίσιο προβληματισμού και διαλόγου σχετικά με τις δυνατότητες, τα όρια, τις προσεγγίσεις και τις εφαρμογές του βιώματος, της μεταφοράς και της πολυτροπικότητας στις διαδικασίες επικοινωνίας, εκπαίδευσης, μάθησης και γνώσης. Το βιβλίο ενημερώνει τον αναγνώστη και σχετικά με το εύρος της έρευνας που γίνεται σήμερα για τους «νέους γραμματισμούς» ή «πολυγραμματισμούς» και για τη νέα στροφή ή παράδειγμα που αναπτύσσεται σ' αυτό το πεδίο. Ευαισθητοποιεί, επίσης, τον αναγνώστη απέναντι στις εφαρμογές και τη σημασία ή σπουδαιότητα που έχουν οι έννοιες του βιώματος, της μεταφοράς και της πολυτροπικότητας στις επιστήμες της αγωγής, την Ψυχολογία, την επιστημολογία, την μεθοδολογία, την τέχνη (λογοτεχνία, ζωγραφική, μουσική, θέατρο, κινηματογράφο, αρχιτεκτονική κ.ά.), τη διαφήμιση, τις εναλλακτικές ψυχοπαιδαγωγικές προσεγγίσεις στα Μ.Μ.Ε. και στις νέες τεχνολογίες της πληροφορίας και επικοινωνίας.
Το βιβλίο μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και νέους ερευνητές.
Συγγραφείς του τόμου:
Βασίλης Αλεξίου - Αναστασία Αλευριάδου - Λίνα Π. Βαλσαμίδου - Ιφιγένεια Βαμβακίδου - Ελευθέριος Βεκρής - Βασιλική Βέμη - Αθηνά Γελαδάρη - Μαρία Γιαννουδάκη - Σοφία Γκόρια - Νικόλαος Γραίκος - Μανόλης Δαφέρμος - Μαρίνα Δεδούλη - Παρασκευή Δεληκάρη - Κατερίνα Δημητριάδου - Πιπίνη Ελευθερίου - Μαρία Θεοδωρακάκου - Θεοδώρα Κάββουρα-Σισσούρα - Παναγιώτης Α. Κανελλόπουλος - Παναγιώτα Καραγιάννη - Ηλίας Καρασαββίδης - Ελένη Κατσαρού - Μαρία Κεραμυδά - Σπύρος Κιοσσές - Μαριάννα Κονδύλη - Δημήτρης Κουτσογιάννης - Βασιλική Κουτσουσίμου-Τσίνογλου - Αργύρης Κυρίδης - Ιωάννης Μαρμαρινός - Αικατερίνη Μιχαλοπούλου - Δημήτριος Μπέσσας - Αλέξης Μπράιλας - Λίζα Παΐζη - Μαρία Παπαδοπούλου - Γιώργος Παπακωνσταντίνου - Μαρίτα Παπαρούση - Άννα Παρασκευαϊδη - Σπύρος Πετρίτης - Δημήτρης Προύσαλης - Μάριος A. Πουρκός - Εύη Σαμσαρέλου - Brett M. Smith - Andrew C. Sparkes - Δέσποινα Σταματοπούλου - Αναστασία Γ. Στάμου - Kazuyuki Takata - Κοσμάς Τουλούμης - Μαρία Τρoύλλου - Τασούλα Τσιλιμένη - Άννα Φτερνιάτη - Σωφρόνης Χατζησαββίδης.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
εισαγωγή
ΜΕΡΟΣ Ι
ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
1. ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ: ΜΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ, ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ (Μάριος Α. Πουρκός)
2. Η ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΓΓΡΑΜΜΑΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΩΣ ΠΡΟΪΟΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΤΟΥ ΒΙΩΜΑΤΟΣ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΜΟΡΦΗ ΛΟΓΟΥ (Σωφρόνης Χατζησαββίδης)
3. ΔΥΝΗΤΙΚΑ ΒΙΩΜΑΤΑ ΣΤΙΣ ΔΥΝΗΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ: ΒΙΩΜΑΤΑ ΣΤΟ FACEBOOK vs. ΒΙΩΜΑΤΑ ΣΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΚΟΣΜΟ (Αλέξης Μπράιλας)
ΜΕΡΟΣ ΙΙ
ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ:
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
4. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ, ΕΥΡΕΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΚΗ-ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ (Μάριος Α. Πουρκός)
5. ΟΠΤΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΩΝ ΜΗ-ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ (Δέσποινα Σταματοπούλου)
6. ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ (Βασίλης Αλεξίου & Παναγιώτα Καραγιάννη)
7. ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ: ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μανόλης Δαφέρμος)
8. METAPHOR AND ITS CONNECTIONS IN THE NARRATIVE RECONSTRUCTION OF BODY-SELVES FOLLOWING DISRUPTIVE LIFE-CHANGING EVENTS (Andrew C. Sparkes & Brett Smith)
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ
ΒΙΩΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ-ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ
ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ
.9
H ΟΝΟΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΕ ΜΑΘΗΤΙΚΑ ΓΡΑΠΤΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ (Λίζα Παϊζη & Μαριάννα Κονδύλη)
10. GRAMMATICAL COMPETENCE OF NON-NATIVE SPEAKERS IN EMPLOYMENT INTERVIEWS (Kazuyuki Takata)
ΜΕΡΟΣ ΙV
ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
11. ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: ΑΞΙΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ (Κ. ΔΗΜΟΥΛΑ, «ΜΟΝΤΑΖ») (Μαρίτα Παπαρούση, Τασούλα Τσιλιμένη & Σπύρος Κιοσσές)
12. ΤΟ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΑΣ ΣΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ «Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ»: ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ (Παρασκευή Δεληκάρη)
13. ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΡΟΜΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΒΙΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑΣ (Σπύρος Πετρίτης)
14. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ: ΜΙΑ ΔΙΑΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΦΗΓΗΤΗ-ΠΑΡΑΜΥΘΑ (Δημήτρης Προύσαλης)
15. ΘΡΑΥΣΜΑΤΑ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΩΝ ΒΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ, ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΙΣΙΩΣΗ - ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΠΑΝΩ ΣΕ ΕΝΑ ΜΟΥΣΙΚΟ-ΟΠΤΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ (Παναγιώτης Α. Κανελλόπουλος & Γιώργος Παπακωνσταντίνου)
ΜΕΡΟΣ V
ΤΟ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, ΙΧΝΟΓΡΑΦΗΜΑ)
ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
16. ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΦΥΛΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ (Μαρία Τρούλλου & Δημήτριος Μπέσσας)
17.
