Οι εκδόσεις μας > Μελέτες και Δοκίμια

Τίτλος βιβλίου


ΜΑΝΟΛΗΣ ΛΑΝΑΡΗΣ,

Ο "άλλος" δρόμος στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών.

Ανάπλαση μιας μη τυπικής έρευνας και οδοιπορικό εσωτερικής αναζήτησης
356 σελ.


Έλα στο Ξέφωτο, φίλε!
Hölderlin (μτφρ. Τ. Παπατσώνη)

Σίγουρα, η ανταπόκριση σε κάλεσμα σαν κι αυτό του ποιητή δεν μοιάζει εύκολη• γιατί πολλά είναι τα εμπόδια, εξωτερικά και προπαντός εσωτερικά, που δρουν αποτρεπτικά και κλείνουν τον δρόμο.

Το βιβλίο αυτό θα ήθελε να βοηθήσει τους κάθε μορφής εκπαιδευτικούς στο ξεπέρασμα τέτοιων εμποδίων, λειτουργώντας σαν ένα «προσχέδιο μονοπατιού» (Hesse), σαν ένα «πρόπλασμα» του «άλλου» δρόμου, του δρόμου προς το «Ξέφωτο» της Μεγάλης Παιδείας• δρόμου που ο καθένας θα πρέπει να βρει και να πάρει μόνος του.

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-76-7 ]


ΙΒΑΝ ΙΛΛΙΤΣ,

Εργαλεία για την καλή ζωή,
198 σελ.


Όταν είχα μεταφράσει το βιβλίο αυτό τη δεκαετία του 1980 για τις εκδόσεις του αείμνηστου φίλου Νίκου Κατσάνου, είχα κάνει ένα σοβαρό λάθος: είχα κολλήσει στο ότι ο Ίλλιτς παραπέμπει ρητά στα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, για να ορίσει αυτό που είχε ονομάσει conviviality. Έτσι, το είχα αποδώσει με τη λέξη «ευτραπελία». Αλλά με τα χρόνια αντιλήφθηκα πως αυτό δεν ήταν σωστό. Αυτό που εννοούσε ο Ίλλιτς ήταν μία ζωή με ευφρόσυνη και φιλοπαίγμονα διάθεση, η καλή ζωή όπως το αντιλαμβάνομαι τώρα. Παραμένει το πρόβλημα της απόδοσης του επιθέτου convivial, το οποίο αναγκάστηκα να αποδώσω με τη λέξη «συμβιωτικός, -η, -ο». Παρακάτω παραπέμπω σε λεξικά για τη σύγχρονη σημασία της λέξης «ευτραπελία», σε αγγλικά λεξικά για τη λέξη conviviality και στα κείμενα του Αριστοτέλη που την περιέχουν και στην ατυχή, κατά τη γνώμη μου, χρήση της λέξης «συμβιωτικότητα».

• Ιωάννου Σταματάκου, Λεξικόν αρχαίας ελληνικής γλώσσης
ευτραπελία: ο τρόπος (χαρακτήρ) του ευτραπέλου, κομψότης, ευφυία, αστειότης, ζωηρότης / εκ του ευτράπελος: ο ευκόλως τρεπόμενος, όθεν εύστροφος, ευφυής, ετοιμόλογος, ζωηρός, οξύνους.
• Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, εκδ. Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη
ευτράπελος: για κάτι που είναι αστείο, που προκαλεί γέλιο/ (μειωτ.) για κάποιον ή κάτι που είναι γελοίο, που δεν αξίζει να το λάβει κάποιος σοβαρά υπόψη.
• Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη
ευτράπελος: (για ενέργεια, κατάσταση, λόγο προφορικό ή γραπτό) αυτός που προκαλεί γέλιο ή ευθυμία / αστείος, φαιδρός, εύθυμος.
• Αντιλεξικόν, Θ. Βοσταντζόγλου
[ιδιότης προκαλούσα τον γέλωτα] αστειότης, κωμικότης, φαιδρότης, ευτραπελία, φιλοπαιγμοσύνη.

Και από λεξικά της αγγλικής γλώσσας:
conviviality: the quality of being friendly and lively; friendliness.
conviviality: the quality of being friendly and making people feel happy and welcome. (Cambridge English Dictionary)
convivial: relating to, occupied with, or fond of feasting, drinking, and good company (Merriam-Webster)
convivial: Convivial people or occasions are pleasant, friendly, and relaxed. (Collins English Dictionary)
Η λέξη συμβιωτικότητα (επιθ. συμβιωτικός) ταιριάζει πιο πολύ με τη γερμανική απόδοση Mitmenschlichkeit [το να είσαι μαζί με ανθρώπους], που, όμως, δεν λέει τίποτε για την ποιότητα της συμβίωσης.

Ακολουθούν τα συναφή αποσπάσματα από τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη:
• Β 7, 16-29
«Ρητέον ούν και περί τούτων, ίνα μάλλον κατίδωμεν ότι εν πάσιν η μεσότης επαινετόν, τα δ’ άκρα ούθτ’ ορθά ούτ’ επαινετά αλλά ψεκτά […] Περί δε το ηδύ το μεν εν παιδιά ο μεν μέσος ευτράπελος και η διάθεσις ευτραπελία, η δε υπερβολή βωμολοχία και ο [έχων αυτήν βωμολόχος, ο δ’ ελλείπων αγροίκός τις και η έξις αγροικία» Πρέπει, λοιπόν, να μιλήσουμε και γι’ αυτά, για να καταλάβουμε καλύτερα ότι η μεν μεσότητα είναι καθ’ όλα επαινετή, ενώ οι ακρότητες δεν είναι ούτε σωστές ούτε επαινετές, αλλ’ αξιοκατάκριτες […] Ως προς δε το ευάρεστο εκείνο, που το προκαλεί ο αστεϊσμός, αυτός που τηρεί τη μεσότητα ονομάζεται ευτράπελος και η ιδιότητά του αυτή ευτραπελία, η υπερβολή αχρειότητα κι αυτός που την έχει αχρείος, η δε έλλειψη χαρακτηρίζει τον αγροίκο / απαίδευτο και η ιδιότητά του αυτή ονομάζεται απαιδευσία / χωριατιά.
• Δ 14, 5-14
«Οι μεν ούν τω γελοίω υπερβάλλοντες βωμολόχοι δοκούσιν είναι και φορτικοί, γλιχόμενοι πάντως του γελοίου, και μάλλον στοχαζόμενοι του γέλωτα ποιήσαι ή του λέγειν ευσχήμονα και μη λυπείν τον σκυπτόμενον∙ οι δε μήτε αυτοί αν ειπόντες μηδέν γελοίον τοίς τε λέγουσι δυσχεραίνοντες αγροίκοι και σκληροί δοκούσιν είναι∙ οι δε εμμελώς παίζοντες ευτράπελοι προσαγορεύονται, οίον εύτροποι» Εκείνοι, λοιπόν, που είναι υπερβολικοί στο να προκαλούν τον γέλωτα είναι αχρείοι / γελωτοποιοί κι ενοχλητικοί άνθρωποι, επειδή τους αρέσει πολύ ν’ αστειεύονται και καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια να κάνουν τους άλλους να γελούν, ενώ δεν προτιμούν να λένε πράγματα αξιοπρεπή και να μη πληγώνουν εκείνους που αποτελούν το αντικείμενο των αστεϊσμών τους. Εκείνοι πάλι, που ποτέ δεν αστειεύονται και δυσαρεστούνται κιόλας με τους αστεϊσμούς των άλλων είναι άξεστοι. Εκείνοι που αστειεύονται με μέτρο ονομάζονται ευτράπελοι, δηλαδή άνθρωποι με καλούς τρόπους.
• Δ 14, 40
«Τοιούτος μεν ούν ο μέσος εστίν, είτ’ επιδέξιος είτ’ ευτράπελος λέγεται»
Τέτοιος είναι, λοιπόν, αυτός που τηρεί τον σωστό μέσον όρο, είτε επιδέξιος λέγεται είτε ευτράπελος.

Με τα παραπάνω νομίζω πως εξηγώ τη μεταφραστική μου επιλογή. Εξυπακούεται πως έχω διορθώσει και τις άλλες αστοχίες μου.
Β.Τ., 2021

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-72-9 ]


Ευστράτιος Τζαμπαλάτης,

ΨΗΦΙΑΚΗ ΔΥΣΤΟΠΙΑ.
Λοκντάουν, βιοτρομοκρατία και αποδυνάμωση της θηλυκότητας,
214 σελ.


Η διαταξικότητα του έρωτα είναι ένα από τα μεγαλύτερα επαναστατικά όπλα που διαθέτει το προλεταριάτο και κάθε επαναστατικοποιημένο κομμάτι αυτής της κοινωνίας. Όταν υπάρχει το όραμα για μια κοινωνία που θα απελευθερώσει τον έρωτα από τη σκλαβιά της μισθωτής εργασίας, τότε για τα μάτια μιας γυναίκας είσαι ικανός να γκρεμίσεις ουρανούς.

Περιεχόμενα

ΜΕΡΟΣ 1ο
Εισαγωγή στη νέα δυστοπία

Επίσπευση όλων των μέσων: Η επαναστατική φύση της τέχνης Ψηφιακή υπερέκθεση: Το αναγκαίο ψηφιακό Εγώ Η συνθήκη του ελάχιστου
Αντιθηλυκή δυστοπία: Μια αντι-κοινωνία χωρίς τη θηλυκή δύναμη Από τον ρομαντισμό στο πρόστυχο και στο χυδαίο

ΜΕΡΟΣ 2ο
Εγχειρίδιο τέχνης

Η αρμονική συνύπαρξη των τεχνών
Πρελούδιο για το μεγαλείο του γυναικείου σώματος:
Θηλυκή ροή και καλλιτεχνικός τραυματισμός
Πίνακας θηλυκού S
Όμορφο και άσχημο: Η υποκειμενικότητα του ωραίου
Ο ταξικός πυρήνας της υποκειμενικότητας του ωραίου: Το δίπολο των αντιθέτων
Η δύναμη της γραφιστικής στην εικονογράφηση
Η επιρροή της αρχιτεκτονικής: Από τις μικρές τελείες στην ουτοπία
Πίνακας αστεακού U
Πίνακας γραμμικού σχεδίου
Γκραφίτι: Συνδυάζοντας τις γραφικές τέχνες με την αρχιτεκτονική
Πίνακας γκραφίτι σκιάσεων και περιγραμμάτων

ΜΕΡΟΣ 3ο
Σχέδια (150 σελίδες)

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-69-9 ]


ΑΡΝΟΛΝΤ ΡΕΤΖΕΡ,

Συστημική οικογενειακή θεραπεία των ψυχώσεων,
μτφρ. Άννα Εμμανουηλίδου,
πίνακας εξωφύλλου: Σάμης Ταμπώχ,
240 σελ.


Η έκδοση έγινε με τη συνεργασία του Κέντρου Συστημικής Μελέτης και Θεραπείας.

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-71-2 ]


ΠΟΛΥΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ,

Ο Θουκυδίδης σε απλά ελληνικά για απλούς ανθρώπους.
64 μαθήματα από τον Πελοποννησιακό πόλεμο.
220 σελ.


Ένα βιβλίο γραμμένο με το ύφος του αείμνηστου Νίκου Τσιφόρου.

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-68-2 ]


Ζύγκμουντ Μπάουμαν,

ΞΕΝΟΙ ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΜΑΣ,
μτφρ. Βασίλης Τομανάς και Κατερίνα Τομανά,
114 σελ.


"Ο κόσμος γίνεται ολοένα πιο συνωστισμένος: την επόμενη πεντηκονταετία ο πληθυσμός του είδους που αναζητούσε τροφή θα προσεγγίσει τα εννέα δισεκατομμύρια. Ανάλογα με τις περιστάσεις, οι συνομιλίες υπεράνω συνόρων μπορούν να είναι θελκτικές ή απλώς ενοχλητικές, αλλά κυρίως είναι αναπόφευκτες."

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-62-0 ]


ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΤΖΑΙΗΜΣ,

Οι παραλλαγές της θρησκευτικής εμπειρίας,
Μία μελέτη της ανθρώπινης φύσης,
470 σελ.


 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-60-6 ]


ΠΙΟΤΡ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ,

Ψωμί και ελευθερία,
222 σελ.


 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-44-6 ]


Κρίστοφερ Λας,

Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΚΡΙΤΕΣ ΤΗΣ,
608 σελ.


 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-57-6 ]


ΙΒΑΝ ΙΛΛΙΤΣ,

Ενέργεια και ισοτιμία.
(Στον σοσιαλισμό φτάνεις μόνο με ποδήλατο) 80 σελ.


Ιβάν Ίλλιτς (1926-2002). Γεννήθηκε στη Βιέννη. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στο Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης και έκανε διδακτορικό στην ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Ζάλτσμπουργκ. Πήγε στις Η.Π.Α. το 1951, όπου υπηρέτησε ως βοηθός πάστορας σε μία ενορία Ιρλανδών και Πορτορικανών στην πόλη της Νέας Υόρκης. Από το 1956 έως το 1960 διατέλεσε αντι-πρύτανης στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Πουέρτο Ρίκο, όπου οργάνωσε ένα κέντρο εντατικής εκπαίδευσης στην κουλτούρα της Λατινικής Αμερικής για Αμερικανούς ιερείς. Υπήρξε συνιδρυτής του ευρύτατα γνωστού Κέντρου Διαπολιτισμικής Τεκμηρίωσης (CIDOC) στην Κουερναβάκα του Μεξικού και από το 1964 διεύθυνε ερευνητικά σεμονάρια για Θεσμικές Εναλλακτικές Δυνατότητες προς μία Τεχνολογική Κοινωνία, με ιδιαίτερη έμφαση στη Λατινική Αμερική. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε πολλά γνωστά έντυπα (New York Review, The Saturday Review, Esprit, Kursbuch, Siempre, America, Commonweal, Epreuves, Temps Modernes, Le Monde, The Guardian). Τα γνωστότερα βιβλία του είναι: Κοινωνία χωρίς σχολεία, Ιατρική Νέμεση, Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα, H2O και το νερό της λησμοσύνης, Εργαλεία για τη συμβιωτικότητα.

Τα βιβλία του Ίλλιτς μπορούν να διαβαστούν ως υπεράσπιση των αυθεντικών ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως η μελέτη, το βάδισμα, η κατοίκηση, η θεραπεία ή η ψυχαγωγία και ως κατηγορητήριο εναντίον του μετασχηματισμού των δραστηριοτήτων αυτών σε εμπορεύματα που παράγονται μαζικά από τα σχολεία, τα συστήματα μεταφοράς, τις πόλεις και τις περιφέρειές τους, τα νοσοκομεία και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Το έργο του είναι μία νεκρολογία μεγάλης εμβέλειας για τον κόσμο των μη βιομηχανικών πολιτισμών που χάνονται. Επιπλέον, πλαισιώνει τη νεκρολογία αυτήν με την προεικόνιση ενός μεταβιομηχανικού κόσμου, που θα εγερθεί από τα ερείπια της βιομηχανικής και οικονομικής ύβρεως. Κατηγορεί τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού όχι από νοσταλγία για το παρελθόν, αλλά επειδή την θεωρεί εντελώς ακατάλληλη για το μέλλον. Σήμερα η διάγνωση αυτή έχει γίνει κοινή συνείδηση. Δύσκολα θα βρεθεί κάποιος έτοιμος να υπερασπιστεί ανοιχτά τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού την εποχή του κλιματικού χάους, της εξάντλησης των φυσικών πόρων και της γενικής υποβάθμισης της φύσης. Συγκεντρώνονται ήδη τα σύννεφα της καταιγίδας του 21ου αι. Βέβαια, για τον Ίλλιτς, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, η κρίση της βιόσφαιρας είναι μόνον ένα σύμπτωμα. Πιστεύει ότι αυτή η κρίση ριζώνει στην αλαζονεία της υπερβολής, στην υπέρβαση κάθε ορίου. Γι’ αυτό, το πρόβλημα δεν είναι μόνον η κρίση της φύσης (δηλαδή, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος) αλλά είναι και η κοινωνική και ηθική κρίση. Μ’ άλλα λόγια, δεν χάνεται μόνο το φυσικό περιβάλλον, αλλά μαζί μ’ αυτό χάνονται και οι συνθήκες στις οποίες μπορούν να ευδοκιμήσουν η αγάπη για τον πλησίον και η προσωπική ευθύνη.

● Βόλφγκανγκ Σακς, από τον πρόλογο στην ιταλική έκδοση του βιβλίου τής Martina Kaller-Dietrich Vita di Ivan Illich, Edizioni dell' Asino, 2011

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-56-9 ]


Ευστράτιος Τζαμπαλάτης,

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ, 212 σελ.,


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Προλεταριακό πρελούδιο Αν όχι εμείς, τότε ποιοι Γράμμα από την εργασιακή μας κόλαση Ένα δώρο από καρδιάς Μισθωτή εργασία και ζωτικότητα Αστικοί μύθοι και πραγματικότητες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Σχηματισμός κοινωνικών τάξεων Τα όρια και η φιλοσοφία της κάθε τάξης Ταξικός προσδιορισμός και κοινωνικοοικονομική κινητικότητα Σεξεργάτριες: Πιο κάτω και “από τα κάτω Πίνακας κοινωνικής διαστρωμάτωσης της γυναίκας Λούμπεν στοιχεία: Οι “κίτρινοι” Υποπρολεταριάτο: Φτωχολογιά, μεροκαματιάρηδες και επισφαλείς εργαζόμενοι Σύγχρονη εργατική τάξη Πώς ορίστηκε ιστορικά η εργατική τάξη στην Ελλάδα Εργατική αριστοκρατία Μεσαία τάξη: Αστικός μιμητισμός και φόβος προλεταριοποίησης Αστική τάξη Υπερ-αστική τάξη: Η αστική ελίτ και το θαύμα του μονοπωλιακού καπιταλισμού Αποστάτης της τάξης του: Αρσενικός μύθος θηλυκή αλήθεια Κοινωνική κατάταξη του σύγχρονου νεανικού προλεταριάτου Σύγχρονη νεανική εργατική τάξη: Αποσαφηνίζοντας τους όρους Πίνακας ενδοταξικής κινητικότητας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Οι ιδιαιτερότητες της σύγχρονης νεανικής εργατικής τάξης στη μετακαπιταλιστική εποχή Κάτω από την εξαθλίωση: Βιοτικό επίπεδο και αξιοπρεπής ζωή Δουλειές του ποδαριού και εργασιακός τουρισμός Το χτίσιμο και ο ρόλος της ταξικής συνείδησης Η προετοιμασία του τέλειου εργάτη Η εργατική κουλτούρα ενάντια στη μιζέρια Σύγχρονη μετακαπιταλιστική εργασία: Η γέννηση του αντεργάτη Διαταξικός έρωτας: Ο αγώνας του νεανικού προλεταριάτου για τη διάσωσή του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Χτίζοντας μια εργασιακή κολεκτίβα Η ανηθικότητα της καπιταλιστικής αγοράς Χτίζοντας μια κολεκτίβα: Ένα όνειρο που δεν καρποφόρησε ποτέ Οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας κολεκτίβας Το ζήτημα της ιδιοκτησίας Το νομικό πλαίσιο και οι προβληματισμοί για την ποιότητα των εργασιακών σχέσεων Το ιδανικό της απόλυτης συντροφικότητας Συνταγή της αποτυχίας: Οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ομαλή λειτουργία μιας εργασιακής κολεκτίβας Προβληματικές συμπεριφορές Μια έφοδος στον ουρανό που δεν έγινε ποτέ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Μετακαπιταλιστική δυστοπία και αναρχική ουτοπία Ο μετακαπιταλιστικός απόγονος Το ιστορικό χρέος για την ουτοπία Η αναρχική κοινωνία της δημιουργικής εργασίας Προλεταριοτοπία: Η ουτοπία της ανεμπόδιστης σεξουαλικότητας και της απελευθερωμένης εργασίας Βιβλιογραφία

Οπισθόφυλλο

Τουλάχιστον για ένα πράγμα θα είμαστε περήφανοι και αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο για την ανθρωπότητα. Μεγαλώσαμε με τα δικά μας χέρια, με το δικό μας μυαλό, με τον δικό μας ιδρώτα και ποτέ, μα ποτέ, δεν εκμεταλλευτήκαμε κανέναν και καμία. Και όλα αυτά γιατί απλά αγαπήσαμε, πιστέψαμε και ποντάραμε στον άνθρωπο.

 

[I.S.B.N.: 978-618-5228-52-1 ]


Δημήτρης Τζελέπης,

Στα κύματα η μοίρα του κόσμου.


Προσεγγίζοντας τη ζωή και το έργο του Ηλία Βενέζη, εκδ. Νησίδες, 774 σελ.

Ένα βιβλίο-σχόλιο για τη ζωή και το έργο ενός από τους σημαντικότερους συγγραφείς της περίλαμπρης γενιάς του 1930.

 

[Ι.S.B.N.: 978-618-5228-48-4 ]


ΕΡΙΚΟ ΜΑΛΑΤΕΣΤΑ,

Κείμενα για την αναρχία.


Ερίκο Μαλατέστα, Κείμενα για την αναρχία, 148 σελ.