«ΖΩΓΡΑΦΙΣΕ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ»: ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΙΧΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ (Αναστασία Γ. Στάμου, Αναστασία Αλευριάδου & Πιπίνη Ελευθερίου)
18. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΕΛΛΟΝΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ - ΟΠΩΣ ΑΝΑΔΥΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ (ΠΡΟΒΟΛΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟ) (Μαρίνα Δεδούλη)
ΜΕΡΟΣ VI
ΒΙΩΜΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ, ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ KAI ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΕΝΤΥΠΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ
19. ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΑ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΛΟΓΟΥ (Βασιλική Κουτσουσίμου-Τσίνογλου & Μαρία Παπαδοπούλου)
20. ΤΙΤΛΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ: ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΥΠΟΝΟΗΜΑΤΑ (Μαρία Γιαννουδάκη)
21.
Η ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟΥΣ ΤΙΤΛΟΥΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ (Λίνα Π. Βαλσαμίδου, Αργύρης Κυρίδης & Ιφιγένεια Βαμβακίδου)
ΜΕΡΟΣ VII
ΠΟΛΥΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ:
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ
22.
ΠΟΛΥΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ: ΔΥΟ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΑΓΩΓΕΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ (Ελένη Κατσαρού)
23.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΜΑΘΗΤΙΚΟΥ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Νικόλαος Γραίκος)
24. ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΧΑΡΤΩΝ (Σοφία Γκόρια & Μαρία Παπαδοπούλου)
25. ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ-ΔΡΑΣΗ: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΜΙΑΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Κατερίνα Δημητριάδου & Αθηνά Γελαδάρη)
26. «ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ» ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ - ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΡΓΩΝ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ (Αικατερίνη Μιχαλοπούλου)
27. ΜΙΑ ΜΟΥΣΕΙΟΣΚΕΥΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ: ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ (Ευανθία Σαμσαρέλου & Βασιλική Βέμη)
28. Ο ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ (Κοσμάς Τουλούμης)
29. ΠΤΥΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΝΟΣ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΥ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Ηλίας Καρασαββίδης & Μαρία Θεοδωρακάκου)
ΜΕΡΟΣ VIII
Η ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ
30. ΛΟΓΟΙ, ΜΑΚΡΟΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΛΑΙΣΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ν.ε. ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (Δημήτρης Κουτσογιάννης)
31.
Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΣΤΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ, ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ (Λευτέρης Βεκρής)
32. Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (Άννα Παρασκευαΐδη)
33. ΤΑ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ Η ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Άννα Φτερνιάτη)
34. ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΚΕΨΗ (Βασιλική Θεοδώρα Κάβουρα-Σίσσουρα)
35. ΤΑ Μ.Μ.Ε. ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΝ Α΄ ΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΟΤΗΤΑ (Μαρία Κεραμυδά & Αργύρης Κυρίδης)
978-960-9488-06-8
|

|
Ζακ Ελλύλ,
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ
Ο γάλλος στοχαστής Ζακ Ελλύλ (1912-1994) είναι γνωστός για το έργο του, που πραγματεύεται την τεχνική (τεχνολογία) και την καθοριστική της επιρροή στον σύγχρονο κόσμο.
Αυτό είναι το τέταρτο βιβλίο του που εκδίδεται από τις «Νησίδες». Προηγήθηκαν:
Οι διάδοχοι του Μαρξ
Μεταμόρφωση του αστού
Αναρχία και χριστιανισμός.
Εδώ πραγματεύεται το ζήτημα της πολιτικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου (δηλαδή, τη σχέση του με την πολιτική: συμμετέχει ή όχι, πιστεύει σ' αυτήν ή όχι κτλ.). Επεκτείνεται και εξετάζει κατά πόσον η πολιτική μπορεί να δώσει λύση στα προβλήματά μας. Μελετά το σύγχρονο κράτος, έναν γραφειοκρατικό οργανισμό που λειτουργεί με ιδιαίτερο τρόπο και εν μέρει μόνο επηρεάζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και τις εντολές της. Προσπαθεί να εξηγήσει γιατί και πώς γίνεται αυτό.
Επιχειρεί να περιγράψει τη θέση του ανθρώπου σήμερα μέσα σε μια πραγματικότητα που καθορίζεται από τη μεγάλη διόγκωση του κρατικού μηχανισμού, αλλά και από τη διεθνοποίηση των οικονομικών φαινομένων. Και, βέβαια, από τον καθοριστικό ρόλο της τεχνικής (τεχνολογίας).
978-960-8263-95-6
|

|
Κώστας Ν. Στρατηλάτης,
Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΑΝΤ ΣΗΜΕΡΑ.
ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Οι σχέσεις κυριαρχίας που εγκαθιδρύονται στο πλαίσιο των αστικών θεσμών εγγυώνται, βέβαια, ότι αυτοί δεν πρόκειται να καταρρεύσουν με την πρώτη διανεμητική αστοχία τους. Ωστόσο, όταν η κυριαρχία λάβει τον χαρακτήρα άκριτης επιβολής, όπως συμβαίνει σήμερα, όταν δηλαδή οι θεσμοί παύουν να ευνοούν σχέσεις δικαιικής αμοιβαιότητας και στηρίζονται πλέον αποκλειστικά στην κάθετη ιεραρχική σχέση μεταξύ κυβερνώντων και υπηκόων, τότε τίποτα δεν μπορεί ν' αποκλείσει ενεργοποίηση της οικονομικής αντινομίας του δικαίου, όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων που λανθάνουν σ' αυτήν και, τελικά, δυναμική επανεμφάνιση της συντακτικής εξουσίας. Σε τέτοιες συνθήκες, η ρητορική επίκληση του κοινωνικού συμβολαίου ή και της λαϊκής κυριαρχίας εκ μέρους των κυβερνώντων δεν είναι αρκετή για ν' αναστείλει τη θεμελιακή κίνηση θεσμικής ανασυγκρότησης, το έργο της συντακτικής εξουσίας.
Στο ανά χείρας έργο ο Κώστας Ν. Στρατηλάτης επιχειρεί ν' ανασκευάσει σειρά διαδεδομένων αλλά εσφαλμένων πεποιθήσεων σχετικά με την πολιτική σκέψη του σημαντικότερου ίσως φιλοσόφου του Διαφωτισμού, του Ιμμάνουελ Καντ. Εστιάζοντας στα πολιτικά δοκίμια του Καντ, ο συγγραφέας αμφισβητεί τον κομβικό χαρακτήρα εννοιών όπως το «κοινωνικό συμβόλαιο» και τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Τα θεμέλια του δικαίου και της πολιτείας εντοπίζονται σε σειρά επιχειρημάτων και αρχών, όπως η καταστατική διασύνδεση μεταξύ δικαίου και καταναγκασμού, η «βασική αντινομία του δικαίου» και η «βιοτική ανεξαρτησία» του πολίτη, των οποίων συνδετικός ιστός είναι το ιστορικό φορτίο και το κοινωνικό ενδιαφέρον των «πρώτων αρχών» του έλλογου δικαίου. Μ' αυτόν τον τρόπο, ο συγγραφέας επιχειρεί να εντοπίσει τις ιστορικο-φιλοσοφικές διόδους που οδηγούν στο έργο του Χέγκελ και στην κριτική της αστικής πολιτικής οικονομίας εκ μέρους του Μαρξ. Οι ερμηνείες του έργου του Καντ δεν προσανατολίζονται σε αποκάλυψη του αυθεντικού νοήματος του κειμένου (διότι, κατά πεποίθηση του συγγραφέα, η αυθεντικότητα της ερμηνείας συνιστά υπόθεση απλώς επιστημική, επικίνδυνη όταν καθίσταται δόγμα και αυτοσκοπός). Κύρια μέριμνα του συγγραφέα είναι να ρίξει φως σε παραμελημένες πτυχές της καντιανής πολιτικής θεωρίας, με το βλέμμα στραμμένο στις ιδεολογικο-πολιτικές περιστάσεις της δικής μας εποχής και στα διάφορα ιδεολογήματα που την διατρέχουν, όπως της «συναίνεσης» ή του «τέλους της ιστορίας».
Ο Κώστας Ν. Στρατηλάτης γεννήθηκε στο Παγγαίο Καβάλας το 1976. Σπούδασε νομικά και πολιτική θεωρία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο London School of Economics and Political Science. Είναι διδάκτωρ συνταγματικού δικαίου του Τμήματος Νομικής του Α.Π.Θ. και έχει δημοσιεύσει μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά, ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα. Από τις εκδόσεις Σάκκουλα κυκλοφορεί το έργο του Συντάσσοντας το δικαίωμα στη δημόσια ηλεκτρονική επικοινωνία: Μαζική Επικοινωνία, Ελευθερία και Δημοκρατία στην Πληροφοριακή Εποχή (Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2006). Τα τελευταία χρόνια έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον του σε ζητήματα πολιτειολογίας, φιλοσοφίας του δικαίου και ιστορίας των ιδεών.
978-960-9488-04-4
|

|
Δημήτρης Κόκορης,
«ΛΟΓΟΣ ΓΥΜΝΟΣ»
Εισαγωγή στο έργο του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Ο Δημήτρης Κόκορης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1963. Από το 1991 ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε φιλολογία και ειδικεύτηκε στη μελέτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας (δ.φ.). Ως ειδικός επιστήμονας των Τμημάτων Φιλοσοφίας - Παιδαγωγικής και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης δίδαξε επί σειρά ετών νεοελληνική φιλολογία. Συμμετέσχε ως εισηγητής σε επιστημονικά συνέδρια και έχει δημοσιεύσει μελετήματα και βιβλιοκρισίες. Βιβλία του : Όψεις των σχέσεων της Αριστεράς με τη λογοτεχνία στο Μεσοπόλεμο, 1927-1936 (Πάτρα, Αχαϊκές Εκδόσεις, 1999), εισαγωγή και επιλογή κειμένων του τόμου Για τον Χριστιανόπουλο. Κριτικά κείμενα για την ποίησή του (Λευκωσία, Εκδόσεις Αιγαίον, 2003), «Μια φωτιά. Η ποίηση». Σχόλια στο έργο του Γιάννη Ρίτσου (Αθήνα, Εκδόσεις Σοκόλη, 2003), Ποιητικός ρυθμός. Παραδοσιακή και νεωτερική έκφραση (Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Νησίδες, 2006), Μεταφρασμένη ποίηση. Διδακτικές και κριτικές προτάσεις (Θεσσαλονίκη, Εργαστήριο Συγκριτικής Γραμματολογίας του Α.Π.Θ. και Εκδόσεις Σφακιανάκη, 2007), εισαγωγή και επιλογή κριτικών κειμένων του τόμου Εισαγωγή στην ποίηση του Ρίτσου (Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2009).
Το εκτόπισμα της λογοτεχνικής και, γενικότερα, πνευματικής παρουσίας του Ντίνου Χριστιανόπουλου στο μεταπολεμικό πολιτισμικό πεδίο είναι μεγάλο: ο Χριστιανόπουλος υπήρξε από τους πρωτεργάτες του ποιητικού ρεαλισμού, προσέχτηκε ως πεζογράφος, ως κριτικός και ως φιλόλογος, οι εικαστικές τέχνες και η μουσική δεν εξοβελίστηκαν από την άλω της δραστηριότητάς του και, επιπρόσθετα, η Διαγώνιος -το περιοδικό που εξέδιδε και διηύθυνε από το 1958 έως το 1983- διαμόρφωνε αλλά και καθρέφτιζε σημαντικές καλλιτεχνικές προτάσεις και εξελίξεις, ενώ υπήρξε χώρος έκφρασης και φυτώριο άνθισης ποιητών, πεζογράφων, κριτικών και φιλολόγων. Η όλη πορεία του Χριστιανόπουλου υποβάλλει και μία συγκεκριμένη καλλιτεχνική και ιδεολογική πρακτική που βαθμιαία διαμορφώθηκε σε βιοθεωρία: εκδίωξη της λογοτεχνικής πόζας, επιδίωξη της έσχατης λεκτικής λιτότητας ως απεικάσματος της απλότητας σε κάθε πτυχή του βίου, προσπάθεια για ψηλάφηση του βιωματικού πυρήνα, αγάπη για το λαϊκό, το αφτιασίδωτο και γνήσιο, τόσο ως εν δυνάμει καλλιτεχνική μορφή όσο και ως ιδεολογικό περιεχόμενο. «Λόγος γυμνός», λοιπόν, υποβλητικός και δραστικός, δηκτικός, σαρκαστικός και ενίοτε αυτοσαρκαστικός, που διερευνά απογυμνωμένος το βίωμα και δεν χαρίζεται σε κανέναν, γι' αυτό και μερικές φορές πέφτει στην υπερβολή ή και στην αδικία. Ο απογυμνωμένος από κάθε λογής στολίσματα λόγος θεωρείται αρετή και τόλμη από τον Χριστιανόπουλο. δεν είναι τυχαίο ότι η έκφραση «λόγος γυμνός» αντλήθηκε από το κριτικό του δοκίμιο για την ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη, στο οποίο ο απογυμνωμένος, ειλικρινής και δραστικός λόγος του ποιητικού ρεαλισμού θεωρείται «κουβέντα ανθρώπινη [.] απόπειρα να πούμε αυτό που μας καίει, να εκφράσουμε τον καημό που μας τρώει».
Δεν μου αρέσει ιδιαίτερα η θεωρητική πλευρά της ζωής -και της λογοτεχνίας ακόμη λιγότερο. Ελάχιστες είναι οι φορές -το ομολογώ- που κάποιο φιλολογικό βιβλίο ή μελέτη με έχει συγκινήσει ή έστω με έχει βοηθήσει να κατανοήσω καλύτερα ή βαθύτερα ένα λογοτεχνικό έργο. Για ποιο λόγο λοιπόν γράφω για ένα βιβλίο που μας εισάγει στο έργο ενός ποιητή; Ο λόγος είναι πρώτα απ' όλα ο ποιητής...
Υπάρχουν ποιητές που μας αρέσουν. Και υπάρχουν ποιητές που ριζώνουν μέσα μας και τα λόγια τους ζυμώνονται με τη ζωή μας. Για μένα αυτός ο ποιητής είναι ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Το ομολογώ κι αυτό: όλο και λιγότερο διαβάζω ποίηση όσο περνούν τα χρόνια. Όπως και με τη μουσική, έχω τους δικούς μου ήρωες, δύσκολα ψάχνω για καινούργιους. Προτιμώ να διαβάζω αυτούς που αγαπάω περισσότερο και παρακολουθώ, είναι σχεδόν εμμονή, ό,τι έχει σχέση με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο. Έτσι λοιπόν, καταλήγω επιτέλους, δεν μπορούσα να μην διαβάσω το βιβλίο του Δημήτρη Κόκορη «Λόγος γυμνός», που είναι μια εισαγωγή στο έργο του ποιητή Χριστιανόπουλου -και κάτι πολύ περισσότερο, θα πρόσθετα ευθύς εξ αρχής. Είναι ένα έξοχο βιβλίο που φωτίζει κάθε πλευρά του έργου του Ντίνου Χριστιανόπουλου ξεκινώντας από τα βασικά (βιογραφία, εργογραφία, λογοτεχνική πορεία) και περνάει σε πιο αναλυτική παρουσίαση των εκδόσεων των ποιημάτων του, που έχουν υποστεί από τον ίδιο τον ποιητή αλλαγές, αφαιρέσεις, ενοποιήσεις, αναθεωρήσεις και συμπληρώματα. Εκεί θα διαβάσουμε, για να πάρετε μια ιδέα, ανάμεσα στα άλλα, και την πρώτη κριτική στον 19χρονο ποιητή (για την συλλογή του, Η εποχή των ισχνών αγελάδων, του 1950) γραμμένη από τον 25χρονο και καταδικασμένο τότε σε θάνατο, έγκλειστο στις φυλακές Επταπυργίου, Μανόλη Αναγνωστάκη. Πέρα όμως από το ποιητικό έργο του Χριστιανόπουλου, που μπορούμε να παρακολουθήσουμε μέσα από το βιβλίο, η εξαιρετική εργασία του Δ. Κόκορη ασχολείται και με τις μεταφράσεις του ποιητή, με τα κριτικά του σημειώματα, τις φιλολογικές του μελέτες, με την πολύ σημαντική σχέση που είχε το έργο του με τη μουσική και το τραγούδι και φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στο περιοδικό «Διαγώνιος», μια καλλιτεχνική φωλιά που σφράγισε την πνευματική ζωή της Θεσσαλονίκης για περισσότερα από 25 χρόνια.