Ο ιταλός αναρχικός Ερίκο Μαλατέστα (1853-1932) είναι από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του αναρχικού κινήματος. Έδρασε σε πολλές χώρες της Ευρώπης (Ιταλία, Ελβετία, Ισπανία, Γαλλία, Αγγλία), στη βόρειο (Η.Π.Α.) και στη νότιο Αμερική (Αργεντινή) και ουσιαστικά συνέχισε το έργο του Μπακούνιν. Κατά τη διαμονή του στην Αγγλία συνεργάστηκε και με τον Κροπότκιν.

Στο βιβλίο αυτό περιλαμβάνονται:

α) Η βιογραφία του Μαλατέστα από τον ιστορικό της αναρχίας Μαξ Νετλάου.
β) Τα κυριότερα κείμενα του Μαλατέστα, στα οποία εκθέτει το περιεχόμενο της αναρχίας και τα μέσα για την επίτευξή της, μελετά το ζήτημα της οργάνωσης, αλλά διατυπώνει και τις απόψεις του για καθημερινά προβλήματα (αγάπη και έρωτας, κοκαΐνη κλπ.). Σημαντικά είναι και τα δύο κείμενά του για τον Κροπότκιν.

 

[Ι.S.B.N.: 978-618-5228-45-3 ]


Erich Mendelsohn,

Το δημιουργικό νόημα της κρίσης και 4 + 1 κείμενα για την Ελλάδα, μτφρ. Δήμητρα Φύγκα, 96 σελ.


Γερμανοεβραίος αρχιτέκτονας (1887-1953), που μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία κατέφυγε εν τέλει στις Η.Π.Α,
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται:

1. Η διάλεξή του "Το δημιουργικό νόημα της κρίσης" (1932)
2. 4 + 1 κείμενα από την επίσκεψή του στην Ελλάδα
3. Σχέδια και φωτογραφίες κτηρίων που σχεδίασε (με πιο γνωστό τον Πύργο Αϊνστάιν στο Πότσνταμ).

 

[I.S.B.N. 978-618-5228-41-5 ]


ΦΡΑΝΤΣ ΝΟΫΜΑΝ

Βεεμώθ


Η δομή και η πρακτική του εθνικοσοσιαλισμού (1933-1944)., 626 σελ.

Ο Franz Neumann (Φραντς Νόυμαν, 1900-1954) ήταν πολιτικός επιστήμονας και στρατευμένος αριστερός διανοούμενος. Συμμετείχε στη γερμανική επανάσταση του 1918 και δραστηριοποιήθηκε στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα κατά τους χρόνους της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Όταν ανήλθε στην εξουσία ο Χίτλερ το 1933, ο Νόυμαν μετανάστευσε αρχικά στην Αγγλία και κατόπιν στις Η.Π.Α.
Εκεί συνεργάστηκε με τη λεγόμενη Σχολή της Φρανκφούρτης και συνέγραψε το σπουδαίο έργο του Βεεμώθ.

Βεεμώθ
Η περιγραφή της ναζιστικής Γερμανίας από τον Φραντς Νόυμαν πρωτοεκδόθηκε το 1942 και συμπληρώθηκε με ένα Παράρτημα το 1944. Η ανάλυσή του, που θεωρείται έκτοτε αξεπέραστη, καταδεικνύει ότι ο ναζισμός οργάνωσε έτσι την κοινωνία, ώστε να καταργήσει τις παραδοσιακές ιδέες του κράτους, της ιδεολογίας, του δικαίου και της ορθολογικότητας.
Ο τίτλος του βιβλίου του παραπέμπει στο ομότιτλο έργο του Χομπς, που προοριζόταν να είναι η παρουσίαση ενός μη-κράτους, μιας κατάστασης που χαρακτηριζόταν από πλήρη ανομία.
Θυμίζουμε ότι Βεεμώθ (Ιώβ, 40ό κεφ., 15) είναι θηρίο της στεριάς της ιουδαϊκής μυθολογίας.


 

[ISBN: 978-618-5228-32-3 ]


Τριαντάφυλλος Σερμέτης,

Στοχαστικά τρίμματα

 

[ISBN: 978-618-5228-34-7]


Μάρτιν Τζαίυ,

Τραγούδια της πείρας.


Παραλλαγές της σκέψης της νεότερης Αμερικής και της Ευρώπης πάνω στο γενικό θέμα της «εμπειρίας»,

552 σελ.

 

[ISBN: 978-960-9488-46-4]


Ευστράτιος Τζαμπαλάτης,

Η ΑΝΑΡΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ

180 σελ.



Αναρχία είσαι γυναίκα, γιατί σέβεσαι και υπερασπίζεσαι τη ζωή. Γυναίκα, εσύ είσαι η αναρχία, γιατί επιδιώκεις μια κοινωνία ίσων ανθρώπων χωρίς την ύπαρξη τάξεων και εξουσιών.

 

[ISBN: 978-618-5228-29-3]


ΚΕΝΝΕΘ ΚΛΑΡΚ,

Το τοπίο στην τέχνη,

280 σελ.



Η έκδοση αποτελεί φόρο τιμής στον αείμνηστο Ι.Π. Βογιατζή, που το μετέφρασε.

 

[ISBN: 978-618-5228-20-0]


ΧΑΝΝΑ ΑΡΕΝΤ,

Ολοκληρωτισμός,
τρίτο μέρος του έργου
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ
248 σελ.



Με την έκδοση του τρίτου τόμου (ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ) ολοκληρώθηκε η έκδοση του μνημειώδους έργου της Χάννα Άρεντ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ
(1. ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΣ, 2. ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ, 3. ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ).

 

[ISBN: 978-618-5228-00-2]


ΛΟΥΙ ΩΓΚΥΣΤ ΜΠΛΑΝΚΙ,

Η αιωνιότητα διά των άστρων
μετάφραση: Σάμης Ταμπώχ
επιμέλεια: Βασίλης Τομανάς
120 σελ.



Ο Μπλανκί (1805-1881) ήταν παρών και μπροστάρης σε όλες σχεδόν τις εξεγέρσεις του 19ου αι. στο Παρίσι. Αποτέλεσμα ήταν ότι πέρασε τα 43 χρόνια της ζωής του στη φυλακή. Πίστευε ότι μία ομάδα αφοσιωμένων και καλά οργανωμένων επαναστατών αρκεί για να καταλάβει την κρατική εξουσία. Ο μπλανκισμός, δηλαδή αυτή του η άποψη, δέχθηκε αυστηρή κριτική από τον Μαρξ και τον Ένγκελς. Αλλά ο Μαρξ χαρακτήρισε τον Μπλανκί «η καρδιά και η ψυχή τού κόμματος των προλετάριων στη Γαλλία». Και ο Βάλτερ Μπένγιαμιν έγραψε: «Μπλανκί: Η χάλκινη φωνή που ταρακούνησε τον 19ο αι.»

 

[ISBN: 978-618-5228-13-2]


ΧΑΝΝΑ ΑΡΕΝΤ,

Οι απαρχές του ολοκληρωτισμού
Δεύτερο μέρος: Ιμπεριαλισμός
246 σελ.



Σ’ αυτόν τον δεύτερο τόμο της μνημειώδους μελέτης της η συγγραφέας εξετάζει την περίοδο του ευρωπαϊκού αποικιακού ιμπεριαλισμού, από το 1884 έως το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, μία παράξενη και ωμή εποχή που παρουσιάζεται μέσα από τα χαρακτηριστικά πορτραίτα του Ντισραέλι, του Σέσιλ Ρόουντς, του Γκομπινώ, του Προυστ και του Τ.Ε. Λώρενς. Αν και η εποχή αυτή «σημαδεύεται ακόμη από μια ορισμένη μετριοπάθεια και ελεγχόμενη ευυποληψία», η συγγραφέας επισημαίνει ότι το τέλος της έφερε την παρακμή του εθνικού κράτους και την αποσύνθεση της ταξικής κοινωνίας της Ευρώπης, τα δύο βασικά συμβάντα που γέννησαν τον ολοκληρωτισμό, ο οποίος με τη σειρά του παρήγαγε τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τα εργοστάσια θανάτωσης της πρόσφατης ιστορίας.

 

[ISBN: 978-960-9488-99-0]


Κωνσταντίνος Παυλίτσας,

ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΕΙΑ
Η Κοσμοπολιτεία αποτελεί συνέχεια της δημοκρατίας.
Σημαίνει τη συμμετοχή του ανθρώπου σε όλους τους τομείς της ζωής.



Ο Κώστας Παυλίτσας γεννήθηκε το 1967 στα Γρεβενά και κατοικεί στην Κοζάνη. Είναι έγγαμος και πατέρας τριών παιδιών. Αποφοίτησε με ΑΡΙΣΤΑ από το Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πειραιώς και έλαβε Διδακτορικό Δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας με τίτλο: «Η συμμετοχή του συντελεστή εργασία στη διανομή του εθνικού εισοδήματος». Έχει εκδώσει, μεταξύ άλλων, τα βιβλία «Βάσεις οικονομικής», «Εισαγωγή στην Οικονομική», «Η Κοινωνία των Σοφών» και ο «Μικρός Θεός». Διδάσκει εδώ και δεκαέξι έτη στο Τ.Ε.Ι. Δυτ. Μακεδονίας μεγάλο εύρος μαθημάτων όπως: πολιτική οικονομία, διαχείριση φυσικών πόρων, οργανωσιακή συμπεριφορά, διοίκηση ολικής ποιότητας, συμπεριφορά καταναλωτή κ.ά.

 

[ISBN: 978-618-5228-15-6]


Διονύσης Στεργιούλας,
Ο ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ ΚΑΙ Η ΜΟΣΧΟΥΛΑ
Δοκίμιο για τη λογοτεχνία
48 σελίδες



Ο συγγραφέας διερευνά το μεγάλο μυστήριο της γραφής εστιάζο- ντας κυρίως σε δύο λογοτεχνικά έργα: στο διήγημα Όνειρο στο κύμα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και στο μυθιστόρημα του Φραντς Κάφκα Η Δίκη. Ένα δοκίμιο για τη γραφή, την έμπνευση και τις διακειμενικότητες στη λογοτεχνία, με αναφορές σε δημιουρ- γούς όπως ο Όμηρος, ο Διονύσιος Σολωμός, ο Κ.Π. Καβάφης και ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης και σε λογοτεχνικούς ήρωες και ηρωίδες όπως τα πρόσωπα της Οδύσσειας, η φεγγαροντυμένη του Κρητικού, το βοσκόπουλο και η Μοσχούλα του Ονείρου στο κύμα και ο Γιό- ζεφ Κ. της Δίκης.
Στη 14η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, στην εκδήλωση για το βιβλίο του Διονύση Στεργιούλα Ο Φραντς Κάφκα και η Μοσχούλα, από τις εκδόσεις Νησίδες, μίλησαν ο Γιώργος Χρονάς, ο Κωνσταντίνος Μπούρας, η Σωτηρία Σταυρακοπούλου και ο Βασίλης Τομανάς. Κυριακή, 14 Μαΐου, 2017, 10.00 π.μ., στην αίθουσα Ιωάννου του περιπτέρου 15. -

Ο κριτικός και συγγραφέας Διονύσης Στεργιούλας (1967) κυκλοφόρησε έως τώρα τέσσερα βιβλία. Το πρώτο, Οι μαθητευόμενοι της οδύνης (Οδός Πανός, 1995), αποτελεί μια συλλογή ποιητικών δοκιμίων για διάφορα πρόσωπα της αρχαίας και σύγχρονης ελληνικής μυθολογίας (Καββαδίας, Καρυωτάκης, Σολωμός, Ασλάνογλου, Τσιτσάνης, Βιζυηνός, Σαββόπουλος αλλά και Απόλλων, Περσεφόνη, Πλάτωνας, Σωκράτης κ.ά.) Ακολούθησε μία συνέντευξη που πήρε από τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και τιτλοφορείται Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος για τον Διονύσιο Σολωμό (Οδός Πανός, 2004), όπου ο γνωστός Θεσσαλονικιός ποιητής εξομολογείται στον Διονύση Στεργιούλα τις σχέσεις του με τον Σολωμό ή, μάλλον, μιλάει για την απασχόλησή του με τον Σολωμό και για το μικρό, όπως το χαρακτηρίζει, έργο που απέρρευσε από αυτήν. Ακολούθησε η μελέτη Ο Καβάφης και η υποδοχή του έργου του (Εμπόδια και αλληλεπιδράσεις), από τις εκδόσεις Νησίδες, ένα κείμενο για το έργο του Αλεξανδρινού ποιητή, τις σχέσεις του με τους ποιητές της εποχής του, τη σχέση του με την ιστορία, την πολιτική, αλλά και ένα κείμενο, γενικότερα, για την ποίηση και την εποχή μας. Γράφτηκε, στην πρώτη του μορφή, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας ανέφερε σε συνέντευξή του στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη (περιοδικό Fractal, 26-3-2015), για να διαβαστεί ως ομιλία σε εκδήλωση της 10ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη, ενώ με αφορμή αυτήν τη συνέντευξη συμβούλεψε, τότε, τους νέους ποιητές «να εντάξουν στα προς ανάγνωση βιβλία κλασικούς και αναγνωρισμένης αξίας ποιητές του παρελθόντος, γιατί έτσι θα υπάρχει μέτρο σύγκρισης και δεν θα διαμορφώνουν τις αισθητικές τους αντιλήψεις πάνω σε βάσεις σαθρές». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σ’ αυτή τη μελέτη του Στεργιούλα παρουσιάζει η απόπειρα αποκωδικοποίησης του τελευταίου ποιήματος του Αλεξανδρινού το «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας», (γραμμένο μεταξύ 1932 και 1933), που, παρά τον υποκειμενισμό της και τον κάπως αυθαίρετο χαρακτήρα της, πατώντας σε αδιάψευστα πραγματολογικά στοιχεία τεκμηριώνει, ως ένα σημείο τουλάχιστον, πως ο Ιουλιανός του ποιήματος δεν ήταν άλλος από τον αμφιλεγόμενο Έλληνα πολιτικό Ελευθέριο Βενιζέλο.

Το πρόσφατο βιβλίο του Στεργιούλα, που έχει τον τίτλο Ο Φραντς Κάφκα και η Μοσχούλα και που το εξέλαβα ως συνέχεια του προηγούμενού του, τυπωμένο πάλι από τις εκδόσεις Νησίδες, δεν είναι μόνο μια συνδυαστική μελέτη για δύο εμβληματικά λογοτεχνικά έργα, το διήγημα «Όνειρο στο κύμα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και το μυθιστόρημα του κορυφαίου γερμανόφωνου μοντερνιστή πεζογράφου, κι ενός από τους πιο επιδραστικούς λογοτέχνες όλων των εποχών, Φραντς Κάφκα Η Δίκη. Είναι, πρωτίστως, μια συμπυκνωμένη σύνοψη των λογοτεχνικών απόψεων και προτιμήσεων του συγγραφέα σε ένα χρονικό εύρος που απλώνεται από τον Όμηρο και φτάνει μέχρι τον 20ό αιώνα. Εδώ θα βρούμε αρκετές από τις «λογοτεχνικές αγάπες» του Στεργιούλα: Παπαδιαμάντης, Κάφκα, Κ. Π. Καβάφης, Όμηρος, Σολωμός, Πεντζίκης, Αντρέας Παγουλάτος, Ζωή Καρέλλη, αλλά και αναφορές σε Τζόυς, Θερβάντες, Ντοστογιέφσκι, Ντεφόε, Σουίφτ. Βέβαια, η παγκόσμια βιβλιοθήκη και η παγκόσμια λογοτεχνία δεν εξαντλούνται και δεν συνοψίζονται σ’ αυτά τα παραπάνω ονόματα, η αναφορά όμως στους συγκεκριμένους δημιουργούς είναι ένα δείγμα αποκαλυπτικό των επιρροών και των προτιμήσεων του συγγραφέα, και, κυρίως, του τι, κατά τη γνώμη του, συναποτελεί τη μεγάλη λογοτεχνία των καιρών.

Η πυκνογραμμένη αυτή κριτική μελέτη κερδίζει τον αναγνώστη, ακόμη και από τη δυσκολία του στο να την κατατάξει επακριβώς σε ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος. Είναι ποιητικό δοκίμιο, αμιγώς κριτική μελέτη, εξομολόγηση, μαρτυρία, φιλοσοφικό δοκίμιο; Νομίζω πως πρόκειται για μικτό είδος γραφής που έχει στοιχεία από όλα τα παραπάνω είδη (άλλα σε μεγαλύτερο, άλλα σε μικρότερο βαθμό) κι αυτό συγκαταλέγεται στα συν του βιβλίου. Ο Στεργιούλας προσδιορίζει το πόνημά του με τον γενικό και αποστασιοποιημένο υπότιτλο «Δοκίμιο για τη λογοτεχνία» αποφεύγοντας τους παραπάνω προσδιορισμούς, θυμίζοντάς μας την αμηχανία (ή μήπως τη σοφή επιλογή;) του Γιώργου Ιωάννου να προσδιορίσει το είδος γραφής των κειμένων του, καταφεύγοντας στον γενικό και ουδέτερο χαρακτηρισμό «πεζογραφήματα».

Στο δοκιμιακού τύπου κείμενο του Στεργιούλα, που είναι μοιρασμένο σε υποενότητες δίχως επιμέρους υπότιτλους, θα συναντήσουμε μεταξύ άλλων: Έναν διακειμενικό συσχετισμό ανάμεσα στο διήγημά του «Ποιος είμαι, κύριε Παπαδιαμάντη;» και στο διήγημα της Άννας Ζέγκερς «Η συνάντηση». Μια διακειμενική προσέγγιση ανάμεσα σε Παπαδιαμάντη και Σολωμό, με βάση το διήγημα του πρώτου «Όνειρο στο κύμα» αλλά και στίχους του δεύτερου από τα έργα του Λάμπρος, Κρητικός και Ελεύθεροι πολιορκημένοι. Μια ψυχαναλυτική αλλά και κοινωνικοπολιτική ερμηνεία της Δίκης του Κάφκα, στην οποία εμφιλοχωρούν μία ρήση του Καζαντζάκη από την Ασκητική του, θεωρίες του Πλάτωνα αλλά και αναφορά στη δίκη του Σωκράτη. Αντιθέσεις και συγκλίσεις ανάμεσα στο έργο του Κάφκα και του Παπαδιαμάντη. Ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις-απόψεις για την ποιητική γενιά του ’30, για τους δημιουργούς της οποίας, ο Στεργιούλας, πιστεύει πως, λόγω του οράματος της Μεγάλης Ιδέας με το οποίο ήταν ζυμωμένοι, συμπεριφέρθηκαν ως ποιητές του 19ου και όχι του 20ού αιώνα (πισωγύρισμα το έργο του Παλαμά, μπροστά από την εποχή του ο Καβάφης). Σ’ αυτό το τελευταίο, ο Στεργιούλας δείχνει να συμφωνεί με την άποψη του Ντίνου Χριστιανόπουλου πως, στις μέρες μας, «ο Καβάφης καλπάζει», αφού δεν έμεινε προσκολλημένος σε ιδεολογήματα και καλλιτεχνικού τύπου προκαταλήψεις. Τέλος θα συναντήσουμε και μια συγκριτικού τύπου παρατήρηση για τον «άλλον» στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα, η ύπαρξη του οποίου στα έργα των δημιουργών μοιάζει με «σταγόνα στον ίδιο ωκεανό», και τη μετεξέλιξη της γραφής στα έργα του 20ού αιώνα σε ενδοσκοπική, με εσωτερικές φωνές και μονολόγους.