Αυτά περιέχει το βιβλίο, πολύ επιγραμματικά. Η ουσία της προσφοράς του όμως βρίσκεται πέρα από τη συγκεκριμένη θεματική, απαραίτητη σε όποιον θέλει να γνωρίσει το έργο του Χριστιανόπουλου. Η ουσία είναι ότι με λόγια απλά, με ειλικρίνεια, με αγάπη και με απίστευτη δουλειά, εννοείται, ο Δημήτρης Κόκορης, σχηματίζει το πολύχρωμο και πολύτροπο παζλ του έργου ενός από τους σημαντικότερους εν ζωή πνευματικούς ανθρώπους που διαθέτουμε ως χώρα. Χωρίς να καταφεύγει σε εντυπωσιασμούς, χωρίς να παρεκκλίνει περιγράφοντας ή ακόμη περισσότερο να εμπλέκεται σε, φιλολογικές διαμάχες, λογοτεχνικές εχθροπραξίες και αφορισμούς (που, δόξα τω Θεώ, δεν έλειψαν ποτέ από τη ζωή και το έργο του Ντίνου Χριστιανόπουλου) στοχεύει μόνο στο να μεταδώσει τη γνώση που έχει αποκτήσει μελετώντας σε βάθος την ποιητική του Χριστιανόπουλου. Γι' αυτό και το βιβλίο του σε παίρνει από το χέρι, σου μιλάει απλά και όμορφα (πετυχαίνοντας το σχεδόν ακατόρθωτο για μια τέτοιου είδους σύνθετη εργασία: να είναι όχι μόνο ευκολοδιάβαστη αλλά συναρπαστική) για το έργο ενός μεγάλου ποιητή και σε κάνει να καταλάβεις για ποιους ακριβώς λόγους είναι τόσο σημαντικός. Λόγος γυμνός, ονομάζεται το βιβλίο, και, όπως εξηγεί στην εισαγωγή του ο συγγραφέας, ο τίτλος αποδίδει όλη την πορεία του Χριστιανόπουλου που διαμορφώθηκε σε βιοθεωρία που την χαρακτηρίζουν: «.εκδίωξη της λογοτεχνικής πόζας, επιδίωξη της έσχατης λεκτικής λιτότητας, (.) αγάπη για το λαϊκό, το αφτιασίδωτο, το γνήσιο». Ε, σε αυτές ακριβώς τις μεγάλες αρετές που χαρακτηρίζουν τον ποιητή βασίστηκε και η πορεία του Δ. Κόκορη στην ιχνηλάτηση της ποιητικής του Χριστιανόπουλου. Γι' αυτό και με ανάγκασε, για πρώτη και τελευταία μάλλον φορά, να γράψω για ένα βιβλίο που ασχολείται με την φιλολογική πλευρά της ποίησης.
Γρηγόρης Παπαδογιάννης
Σπανίως διαβάζω επιστημονικές μελέτες με λογοτεχνικές αξιώσεις και ακόμη σπανιότερα (για να μην πω «ποτέ») διαβάζω μελετήματα με σοφά οργανωμένες ρυθμικές θεματικές επαναλήψεις, όπως το leit-motif της όπερας. Τι εννοώ: εγκιβωτισμένα στο απόλυτης (μη παρεκκλίνουσας) μεθοδολογίας κείμενο είναι συμπερασματικά χωρία που επαναλαμβάνονται σχεδόν αυτούσια από κεφάλαιο σε κεφάλαιο (αν όχι και στο ίδιο κεφάλαιο). Σαν να προσπαθεί ο συγγραφέας του πονήματος να μας πείσει για την αμεροληψία του ή να συμπαρασύρει τον αναγνώστη στον ενθουσιασμό του για τον μελετώμενο λογοτέχνη. Και το επιτυγχάνει, αφού δεν πρόκειται απλώς για μια εισαγωγή στο έργο ενός από τους σημαντικότερους ζώντες ποιητές, αλλά αποτελεί και φόρο τιμής σε έναν αυθεντικό άνθρωπο, πράξη αγάπης που απευθύνεται -όχι μόνο στον πρωτότυπο δημιουργό, αλλά και- στον γοητευτικό «συνολικό» καλλιτέχνη, που αντιμετωπίζει την ίδια τη ζωή του ως έργο Τέχνης (Gesamtkunstwerk) και κατέχει τον τρόπο να μπαίνει στις καρδιές των αγνών, απλών ανθρώπων, είτε μέσα από τα λακωνικά, καίρια ποιήματά του είτε μέσα από τα ρεαλιστικής καθαρότητας μικρά πεζά του είτε ακόμα και με τους στίχους του που μελοποιήθηκαν (κάποιοι από τον ίδιον) είτε με τα δοκίμια, με τις βιβλιοκριτικές, με τις φιλολογικές μελέτες, με τις συνεντεύξεις του, με την όλη παρουσία του σε αυτό που λέμε πνευματική ζωή αυτού του πολύπαθου τόπου. Εχει πολύ συναίσθημα ο στοχασμός του Ντίνου Χριστιανόπουλου, ενός αμιγώς (;) αυτοβιογραφικού και αυτοβιογραφούμενου λογοτέχνη. Ετσι, και ο μελετητής, που τον γνωρίζει (ως φαίνεται) εκ του σύνεγγυς, παρασύρεται κι αυτός και μιλάει «με το χέρι στην καρδιά», χωρίς την αποστασιοποιημένη ψυχρότητα των καθεστωτικών (και κατεστημένων) φιλολόγων. Αξίζει να το διαβάσετε, με τον ευθύ τρόπο της κυριολεξίας, αλλά και «λοξά», ρίχνοντας πλάγια βλέμματα κάτω από τις γραμμές και ανάμεσα στις λέξεις, εκεί όπου ανθεί ένα άλλο υπο-κείμενο (subtext ή sous-texte, για τους γαλλομαθείς). Κρίνετε ίνα κριθήτε. Ομως η ουσία παραμένει μία: ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είναι σημαντικό κεφάλαιο στα ελληνικά γράμματα. Ας κρατήσει ακόμα πολλές δεκαετίες.