Ο συγγραφέας με τις αναρωτήσεις του της σελ. 24 για την πηγή έμπνευσης του Παπαδιαμάντη, αναφορικά με το «Όνειρο στο κύμα» λειτουργεί ως επίμονος σκαπανέας, αναζητώντας τις ρίζες, τις πηγές και τα θεμέλια ενός λογοτεχνικού κειμένου. Ακριβώς το αντίθετο επιχείρησε κάποια χρόνια νωρίτερα (2012) ο Κώστας Μουρσελάς, ο οποίος σε ένα βιβλίο μυθοπλασίας που τιτλοφορείται Στην άκρη της νύχτας (Πατάκης, 2012) συνεχίζει την ιστορία του Ονείρου στο κύμα του Παπαδιαμάντη, με ελαφρώς σκωπτικό τρόπο και χαλαρή αφήγηση, βάζοντας τον παπαδιαμαντοφάγο ήρωά του Ρετσίνα να αποκαλύπτει στον Μανολόπουλο, τον αφηγητή του βιβλίου, το μυστικό της Μοσχούλας και το πόσο αυτό επηρέασε τη ζωή του Παπαδιαμάντη. Εδώ φυσικά μιλάμε για μυθοπλασία, για ένα είδος χαλαρού παπαδιαμαντικού σίκουελ, όπως το χαρακτήρισε πριν από χρόνια ο μπλόγκερ Πατριάρχης Φώτιος, ενώ τον Στεργιούλα φαίνεται πως το θέμα τον απασχολεί περισσότερο σοβαρά και μάλιστα εδώ και χρόνια, και αφορά πρωτίστως την αληθοφάνεια της ιστορίας του Παπαδιαμάντη, τη διττή σημασία του τίτλου του διηγήματος, την ακριβή έννοια της λέξης «όνειρο» (θαύμα ή με την κυριολεκτική της σημασία;) και το αν έχει η ιστορία βιωματικό έρμα. Εδώ βέβαια τίθεται ένα μεγάλο ζήτημα για το πώς πρέπει να προσεγγίζουμε τα κείμενα των σπουδαίων δημιουργών, αν δηλαδή πρέπει να δίνουμε μεγάλη βάση και έμφαση στα βιογραφικά στοιχεία των συγγραφέων τους, αν πρέπει να τα αναλύουμε και να τα ερμηνεύουμε με βάση πηγές και πραγματολογικά στοιχεία κι αν πρέπει οπωσδήποτε να τα θεωρούμε πάντα ως ίχνη και αποτυπώσεις μιας πραγματικής ζωής. Στις δύο καταληκτικές σελίδες, πάντως, του βιβλίου, ο Στεργιούλας πέρα από τις αναρωτήσεις, την έκπληξή του, τις αμφιβολίες ή την περιέργειά του για το τι σημαίνει ή τι δεν σημαίνει το διήγημα στο σύνολό του, και ύστερα από αυτή τη διεξοδική περιδιάβαση σε μερικά σημαντικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, φαίνεται πως συντονίζεται σε ένα βαθύ και ουσιαστικό συμπέρασμα. Διαπιστώνει με ωριμότητα πως τα λογοτεχνικά κείμενα που αντέχουν στον χρόνο δεν έχουν γραφτεί ούτε με κάποιου είδους σκοπιμότητα ούτε βάσει κάποιας λογοτεχνικής θεωρίας ούτε με συγκεκριμένη τεχνική ή εξ αιτίας κάποιας συγκεκριμένης θέασης ζωής εκ μέρους των συγγραφέων, αλλά η γοητεία και η έλξη που αυτά εξακολουθούν να ασκούν στους αναγνώστες με το πέρασμα των χρόνων είναι ζητήματα αδιευκρίνιστα και ανεξήγητα. Εν ολίγοις, η μεγάλη λογοτεχνία παραμένει, κατά τον Στεργιούλα, ένα μυστήριο, αναφορικά με το πώς και το γιατί αυτή δημιουργήθηκε, άποψη την οποία συμμερίζομαι και επικροτώ.

Αντιγράφω κάποιες σκέψεις του συγγραφέα που φανερώνουν τη διαύγεια, καθαρότητα και ευστοχία των συμπερασμάτων του αναφορικά με τα λογοτεχνικά έργα και την απήχησή τους στους αναγνώστες.

Σελ. 34: «Ίσως αυτός είναι ένας κοινός τόπος στη λογοτεχνία: ο δημιουργός νομίζει ότι μπορεί να κατευθύνει ή να οδηγήσει το κοινό εκεί που ο ίδιος θέλει, παραβλέποντας την περίπτωση το κοινό να έρχεται προς το μέρος του από άλλες κατευθύνσεις και να αντιλαμβάνεται το έργο του διαφορετικά»

Σελ. 37: «[Ο πρωταγωνιστής της Δίκης του Κάφκα] μοιάζει με ένα έντομο που θέλοντας να ξεφύγει από τον ιστό της αράχνης κάνει γρήγορες και νευρικές κινήσεις, με αποτέλεσμα ο ιστός να το αποδυναμώνει και να το ακινητοποιεί».

Σελ. 39: «[Στο “Όνειρο στο κύμα”] ο Παπαδιαμάντης γυρίζει το ρολόι πίσω, πριν το προπατορικό αμάρτημα, και δίνει την ευκαιρία σε έναν βοσκό να απαλλάξει την ανθρωπότητα από ένα ακατανόητο βάρος»

Σελ. 10: «Στον Όμηρο οφείλουμε και την όμορφη ιστορία με το σάβανο του Λαέρτη, που η πιστή στον Οδυσσέα Πηνελόπη ύφαινε επί τρία χρόνια τη μέρα και ξήλωνε τη νύχτα προσπαθώντας να κοροϊδέψει του μνηστήρες. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει συγγραφέας σε όλη τη γη, που δεν λειτούργησε κάποια περίοδο της ζωής του όπως η Πηνελόπη, γράφοντας και σβήνοντας λέξεις πάνω στο δικό του σάβανο, το λευκό χαρτί, επιδιώκοντας να ξεγελάσει ποιον άλλο αν όχι τον ίδιο τον εαυτό του.»

Η τύπωση του βιβλίου από τις εκδόσεις Νησίδες είναι λιτή και κομψή, όπως αρμόζει σε τέτοιου είδους βιβλία, και το εξώφυλλο είναι λεπτομέρεια από έργο του 17ου αιώνα.

Ο Διονύσης Στεργιούλας, με πύκνωση λόγου και διεισδυτική ματιά, δίχως να φιλολογεί ή να πατά σε λογοτεχνικές θεωρίες ή λογοτεχνικά ρεύματα, καταθέτει αυτό το κατανοητό (όχι απλοϊκό) αλλά στοχαστικό πόνημα, αναζητώντας την πηγή έμπνευσης σπουδαίων λογοτεχνικών κειμένων. Θα μπορούσε βέβαια να επεκτείνει τους λογοτεχνικούς προβληματισμούς του, θέτοντας, έστω προς το τέλος, κάποιες σκέψεις-γέφυρες και για έργα του 21ου αιώνα, για να μη θεωρηθεί πως η λογοτεχνία τελειώνει με τη δύση του 20ού αιώνα. Από την άλλη, η ενασχόληση με λογοτέχνες που έφυγαν από τη ζωή, πάντα κρύβει τον κίνδυνο (ή την παρεξήγηση) μιας «μουσειακού» τύπου μελέτης ή μιας ελιτίστικης συμπεριφοράς εκ μέρους του εκάστοτε μελετητή, που αδιαφορεί ή αποστασιοποιείται από σύγχρονες τάσεις και φωνές, κάτι που προφανώς δεν ισχύει για τον Στεργιούλα, αφού γνωρίζω καλά πως παρακολουθεί συστηματικά και την τρέχουσα λογοτεχνική παραγωγή. Γνωρίζει άλλωστε κι ο ίδιος πολύ καλά, καλύτερα από πολλούς διανοητές της γενιάς του, πως, αυτό που τόσο αγαπά, μοιάζει με ποτάμι, που δεν σταματά ποτέ η ροή του, αφομοιώνοντας δημιουργικά στην κοίτη του ολοένα και πιο φρέσκα (όχι απαραιτήτως και ωφέλιμα) υλικά. - Παναγιώτης Γούτας.

Αγαπητοί φιλαναγνώστες,
Λόγοι που ξεπερνούν τη θέληση και τους προγραμματισμούς μου με αναγκάζουν να απουσιάσω από τη σημερινή συνάντησή μας. Θα ήταν ωραίο να καθίσω πλάι στους αγαπημένους φίλους και συνοδοιπόρους στα Γράμματα, Παναγιώτη Γούτα και Διονύση Στεργιούλα, και να συνομιλήσουμε για το νέο πόνημα του Διονύση που επιγράφεται Ο Φραντς Κάφκα και η Μοσχούλα. [Mήπως όμως θα ήταν ευκολότεροι οι τίτλοι «Ο Φραντς Κάφκα και ο Παπαδιαμάντης;» Ή «Η κατσαρίδα και η Μοσχούλα»; Ή «Η κατσαρίδα και η κατσίκα;» ή «Η Δίκη και το Όνειρο»;]
Αστειεύομαι. Κατά την άποψή μου, το βιβλιαράκι αυτό του Στεργιούλα έχει όλες τις προϋποθέσεις για να είναι ένα άρτιο δοκίμιο, αφού εμπεριέχει τις απόψεις του συγγραφέα για τον τρόπο με τον οποίο διαβάζει ένα λογοτεχνικό έργο, αλλά και τις εμμονές του για ζητήματα που ανακύπτουν από την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων που αγάπησε, στα οποία προσπαθεί να δώσει μια προσωπική ερμηνεία. Διακρίνω το δοκίμιο αυτό σε τέσσερα μέρη: Στο πρώτο ο Διονύσης μάς εξηγεί πως πάνω στα λογοτεχνικά έργα ενεργεί ως τυμβωρύχος, για να αποσπάσει κάποια από τα κτερίσματα που συνόδευαν την ταφή των νεκρών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τους δύο παραπάνω συγγραφείς, τον Κάφκα και τον Παπαδιαμάντη. Ωστόσο βρίσκουμε κι αποσπασματικές αναφορές σε συγγραφείς όπως ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Θερβάντες, ο Ντοστογιέφσκι, με τους οποίους ο Διονύσης έχει προφανώς εκλεκτικές συγγένειες. Βέβαια, κάθε κείμενο (ας με συμπαθήσουν οι αριστοτελικοί) έχει αρχή, μέση και τέλος. Σε τούτο όμως το δοκίμιο η κίνηση του αναγνώστη, από την αρχή προς το τέλος, δεν μπορεί να είναι ευθύγραμμη ούτε αδιάσπαστη. Παρεκβάσεις και συσχετίσεις, παρενθέσεις και υποδηλώσεις ‒όπως τις ξαναθέσπισε η ανανεωμένη ρητορική του αιώνα μας‒ διακόπτουν κάθε τόσο τη ροή του κειμένου ή εκείνο που σε άλλους καιρούς δικαίως ονομαζόταν κανονική και φυσική ανάπτυξη του θέματος. Γι’ αυτό και υιοθετώ για τούτη την περίπτωση τον όρο περιδιάβαση, που άλλωστε τη βρίσκουμε και σε ένα ποίημα του Σεφέρη (δεν γνωρίζω βέβαια αν ο Διονύσης διαβάζει με το ίδιο πάθος τον Σεφέρη, όπως διαβάζει τον Καβάφη και τον Σολωμό). Θα περιοριστούμε, λοιπόν, σε μια περιδιάβαση: παρεκβάσεις και συσχετίσεις. Και η περιδιάβαση θέλει να διεγείρει την κριτική στάση του αναγνώστη απέναντι στο κείμενο. Στην περίπτωση, όμως, που η περιδιάβαση αυτή ξενίσει ή ερεθίσει τον αναγνώστη, θα προχωρήσω σε μια συμπληρωματική εξήγηση: Σκοπός του δοκιμιογράφου δεν είναι να στηθεί απέναντι στον αναγνώστη για να τον φλομώσει ή έστω να τον πείσει. Εγώ, για τη δική μου περίπτωση, θα έλεγα: «Ιδανικά, αντί να με διαβάζει ο αναγνώστης μου, θα ήθελα να περιδιαβάζουμε μαζί, γύρω από το θέμα, είτε μπαινοβγαίνοντας όποτε μας καπνίσει, με την ελπίδα πως θα θελήσει να συνεχίσει μόνος του ή με άλλη παρέα το σεργιάνι. Στο μεταξύ θα κρατώ όσο μπορώ διαρκώς ξύπνιο το ενδιαφέρον του ακόμη και με χωρατά ή φιλικές τσιμπιές.» Προχωρώ, λοιπόν, κρατώντας τις προηγούμενες διαπιστώσεις: Ως δεύτερο μέρος θεωρώ την επισήμανση, από μέρους του Διονύση, του κινήτρου που τον ώθησε στη συγγραφή του συγκεκριμένου δοκιμίου. Και το κίνητρο αυτό υπήρξε η ανάγνωση της νουβέλας «Η συνάντηση» της γερμανίδας πεζογράφου Άννας Σέγκερ. Πρόκειται για μια φανταστική συνεύρεση σε εστιατόριο τριών αγαπημένων συγγραφέων της: Χόφμαν, Γκόγκολ και Κάφκα. Οι τρεις αυτοί συγγραφείς συνομιλούν και ανταλλάσσουν απόψεις για το έργο τους, τη λογοτεχνία και τον κόσμο. Στην ουσία έχουμε να κάνουμε κι εδώ με ένα λογοτεχνικό δοκίμιο. Ας δούμε τώρα το τρίτο μέρος: Όσοι από μας έχουν διαβάσει το αφιέρωμα για τον Παπαδιαμάντη στην Οδό Πανός, θα γνωρίζουν ότι υπάρχει εκεί ένα ανάλογο φανταστικό διήγημα του Διονύση με τον τίτλο «Ποιος είμαι, κύριε Παπαδιαμάντη;» Ο συγγραφέας συναντάει σε παραθαλάσσιο χωριό της Χαλκιδικής τον Παπαδιαμάντη και συνομιλεί μαζί του για τη ζωή, το νόημα της γραφής, τη θρησκεία, το Άγιον Όρος κι άλλα πολλά. Κάποια στιγμή εμφανίζεται κι ο Σολωμός, ο οποίος χωρίς να πάρει μέρος στην κουβέντα αποχωρεί αγέρωχος. Όταν ο Παπαδιαμάντης έχει φύγει, ο συγγραφέας συνειδητοποιεί ότι είχε ξεχάσει να τον ρωτήσει αν η Μοσχούλα, που τόσο όμορφα έχει περιγράψει την καλλονή της στο διήγημά του «Όνειρο στο κύμα» (εδώ, στην περιγραφή της ομορφιάς της Μοσχούλας, ο Στεργιούλας επισημαίνει επιρροές του Παπαδιαμάντη από κείμενα του Σολωμού), αν όντως υπήρξε πραγματικό πρόσωπο η Μοσχούλα, της οποίας το γυμνό σώμα είχε αγκαλιάσει ή μήπως επρόκειτο για μια ερωτική φαντασίωσή του, που τον στοίχειωσε μια ζωή και αποτέλεσε την αιτία να μη γίνει καλόγερος, όπως το ήθελε, το καλοκαίρι του 1872. Η απορία αυτή βασανίζει τον συγγραφέα, αφού η λέξη όνειρο μπορεί να σημαίνει ενύπνιο ή μια όμορφη αξέχαστη εμπειρία. Ακολουθούν παρεκβάσεις που αφορούν τη γνωριμία του με άλλους συγγραφείς, είτε αυτή έγινε μέσα από το έργο τους, όπως π.χ. υπήρξε αυτή με τον Σολωμό και τον Καβάφη είτε και προσωπική ακόμα, όπως εκείνη με τον Ν. Γ. Πεντζίκη, ο οποίος του είπε ότι η καλή λογοτεχνία δεν γίνεται με ιδέες αλλά με βιώματα. Αποσπασματικά δίνεται και η ιστορία του διηγήματος, για την οποία δεν θα μιλήσω αφού το διήγημα, από τα ωραιότερα του Παπαδιαμάντη, είναι πολύ γνωστό. Θα κάνω όμως ορισμένες παρατηρήσεις. Ο Διονύσης αμφιρρέπει ανάμεσα στην ταύτιση του Παπαδιαμάντη με τον νεαρό βοσκό της Σκιάθου που κολύμπησε και έσωσε τη Μοσχούλα από τον πνιγμό σε νεαρή ηλικία και στην αποδοχή της ομολογίας του συγγραφέα ότι δεν ήταν αυτός ο ήρωας του διηγήματος. Γράφει ο Στεργιούλας: Η πληροφορία ότι το βοσκόπουλο αργότερα σπούδασε, άρα έμαθε, μεταξύ άλλων, να διατυπώνει με ολοκληρωμένο τρόπο τις σκέψεις του, δίνει αληθοφανή λύση στο πρόβλημα ταύτισης ήρωα και αφηγητή. Και πιθανότατα: ήρωα, αφηγητή και συγγραφέα. Αμέσως μετά αναιρεί την παραπάνω εκδοχή λέγοντας: Ο συγγραφέας, ωστόσο, αποκλείει εκ των προτέρων την ταύτιση με το πρόσωπο του αφηγητή τοποθετώντας όλο το διήγημα μέσα σε εισαγωγικά και δίνοντας στον αναγνώστη την πληροφορία ότι πρόκειται για «αντιγραφή», δηλαδή ότι κάποιος άλλος του αφηγήθηκε την ιστορία κι αυτός την έκανε διήγημα. Επομένως πώς θα μπορούσε ο Παπαδιαμάντης να απαντήσει στο ερώτημα του Διονύση, αφού τα όσα αφηγείται για τη Μοσχούλα στο διήγημά του δεν ξέρουμε αν υπήρξαν πραγματικά βιώματα ή απλώς επρόκειτο για ερωτική φαντασίωση; Και γιατί ο Στεργιούλας δεν λέει τίποτα για την άλλη Μοσχούλα, την αγαπημένη κατσίκα του νεαρού βοσκού, ο οποίος όταν βούτηξε στη θάλασσα για να σώσει τη Μοσχούλα από τον πνιγμό, την είχε δέσει μ’ ένα σκοινί σε κάποιο σκίνο και το σκοινί περιδέθηκε στο λαιμό της και πνίγηκε; Πιστεύω ότι κάτι ήθελε να πει ο Παπαδιαμάντης με τη σωτηρία της μιας Μοσχούλας, της κόρης του εύπορου κτηματία, και τον θάνατο, από άλλου είδους πνιγμό, της άλλης Μοσχούλας, της κατσίκας του νεαρού τσομπάνη που την αγαπούσε πολύ. Ερωτήματα που δεν μπορεί να έχουν μια πειστική απάντηση ή μάλλον ο κάθε αναγνώστης ενδεχομένως δίνει τη δική του εκδοχή ή ερμηνεία.
Το τέταρτο μέρος αφορά το μυθιστόρημα Η δίκη του Κάφκα. Εδώ, αφού δώσει αποσπασματικά την υπόθεση του μυθιστορήματος, που αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του γερμανόφωνου μοντερνισμού του μεσοπολέμου, ο οποίος κυριάρχησε στην λογοτεχνία της Ευρώπης και επεκτάθηκε στην αμερικάνικη, αυτό δηλαδή το είδος της πεζογραφίας που τη χαρακτηρίζει η εσωστρέφεια και ένα είδος γραφής συνειρμικής ή συνειδησιακής ροής, ο Διονύσης αρχίζει την ανάλυση του έργου και τις διακειμενικές του επισημάνσεις, αφού το μυθιστόρημα αυτό, λόγω του είδους του, επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Αναφέρει πρώτα τις δύο περισσότερο επικρατούσες απόψεις: ότι η ενοχή που ακαθόριστα βαραίνει τον ήρωα του Κάφκα Κ, αφορά την εβραϊκή καταγωγή του ίδιου του συγγραφέα και τον αντισημιτισμό τού περιβάλλοντός του ή ότι αναφέρεται –η δεύτερη ενοχή– στη δύναμη που διαθέτει κάθε γραφειοκρατική εξουσία να καταπιέζει και να συνθλίβει τον κάθε πολίτη, παρά να τον εξυπηρετεί. Επομένως, κάθε αντίσταση είναι ψυχοφθόρα και περιττή και στο άτομο δεν μένει άλλο παρά να υποταχθεί στη μοίρα του περιμένοντας το τέλος του. Από εκεί και πέρα έχουμε αξιοπρόσεκτες επισημάνσεις / ερμηνευτικές θεωρήσεις του Διονύση (Η δίκη του Κάφκα, όπως και τα άλλα του μυθιστορήματα, αποτελούν κατάλληλο έδαφος για συνειρμικούς σχολιασμούς), που περιστρέφονται γύρω από το κεντρικό ζεύγος ενοχή-αθωότητα κι έτσι από τη Δίκη μεταπηδά στην Αντιγόνη του Σοφοκλή. Για την υποταγή στη δύναμη της εξουσίας που εξοντώνει τον αθώο άνθρωπο φέρνει ως παραδείγματα –και αναλύει– τις περιπτώσεις του Σωκράτη και του Χριστού. Προχωρά στις ενοχές που ανιχνεύονται στα ποιήματα της Ζωής Καρέλλη, κι άλλα πολλά και ενδιαφέροντα, που δεν με παίρνει ο χρόνος να τα αναφέρω, και τέλος συγκρίνει τις ζωές –και τους εσωτερικούς κυματισμούς– των δύο ανόμοιων ηρώων: του βοσκού στο διήγημα Όνειρο στο κύμα, του Παπαδιαμάντη, που κατέληξε υπάλληλος δικηγορικού γραφείου στην Αθήνα, και του Κ. στη Δίκη του Κάφκα, που τέλειωσε τη ζωή του μέσα στην αγωνία για μια ενοχή που αγνοούσε ζώντας συνεχώς μέσα σε κλειστούς χώρους.
Θα ολοκληρώσω την ομιλία μου παραθέτοντας την τελευταία παράγραφο του δοκιμίου του Στεργιούλα, την οποία και προσυπογράφω: Πέρα από το αρχικό ταλέντο ενός συγγραφέα, που μερικές φορές το γιγαντώνουν οι δυσκολίες της ζωής και η διαρκής ενασχόληση με τις λέξεις και τα κείμενα, πέρα από τη βαρύτητα και την ερμηνεία που δίνουν η κάθε εποχή και η κάθε κοινωνία σε ένα έργο, η ουσία της λογοτεχνίας, αν προσπεράσουμε τους επιφανειακούς ορισμούς, όπως και οι αιτίες της έλξης και της γοητείας που ασκούν κάποια λογοτεχνικά κείμενα, παραμένουν πράγματα άγνωστα. Ούτε η ανάλυση της μορφής, της δομής και του περιεχομένου, ούτε η ψυχαναλυτική προσέγγιση, ούτε κάποιος συνδυασμός μοντέλων, μεθόδων και θεωριών μπορούν να απαντήσουν σε παρόμοια ερωτήματα. Τα ερωτήματα θα παραμένουν ζωντανά και θα αποτελούν διαρκή αφορμή για εσωτερικό στοχασμό και δημιουργικό διάλογο.
Ξαναγυρίζω, κλείνοντας, στα προηγούμενα: το δοκίμιο αυτό του Διονύση (με τη φιλολογική ή μήπως και ψυχαναλυτική προσέγγιση;) δεν αποτελεί μια νεανική διασκέδαση που επιζητεί την πρωτοτυπία. Ο συγγραφέας βρίσκεται σε ώριμη ηλικία, οπότε μπορεί να ομολογήσει, χωρίς ενοχές, ότι τώρα ξέρει πώς να γράφει και πώς να διασκεδάζει, με τις δικές του ιδιοτυπίες ύφους και δομής που ανταποκρίνονται στις ψυχικές του διαθέσεις. - Σωτηρία Σταυρακοπούλου.

 

[ISBN: 978-618-5228-12-5]


ΧΑΝΝΑ ΑΡΕΝΤ,
Οι απαρχές του ολοκληρωτισμού
Πρώτο μέρος : Αντισημιτισμός



Σ’ αυτόν τον πρώτο τόμο της μνημειώδους τρίτομης μελέτης της, η Χάννα Άρεντ ιχνηλατεί την άνοδο του αντισημιτισμού στην ιστορία του εβραϊσμού της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης και σκιαγραφεί τον ρόλο που έπαιξαν οι Εβραίοι στην ανάπτυξη του εθνικού κράτους από τη μια και της κοινωνίας των μη Εβραίων από την άλλη. Με την εμφάνιση των πρώτων αντισημιτικών κομμάτων τις δεκαετίες του 1870 και του 1880, υποστηρίζει η Άρεντ, άνοιξε ο δρόμος που κατέληξε στην «τελική λύση». Και βλέπει την Υπόθεση Ντρέυφους ως μία γενική πρόβα για το έργο που εκτυλίχθηκε στην εποχή μας – την πρώτη χαρακτηριστικά νεωτερική / σύγχρονη χρήση του αντισημιτισμού ως οργάνου δημόσιας πολιτικής και της υστερίας ως πολιτικού όπλου.

«Με το έργο Η καταγωγή του ολοκληρωτισμού η Χάννα Άρεντ αναδύεται ως η πιο πρωτότυπη και βαθιά, συνεπώς η πιο πολύτιμη, πολιτική θεωρητικός της εποχής μας.»
Dwight Maxdonald, The New Leader

«Το έργο μιας ανθρώπου που σκέφτηκε και υπέφερε… Ανησυχητικό, συγκινητικό βιβλίο που μας προκαλεί να σκεφτούμε»
The New York Times Book Review

«Σπουδαίο βιβλίο. Προϊόν βαθιάς σκέψης και ευσυνείδητα τεκμηριωμένο, θα πάρει τη θέση του ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα της εποχής μας».
H. Stuart Hughes

Η Χάννα Άρεντ (1906-1975) ήταν φιλόσοφος και δίδαξε πολιτική θεωρία. Έφυγε από τη Γερμανία όταν ανήλθε στην εξουσία ο Χίτλερ (το 1933) και μετά από πολλές περιπέτειες εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α. και δίδαξε σε αμερικανικά πανεπιστήμια Άλλα σπουδαία έργα της:

Η ανθρώπινη κατάσταση

Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ

Για την επανάσταση

Μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος

 

[ISBN: 978-960-9488-98-3]


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΙΛΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ,
Το αίνιγμα της τέχνης αντιστοιχεί στο αίνιγμα που είναι ο άνθρωπος
Δοκίμια για την τέχνη



Η ταύτιση και η ταυτόχρονη απόστασή μας από τη φύση δημιουργούν μια ρωγμή, μια σχάση. Ίσως το πρώτο αίτιο της ανάγκης για έκφραση να ξεπηδά μέσα από αυτήν τη ρωγμή, θέλοντας πρώτα να τη δηλώσεις, μετά να τη γεφυρώσει.

 

[ISBN: 978-618-5228-11-8]


ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ,
Το ελληνικό τραύμα.
Κοινωνιο-ψυχολογικές όψεις της ελληνικής κρίσης.
212 σελ.



Γιατί ο τόπος αυτός δεν δημιουργεί, δεν αφήνεται να δημιουργήσει;
Γιατί η κρίση αυτή αγγίζει τα όρια της υπαρξιακής παραίτησης;
Ποιος ήταν ο ανθρωπολογικός τύπος Νεοέλληνα που κυριάρχησε στη Μεταπολίτευση;
Ορισμένα ερωτήματα στα οποία επιχειρεί ν’ απαντήσει το βιβλίο.

 

[ISBN: 978-618-5228-05-7]


Επιμέλεια: Πάνος Πανόπουλος

ΑΚΟΥΣΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ:
ΗΧΗΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΤΡΟΠΙΚΟ ΔΑΣΟΣ



(Εθνογραφικές μελέτες των Steven Feld, Alfred Gell, James F. Weiner)

Εκδόσεις Νησίδες – Θεσσαλονίκη, 2016

Στο βιβλίο Ακουστικοί κόσμοι: Ηχητική ανθρωπολογία στο τροπικό δάσος ανθολογούνται τρία κείμενα εθνογράφων της Παπούα Νέας Γουϊνέας για τη γλώσσα, την ποιητική και τις επιτελέσεις της μουσικής και του τραγουδιού σε τρεις πολιτισμούς, τους Ουμέντα, τους Καλούλι και τους Φόι. Στο επίκεντρο βρίσκεται η εκτενής εθνογραφική μελέτη «Καταρράκτες τραγουδιού: Αντηχήσεις μιας ακουστημολογίας του τόπου στο Μποσάβι της Παπούα Νέας Γουϊνέας» του Steven Feld, κείμενο που επηρέασε καθοριστικά την ανάπτυξη της ανθρωπολογίας του ήχου κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Οι άλλες δύο μελέτες του τόμου («Η γλώσσα του δάσους: Τοπίο και φωνολογικός εικονισμός στους Ουμέντα της Παπούα Νέας Γουϊνέας» του Alfred Gell και «Ρομαντισμός, από την ποίηση των τοποθεσιών των Φόι της Παπούα Νέας Γουϊνέας στο Χειμωνιάτικο ταξίδι του Σούμπερτ» του James F. Weiner) το πλαισιώνουν με πιο ειδικές, αλλά και ευρύτερα συγκριτικές, εθνογραφίες που αφορούν στη σχέση γλώσσας και τοπίου, τις συνάφειες ήχου, τόπου και κίνησης, ποίησης και μουσικής. Το κύριο θέμα που εξετάζεται στα τρία κείμενα είναι ο ηχητικός συμβολισμός στη γλώσσα, την ποίηση και τη μουσική. Το ευρύτερο πλαίσιο είναι το περιβάλλον του τροπικού δάσους, ως ιδιαίτερο σύμπλεγμα φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών, τα οποία διαμορφώνουν αλλά και διαμορφώνονται από τις σχέσεις των τοπικών πολιτισμών με τον ήχο και τις αισθήσεις, ειδικότερα με την ακοή.

 

[ISBN: 978-618-5228-06-4]


Ευστράτιος Τζαμπαλάτης,

ΛΙΓΟ ΧΡΟΝΟ ΑΚΟΜΑ.
Κείμενα και γελοιογραφίες για την αποδόμηση της πραγματικότητας
(διαστάσεις 19 χ 19, 96 σελ.)



Στις εργατικές εξεγέρσεις της πρώτης μεταβιομηχανικής περιόδου οι εργάτες έσπαγαν τις μηχανές. Σήμερα πρέπει να σπάσουμε όλα τα ρολόγια αυτού του κόσμου…

 

[ISBN: 978-618-5228-02-6]


ΡΟΜΠΕΡΤΑ ΣΑΣΣΑΤΕΛΛΙ,

Καταναλωτική κουλτούρα.
Ιστορία, θεωρία και πολιτική,
300 σελ.
Μετάφραση: Δημήτρης Λάλλας



Οι τρόποι οργάνωσης, νοηματοδότησης και κατανόησης των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων και των αντικειμένων συνιστούν την ιδιαιτερότητα της καταναλωτικής κουλτούρας. Αυτόύς πραγματεύεται αναλυτικά το παρόν βιβλίο. - Η Ρομπέρτα Σασσατέλλι διδάσκει Πολιτισμική Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου. -

 

[ISBN: 978-960-9488-88-4]


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΖΕΛΕΠΗΣ,

Το όνειρο και οι μεταμορφώσεις του.
Δοκίμια για τους Αλ. Παπαδιαμάντη, Η. Βενέζη, Μ. Σέλλεϋ, Χ. Τζ. Ουέλλς, Φ. Ντοστογιέβσκη -



Τι σχέση μπορεί να έχουν μεταξύ τους τα έργα των παραπάνω συγγραφέων;
Το όνειρο, που έχει τη δύναμη να αφαιρεί βάρος από τα ξύπνια βάσανά μας. -

Ο Δημήτρης Τζελέπης γεννήθηκε στον Αχινό Σερρών το 1978. Αποφοίτησε από το Τμήμα Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (2000), έκανε σπουδές Παλαιογραφίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο (2002) και από το 2004 εργάζεται στη δημόσια εκπαίδευση
(1ο Γενικό Λύκειο Κομοτηνής).

 

[ISBN: 978-960-9488-92-1]


ΓΕΩΡΓΙΑ ΒΛΑΣΣΗ,

Εικόνες από τη Θεσσαλονίκη,
εκδ. Νησίδες,
114 σελ.
10 ευρώ (χωρίς τον Φ.Π.Α.)



Εν αρχή ην ο Παράδεισος. Ο μυθικός τόπος όπου προβάλλονται οι αέναες επιθυμίες των ανθρώπων για τέλεια ύπαρξη χωρίς τον φόβο του θανάτου, του πόνου, της αρρώστιας, της αμφιβολίας, γεμάτος με όλες τις απολαύσεις και τις χαρές. Κυρίαρχη ιδέα του Παραδείσου για τον Δυτικό κόσμο αποτελούσε ανέκαθεν η Εδέμ, ή καλύτερα ο Κήπος της Εδέμ. Έξω από αυτόν τον παραδείσιο κήπο εκτείνεται η άγρια, κακή Φύση όπου η αγριότητα και η φυσικότητα εμφανίζονται στην πιο παρθένα και άγρια μορφή τους. Αυτού του είδους η αντίληψη για τη Φύση καθρεφτίζεται στην αγγλοσαξονική έννοια της ‘wilderness’, ένα πολιτισμικό όχημα για να εξερευνήσει κανείς τις ιδέες γύρω από τη Φύση και τον Παράδεισο. Οι κήποι, όπως όλες οι ουτοπίες, γεννιούνται προσπαθώντας να αντιγράψουν τον Παράδεισο και να αποκλείσουν την κακή πλευρά του φυσικού κόσμου. Είναι προϊόντα του επιθυμητού, γεννιούνται μέσα από τις αντιξοότητες και τις απογοητεύσεις της καθημερινής ζωής, ενώ λειτουργούν ως αντι-είδωλο του πραγματικού κόσμου, κριτικάροντας παγιωμένες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, περιορισμούς και ατέλειες. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο γεννιέται η ιδέα του Αγγλικού Κήπου, ενός κήπου που θα αγαπήσει τη φυσικότητα, την αγριότητα, τη σκιά και τα ερείπια μιας περασμένης Αρκαδίας. Η ιδεολογία της αγγλικής κηποτεχνίας προσεγγίζει τη Φύση μέσα από το πρίσμα της επιστήμης και πραγματεύεται την ιδέα της άγριας φύσης (wilderness) με όρους διαφορετικούς από αυτούς του Παραδείσου ή του Αρκαδικού ιδεώδους. Όμως τι γίνεται με την άγρια φύση και την πόλη; Πολλοί θεωρητικοί έχουν μιλήσει για τη δυναμική των διαφόρων “terrains vagues” της μεγαλούπολης να λειτουργήσουν ως ένας νέος φυσικός κόσμος μέσα στον αστικό οργανισμό, γεννώντας ένα νέο οικολογικό φαντασιακό για την πόλη, προσφέροντας μια φυσική διάσταση στον ρόλο της “wilderness” ως “resilience”. Η σύσταση των διάκενων τοπίων, που έχουν γίνει οι νέοι τόποι φυσικότητας της πόλης, μοιάζουν με τον αγγλικό τοπιακό κήπο τόσο κατηγορικά όσο και εννοιολογικά: οργιώδης βλάστηση, ερείπια, περίγραμμα της έκτασης, περίεργα αντικείμενα-εμβλήματα, συχνά ποικίλη γεωμορφία. Στο τωρινό φιλοσοφικό πλαίσιο που αναδύεται, ο Παράδεισος πρέπει να κατασκευαστεί εκ νέου μέσα από τα απομεινάρια του θρυμματισμένου σύγχρονου κόσμου και δεν μπορεί παρά να είναι άγριος και μετα-ανθρώπινος.
Η Γεωργία Βλάσση είναι απόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού INSTEAD (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Της έχει απονεμηθεί η «Υποτροφία Αριστείας Ι.Κ.Υ. Μεταπτυχιακών Σπουδών στην Ελλάδα - Πρόγραμμα Siemens» για τα έτη 2013-2014. Το παρόν δοκίμιο είναι το αποτέλεσμα των μεταπτυχιακών σπουδών της και το πρώτο εκδομένο θεωρητικό της έργο.

 

[ISBN: 978-960-9488-90-7]


Allen S. Weiss

ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ ΜΙΜΗΣΗ:
ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ
140 σελ.



Η Ακουστική μίμηση είναι πολλά πράγματα: μια διερεύνηση της μεταφορικής σχέσης μεταξύ μουσικής και τοπίου, μια μελέτη της ποιητικής της ονοματοποιίας και μια θεωρία του ήχου στις τέχνες. Η ιστορία της ευρωπαϊκής μουσικολογίας περιστρέφεται σταθερά γύρω από την κεντρική οντολογική διαμάχη για το αν η μουσική είναι αναπαραστατική ή αφηρημένη τέχνη. Η ίδια συζήτηση θα μπορούσε να επεκταθεί σε όλες τις ηχητικές τέχνες. Η Ακουστική μίμηση επιχειρεί ν’ αποκαλύψει τον βαθμό στον οποίο η μιμητική λειτουργία όχι μόνο είναι παρούσα στη μουσική, αλλά είναι επίσης αναπόσπαστο στοιχείο της αλληλεπίδρασής της με τις άλλες τέχνες. Προτείνω ένα σύνολο από υποθέσεις εργασίας: α) η διαφορά μεταξύ αφαίρεσης και μίμησης διαμορφώνει μια θεμελιώδη αισθητική απορία· β) υπάρχει ένας άρρητος δεσμός συναισθησίας και ετερογένειας σε όλες τις τέχνες, τέτοιος που κάθε καλλιτεχνική μορφή, είτε ρητά είτε άρρητα, έχει αντιστοιχίες με όλες τις άλλες καλλιτεχνικές μορφές· γ) κάθε καλλιτεχνική μορφή έχει ως ιδανικό της ένα Gesamtkunstwerk, μια ιδανική καλλιτεχνική μορφή που εμπεριέχει όλες τις τέχνες· δ) οι μορφολογικές μετατροπίες είναι εφικτές μεταξύ όλων των καλλιτεχνικών μορφών.
Ο Allen S. Weiss είναι θεωρητικός, επιμελητής εκδόσεων, μεταφραστής, εικαστικός επιμελητής, θεατρικός συγγραφέας. Έχει γράψει και επιμεληθεί περισσότερα από 35 βιβλία στα πεδία της θεωρίας της επιτέλεσης, της αρχιτεκτονικής τοπίου, της γαστρονομίας και των λογοτεχνικών σπουδών, μεταξύ των οποίων: Phantasmic Radio (1995) και Breathless: Sound Recording, Disembodiment and the Transformation of Lyrical Nostalgia (2002). Το πιο πρόσφατο βιβλίο του αφορά τους γιαπωνέζικους κήπους Ζεν: Zen Landscapes: Perspectives on Japanese Gardens and Ceramics. Σκηνοθέτησε το Θέατρο των αφτιών (ένα έργο για ηλεκτρονικές μαριονέτες και ηχογραφημένη φωνή, βασισμένο στα γραπτά του Valère Novarina) και το Danse Macabre (ένα θέατρο μαριονέτας με τις κούκλες του Michel Nedjar). Διδάσκει στα Τμήματα Σπουδών Επιτέλεσης και Κινηματογραφικών Σπουδών στο Tisch School of the Arts του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

 

[ISBN: 978-960-9488-86-0]


ΣΤΥΛΙΑΝΗ Γ. ΛΕΤΣΙΟΥ

Γαμήλιες πρακτικές και στρατηγικές νεαρών Ελληνοποντίων γυναικών από την πρώην Σοβιετική Ένωση

 

[ISBN: 978-960-9488-54-9]


Ζήσης Δ. Παπαδημητρίου,

ΤΕΜΠΗ. ΤΟ ΕΝΔΙΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΝΥΜΦΩΝ

 

[ISBN: 978-960-9488-81-5]


ΝΙΚΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ,

Προς μια αυτόνομη κοινωνία



Σε ποια κοινωνία ζούμε ; Τι κοινωνία θέλουμε ; Αυτά τα ερωτήματα συνιστούν την πολιτική. Δημοκρατία είναι να μπορούν όλες και όλοι να δίνουν τη δική τους απάντηση κάθε μέρα. Με απόψεις, πράξη και ζωή. Tο βιβλιαράκι αυτό καταθέτει μια πρώτη γνώμη. «Κρίση αξιών» ή ευκαιρία άλλων επιλογών ζωής ;
Όταν όλα ξεφτίζουν, τότε όλα μπορούν να επινοηθούν απ’ την αρχή. Κυρίως ο έρωτας και η φιλία ως πηγές έμπνευσης μιας αυτόνομης κοινωνίας. Αφετηρίες ζωής που αντλεί το νόημά της όχι από τη συσσώρευση πραγμάτων αλλά από τις σχέσεις ελεύθερων και ίσων ανθρώπων.
Μετά δεκατέσσερα χρόνια πολιτικής στράτευσης στην Ελλάδα (1972-1986), ο Νίκος Ηλιόπουλος ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στη δημιουργία μιας επίκαιρης πολιτικής σκέψης και πράξης. Έχει δημοσιεύσει τα βιβλία Νέοι δρόμοι για τη δημοκρατική πολιτική σκέψη, Θεμέλιο, Αθήνα 2005, και Άλλες στάσεις ζωής, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2013.

 

[ISBN: 978-960-9488-85-3]


ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΣΕΝΝΕΤ,

Μαζί.
Τα τελετουργικά, οι απολαύσεις και η πολιτική της συνεργασίας



Το Μαζί αντιμετωπίζει τη συνεργασία ως εφαρμοσμένη τέχνη, και θεωρεί ότι αυτή αποτελεί σήμερα την πιο επιτακτική πρόκληση στην κοινωνία των πολιτών. Εξετάζοντας πώς οι άνθρωποι μπορούν να συνεργαστούν online, στις γωνιές των δρόμων, στα σχολεία, στην εργασία τους, το βιβλίο ερευνά πώς ορισμένα νέα, κατά κόσμον τελετουργικά μπορούν να μας κάνουν πιο επιδέξιους στις σχέσεις μας με τους άλλους. Ιχνηλατεί την εξέλιξη των συνεργασιακών τελετουργικών στις Εκκλησίες και στις συντεχνίες του Μεσαίωνα, στα εργαστήρια και στις βασιλικές αυλές της Αναγέννησης, στα επιστημονικά εργαστήρια και στις πρεσβείες και στους διπλωμάτες των πρώιμων Νέων Χρόνων. Πιο κοντά στην εποχή μας, το βιβλίο εξετάζει πώς επιδιώκουν τη συνεργασία οι κοινότητες των πρώην δούλων στην Αμερική, οι Βρετανοί εργάτες βιομηχανίας και οι σοσιαλιστές στο Παρίσι και στη Βιέννη. Το βιβλίο διαιρείται σε τρία μέρη: το πρώτο εξετάζει τη φύση της συνεργασίας, το δεύτερο την εξασθένηση της συνεργασίας και το τρίτο το πώς μπορεί να ενδυναμωθεί η συνεργασία. Πάντως, όπως τονίζει ο συγγραφέας, η συνεργασία δεν έχει αναγκαστικά θετικό πρόσημο: συνεργάζονται και τα μέλη μιας συμμορίας για μία ληστεία, συνεργάζονταν και οι ναζί στην εξόντωση των "υπανθρώπων", όπως ονόμαζαν εβραίους, τσιγγάνους, ομοφυλόφιλους κ.ά.

 

[ISBN: 978-960-9488-78-5]


ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΝΤΑΡΑΚΗΣ,

Από τη λατρεία του παλιού στην επιδίωξη του καινούργιου.
Ο Ντεκάρτ και ο πρώιμος ευρωπαϊκός νεωτερισμός
352 σελ.