(Κωνσταντίνος Μπούρας, Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, 28.5.2011).
Το βιβλίο του Δημήτρη Κόκορη αποτελεί, στο αυστηρό πλαίσιο που προσδιορίζει και ο υπότιτλος, μία από τις πιο τεκμηριωμένες και συστηματικές σπουδές που έχουν γραφεί ώς σήμερα για το έργο του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Ο τίτλος του βιβλίου υποδηλώνει το βασικότερο ίσως χαρακτηριστικό της ποίησης του Χριστιανόπουλου: ένα λόγο γυμνό από κάθε τι που τείνει να ακυρώσει τη δραστικότητα του άμεσου, του καίριου και του ρεαλιστικού. - Ο Δ. Κόκορης επεξεργάστηκε ξανά τα κείμενα που δημοσίευσε κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα. Στο αναμορφωμένο αυτό υλικό προστέθηκαν κι άλλα σημεία, τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Στα τέσσερα κεφάλαια από τα οποία συγκροτείται το βιβλίο ο αναγνώστης παρακολουθεί τη λογοτεχνική πορεία του Χριστιανόπουλου και τις συνιστώσες του έργου του (ποίηση, αφηγηματική πεζογραφία, λογοτεχνική μετάφραση), τον ρόλο της μουσικής στις λογοτεχνικές αναζητήσεις και εμπνεύσεις του, την κριτική και φιλολογική του προσφορά. Σημειώνεται, τέλος, η εργογραφία του κατά την περίοδο 1947-2010. - Ειδικότερα, ο Κόκορης μελετά ποιήματα και κείμενα του Χριστιανόπουλου τα οποία χαρακτηρίζουν την ώς σήμερα πορεία του, δηλώνονται μεθοδικά και περιεκτικά τα βασικά χαρακτηριστικά της ποιητικής του δημιουργού, εντασσόμενα σε γραμμικό χρονικό πλαίσιο, προσδιορίζονται συγκριτικά και εύστοχα οι «διαφοροποιήσεις» της γραφής του κατά τα στάδια της εξελικτικής του πορείας (και ερμηνεύονται οι συγκεκριμένες επιλογές). Το σώμα του βιβλίου εμπλουτίζεται με αποσπάσματα από μελέτες και κείμενα που κατά καιρούς έχουν δημοσιευθεί, για να φωτίσουν ακόμη περισσότερο το έργο του ποιητή, παρατίθενται σημειώσεις και βιβλιογραφία, ενώ υπό τη μορφή παραρτήματος εξετάζεται η παρουσία του περιοδικού Διαγώνιος στην πνευματική ζωή. - Το βιβλίο συναριθμείται, εκτός των άλλων, για την πληρότητα και τη συμβολή του, με τα κορυφαία φιλολογικά και κριτικά κείμενα που έχουν γραφεί για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης, το κλίμα της οποίας αναδύεται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, αποτελεί όμως και πολύ σημαντικό εγχειρίδιο-κατάθεση για την πρόσληψη του έργου του Ντίνου Χριστιανόπουλου. - (Ζαχαρίας Κατσακός, περιοδικό Κουκούτσι, τχ. 4, 2011, σ. 182-183)
Ο τίτλος του βιβλίου Λόγος Γυμνός του Δημήτρη Κόκορη, εκλεγμένου επίκουρου καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ. στο γνωστικό αντικείμενο «Νεοελληνική σκέψη: φιλολογικές και φιλοσοφικές διαστάσεις», δικαιολογεί και στηρίζει για μια ακόμη φορά την ενασχόλησή του με τον ποιητικό ρεαλισμό. Κρατώντας πάντως το βιβλίο αυτό στα χέρια μου, κι ενώ ο τίτλος στοχεύει εμφανώς στον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο (από τους πρωτεργάτες του ποιητικού ρεαλισμού, όπως σωστά αναφέρει ο Κόκορης στον πρόλογο), επιπρόσθετα και στη Διαγώνιο, «το περιοδικό που εξέδιδε και διηύθυνε από το 1958 έως το 1983», προσπαθούσα να εντοπίσω σε ποια σημεία συμπίπτουν ο γυμνός λόγος του ποιητή με του μελετητή και φιλολόγου. Μου δίδονται όλα τα στοιχεία και καταλαβαίνω τη θέλξη του μελετητή προς τη λιτή και αυστηρή ποιητική με την αισώπεια χροιά των εξωφιλολογικών περιοχών της ζωής και των κοινωνικών της αντιφάσεων, του κ. Χριστιανόπουλου. Άλλωστε, οι παλιοί ρωτούσαν εύστοχα: «ποιος υποκαθιστά τη φιλολογία όταν είναι μια παράδοση υπερπροσωπική;» - Αν επιχειρήσω λοιπόν με τη σημερινή μόδα να ενώσω ή να διαχωρίσω την ποιητική θεωρία της λογοτεχνίας από την κριτική, την αξιολόγηση από την έρευνα, και την ιστορία της λογοτεχνίας με