Για μας, σήμερα, το καινούργιο έχει σχεδόν αυτονόητη αξία. Εκτιμάμε και εγκωμιάζουμε ό,τι είναι ή μοιάζει να είναι καινοφανές, πρωτότυπο, ρηξικέλευθο, ριζοσπαστικό ή ανατρεπτικό. Αντιμετωπίζουμε παρεκκλίνουσες ιδέες και συμπεριφορές με ανοιχτή διάθεση. Ωστόσο δεν ήταν πάντοτε έτσι. Για την Ευρώπη, υπήρξε μια εποχή που η παρέκκλιση και ο νεωτερισμός ήταν συνδεδεμένα με τον κίνδυνο, την αμαρτία, και την κακοήθεια. Πότε και πώς η νεωτεριστική έφεση έπαψε να είναι κατακριτέα για να γίνει επαινετή; Πότε και πώς η επινόηση και η δημιουργικότητα ελευθερώθηκαν από τα δεσμά της αυθεντίας και της παράδοσης; Πότε και πώς περάσαμε από τη λατρεία του παλιού στην επιδίωξη του καινούργιου; Αυτά τα ερωτήματα αφορούν στη συγκρότηση του νεότερου πνεύματος και στα θεμέλια του σύγχρονου συστήματος αξιών. Ο 17ος αιώνας υπήρξε σημείο καμπής, καθώς είδε τον εαυτό του σαν μια νέα ιστορική περίοδο και βάλθηκε να ανακαινίσει εκ βάθρων το ανθρώπινο πνεύμα. Από τους πρωτεργάτες αυτής της ανακαίνισης, ο Ντεκάρτ επεξεργάστηκε έναν μετριοπαθή, φιλοσοφικό και ορθολογικό νεωτερισμό που συμπύκνωσε και ενέπνευσε το πνεύμα της εποχής.

 

[ISBN: 978-960-9488-80-8]


ΠΙΟΤΡ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ,

Λόγια ενός επαναστατημένου
234 σελίδες



Τα κείμενα που έγραψε ο Κροπότκιν για το περιοδικό Le Revolte, που τα εξέδωσε ο φίλος του Ελιζέ Ρεκλύ:

Στους νέους,
Η Κομούνα του Παρισιού,
Νόμος και εξουσία,
Το εξεγερσιακό πνεύμα κ.ά.

 

[ISBN: 978-960-9488-43-3]


Δημήτρης Τσινικόπουλος,

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ



Τι είναι κακό; Ποια είναι η φύση του και η προέλευσή του; Είναι υπαρκτό ή ψευδαίσθηση, ιδέα, έλλειψη του αγαθού; Είναι σύμφυτο με την ανθρώπινη υπόσταση, εγγενές, ή επίκτητο; Υπάρχει περίπτωση στο μέλλον να αναχαιτισθεί αποτελεσματικά, ή οι προσπάθειες περιστολής του είναι φρούδες ελπίδες; Τα ερωτήματα αυτά είναι από τα πιο δύσκολα στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας. Ακόμα πιο δύσκολες είναι οι απαντήσεις που δόθηκαν κατά καιρούς και δίνονται από φιλοσόφους και διανοητές. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο, όταν εξαρτηθεί από το πρόβλημα-ερώτημα της ύπαρξης ενός Θεού παντοδύναμου, πανάγαθου και πάνσοφου όπως τον παρουσιάζει ανά τους αιώνες η ιουδαιο-χριστιανική παράδοση που επικράτησε στη Δύση και γενικότερα οι τρεις αβρααμικοί μονοθεϊσμοί (ιουδαϊσμός, χριστιανισμός, μωαμεθανισμός). Πώς συμβιβάζεται η ύπαρξη του κακού στον κόσμο με την ταυτόχρονη ύπαρξη ενός τέτοιου Θεού που μπορεί, θέλει και γνωρίζει, εξ ορισμού, να πατάξει το κακό αλλά δεν το κάνει; Ή μήπως ο άνθρωπος δεν είναι αποτέλεσμα της δημιουργικής βούλησης ενός Θεού αλλά προϊόν βιολογικής εξέλιξης από κατώτερες μορφές ζωής, προϊόν τυχαίων μεταβολών και μεταλλάξεων όπως θέλει ο νεο-δαρβινισμός, οπότε δεν τίθεται καν τέτοιο θέμα; Πάνω σ’ αυτά τα καίρια ερωτήματα έρχονται δεκατέσσερις στοχαστές να καταθέσουν τις σκέψεις τους και να ευαισθητοποιήσουν-γονιμοποιήσουν τις σκέψεις του σύγχρονου προβληματιζόμενου αναγνώστη. Οι σκέψεις των δεκατεσσάρων αυτών διανοουμένων που προέρχονται από διαφορετικά ιδεολογικά στρατόπεδα μπορεί να μην επιλύουν οριστικά τα ως άνω ερωτήματα περί το κακό, ρίχνουν όμως αρκετό φως πάνω στη φύση του ηθικού κακού και προτείνουν κάποιες λύσεις για την περιστολή του.

Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος είναι ερευνητής, μελετητής, ποιητής, διηγηματογράφος και δοκιμιογράφος. Σπούδασε νομικά και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές εδώ και στο εξωτερικό. Μελέτησε φιλοσοφία, φιλολογία, θεολογία κ.α. Επί σειρά ετών παρακολούθησε σεμινάρια βιβλικής θεολογίας. Έγραψε και δημοσίευσε δεκάδες δοκίμια, άρθρα και μελετήματα φιλοσοφικού, ιστορικού και μεταφυσικού περιεχομένου. ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΥ αντί ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με θέματα δικαίου και φιλολογίας της αρχαίας Εγγύς Ανατολής.

Μέχρι σήμερα εξέδωσε 17 βιβλία, ανάμεσα στα οποία και πέντε ποιητικές συλλογές. Σπουδαιότερα έργα του: «Ο Δανιήλ στο Λάκκο των Κριτικών» (1982), «Σύφλογο» (1988), «Κριτήρια Επιλογής και Επιλογή Κριτηρίων» (1991), «Ποίηση στα Λόγια του Ιησού» (1993), «Τρεις Νομπελίστες Ποιητές» (1996), «Φως εξ Ανατολής» (1996), «Εικονοκλάστες και λεξιμάχοι» (2001), «Μέθεξη» (2002), «Τρίστιχα και Χάι-Κάι» (2003), «Οι κλητοί και εκλεκτοί» (2004), «Αφορισμοί για την Αγάπη» (2005), «Ιησούς, ο ποιητής των ποιητών» (2006), «Ανάμεσα σε 2 αιώνες» (2008), «Βίβλος, ένα βιβλίο Επαναστατικό» (2010), «Ανεξερεύνητος Θεός» (2012). Έχει μεταφράσει βιβλικά κείμενα, κείμενα λογοτεχνίας της αρχαίας Εγγύς Ανατολής, καθώς και κείμενα και ποιήματα συγχρόνων συγγραφέων, όπως G. Mistral, J.Brodsky, O. Paz, C. S. Lewis, W. H. Auden, G. Herbert, P. Tillich κ.α. Δοκίμια και ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στην αγγλική, γερμανική, γαλλική και ιταλική γλώσσα.

Έλαβε μέρος σε συνέδρια και ημερίδες και έχει δώσει διαλέξεις σε λογοτεχνικά, επιστημονικά και μεταφυσικά θέματα. Κατά καιρούς δημοσιογραφεί στον ημερήσιο τύπο (εφημερίδα Μακεδονία, Τύπος Θεσσαλονίκης).

Συνεργάτης σε πολλά περιοδικά λόγου και τέχνης, όπως Νέα Εστία, Ευθύνη, Νέα Πορεία, Σύγχρονη Σκέψη, Πνευματική Ζωή, Άβατον, Πνευματική Κύπρος, Χρονικά, Ομπρέλα, Σύγχρονα Βήματα, Φιλολογική Πρωτοχρονιά, Οδός Πανός, Φηγός, Ενώπιον, Πορφύρας, Ίαμβος, Πάροδος, 3η Χιλιετία, Παρέμβαση, Ζενίθ, Strange, Μυστική Ελλάδα κ.α. Μέρος του έργου του προβλήθηκε από τον τύπο και την τηλεόραση αλλά ένα σημαντικό μέρος της δουλειάς του παραμένει ακόμα αδημοσίευτο.

Τακτικό μέλος σημαντικών λογοτεχνικών, πολιτιστικών και επιστημονικών σωματείων, όπως της Εταιρίας Νομικών Βόρειας Ελλάδας, της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών, της Ελληνικής Εταιρίας Φιλοσοφικών μελετών, της Ελληνικής Εταιρίας Χριστιανικών Γραμμάτων, της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Τιμήθηκε με βραβείο δοκιμίου από το Δήμο Θεσσαλονίκης (1984), από την Ελληνική Εταιρία Χριστιανικών Γραμμάτων (1994) και από το Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδος (1997), και από τον Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης (2003, 2010). Ζει και εργάζεται ως δικηγόρος στη Θεσσαλονίκη. ΈΡΓΑ ΤΟΥ ΙΔΊΟΥ

Μελέτες–Δοκίμια
• Ο Δανιήλ στο λάκκο των... κριτικών (1982, εξαντλημένο) • Ποίηση στα λόγια του Ιησού (Παρατηρητής, 1992) • Φως εξ Ανατολής (Ελληνικά Γράμματα, 1996) • Εικονοκλάστες & Λεξιμάχοι (University Studio Press, 2001) • Οι Κλητοί και Εκλεκτοί (University Studio Press, 2004) • Ο κώδικας του Χαμουραμπί (2005) • Ιησούς, ο ποιητής των ποιητών (University Studio Press, 2006) • Ανάμεσα σε 2 αιώνες (2008) • Βίβλος. Ένα βιβλίο επαναστατικό (2010) Ποίηση • Σπαράγματα (1987, εξαντλημένο) • Σύφλογο (1988, εξαντλημένο) • Κριτήρια επιλογής και επιλογή κριτηρίων (Μπίμπης, 1991) • Μέθεξη (Μπίμπης, 2002) • Τρίστιχα και Χάι Κάι (Ίδμων, 2003) • Αφορισμοί για την αγάπη (Ίαμβος, 2005, 2η έκδ. 2012) • Ψυχής πέρατα (2006, εκτός εμπορίου) Μετάφραση • Τρεις νομπελίστες ποιητές (Μπίμπης, 1996) Διήγημα • Ανεξερεύνητος Θεός (2012) Υπό έκδοση • Το μυστήριο του κακού (δοκίμιο) • Η σημασία των χειρογράφων της Νεκράς Θάλασας (μελέτη) • Ο έρωτας στον Ιουδαιο–χριστιανισμό (μελέτη) • Πολυμερώς και πολυτρόπως (δοκίμια και μελετήματα) • Το βιβλίο που τον κόσμο άλλαξε (μελέτη.

Συμφιλείν… - Στο «Εργα και Ημέραι» του Ησίοδου και στον μύθο για τα πέντε γένη κυριαρχεί η ουτοπική ιδέα ότι η ζωή ξεκίνησε από ιδανικές συνθήκες και κατέληξε στην έσχατη αθλιότητα (από τα πιο πολύτιμα μέταλλα κατέπεσε στα πιο ευτελή). - Αυτός ο ξεπεσμός του ανθρώπου αναδεικνύει τη βαθιά απαισιόδοξη αντίληψη της ζωής ότι κάποτε ο άνθρωπος ήταν από τη φύση του καλός και στη ροή του χρόνου κατάντησε φτηνός και κακός. Σ' αυτήν την κατάντια αποδίδεται η καταγωγή του κακού. - Οι Κυνικοί, που είχαν ως ιδανικό τους την επιστροφή στη φύση, αποδέχτηκαν την αφέλεια του μύθου. Ελεγαν π.χ., ότι ο Δίας καλώς τιμώρησε τον Προμηθέα γιατί με τη φωτιά έφερε κακό στους ανθρώπους. Στο ίδιο μοτίβο ο Πλάτων ταύτιζε το πρώτο γένος (τη χρυσή εποχή) με το ιδανικό κράτος. Ηλθαν αργότερα ο Δημόκριτος, οι Σοφιστές, ο Αριστοτέλης και «αποκατέστησαν» αυτή τη «βεβαιότητα» αφού δεν έβλεπαν καθόλου ιδανική την αρχική κατάσταση του ανθρώπου. - Λέμε πως ό,τι βλάπτει τον άνθρωπο είναι κακό· ό,τι τον ωφελεί είναι καλό. Η ζωή ρέει Πέραν του Καλού και του Κακού… Άλλοι αποκαλούν τα πάθη κακό και άλλοι καλό – η φύση αδιαφορεί. - Κακό είναι ο καρκίνος και ο φασισμός, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και το έγκλημα. Το κακό δεν αργεί να έλθει, το καλό πίπτει στάγδην. - Τόσες πραγματείες για το κακό· γιατί; Ετσι κι αλλιώς τίποτε το ανθρώπινο δεν μας φαίνεται ξένο, κανένα έγκλημα, καμία φρίκη. Τιθασεύεται ό,τι αποφασίσαμε να ονομάσουμε κακό; Εμ, δεν τιθασεύεται, ούτε από τον λόγο ούτε από τη μουσική ούτε από το θέατρο. - Έρμαια της μικρότητάς μας και ας χτίσαμε πολιτισμό και παιδεία. Ούτοι συνέχθειν αλλά συμφιλείν έφυν, κραύγασε η Αντιγόνη. Και; Ενθαρρυντική μεν διατύπωση ουδέποτε, όμως, υποτυπώθηκε έμπρακτα στην Ιστορία. - Ο ερευνητής και λογοτέχνης, δικηγόρος Δημήτρης Τσινικόπουλος στο τελευταίο βιβλίο του «Το μυστήριο του κακού» προσπαθεί να παρουσιάσει τις σημαντικότερες διαχρονικά απόψεις περί του κακού. - Η λέξη «κακόν» είναι ουσιαστικό το οποίο στα αρχαία ελληνικά σημαίνει τη δυστυχία, τις συμφορές, τα κακά και απαντάται στον Ομηρο (Οδύσσ. 8:63), στον Ηρόδοτο (1:65, 8:61), στους τραγικούς όπως στον Σοφοκλή (Αίας 1244), αλλά και σε άλλους συγγραφείς. Στην Καινή Διαθήκη το βρίσκουμε στα συνοπτικά Ευαγγέλια (Μτ 27:23. Μκ 15:14. Λκ 23:22), στις Πράξεις Αποστόλων (Πρ 16:28, 23:9, 28:5), αλλά και στις επιστολές (Ρωμ. 2:9, κλπ.). - Στην πατερική γραμματεία έχει την έννοια της αμαρτίας και απαντάται από τα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ. στον Ιγνάτιο Αντιοχείας (Σμυρ. 7:2). Σήμερα ως γενική έννοια σημαίνει το στοιχείο που αντιβαίνει τους ηθικούς νόμους ή που προκαλεί συμφορές, την επιζήμια δυσάρεστη κατάσταση ή ενέργεια, οτιδήποτε συμβαίνει απρόοπτα και φέρνει δυστυχία, το μειονέκτημα ή ελάττωμα. - Στο παρόν βιβλίο τον συγγραφέα ενδιαφέρει η πρώτη από τις σύγχρονες σημασία της λέξης, σε συνδυασμό με το νόημα που αυτή παίρνει στη Φιλοσοφία και στη Θεολογία. - Αρχικά, ο συγγραφέας θέτει οντολογικά και άλλα ερωτήματα περί του κακού, τα οποία απασχολούν την Ηθική Φιλοσοφία. Τα εν λόγω ερωτήματα τίθενται σε συνδυασμό με τη στάση που κρατά ο Θεός απέναντι στο κακό, πρακτική που οδηγεί σε νέα ερωτήματα σχετικά με το επίμαχο θέμα. - Η προσπάθεια απάντησης όλων των προαναφερόμενων ερωτημάτων δεν είναι μονοδιάστατη, καθώς ο συγγραφέας δεν αναπτύσσει την άποψή του μέσα από βιβλιογραφική τεκμηρίωση και ανάπτυξη επιχειρημάτων. Αντίθετα, η προσπάθειά του αποκτά ένα χαρακτήρα ολιστικής θεώρησης του ζητήματος του κακού, καθώς αυτή επιτυγχάνεται μέσα από την παράθεση των σχετικών απόψεων των Γκ. Λάιμπνιτς, Φ. Ντοστογιέφσκι, Ρ. Ταγκόρ, Κ. Λιούις, Χ. Αρεντ, Χ. Γιόνας, Π. Ρικέρ, Ολ. Κλεμάν, Ε. Ιονέσκο, Ε. Μπαντιού, Χ. Κουσνέρ, Λ. Γουάτσον, Χρ. Γιανναρά, Θ. Λίποβατς. - Μέσα από τη μελέτη των περί κακού απόψεων των προαναφερόμενων στοχαστών, φιλοσόφων και θεολόγων ο αναγνώστης οδηγείται σε μια κατά το δυνατόν πληρέστερη άποψη, καθώς γίνεται γνώστης μιας μεγάλης γκάμας απόψεων με διαφορετικές οπτικές, προσεγγίσεις, φιλοσοφικό και θεολογικό υπόβαθρο, αλλά και έντονες διαφοροποιήσεις στη νοηματοδότηση της μεταφυσικής. - Μέσα από την κατηγοριοποίηση και συγκριτική μελέτη των προαναφερόμενων απόψεων προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Συγκεκριμένα, οι φιλόσοφοι, επιστήμονες, διανοητές, λογοτέχνες, κληρικοί, οι οποίοι είναι είτε χριστιανοί όλων των ομολογιών, είτε Εβραίοι, είτε ινδουιστές, είτε άθεοι μαρξιστές, είτε δαρβινιστές είτε σκεπτικιστές συγκλίνουν σε ορισμένα βασικά σημεία. - Συγκεκριμένα, επικεντρώνονται στο ηθικό κακό, δηλαδή στο κακό που πραγματώνεται από τον άνθρωπο μέσα στον κόσμο. Ακόμα, το κακό αποτελεί προϊόν της ελευθερίας του ανθρώπου, ενώ μπορεί να προκληθεί από τον οποιονδήποτε. Επίσης, αν και δεν ταυτίζεται οντολογικά το ηθικό κακό, εντούτοις είναι υπαρκτό και διαρκώς εξαπλούμενο.
Μάλιστα, το κακό θα πρέπει να θεωρηθεί διαστροφή της φύσης μας ή του αγαθού, καθώς το καλό προϋπάρχει και το κακό έπεται και τρέφεται από το αγαθό. Παρ’όλα αυτά, στη φύση και στην κοινωνία το κακό συνυπάρχει συμπλεκόμενο με το καλό, ενώ η εκρίζωσή του είναι επιθυμητή και ταυτόχρονα αδύνατη από τον άνθρωπο. Τέλος, η ύπαρξη του Θεού και των θείων ιδιοτήτων του δεν αντιφάσκει με την ύπαρξη του κακού. Μάλιστα, η ύπαρξη του κακού οδηγεί, σε πολλές περιπτώσεις, στην αναγνώριση της ύπαρξης και της αποδοχής του Θεού. - Πέρα από τις προαναφερόμενες συγκλίσεις, τόσο οι επιμέρους απόψεις όσο και οι φιλοσοφικές και θεολογικές προκείμενες των διανοητών που παρουσιάζει ο συγγραφέας διαφοροποιούνται ιδιαίτερα. - Σε κάθε περίπτωση η απροϋπόθετη προσέγγιση του προβλήματος του κακού είναι ανέφικτη, καθώς κάθε άνθρωπος δημιουργεί ή επιλέγει ανθρωπολογικές και κοσμολογικές απόψεις εδραζόμενος στις μεταφυσικές προϋποθέσεις του. Στην προοπτική αυτή συμφωνούμε με τον συγγραφέα Δημήτρη Τσινικόπουλο στην εσχατολογική προοπτική της εξάλειψης του κακού από τον Θεό. - Κατά τον χριστιανισμό, το σχέδιο της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου με κορύφωση τη σάρκωση του Λόγου, το πάθος και την Ανάσταση του Χριστού, αποτελεί την πορεία προς αυτή την εξάλειψη. Εως τότε η ύπαρξη του κακού στον κόσμο και η δικαιοσύνη του Θεού μπορούν να κατανοηθούν μέσα από την ερμηνεία της παραβολής των ζιζανίων (Μτ 13:24-30, 36-43). - Σύμφωνα με αυτήν, το ξερίζωμα του κακού θα γίνει στα έσχατα, γιατί αν επιχειρηθεί κάτι τέτοιο νωρίτερα τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος μαζί με το κακό να αφανιστούν και πρόσωπα που ανήκουν ή διά της μετάνοιας θα ενταχθούν τελικά στη Βασιλεία του Θεού. - Αναστάσιος Γ. Μαράς, Δρ Θεολογίας, διδάσκων στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Εφημερίδα των Συντακτών, 17 Οκτωβρίου 2016, Επιμέλεια: Γιώργος Σταματόπουλος.

 

[ISBN: 978-960-9488-72-3]


ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΤΖΑΜΠΑΛΑΤΗΣ,

Σανατόπια
Η αναρχική κοινωνία από τη θεωρία στην πράξη
(περιέχει και CD με τα αρχιτεκτονικά σχέδια για την αναρχική κοινότητα)

 

[ISBN: 978-960-9488-27-3]


ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΒΑΓΙΑΣ,

Παθογνωστικές μελέτες και σκέψεις για τη ζωή, τη φιλοσοφία και την επιστήμη



«Ποια είναι η φιλοσοφία σας στη ζωή;», ρωτάμε τον συμπολίτη μας, και εννοούμε όχι τόσο τον φόρτο της ζωής, όσο το πολυτελές περίσσευμα του τρόπου με τον οποίο την βλέπει κανείς πλαγίως διά μέσου αυτού του λαβυρίνθου ανάλαφρων λείων τοίχων. Ο συγγραφέας δεν αρκέστηκε στην εικονογραφική της έκθεση, στο μύθευμα ότι δύναται κάποιος εύκολα και απλά να κατισχύσει αυτής. «Φύσις διδαγμάτων κρατεί»! Σαν σε ανατροπή, όμως, επήλθε το δικό του βάσανο: η αναστοχαστική σκέψη είναι η απομυζημένη ζωή και η παθογνωστική διασάφηση αυτής της ζωής εντός ικανού αριθμού στοχαστικών πεδίων. Προσωπική ζωή, ζωή των άλλων, ψυχικός κόσμος, σώμα ως τόπος προέλευσης οιασδήποτε μορφής δυσφορίας μέχρι και αυτής των πόνων, αλλά και σώμα της ιατρικής – απ’ όλα αυτά αποσπώνται θεματικά αντικείμενα για τη μελέτη και τη σκέψη. Και η μέθοδος (το «μετά τής οδού», η συνοδοιπόρος επιδίωξη); Αυτή έχει σύρει στο πλάι το τεχνητό παραβάν που κρύβει τη θέα της ουσίας των πραγμάτων, τη φιλοσοφική τους διάσταση – ένα παραβάν, με το οποίο η ψυχανάλυση ως μία πρώτη εμπεριστατωμένη προσέγγιση πολυάριθμων (και δομικών) πεδίων της ψυχικής ζωής είχε φράξει τη θέα, υποκείμενη η ίδια σε αναστολές, φοβούμενη η ίδια τον εαυτό της.

 

[ISBN: 978-960-9488-73-0]


Διονύσης Στεργιούλας

Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ Η ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ
(Εμπόδια και αλληλεπιδράσεις)



ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΑ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ
• «Κ. Γ. Καρυωτάκης – Κ. Π. Καβάφης: μία συνομιλία με στί- χους», περιοδικό Δυτικές Ινδίες, τχ. 1, Αθήνα, 21 Ιουνίου 2000, σ. 22-25.
• «Σολωμικοί και καβαφικοί απόηχοι στο Φως παραθύρου του Ανδρέα Εμπειρίκου», περιοδικό Ομπρέλα, τχ. 55, Αθήνα, Δε- κέμβριος 2001 - Φεβρουάριος 2002, σ. 64-66.
• «Κ. Π. Καβάφης: Οι συλλογές 1908-1914 και 1919-1932», περιοδικό Ένεκεν, τχ. 2-3, Θεσσαλονίκη, χειμώνας – άνοιξη 2006, σ. 112-117.
• «Το τελευταίο ποίημα του Καβάφη (Καβάφης-Ιουλιανός- Βενιζέλος)», περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 147, Αθήνα, Ιανουά- ριος – Μάρτιος 2010, σ. 32-66.
• Το πρόβλημα του Καβάφη (Αποσπάσματα από τον λίβελο του Γλαύκου Αλιθέρση για τον Καβάφη)», περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 147, Αθήνα, Ιανουάριος – Μάρτιος 2010, σ. 120-125.
• «Είκοσι επτά ποιήματα του Καβάφη», (εισαγωγή, ανθολό- γηση), περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 147, Αθήνα, Ιανουάριος – Μάρτιος 2010, σ. 164-176.
• Το αφιέρωμα του περιοδικού Ο Κύκλος στον Κ. Π. Καβάφη». Κυκλοφόρησε σε δίπτυχο που συνόδευε την ανατύπωση του αφιερωμένου στον Καβάφη τεύχους του περιοδικού «Ο Κύ- κλος» (1932). Εκδόσεις Οδός Πανός, Αθήνα, 2013.

 

[ISBN: 978-960-9488-71-6]


ΖΩΝΤΑΣ ΜΕ ΦΩΝΕΣ

50 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΝΑΡΡΩΣΗΣ



Prof. Marius Romme
Dr. Sandra Escher
Jacqui Dillon
Dr. Dirk Corstens
Prof. Mervyn Morris

 

[ISBN: 978-960-9488-66-2]


Ζήσης Παπαδημητρίου και Γεώργιος Χατζηκωνσταντίνου,

Στην εποχή των αδιεξόδων.

Κείμενα κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού προβληματισμού
192 σελ.



Αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε τους προβληματισμούς μας σ’ αυτόν τον ενιαίο συλλογικό τόμο κειμένων που έχετε στα χέρια σας. Βιώνοντας την ταραχώδη αυτήν εποχή των διεθνών, ευρωπαϊκών και εθνικών αδιεξόδων, θεωρήσαμε ότι οτιδήποτε συμβάλλει στην καλλιέργεια του διαλόγου είναι καλό, ταυτόχρονα δε εποικοδομητικό, καθώς η διατύπωση των επιμέρους αληθειών και απόψεων, όπως και η προσπάθεια κατανόησης της πραγματικότητας, βοηθούν στο ξεπέρασμα της επικρατούσας σύγχυσης. Βοηθούν στο ξεπέρασμα της γενικότερης «θολούρας» που οι εξελίξεις δημιούργησαν στο μυαλό των ανθρώπων, αλλά και οδηγούν σε διαφορετικές αναγνώσεις του πραγματικού, που επιτρέπουν την καταπολέμηση των μονολιθισμών και των μονοδρόμων. Αναζητώντας την ουσία των γεγονότων και των εξελίξεων της πολύπλοκης εποχής μας και συζητώντας επί μακρόν, σκεφτήκαμε ότι είχαμε, ίσως, το χρέος, πρώτιστα απέναντι στους εαυτούς μας, να προστατέψουμε τα κείμενα που εμπεριείχαν τις σκέψεις και τους προβληματισμούς μας από το εφήμερο της δημοσίευσής τους στον ημερήσιο Τύπο ή από την ολιγόλεπτη ανακοίνωσή τους σε κάποιο ακροατήριο. Σκεφτήκαμε ότι ένα βιβλίο διατηρεί κάποια διαχρονικότητα, κι όταν αποτελεί συλλογή κειμένων, επιτρέπει τη συγκέντρωση των προβληματισμών και προσφέρει τη δυνατότητα επεξεργασίας τους από τον αναγνώστη. - Ο ομότιμος καθηγητής Ζήσης Δ. Παπαδημητρίου γεννήθηκε το 1939 στους Γόννους της Λάρισας. Σπούδασε αρχικά ηλεκ- τρολόγος μηχανικός στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (Technische Universitat) και στη συνέχεια Κοινωνιολογία στο Τμήμα Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπι- στημίου του Αμβούργου. Υπήρξε ερευνητής στον τομέα της τεχνολογίας στο διεθνούς φήμης Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευ- νας του Johann Wolfgang von Goethe Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης του Μάιν, γνωστό και ως «Κριτική Σχολή της Φρανκφούρτης», με επίκεντρο τη μετάβαση από τη συμβατι- κή στην ηλεκτρονική τεχνολογία και τις επιπτώσεις της στην οργάνωση και στις συνθήκες εργασίας στη γερμανική βιο- μηχανία (χαλυβουργία, αυτοκινητοβιομηχανία, βιομηχανία κα- τασκευής εργαλειομηχανών και ηλεκτρικών συσκευών) καθώς και στο τραπεζικό σύστημα. Παράλληλα, δίδαξε για δέκα χρό- νια Βιομηχανική Κοινωνιολογία στο Τμήμα Κοινωνικών Επιστη- μών του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης (1975-1985). Από το χειμερινό εξάμηνο του 1985 μέχρι και τη συνταξιο- δότησή του τον Αύγουστο του 2006 υπήρξε καθηγητής Γενι- κής και Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Προπτυχιακό και της Πο- λιτικής Επιστήμης στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσ- σαλονίκης. Χρημάτισε επίσης επισκέπτης καθηγητής στο Πα- νεπιστήμιο TOHOKU της Ιαπωνίας (1992), προσκεκλημένος από την Japan Society for the Promotion of Science (Ιαπωνική Εταιρεία για την Προώθηση των Επιστημών), στο Πάντειο Πανε- πιστήμιο Αθηνών (1993-1996) καθώς και στο Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης (Δ..Ο.Σ.Α.) του Δημοκρί- τειου Πανεπιστημίου Θράκης στην Κομοτηνή (1999-2006). Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο στα ελληνικά, γερμανικά και αγγλικά. Μεταφράσεις έργων κυκλοφόρησαν επίσης στα ιταλι- κά και ιαπωνικά. Κυριότερα έργα του: Computer und Arbeitsprozess (Ηλεκτρονικοί υπολογιστές και διαδικασία εργασίας), Campus Verlag, Frankfurt am Main/ New York 1978, Anthropocentric Production Systems in Greece. The Case of the Textile and Clothing Industry (Ανθρωποκεντρικά Συστήματα Παρα- γωγής στην Ελλάδα. Η περίπτωση της Κλωστοϋφαντουργίας και Ένδυσης), Commission of the European Communities, Forcasting and Assesment in Science and Technology, Vol. 17, Brussels 1991, Κοινωνιολογικά Ανάλεκτα. Όψεις της σύγχρο- νης βιομηχανικής κοινωνίας, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, Ο Ευρωπαϊκός Ρατσισμός. Εισαγωγή στο φυλετικό μίσος. Ιστορική, κοινωνιολογική και πολιτική μελέτη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000, Μεταμοντέρνα Αδιέξο- δα, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2002, Παρεμβάσεις, εκδ. Νέοι Ορίζοντες, Θεσσαλονίκη 2006, Στον Αστερισμό της Αβε- βαιότητας, εκδ. Θερμαϊκός, Θεσσαλονίκη 2012, Να εμποδί- σουμε την καταστροφή. Μανιφέστο για μία Ευρώπη της ισότη- τας (σε συνεργασία με τον Καρλ Χάιντς Ροτ), εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2013. - Ο Καθηγητής Γεώργιος Θ. Χατζηκωνσταντίνου, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το έτος 1946. Σπούδασε οικονομικές και πολιτι- κές επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τις μεταπτυχιακές του σπουδές τις πραγματοποίησε στο Παρί- σι, με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης. Στο Πανεπιστήμιο PARIS I- PANTHEON-SORBONNE κατάκτησε το Diplome d’ Etudes Superieures στην οικονομική ανάλυση και στη συνέχεια το Doctorat d’ Etat με βαθμό «Άριστα». - Το έτος 1975 διορίσθηκε βοηθός στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Α.Π.Θ., όπου, ανερχόμενος στις βαθμίδες της πανεπιστημιακής ιεραρχίας, εργάστηκε έως το έτος 1995. Το έτος αυτό ψηφίστηκε ομόφωνα Αναπληρωτής Καθηγητής της Οικονομικής Θεωρίας στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πα- νεπιστήμιου Θράκης και εγκαταστάθηκε στην Κομοτηνή. Το έ- τος 1999 ψηφίστηκε ομόφωνα Καθηγητής Α΄βαθμίδας, και με απόφαση της Πρυτανείας του Δ.Π.Θ. ίδρυσε τότε το Τμήμα Διε- θνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης (Δ.Ο.Σ.Α.), στο οποίο μετατάχθηκε και διατέλεσε Πρόεδρος του (1999-2005). Δίδαξε και ως Επισκέπτης Καθηγητής στο Τμήμα Δημοσιο- γραφίας του Α.Π.Θ. (1995-1998), στο Τμήμα Οικονομικής του I.F.T.- PARIS I - UNIVERSITE LOUIS PASTEUR DE STRASBOURG (1993-1998) και ως Καθηγητής σε Μεταπτυχιακό επίπεδο στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Α.Π.Θ.(Οικονομική Συστη- μάτων και Οικονομική Περιβάλλοντος) και στην Πολυτεχνική Σχολή του Α.Π.Θ. (Οικονομική Περιβάλλοντος). Στο Παρίσι, στη Λίλλη, στη Λιέγη, στη Μασσαλία, στηΤαργκόβιστε της Ρουμα- νίας, έδωσε πλήθος διαλέξεων σε μεταπτυχιακούς φοιτητές. Διατέλεσε Αντιπρύτανης του Δ.Π.Θ. (2003-2005). Στις 17/12/07 ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ (Doctor Honoris Causa) του Πανεπιστημίου VALAHIA της Ρουμανίας. Κατά τα έτη 2002-2005 διατέλεσε τακτικό μέλος της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού. Τα έτη 2003-2004 διατέλεσε Πρό- εδρος της HELEXPO A.E. και κατά τα έτη 2010-2012 υπήρξε Πρόεδρος του Κέντρου Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς. Το έτος 2010 συνταξιοδοτήθηκε, ενώ με το σύστημα opengov ανακηρύχθηκε Γενικός Γραμματέας και ανέλαβε καθήκο- ντα στην τότε Γενική Γραμματεία Μακεδονίας-Θράκης (σήμερα Υπουργείο Μακ.-Θρακ) (2009-2012). Από τη θέση αυτήν πα- ραιτήθηκε τον Ιούνιο του 2012. - Σήμερα είναι Πρόεδρος της Εταιρείας Οικονομολόγων Θεσσα- λονίκης και μέλος Επιστημονικών Οργανώσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει δώσει διαλέξεις σε πολλά μέρη της Ευρώπης και έχει δημοσιεύσει περισσότερα από 20 βιβλία και πάνω από 200 άρθρα στην ελληνική, γαλλική και αγγλική γλώσσα. - Τίτλοι ορισμένων βιβλίων του είναι: L’ inflation structurelle et l’ evolution du systeme economique (These d’ Etat, εκδ. Παρα- τηρητής 1982), Οικονομικά Συστήματα και Συστημική Σκέψη (εκδ. Σάκκουλα 1985), Αρχές Οικονομικής (εκδ. Ζυγός 2003), Στα δεσμά του μυθοποιημένου οικονομικού παραδείγματος (εκδ. Ελληνικά Γράμματα 1998), Αναζητώντας και Διαπιστώ- νοντας (εκδ. Παπάζογλου 2002), Ενάντια στην πανουργία του λόγου (εκδ. Επίκεντρο 2006), Το οικονομικό Σύστημα και η εξέ- λιξή του (εκδ Κρητική 2009), Επί τον τύπο των ήλων (εκδ. Παρα- τηρητής της Θράκης 2010). -

 

[ISBN: 978-960-9488-64-8]


ANGELIKA GRAVERT

Εκπαίδευση μέσας στην εξέγερση

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και η ιδεολογική του σημασία



Η νεολαία της Ελλάδας χρειάζεται μία εκ βάθρων μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, που θα της δίνει ελπίδες για το μέλλον.
Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Τυνησία, στην Αίγυπτο, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και πιο πρόσφατα στην Τουρκία και στη Βραζιλία διαμαρτύρονται οι νέοι με ανώτερο μορφωτικό επίπεδο ενάντια στις συνθήκες που επικρατούν στις χώρες τους – και απαιτούν όχι μόνο μια ευκαιρία στην αγορά εργασίας, αλλά και έναν νέο προσανατολισμό και μια καλύτερη εκπαίδευση. Ξεκινώντας από τη θέση ότι η οικονομική και πολιτική κρίση στην Ελλάδα θα φέρει μαζί της και μια στροφή στον ιδεολογικό προσανατολισμό, η συγγραφέας σκιαγραφεί κατ’ αρχάς τους ιδιαίτερους όρους παραγωγής και την ιστορική εξέλιξη του νεοελληνικού κράτους. Στη βάση αυτήν, εξετάζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και την επιρροή του στη διαμόρφωση συνείδησης. Επιπροσθέτως, αναλύει τα ιδεολογικά περιεχόμενα της εκπαίδευσης και φτάνει στο συμπέρασμα ότι οι αξίες που μετέδιδε μέχρι τώρα η εκπαίδευση εμπόδισαν πολλές γενιές ν’ αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις των σύγχρονων καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων και να σταθούν στο ύψος των αστικών μορφών της οργανωμένης κοινωνικής συνύπαρξης που συνδέονται μ’ αυτές τις παραγωγικές σχέσεις. Εν κατακλείδι η μελέτη αναδεικνύει προοπτικές: διαδικτυωμένη με τα σύγχρονα μέσα, η ελληνική νεολαία έχει την ελπίδα και την ευκαιρία να εγκαταλείψει τα χιλιοπατημένα μονοπάτια και ν’ ανακαλύψει το χειραφετητικό υλικό που περικλείει η κάθε κρίση.

Από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου έμαθα πάρα πολλά – ίσως το να ρίξουμε μια ματιά ειδικά στο πολυστρωματικό ιστορικό-δομικό συγκείμενο του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος να συνιστά μια καλή πρόσβαση, για να καταλάβουμε αυτά που εμποδίζουν σήμερα την ελληνική κοινωνία να προχωρήσει. Η συγγραφέας κατάφερε μια εξαιρετική ανάλυση. Στο εξής, θα συστήνω το βιβλίο και θα παραπέμπω σ’ αυτό σε όλες μου τις εργασίες για την Ελλάδα.

Καρλ Χάιντς Ροτ
Η Angelika Gravert πέρασε ένα μέρος της παιδικής της ηλικίας στη Θεσσαλονίκη. Στη Γερμανία δίδαξε στο πανεπιστήμιο στον κλάδο της ψυχολογίας. Είναι ψυχαναλύτρια και έχει σπουδάσει νεοελληνική φιλολογία στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

 

[ISBN: 978-960-9488-63-1]


ΖΑΚ ΕΛΛΥΛ

Από την επανάσταση στις εξεγέρσεις



314 σελ.
Ποιο είναι σήμερα το επαναστατικό υποκείμενο; - Υπάρχει προλεταριάτο; - Ποιο είναι; - Οι λαοί του Τρίτου Κόσμου; - Οι μισθωτοί συλλήβδην; - Η νεολαία; - Ποιες είναι οι μέθοδοι των κοινωνικών αγώνων; - Είναι ο ανταρτοπόλεμος; - Είναι η αντικουλτούρα και τα κινήματα των Μαύρων στις Η.Π.Α.; - Τι ήταν η Πολιτιστική επανάσταση στην Κίνα; - Η συνολική επανάσταση είναι σήμερα ανέφικτη. Το μόνο που έχει σημασία είναι οι τοπικές, επιμέρους εξεγέρσεις μας ενάντια στην Αγία Τριάδα των κοινωνιών μας: ενάντια στο κράτος, ενάντια στο έθνος, ενάντια στην τεχνική (τεχνολογία).-

 

[ISBN:978-960-9488-10-5]


ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΒΑΓΙΑΣ

Οι πληγές του Φαραώ.



Βοηθούν οι Πληγές του Φαραώ στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα – αυτού που έχει ανάγκη η Ελλάδα της παρατεταμένης, δίχως διέξοδο κρίσης; Στοχεύουν εμμέσως στην ανάδειξη του εργασιακού πνεύματος, το οποίο η σύγχρονη κοινωνία των μέσων εξαλείφει από τη ζωή με οδυνηρές συνέπειες; Πρόκειται εν τέλει για το εγκώμιο μιας φιλοσοφίας της εργασίας, αλλά και για τα παρεπόμενά της (π.χ. ελεύθερος χρόνος ως αποποίηση της εργασίας [και συνέπειες αυτής της αποποίησης], διανθρώπινες σχέσεις, χρήμα, εθισμός, φόβος, media κ.ά.); Ναι! Και μαζί με όλα αυτά αντιπαρατίθεται το ανά χείρας βιβλίο με το άγνωστο, καθ’ ότι μη-αναστοχάσιμο φαινόμενο εργασία στη βάση του, και καταδεικνύει τη μοναδική, εφ’ όρου ζωής και καθοριστικής σημασίας συνδιαλλαγή του ανθρώπου με τα πράγματα και τους συνανθρώπους γύρω του.