τους επιμέρους ορισμούς όπου ο τόπος και η δυναμική της λογοτεχνίας ενεργεί με σταθερές κατευθύνσεις, θα ήταν σα να προσέγγιζα τα πράγματα κάτω από ένα πιθανό πρίσμα γενεσιουργών αιτίων ή κάτω από το ενδεχόμενο νόημά τους. Και προκειμένου για την ποίηση του κ. Χριστιανόπουλου αυτό θα μου φαινόταν ανόητο - το λιγότερο. Σωστός λοιπόν ο δομικός χωρισμός των τεσσάρων κεφαλαίων του βιβλίου, απόλυτα ξεκάθαρα πράγματα. Στο πρώτο «αναδιφώνται» (μου αρέσει η παραπομπή στη λέξη «αναδίφηση») η λογοτεχνική πορεία του κ. Χριστιανόπουλου και οι εκφάνσεις της (ποίηση, αφηγηματική πεζογραφία, λογοτεχνική μετάφραση, όπου το κεφάλαιο εμπλουτίζεται με οκτώ μελετήματα τα οποία φωτίζουν αυτή τη λογοτεχνική πορεία). Στο δεύτερο διερευνάται ο ρόλος της μουσικής στο έργο του κ. Χριστιανόπουλου, στο τρίτο η φιλολογική και κριτική παρουσία του (συγκεκριμενοποιείται με τη μελέτη για την ποίηση της Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο 1860-1912), και στο τέταρτο κεφάλαιο βιβλιογραφούνται τα βιβλία και τα ανάτυπά του που εκδόθηκαν από το 1947 έως το 2010. - Ο φαινομενικά γυμνός λόγος του Δημήτρη Κόκορη, ως προς τον γυμνό λόγο του κ. Χριστιανόπουλου, είναι εξελισσόμενος λόγος στο όλο έργο του ποιητή. Είναι προς τιμήν του ότι δε χειρίζεται την παρουσία του ποιητή, τη δουλειά του, το ιδιόμορφο και άκρως καλλιτεχνικό τεατράλ του που είναι η «εκδίωξη κάθε λογοτεχνικής πόζας», την τολμηρότητά του, την τραχύτητά του μερικές φορές. Αναδεικνύει όμως την κατάφαση του «εγώ» του μέσω της άρνησής του. Αυτού του είδους ο μη χειρισμός και η μη εκμετάλλευση από τον φιλόλογο υποδεικνύει μία λογοτεχνική διαδικασία και αισθητική οπτική μιας στεγνής αλήθειας, μη αποκλείοντας όμως τις περιπέτειες που μπορεί να ευνοούν τη γραμματεία του ποιητικού ρεαλισμού. Άλλωστε, η ποιητική γλώσσα του κ. Χριστιανόπουλου συσφίγγει τα αποθέματα της καθημερινής γλώσσας, λειτουργεί αφαιρετικά και ταυτόχρονα εντοπίζει την έννοια της πύκνωσης. Αυτό κάνει το έργο του μοναδικό κι οπωσδήποτε δύσκολο όσο κι αν μοιάζει εύκολο. Αφαίρεση και πύκνωση. - Παρακολουθώντας βήμα το βήμα το βιβλίο του Δ. Κόκορη για το γυμνό λόγο του κ. Χριστιανόπουλου, πέρασα βήμα το βήμα στην αναγνώριση του εμπειρικού κόσμου, στη σχέση του με το εσωτερικό συνεπές κατανοητό που περιέχει η οδύνη της εμπειρίας. Ο ποιητικός ρεαλισμός έτσι κι αλλιώς είναι στην πραγματικότητα ένα καλλιτεχνικό επινόημα. Ο Δ. Κόκορης μπήκε στο σύνολο των θεμάτων του κ. Χριστιανόπουλου, ακολουθώντας διατεταγμένη παρουσίαση και αφηγηματική δομή αυτών των θεμάτων. - Ρούλα Αλαβέρα, ποιήτρια-συγγραφέας, Κυριακάτικη ΑΥΓΗ, 21.8.2011
978-960-8263-99-4
|

|
Μάγδα Χρυσοστομίδου,
Μέλισσα και μέλι
στην αρχαία ελληνική μυθολογία και λατρεία.
Η Μάγδα Χρυσοστομίδου σπούδασε βιολογία
στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Μακεδονία»
και περιστασιακά σε άλλα μέσα ενημέρωσης,
καθώς και στο γραφείο τύπου του Τ.Ε.Ι.Θ.
και στο πολιτικό γραφείο του ευρωβουλευτή Αντώνη Τρακατέλλη.
Ποια ήταν και ποιο ρόλο έπαιζε η πρόγονος της Νύμφης Μέλισσας,
μιας εκ των δύο τροφών του Διός,
γιατί ονομάζεται Μέλισσα η μύστης της Δήμητρας
που κατασπαράσσεται επειδή δεν αποκαλύπτει τα ιερά μυστικά,
γιατί οι ιέρειες θηλυκών θεοτήτων ονομάζονται Μέλισσες ,
γιατί οι μέλισσες αποτελούν έμβλημα πόλεων και απεικονίζονται σε τόσα νομίσματα,
γιατί το μέλι γίνεται τροφή θεών και προστατευομένων τους
και αποκτά περίοπτη θέση στα λατρευτικά έθιμα;
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα
δίνονται με μια περιδιάβαση στις πηγές, αρχαίες και σύγχρονες,
που αρχίζει στην Κρήτη και παρακολουθεί
τις μετακινήσεις της Μ(μ)έλισσας σε διάφορα ιερά κέντρα της αρχαιότητας.