Στην παρουσίαση που ακολουθεί θα εστιάσω στο φαινόμενο της εργασίας, το οποίο αποτελεί το κεντρικό μοτίβο που επαναλαμβάνεται σταθερά σ' ολόκληρο το βιβλίο• η εργασία αποτελεί τη ραχοκοκαλιά πάνω στην οποία αρθρώνονται οι υπόλοιπες θεματικές του βιβλίου (ελεύθερος χρόνος, εθισμός, φόβος κτλ.). Εκ των πραγμάτων η παρουσίαση θα έχει μεροληπτικό χαρακτήρα, δίνοντας έμφαση σε μια πλευρά μόνον ενός πλούσιου περιεχομένου. Οι Πληγές του Φαραώ λοιπόν πραγματεύονται το φαινόμενο της εργασίας και τις συνοδευτικές κατάρες της. Ας προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε εγγύτερα αυτήν την επικατάρατο φύση της εργασίας. - Αρχικά μια απλή σημασιολογική παρατήρηση: η κατάρα αναφέρεται πρωτίστως στην ανθρώπινη δυστυχία που προκαλείται από τον τιμωρό Θεό. Διευρύνοντας ελαφρώς την παραπάνω σημασία, η κατάρα αναφέρεται σε μια εξωτερικά επιβεβλημένη δυστυχία από την οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί να διαφύγει. Και, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές, αυτή η εξωτερική συνθήκη δεν μπορεί να διαχωρισθεί από την εσωτερική ζωή: η κατάρα μετατρέπει τον άνθρωπο σε καταραμένο. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο παράθεμα που συναντά ο αναγνώστης του βιβλίου είναι το χωρίο της Γενέσεως όπου περιγράφεται η αποπομπή των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο και η γέννηση της ανάγκης για εργασία. Μολονότι δεν μας ενδιαφέρει το θεολογικό πλαίσιο, εν τούτοις αυτή η φαντασιακή σύλληψη εξακολουθεί να στοιχειώνει σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο της εργασίας. Απέναντι στη διάγνωση ότι η εργασία αποτελεί κατάρα, ο Διονύσης προσπαθεί να αντιτάξει μια εναλλακτική σύλληψη. “Εξετάζουμε την εργασία υπό το πρίσμα ενός σχολείου της ζωής• και καθόλου ως κατάρα [...], η οποία κατατρύχει τον δυτικό πολιτισμό από γεννησιμιού του.” Και συνεχίζει: “Υπό ποία έννοια μιλάμε για 'σχολείο της ζωής'; Ο άνθρωπος μεταφέρεται εντελώς εντός του πλαισίου, όπως αυτό εκτείνεται με κατεύθυνση την περαίωση της εργασίας”. Αυτήν τη θέση θα αναπτύξουμε στη συνέχεια, αφού πρώτα εκθέσουμε κάποιες βασικές σκέψεις μας για την εργασία εν γένει. Στην προσπάθεια να ορίσουμε την εργασία ξεκινούν τα πραγματικά προβλήματα, δεδομένου ότι η εργασία αντιστέκεται από τη φύση της σε κάθε προσπάθεια ορισμού. Η εργασία δεν μπορεί να ευθυγραμμισθεί προς τη λογική μορφή του ορισμού (Χ είναι Υ), διότι δεν είναι δυνατόν να αποδώσουμε σ’ αυτήν μια καθολική έννοια εν είδει ουσίας. Η εργασία περιγράφει την αναγκαία διαμεσολάβηση μεταξύ του εξωτερικού περιβάλλοντος και του ανθρώπου, τη δραστηριότητα που συνδέει τον άνθρωπο με τον κόσμο. Εδώ θα μπορούσε να ακουσθεί η ένσταση ότι ήδη έχουμε ορίσει με κάποιο τρόπο την εργασία. Έτσι, θα μπορούσαμε να παραδεχθούμε ότι η εργασία είναι διαμεσολάβηση, άρνηση του κόσμου όπως αυτός είναι στην αμεσότητά του, μετασχηματισμός του περιβάλλοντος σε ανθρώπινο κόσμο κοκ. Από τον παραπάνω ορισμό όμως λείπει μια βασική παράμετρος: η εργασία δεν εξαντλείται σε μια διαμεσολαβητική λειτουργία, αλλά έχει εγγενώς την τάση να υλοποιείται, να μετατρέπεται σε πράγμα. Υπό αυτήν την έννοια, ισχυρισθήκαμε παραπάνω ότι η εργασία δεν ορίζεται, αφού κάθε φορά μπορεί να προσδιορισθεί από το αποτέλεσμα που παράγει. Με φιλοσοφική διατύπωση: η εργασία βαίνει συνεχώς εκτός του εαυτού της• μπορούμε να την προσδιορίσουμε συγκεκριμένα μόνο μέσω της ιστορίας της αυτοπαραγωγής της. Η εργασία μπορεί να προσδιορισθεί εντός της διαδοχής που η ίδια παράγει, καθώς τα προϊόντα της αποτελούν τους όρους τόσο της νοηματοδότησης όσο και της αναπαραγωγής της μέσα στον χρόνο. - Από την παραπάνω περιγραφή απουσιάζει εμφατικά μια σημαντική διάσταση: το ανθρώπινο υποκείμενο. Για την ακρίβεια, όσα ήδη αναφέρθηκαν αποτελούν προοίμιο για την περιγραφή της θέσης που κατέχει η εργασία εντός της ψυχικής ζωής του υποκειμένου. Ήδη στον πρόλογο του βιβλίου διαβάζουμε για την τοποθέτηση του υποκειμένου εντός του ορίζοντα της εργασίας, για την απορρόφησή του από την ανυπέρβλητη δίνη της εργασίας. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η εργασία συνιστά μια προνομιακή πρόσβαση του ανθρώπου στα πράγματα• δεν πρέπει να σκεφθούμε αυτήν την πρόσβαση υπό το πρίσμα μιας προ-δεδομένης οντολογικής διαφοράς μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου, καθώς το υποκείμενο συγκροτείται δυναμικά μέσω αυτής της συμπλοκής με τον κόσμο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το υποκείμενο είναι καθώς εργάζεται, καθώς συναντά τον κόσμο μέσω της εργασίας• πιο προκλητικά, το υποκείμενο είναι εργασία! Αυτή η παράδοξη σύμπτωση υποκειμένου και εργασίας αποτελεί βασική οντολογική παραδοχή που συνέχει τα διάφορα επιχειρήματα του βιβλίου. Για να καταλάβουμε καλύτερα τη σημασία της εργασίας πρέπει να εξετάσουμε τη λειτουργία που επωμίζεται αναφορικά προς τη συγκρότηση του υποκειμένου. - Η εργασία συλλαμβάνεται στον ορίζοντα της διάκρισης μεταξύ πνευματικού και σωματικού• βασικό συμπλήρωμα αυτής της πρωταρχικής διάκρισης αποτελεί η αντίστιξη νοητικής σύλληψης και υλοποίησης του υπό εκτέλεση έργου. Εν προκειμένω, η εργασία επιτελεί τον αναγκαίο μετασχηματισμό τού μόνο πνευματικού σε υλικό, συντελεί ώστε η άπειρη φαντασιοκοπία του υποκειμένου να γειώνεται στην υλικότητα του κόσμου, πρωτίστως του σώματος. Εδώ κυριαρχεί η σκέψη “της μετάβασης ενός έργου, το οποίο υφίσταται ως σύλληψη, σε καθεστώς πραγματικότητας – ως παραγωγή κατοπτρική του σώματος εκτός του εαυτού του, μέσω της οποίας το σώμα αυτο-βιώνεται ως τρισδιάστατο, ως ενυπάρχον στο Είναι”. Σε διαφορετική περίπτωση το υποκείμενο διατρέχει μέγιστο κίνδυνο, καθώς “το συνεχές κούρνιασμα του εαυτού στο πνευματικό” ισοδυναμεί με τη διάλυση του σώματος. Το σώμα οφείλει να βρίσκεται σε σταθερό καθεστώς εγρήγορσης απέναντι στις φαντασιοκοπίες του υποκειμένου, μιας και αυτές απειλούν τον εαυτό εν γένει με θάνατο. Ας μη βιαστούμε όμως να εξάρουμε το σώμα απέναντι στη νόηση, καθώς τα εμπόδια που συναντά η εργασία έχουν τόσο σωματική όσο και νοητική προέλευση. - Σε αυτό το σημείο δικαιολογημένα εγείρεται το ερώτημα: μήπως πρόκειται για μια φιλοσοφικά χρωματισμένη εξύμνηση της εργασίας; μήπως αυτή η φιλοσοφίζουσα ορολογία συσκοτίζει τον καταναγκασμό της εργασίας όπως αυτός εκφράζεται μέσα σε συγκεκριμένους κοινωνικούς σχηματισμούς και σε συγκεκριμένες εργασιακές συνθήκες; Για να μιλήσουμε χωρίς περιστροφές: πώς προσανατολίζεται η μέχρι τώρα περιγραφή της εργασίας με τις συνθήκες αναπαραγωγής της στον σύγχρονο καπιταλισμό και τις σύγχρονες συνθήκες της μισθωτής μορφής της (και όχι μόνο); Κατά την άποψή μας όλα τα παραπάνω ερωτήματα είναι δικαιολογημένα• κάθε απόπειρα περιγραφής δεν μπορεί να παραγνωρίζει τις ιστορικές συνθήκες μέσα στις οποίες αναπαράγεται το φαινόμενο της εργασίας. Έχοντας εσκεμμένα ανοίξει τη συγκεκριμένη προβληματική τόσο νωρίς (προσβλέποντας και στη συζήτηση που θα ακολουθήσει), θα προσπαθήσουμε να δούμε πώς αναπτύσσεται η εργασία υπό το πρίσμα της κοινωνικά οφειλούμενης εργασίας. Εδώ να τονίσουμε ότι ο συγγραφέας ρητά αποκηρύσσει μια αφηρημένη/ αποκομμένη προσέγγιση της εργασίας, μολονότι η γλώσσα του είναι εξόχως φιλοσοφική. “Σκοπεύουμε να εξετάσουμε τα πράγματα όχι επί μυθολογικών ή θρησκειολογικών βάσεων, αλλά μέσα στην καθημερινή τους διάσταση, χωρίς ποτέ να αρνούμαστε ότι εκείνο το αρχέγονο πλαίσιο «καθορίζει» a priori το γίγνεσθαι, την εξέλιξη και το τελείωμα των πραγμάτων.” - Πριν συνεχίσουμε οφείλουμε μια διόρθωση σε ό,τι μέχρι τώρα φάνηκε να αποτελεί μονομερώς δοξολόγηση της εργασίας. Μέχρι τώρα η διαδικασία της εργασίας έχει εκτεθεί υπό το πρίσμα της πραγμάτωσης του άλλως ανυπόστατου υποκειμένου. Αν υιοθετήσουμε αποκλειστικά αυτήν την προσέγγιση, η εργασία φαντάζει ως θεάρεστο έργο, καταδικάζοντας με συνοπτικές διαδικασίες οποιονδήποτε αντιτάσσεται σ' αυτήν. Εντούτοις, η εργασία δεν είναι μια ανέφελη διαδικασία εκπλήρωσης ενός εκάστου σκοπούμενου έργου, βόλτα στην παιδική χαρά του κόσμου• αντίθετα, η εργασία σπαράσσεται εξ αρχής από την αντίφαση. Για να ακριβολογούμε: δεν είναι η εργασία αυτή που σπαράσσεται (η εργασία δεν έχει σάρκα!) αλλά ο άνθρωπος που εργάζεται. Αντίφαση εδώ σημαίνει το ταυτόχρονο της πρόσβασης και του αποκλεισμού από τον κόσμο μέσω της εργασίας. Ο συγγραφέας προσφυώς περιγράφει αυτήν τη διαδικασία με τον ακόλουθο τρόπο: “Η εξάντληση, όμως, είναι η μαζοχιστική εμπειρία της δράσης και επίδρασης των σκληρών πραγμάτων/ αντικειμένων• το τίμημα για την παρεμποδισμένη (εξ αιτίας της στέρησης που επιβάλλει ο κόσμος) καταγραφή της εμπειρίας του κόσμου, της προ πολλού διάνοιξής του. Βάσει αυτού παραμένουν κλειστές οι συνειδησιακές πύλες εισόδου της εμπειρίας του ανοιγμένου κόσμου, με αποτέλεσμα το υποκείμενο να βρίσκεται αφ' ενός εντός του ανοιγμένου κόσμου, αφ' ετέρου να μην τον βιώνει συνειδησιακά ως τέτοιον”. Το συμπέρασμα ακολουθεί σχεδόν από μόνο του: “Το υποκείμενο δουλεύει εις μάτην. Η εργασία μετατρέπεται σε δουλεία, η σχέση του μαζί της καταντά αποξενωτική”. - Σε συνδυασμό με την εξάντληση που η εργασία επιφέρει στο σώμα εκ των πραγμάτων, το πρόβλημα καθίσταται οξύτερο συνυπολογίζοντας την κάθε άλλο παρά ελκυστική φύση της εργασίας στον σύγχρονο (και όχι μόνο) καταμερισμό της. Η έννοια του καταμερισμού της εργασίας δεν έχει άλλο νόημα από τη μετατροπή της αφηρημένης (προφανώς δεν αναφέρομαι στη μαρξική σύλληψη!) σε κοινωνική εργασία• ως εκ τούτου λοιπόν η εργασία είναι απ' άκρη σ' άκρη κοινωνικά διαμεσολαβημένη. Για το υποκείμενο αυτή η διαμεσολάβηση παίρνει τη μορφή “των άλλων ως κοινωνικών άλλων, τουτέστιν ως εκπροσώπων της κοινωνίας”, οι οποίοι αξιώνουν τη διεκπεραίωση ενός κοινωνικά καθορίσιμου ποσού εργασίας χάριν της αυτοσυντήρησης, κοινώς του βιοπορισμού. Η απεχθής φύση της κοινωνικά οφειλώμενης εργασίας βυθίζει το υποκείμενο σε ένα σπιράλ αναποφασιστικότητας αναφορικά με την είσοδο ή/ και την επανάκαμψη στα εργασιακά πράγματα, πολύ απλά διότι η εργασιακή συνθήκη μοιάζει να αποστραγγίζεται από προσωπικό νόημα (το οποίο αναζητείται σε ξένες προς την εργασία δραστηριότητες, π.χ. “βιομηχανία” του ελεύθερου χρόνου, δραστηριότητες αυτοπραγμάτωσης και άλλα πολλά ωραία). - Έχοντας μεταβεί ανεπαίσθητα από το οντολογικό στο κοινωνικό υποκείμενο (στην πραγματικότητα δεν μπορούν να διακριθούν ποτέ απόλυτα!) νομίζουμε ότι γίνεται περισσότερο σαφής η επίκληση του σχήματος “φαντασιοκοπία εναντίον εργασίας.” Ακριβώς η αλλοτριωτική φύση της εργασίας τείνει να καθηλώσει το υποκειμένο εκτός των εργασιακών πραγμάτων σ' έναν χώρο απροσδιόριστης νοηματοδοτημένης δραστηριότητας. Γιατί να εισέλθουμε σε μια συνθήκη που μας συνθλίβει; Πόσες φορές άλλωστε δεν έχουμε προεξοφλήσει φαντασιακά τον ισοπεδωτικό χαρακτήρα της εργασίας για να παρατείνουμε την αποχή απ' αυτήν! Πόσες φορές δεν αντιστρέψαμε γεμάτοι ανακούφιση την παροιμία “Μην αφήνεις για αύριο κάτι που μπορείς να κάνεις σήμερα!” Εντούτοις καθίσταται σαφές ότι η φαντασιακή αναστολή της εργασίας, η ευφυής επίκληση λόγων και αντιλόγων που σκοπό έχουν την υποστύλωση της αναποφασιστικότητας για είσοδο στην εργασία δεν έχουν πρακτικά κανένα αποτέλεσμα. Αργά ή γρήγορα η καταραμένη ανάγκη για εργασία θα καταστεί τόσο επιτακτική που δεν θα μπορεί να αναβάλλεται επ' άπειρον στο απροσδιόριστο μέλλον. - Στο βιβλίο περιγράφεται μια σειρά πραγμοποιήσεων της εργασίας που λαμβάνουν χώρο εντός της φαντασίας του υποκειμένου στην προσπάθειά του να διεκπεραιώσει τα πάντα χωρίς την εμπλοκή του σώματος στα εργασιακά πράγματα. Είναι προφανές όμως ότι πρόκειται για μια αντίφαση! Η φύση της εργασίας ως διαμεσολάβησης δεν μπορεί να αποσυνδεθεί επ' ουδενί από την εν τοις πράγμασι εμπειρία που κομίζει το υποκείμενο κατά την εμπλοκή του στην εργασία. Η εμπειρία εν ολίγοις δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τη φαντασιωσική επιτέλεσή της. Όλως παραδόξως μάλιστα η ενεργεία απόφαση για υλοποίηση της εργασίας (ο συγγραφέας μιλά για τη σύλληψη ενός εργασιακού σχεδίου και τη συνακόλουθη μετά κόπων και βασάνων υλοποίησή του) ανήκει στη φαντασία, στο νοητικό στοιχείο του υποκειμένου. Εκ πρώτης όψεως μοιάζει παράδοξο, δεδομένου ότι έχουμε μέχρι τώρα ενοχοποιήσει το πνεύμα για την αποχή από την εργασία. Εν τάχει αναφέρουμε ότι το υποκείμενο συλλαμβάνει μια σειρά από “δυναμικές γραμμές” επιτέλεσης της εργασίας που προσκαλούν το σώμα να τις ακολουθήσει• το υποκείμενο δηλαδή προβάλλει εντός του το σώμα του ως μια σειρά κινήσεων που συντελούν στη βαθμηδόν εκπλήρωση του σχεδίου εργασίας. Η επιτέλεση της κίνησης του σώματος από τη παραστασιακή ικανότητα παρωθεί το σώμα σε μια εν τοις πράγμασι μίμηση. Μονάχα στην πράξη το σώμα μπορεί να προσομοιάσει την κινούμενη εικόνα του εντός της φαντασίας. - Εν είδει παρέκβασης: δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, σύμφωνα με τον Φρόυντ, το ασυνείδητο δεν μπορεί να επιτελέσει καμία (συνειδητά!) σκόπιμη μυική ενέργεια. Γιατί εν προκειμένω αναφερόμαστε στον Φρόυντ; Πολύ απλά, το υποκείμενο που απεκδύεται της εργασίας-μόχθου παραπέμπει στην αρχή της ηδονής που διέπει τη λειτουργία του ασυνειδήτου. Θα προσπαθήσουμε παρακάτω να αξιοποιήσουμε την ψυχαναλυτική διάκριση μεταξύ της αρχής της πραγματικότητας και της αρχής της ηδονής προκειμένου να διαγράψουμε τα όρια της εργασίας συνολικά. - Επανερχόμενοι στην έξοδο του υποκειμένου από τον εσωτερικό κόσμο της φαντασίας, πρέπει να τονίσουμε το γεγονός ότι ολόκληρη η εργασιακή διαδικασία συνιστά μια παλιρροϊκή αλληλουχία, καθώς εναλλάσσονται οι ρόλοι του πνευματικού και του σωματικού αναφορικά με τη συμβολή τους στη διεκπεραίωση της εργασίας. Ενώ αρχικά το υποκείμενο αποστασιοποιείται από την εργασία με τη βοήθεια της φαντασίας (και του νοερού ελέγχου που αποκτά μέσω αυτής επί των πραγμάτων), στη συνέχεια το σώμα είναι αυτό που αντιστέκεται στο πέρασμα στην πράξη. Με τα λόγια του συγγραφέα: “Το σώμα ορίζεται ως εμμένεια και πείσμα της εμμένειας του υποκειμένου στον κόσμο της απραξίας. Το καταλαβαίνουμε αυτό από την αντίστοιχη πράξη του υποκειμένου, όταν ενδυναμώνει την πίστη του στην ειλημμένη απόφαση: ως τάση/ πρόθεση για εργασία θα πρέπει να περάσει ανήλεα πάνω από το αμετακίνητο σώμα του και, περνώντας σαν οδοστρωτήρας πάνω απ' αυτό να το σπείρει/ σκορπίσει, όπως σκορπίζει κανείς οστά, στους πέντε ανέμους πάνω από το ορισθέν πεδίο της δράσης.” Εδώ πρέπει να εξάρουμε τη σημασία της αλλοτρίωσης όπως αυτή τίθεται σε άμεση συνάφεια με το σώμα. Στον βαθμό που το σώμα τίθεται στην υπηρεσία ενός υπερκείμενου σκοπού, αποστρέφεται την εργαλειακή του χρησιμοποίηση στον βωμό των εργασιακών αναγκών. Συνεπώς, η απουσία νοήματος της ετεροκαθορισμένης κοινωνικής εργασίας συμπληρώνεται από το σωματικό της σύστοιχο, την υποταγή του σώματος σ' ένα δυσάρεστο για το ίδιο έργο χάριν μιας αλλότριας προς το ίδιο σκοπιμότητας. Τα πράγματα δεν ήταν ποτέ ευοίωνα για τον εργαζόμενο άνθρωπο! - Πού ολοκληρώνεται αυτή η παλιρροϊκή κίνηση της εργασίας; Μπορεί στον αιώνα τον άπαντα να διαιωνίζεται αυτή η εσωτερική πρόκληση του υποκειμένου; Μπορούμε να διερωτώμαστε συνεχώς αν αξίζει να εισερχόμαστε στον κόσμο της εργασίας; Πριν αναφερθούμε στην απάντηση που αποπειράται ο Διονύσης οφείλουμε να θέσουμε μια “μικρή” προϋπόθεση: Το υποκείμενο που μπλέκεται σ' αυτόν τον κυκεώνα εργάζεται (ή τουλάχιστον ανά πάσα στιγμή μπορεί να