Ο μίτος της ιστορίας του μελιού και της μέλισσας κατά την αρχαιότητα ξετυλίγεται σε μία καινούργια έκδοση που συμπληρώνει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία. Πρόκειται για το βιβλίο «Μέλισσα και Μέλι στην αρχαία ελληνική μυθολογία και λατρεία», που υπογράφει η δημοσιογράφος Μάγδα Χρυσοστομίδου (εκδόσεις «Νησίδες»). Στις σελίδες του η συγγραφέας επιχειρεί μία περιδιάβαση σε πληθώρα πηγών, αρχαίων αλλά και σύγχρονων, στην προσπάθειά της να αποκαλύψει το γόητρο της μέλισσας. - Όπως επισημαίνει η συγγραφέας, χρειάστηκε δύο χρόνια έρευνας για να συλλέξει το υλικό, αλλά αποδείχθηκε πολύ πιο απαιτητική, σε κόπο και χρόνο, η διαδικασία σύνθεσης και τελικά η αφήγηση. Κι αυτό επειδή, από την αρχή, όπως λέει, την ενδιέφερε να μοιραστεί με όσο γίνεται περισσότερους αναγνώστες την «ιερή» ιστορία της μέλισσας και του μελιού. Γι' αυτό άλλωστε απέκλεισε από το βιβλίο το μισό σχεδόν του τεράστιου υλικού που συγκέντρωσε.- Η γοητευτική περιδιάβαση αρχίζει στην Κρήτη, όπου γεννιούνται μύθοι και θρύλοι γύρω από τη Μ(μ)έλισσα και παρακολουθεί τις μετακινήσεις της σε διάφορα ιερά κέντρα της εποχής. Με οδηγό σε κάθε σελίδα τις πηγές ο αναγνώστης βρίσκει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: Ποια ήταν και ποιο ρόλο έπαιζε η πρόγονος της Νύμφης Μέλισσας, μιας εκ των δύο τροφών του Διός; Ήταν θεότητα η Μέλισσα πριν από την αυγή του δωδεκάθεου; Γιατί ονομάζεται Μέλισσα η μύστης της Δήμητρας, που κατασπαράσσεται επειδή δεν αποκαλύπτει τα ιερά μυστικά; Γιατί οι ιέρειες θηλυκών θεοτήτων ονομάζονται Μέλισσες; Γιατί οι μέλισσες αποτελούν έμβλημα πόλεων και απεικονίζονται σε τόσα νομίσματα; Γιατί το μέλι γίνεται τροφή θεών και προστατευομένων τους και αποκτά περίοπτη θέση στα λατρευτικά έθιμα; - Όπως επισημαίνει η Μ. Χρυσοστομίδου, «πέρα από τον παραδειγματικό χαρακτήρα της κοινωνίας των μελισσών, ένα άλλο στοιχείο που εκπλήσσει και γοητεύει είναι η αποδοχή από τη σύγχρονη επιστήμη δύο γνωρισμάτων της μέλισσας που συναντώνται καθολικά στις πηγές. Πρόκειται για την αθανασία και την αναπαραγωγική ικανότητα χωρίς ζευγάρωμα». - Το βιβλίο όχι μόνο καλύπτει ένα κενό στην ελληνική βιβλιογραφία αλλά με την ερμηνεία που επιχειρείται στη βουγονία (μέθοδος αναπαραγωγής μελισσών από κουφάρι) εμπλουτίζεται η περιορισμένη έτσι κι αλλιώς διεθνής βιβλιογραφία.Το παράδοξο της μεθόδου αυτής, η πίστη στην οποία επιβίωσε έως τον 17ο αιώνα, παραμένει δυσερμήνευτο ώς σήμερα. - ΧΡΥΣΑ ΝΑΝΟΥ, Αγγελιοφόρος 19.2.2011.
Ένα βιβλίο «τρυφερό» και γεμάτο αγάπη για τη ζωή από τη βιολόγο Μάγδα Χρυσοστομίδου, η δημοσιογραφική πένα της οποίας κόσμησε τις πιο έγκριτες στιγμές της βορειοελλαδικής δημοσιογραφίας. Η μελέτη της αναδεικνύει μια από τις βαθύτατες κοινωνικές εμπειρίες του αρχαιοελληνικού πολιτισμού που συνδέεται με τον παραγωγικό κύκλο της πολύτιμης θρεπτικής ουσίας (του μελιού). Στο βιβλίο καταγράφεταο η αποτύπωση του συμπαθούς υμενοπτέρου στην αρχαιοελληνική γραμματεία και η ενσωμάτωσή του στο πολιτισμικό φαντασιακό του αρχαίου κόσμου. Μαρτυρία για την ανάπτυξη των κοινωνικών σχηματισμών που αξιοποιεί το συλλογικό πλεόνασμα, την προσφορά και την αλληλεγγύη. - Περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ, τεύχ. 19 (Ιαν.-Φεβ.-Μαρτ. 2011).
978-960-9488-00-6
|

|
|
|
1
| - |
2
| - |
3
| - |
4
| - |
5
| - |
6
| - |
7
| - |
8
| - |
9
| - | 10
|
|
επιστροφή
στις εκδόσεις μας ...
|
|