εργασθεί). Η συνθήκη της στέρησης της εργασίας εξ αιτίας της ανεργίας συνεπάγεται τον σκληρό κοινωνικό θάνατο του υποκειμένου που τείνει να αχρηστεύσει όλες του τις ικανότητες, σωματικές και πνευματικές. Πίσω στη γραμμή σκέψης μας. Ο Διονύσης δίνει μια αμφίσημη απάντηση: ομολογεί ότι το εργασιακό σφρίγος και το κίνητρο για εργασία δεν μπορούν παρά να εξαντληθούν. Σ' αυτό το οριακό σημείο το επιχείρημα που πλαισιώνει την απάντηση του Διονύση είναι ιδιαίτερα διεισδυτικό. Θα προσπαθήσουμε να χαράξουμε τις βασικές του γραμμές. - Παραπάνω υποστηρίχθηκε ότι το υποκείμενο εξέρχεται από την απραγία προκειμένου να διατρέξει με το σώμα του τις κινήσεις που συγκροτούν τη ζωντανή ουσία των εργασιακών πραγμάτων. Δεδομένου ότι το σώμα τέθηκε σε λειτουργία, δηλαδή υποτάχθηκε στη δύναμη της εργασιακής πρόθεσης, το έργο της αναπαραγωγής της εργασίας πέφτει εξ ολοκλήρου στην αυτοαναφορική νόηση. Τι εννοούμε; Το κίνητρο για εργασία πρέπει να αναζητηθεί εξ ολοκλήρου στην πλευρά του σχεδίου εργασίας που συλλαμβάνει το υποκείμενο. “Άρα δυσκολότερα από το να κινητοποιηθεί μηχανικά το σώμα είναι να κινητοποιηθεί ο ψυχισμός του υποκειμένου.” Συμπυκνώνοντας, το υποκείμενο αδυνατεί να συλλάβει ένα συνολικό σχέδιο εργασίας που θα λειτουργεί ως κίνητρο, διότι η προοπτική της περαίωσης του σκοπούμενου έργου σε ένα απώτερο μέλλον δεν μπορεί να πυροδοτήσει την εργασιακή έξαψη. Λέγοντας απώτερο μέλλον δεν θέλουμε να τονίσουμε τόσο την απόλυτη χρονική διάρκεια όσο τον υποκειμενικά καταμετρημένο χρόνο που αντιπροσωπεύει την προβολή του υποκειμένου σε μια μη εποπτεύσιμη (από την περατή νόηση) αλληλουχία πράξεων. Υπό αυτό το πρίσμα ο σκοπός της εργασίας προσλαμβάνει αισθητική διάσταση, δηλαδή προσδέχεται τον χαρακτήρα ενός κλειστού συνόλου ερμηνείας των πραγμάτων που εξαντλεί την ίδια την υλικότητα της εργασίας. Η εργασία απογυμνώνεται από την εμπειρία της de facto επιτέλεσής της και προλαμβάνει την ολοκλήρωσή της. Αν το υποκείμενο μπορεί να νοηματοδοτήσει τα εργασιακά πράγματα μ' αυτόν τον τρόπο, δεν χρειάζεται να εμπλακεί στην εργασία, η οποία ορίσθηκε εξ αρχής ως η προνομιακή πρόσβαση στον κόσμο. Εφόσον η εργασία είναι η εν τω γίγνεσθαι ερμηνεία του κόσμου, δεν μπορεί παρά να ακυρώνεται στον ορίζοντα ενός υποκειμένου που προϋποθέτει εκ των προτέρων το νόημα των (εργασιακών) πραγμάτων για να εισέλθει σ' αυτήν! - Φαίνεται πως έχουμε περιέλθει σ' ένα αδιέξοδο. Παραπάνω έγινε λόγος για μια αμφίσημη απάντηση εκ μέρους του Διονύση απέναντι στην έλλειψη κινήτρου για εργασία. Η αμφισημία συνίσταται στο γεγονός ότι το υποκείμενο απογοητεύεται από την εργασία, ενώ δεν παύει η εργασία να δίνει τον τόνο της εμπειρίας και της γνώσης του κόσμου. Θα μπορούσαμε να οξύνουμε ακόμα περισσότερο αυτήν την αντίστιξη ισχυριζόμενοι ότι η εργασία δημιουργεί το μέτρο της ελευθερίας του υποκειμένου• στον βαθμό, δηλαδή, που το υποκείμενο τοποθετείται εξ ολοκλήρου εντός του πλαισίου της εργασίας, η τελευταία ορίζει το περιεχόμενο της ανθρώπινης ελευθερίας, είτε ως φυγή από τον κοινωνικό καταναγκασμό για εργασία είτε ως περαίωση του εμμενούς σκοπού της. Υπό αυτήν την έννοια, η αδιαφορία του εργασιακού πεδίου συνεπάγεται την απονοηματοδότηση της ίδιας της ελευθερίας. Έχοντας φθάσει σ' αυτό το οριακό σημείο, ο Διονύσης εύστοχα πραγματεύεται τον ελεύθερο χρόνο ως ψευδεπίγραφη κατάλυση της εργασίας, καθότι το βίωμα του ελεύθερου χρόνου είναι διαποτισμένο εξ ολοκλήρου από την αρνητικότητα της εργασίας. Υπό μία έννοια ο ελεύθερος χρόνος είναι ένα κακέκτυπο της απελευθέρωσης από την εργασία, μιας και αναπαράγει μια νέα μορφή εργασίας που αργά ή γρήγορα θα υποταχθεί στην ανάγκη της επί πληρωμή εργασίας. Συμπληρωματικά προς αυτήν τη σύλληψη αναπτύσσεται η περιγραφή της απόλαυσης, που δεν μπορούμε ν' αντλούμε παρά μόνο από εξωεργασιακά πράγματα, υπό το σχήμα του εθισμού, δηλαδή μιας απόλαυσης που δεν μπορεί να βιωθεί στην ακεραιότητά της, υπακούοντας στον μηχανοποιημένο ρυθμό της ίδιας της φευκταίας εργασίας. - Ας επανέρθουμε στη λύση του αδιεξόδου. Ο Διονύσης υπερασπίζεται την ακατάλυτη οντολογική σύνδεση σώματος και εργασίας, άρα και την αναγκαιότητα της εργασίας εν γένει, ακολουθώντας με αυστηρότητα τη φαινομενολογική σκοπιά. Νομίζουμε ότι η συγκεκριμένη απάντηση έχει διπλό προσανατολισμό: αφ' ενός προσδιορίζεται αρνητικά, με την έννοια ότι η φυγή από την εργασία δεν μπορεί παρά να την ξαναβάζει από την πίσω πόρτα• αφ' ετέρου προσανατολίζεται θετικά, με την έννοια ότι η εργασία διατηρεί την ιδιότητα τής δημιουργικής αλλοτρίωσης/ εξωτερίκευσης που στήνει τον άνθρωπο στην ίδια τη ζωή. Εδώ έχουμε φθάσει σ' έναν άκρως πολιτικό κόμβο. Επ' αυτού λίγα σχόλια. - Χρήσιμη θα ήταν μια παρατήρηση έξω από το πνεύμα του βιβλίου. Σ' ολόκληρο το βιβλίο αντηχεί ένα επιχείρημα που αντλεί από μια κριτική προς τον τεχνολογικό πολιτισμό του (ύστερου) καπιταλισμού. Ο βασικός πυρήνας αυτής της κριτικής συνίσταται στην αντιστροφή της σχέσης μέσου και σκοπού κατά την επιτέλεση της εργασίας• η τεράστια ανάπτυξη της τεχνολογίας και η εκτεταμένη διάδοση των μηχανών έχουν καθυποτάξει την ανθρώπινη εργασία στα γρανάζια της αποξενωμένης εργασίας. Ασκώντας μια ερμηνευτική βία στον λόγο του Διονύση παραθέτουμε: “Άρα την ίδια στιγμή που κατέχει την εργασία, τον κατέχει εκείνη (διότι από πού προέρχονται η πλήξη, η κούραση και η απελπισία που μας δημιουργούν κάθε τόσο τα εργασιακά μας καθήκοντα;). Με άλλα λόγια, η αποδοχή της εργασίας με την έννοια της προσαρμογής του εαυτού στην τεχνική διαδικασία περαίωσης αφήνει το σώμα να αναδυθεί ως εργαλείο της εργασίας: δεν κατέχει ο άνθρωπος την εργασία, αλλά η εργασία τον άνθρωπο, καθώς τον μετέπλασε σ' ένα μεγάλο και βασικό, πρώτο εργαλείο της.” - Απέναντι σ' αυτήν την προσέγγιση θα θέλαμε να εστιάσουμε σε μια διάσταση στην οποία ο Διονύσης συστηματικά επιτίθεται: την αισθητική διάσταση. Κάπως έτσι θα θέλαμε επίσης να κλείσουμε αυτήν την παρουσίαση. Σε τι συνίσταται η αισθητική διάσταση στο πεδίο της εργασίας; Ήδη έχει αναφερθεί το γεγονός ότι το υποκείμενο αποτραβιέται από την εργασία, όταν αυτή προσλαμβάνει έναν ολοκληρωτικό και κλειστό χαρακτήρα. Πέρα από την αδυναμία του υποκειμένου να προβάλλει το ζωντανό του σώμα σ' ένα τέτοιο υπό πραγμάτωση έργο, υπάρχει ένα επιπρόσθετο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης εργασίας που συγγενεύει στενά με την εξεταζόμενη προοπτική: η λεγόμενη αισθητική μετουσίωση. Με τα λόγια του Διονύση: “Τι να αντιτείνουμε στη διαδικασία μετουσίωσης των κόπων μας από το αφημένο στον εαυτό του έργο; Υπάρχει η αντίσταση των θυμάτων• όλων εκείνων που εξανίστανται ενάντια στην εντολή της διαρκούς μετουσίωσης, της τοποθέτησης του σώματος (ως απλού εργαλείου ή μέσου για την επίτευξη ενός υπερβατολογικά αισθητικού σκοπού) επί του βωμού του θυσιαστηρίου”. Όπως γίνεται σαφές πρόκειται για μια εξόχως καίρια περιγραφή της διαδικασίας της πραγμοποίησης της ζωντανής εργασίας που συσκοτίζει την προέλευση του παραγόμενου αντικειμένου. Το υποκείμενο μαγεύεται από αυτό το θέαμα, ενώ ανακόπτεται συγχρόνως η συνειδησιακή ροή του κόπου του προς το αντικειμενικό του παράγωγο. Ο κίνδυνος της εργασιομανίας είναι προ των πυλών! Άπαξ και χαθεί το μέτρο της ζωντανής εργασίας και του συνοδευτικού μόχθου από το αντικείμενο, αυτό δεν θα πάψει ποτέ να απομυζά το υποκείμενο για να συντηρηθεί και να γιγαντωθεί. - Εντούτοις, πρόκειται μόνο για τη μία όψη του αισθητικού• με άλλα λόγια, η αισθητική μετουσίωση δεν μπορεί να εξαντλήσει τη λειτουργία του αισθητικού να δείχνει πέρα από την ετεροκαθορισμένη (δεν υπάρχει άλλη!) εργασία. Είναι γνωστό ότι σημαντικοί μαρξιστές θεωρητικοί, όπως ο Λούκατς, ο Μπένγιαμιν και ο Αντόρνο, έχουν καταπιασθεί με την αισθητική και το έργο τέχνης. Ο λόγος φαίνεται προφανής: το έργο τέχνης ομοιάζει προς το κεφάλαιο ως συσσωρευμένη εργασία! Εδώ απαιτείται διευκρίνιση. Όπως το κεφάλαιο δείχνει πέρα από τον εαυτό του προς την υπέρβαση της αλλοτριωμένης εργασίας και του νόμου της αξίας, έτσι και το έργο τέχνης διατηρεί την πρόσβαση στην ολότητα ως την υπέρβαση της κατακερματισμένης μερικότητας. Ακόμα πιο εμφατικά, όπως το κεφάλαιο παραπέμπει σε μια κοινωνία της ελευθερίας, έτσι και το έργο τέχνης παραπέμπει σε μια κοινωνία της απόλαυσης. Κατά την άποψη μας αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας να μην απωλεσθεί αυτή η διάσταση του αισθητικού που απηχείται στο έργο τέχνης. - Έχοντας επίγνωση του αφηρημένου χαρακτήρα των διατυπώσεών μας πρέπει να γειώσουμε το επιχείρημα στα καθ' ημάς: το ζητούμενο δεν είναι η αναπαραγωγή της εργασίας ως τέτοιας, διότι δεν υπάρχει εργασία πέρα από την εργασία εντός του κεφαλαίου• στο ίδιο μήκος κύματος δεν υπάρχει απόλαυση που θα μπορούσε να απορρεύσει από την επιτέλεση της εργασίας αλλά απόλαυση ως ξεπέρασμα του μόχθου της ετεροκαθορισμένης εργασίας. Προσπαθώντας να αντλήσουμε ελπίδα από τη σύλληψη του Μαρκούζε στο Έρως και Πολιτισμός, ο τρέχων τεχνολογικός πολιτισμός έχει καταστήσει δυνατή τη συμφιλίωση της αρχής της πραγματικότητας με την αρχή της ηδονής. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να προβληματικοποιήσουμε την αντίθεση μεταξύ ηδονής και μόχθου, απόλαυσης και εργασίας. Δεν πρέπει επ' ουδενί να χάσουμε απ΄τα μάτια μας την ενοχή που βαραίνει την ηδονή σ' ένα γενικευμένο περιβάλλον αλλοτρίωσης και καθυπόταξης των σωμάτων, εντούτοις η ανάμνηση της απωλεσθείσας ηδονής μέσα στη φαντασίωση του ασυνειδήτου εξακολουθεί να μας κατατρέχει. Ξαναπιάνουμε τώρα στο τέλος εκείνη τη μικρή παρέκβαση περί ασυνειδήτου αρκετά παραπάνω. Κλείνουμε λοιπόν με τα λόγια του Μαρκούζε: “Κατά την αντίληψη του Φρόυντ, η εξίσωση ελευθερίας και ευτυχίας, απαγορευμένη από το συνειδητό, υποστηρίζεται από το ασυνείδητο. Η αλήθεια της, αν και αποκρουόμενη από τη συνείδηση, εξακολουθεί να βασανίζει τον νου με τη μνήμη παρωχημένων σταδίων της ατομικής ανάπτυξης στα οποία αποκτάται ακέραια η ικανοποίηση. Και το παρελθόν συνεχίζει να διεκδικεί το μέλλον: γεννά την επιθυμία να ξαναδημιουργηθεί ο παράδεισος με βάση τα επιτεύγματα του πολιτισμού.” - Γιώργος Στεφανίδης, στην παρουσίαση του βιβλίου στις Ακυβέρνητες Πολιτείες (Θεσσαλονίκη, 2 Σεπτεμβρίου 2014). - Η καταστροφή του πνεύματος της εργασίας, του ελεύθερου χρόνου και της ψυχαγωγίας – οι ναρκομανείς ως το τέλος της κοινωνίας και του εαυτού τους - Στον μύθο ικετεύει η Μύρρα τους θεούς να την λυτρώσουν από τα βάσανά της· τους παρακαλεί να μην ανήκει ούτε στον κόσμο των νεκρών ούτε των ζώντων – και οι θεοί την μετατρέπουν σε δέντρο. - Η εικόνα του ναρκομανή να κοιμάται όρθιος σε μια γωνιά του δρόμου είναι μια γνωστή εικόνα: τα γόνατα λυγισμένα, η πλάτη κυρτωμένη, το σώμα σαν κάτι να θέλει να πει, και οι ταλαντεύσεις της άνω μοίρας του σώματος να επαναφέρουν αυτό το σώμα στην αρχική του θέση, στην ετοιμόρροπη ισορροπία. Ο άμοιρος δεν είχε χρόνο να καθίσει· στα όρθια τον επισκέφθηκε ο ύπνος, και έτσι καθώς ήρθε απρόσκλητος, σε ακατάλληλη ώρα και τόπο, έτσι έγινε καλοδεχούμενος από τον οικοδεσπότη. Ο εξαρτημένος από τα ναρκωτικά δεν έχει χρόνο· ο ελεύθερος χρόνος διαγράφτηκε κυριολεκτικά από τα δεφτέρια της ψυχής του. Οπότε αφήνει τον ύπνο να εισρεύσει μέσα του, ενόσω βρίσκεται απασχολημένος, σε εσαεί κίνηση και λειτουργία. Ο ύπνος χύνεται παντού στα μέλη, και αυτός παρακολουθεί το έργο του ύπνου μέσα του, όντας κατά το ήμισυ παραδομένος στο βασίλειο του ύπνου. - Ο ύπνος κατέρχεται βαθύτερα επίπεδα και συνεπαίρνει το ξύπνιο Εγώ του με σκοπό να το αποκοιμίσει. Εκεί, στο τελευταίο διάστημα που ο ύπνος έχει ακόμη να διανύσει, μέχρις ότου πάρει το πλάσμα εντελώς στις αγκάλες του, γίνεται μια πάλη μεταξύ του βασιλείου του Άδη και του κόσμου της ζωής: το πέρασμα στον ύπνο ως αποκοίμιση νοείται ως κάμψη της θέλησης του υποκειμένου. Ο ύπνος ως μια ακαταμάχητη δύναμη στοχεύει στο να τσακίσει την αντίσταση του ξύπνιου Εγώ. Ο ναρκομανής αν κοιμηθεί, θα κοιμηθεί αιωνίως – θα έχει διαβεί το κατώφλι του θανάτου. Σε τούτο οφείλεται το γεγονός ότι ξυπνά λίγο πριν την αποκοίμιση, ότι καταλαμβάνει την αρχική του θέση μέσα στον ύπνο (παρ’ ολίγο-θάνατο) –ισιώνοντας το σώμα του–, για να ξεκινήσει από την αρχή αυτή τη μάχη. - Ο ναρκομανής δεν κοιμάται, όταν έχει πάρει τη δόση του! «Δουλεύει» ακόμη και στον ύπνο του, αναλαμβάνοντας να παρακολουθεί το έργο της εξάπλωσης του ύπνου μέσα του και της βύθισης του εαυτού του στον ύπνο. Αυτό που του συμβαίνει εν ώρα υποκατάστασης της φυσιολογικής λειτουργίας του ύπνου, και το οποίο ονομάσαμε καταχρηστικά «δουλειά», είναι ο ορισμός του (εσχατολογικού) τέλους της εργασίας. Η εργασία υφίσταται μόνο σε επίπεδο αναπαράστασης (Reprasentation)· και εδώ ακριβώς, μη-δυνάμενη η εργασία να έχει μια αρχή και ένα τέλος, μη-δυνάμενη, εν ολίγοις, να είναι εργασία, όπως αυτή είναι γνωστή στον καθένα μας, διαλύει τα όρια του φαινομένου εργασίας, εξαπλώνοντας το πνευματικό και ψυχικό (κατά βάθος: ψυχωτικό) υποκατάστατο της εργασίας σε όλη τη γκάμα του εικοσιτετραώρου. Εφ’ εξής δεν υπάρχουν τα όρια της εργασίας, ο χρονικός περιορισμός της, η ξεκούραση και η ψυχαγωγία, ο ύπνος για την αναδόμηση και την αναζωογόνηση του εαυτού και της ετοιμότητάς του για εργασία. Όταν η εργασία έχει υποκατασταθεί ψυχωτικά, το θύμα προσπαθεί να αντεπεξέλθει στις αντιξοότητες και τα εμπόδια που θέτει αυτή η υποκατάσταση με το να εντείνει την νευρικότητα, πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτόν θα ισοφαρίσει τον κόπο ή τον μόχθο που είναι ιδιοσυστατικά στοιχεία του φαινομένου εργασία. - Ας δούμε από κοντά μέσω μιας σύγκρισης το σημείο εκείνο στον ψευτοΰπνο του ναρκομανή που καταδεικνύει ότι ο εθισμένος στα ναρκωτικά συνάνθρωπος δεν κοιμάται – ότι ούτε καν λαγοκοιμάται, αλλά ότι σβήνει συνεχώς ως σκέψη παρακολούθησης των εσωτερικών διεργασιών που επιφέρει η επέλαση του ύπνου, πιστεύοντας ότι αυτές οι διεργασίες είναι ο ίδιος ο ύπνος (αλλά και η ίδια η εργασία). Κοιμώμενος όρθιος, ξυπνά μέσα του πριν χάσει την ισορροπία. Το εσωτερικό αυτό ξύπνημα ως συναγερμός συμβαίνει –για να χρησιμοποιήσουμε μεταφορική γλώσσα– σε απόσταση ασφαλείας από το χείλος του γκρεμού. Τι εννοούμε; Ας φέρουμε το παράδειγμα μιας σύγκρισης, για να καταλάβουμε! - Αν τύχει και μας πάρει ο ύπνος στην καρέκλα, στο γραφείο ή στο καθιστικό, εν όσω δεν έχουμε προνοήσει να ακουμπήσουμε το κεφάλι κάπου, τότε η στιγμή της επέλασης του ύπνου –της αποκοίμισης (λέμε εξ άλλου: με έκλεψε ο ύπνος)– θα αφήσει το κεφάλι να πέσει απότομα. Η συνειδησιακή κατάσταση της αποκοίμισης μας μιλά για την εκδραμάτιση ενός συμβάντος: μιας ανεξέλεγκτης, ορμητικά αναπτυσσόμενης, ακάθεκτης πτώσης: ενός γκρεμίσματος. Ξυπνάμε πανικόβλητοι, ενώ η συνειδησιακή κατάσταση του ύπνου μάς στέλνει το τελευταίο ονειρικό βίωμα: ότι το ξύπνημα –δηλ. καθώς ξυπνάμε, εν τω γίγνεσθαι του ξυπνήματος– δύο πράγματα έχουν ταυτιστεί το ένα με το άλλο: το πανικόβλητο ξύπνημα και το τσάκισμα ως πέσιμο στον γκρεμό, π.χ. αν το κεφάλι πέσει προς τα πίσω, διατρέχουμε κίνδυνο να σπάσει ο αυχένας, αν γέρνουμε στα πλάγια, τότε βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση πάνω από το κενό κ.ο.κ. - Στον ψευτοΰπνο του ναρκομανή δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο. Το σώμα του κινείται προς το σημείο που θα χάσει την ισορροπία του σαν δέντρο που το λυγίζει κάποιος αργά και σταθερά, σαν μια κίνηση απειροστού λογισμού, όπου αυτός έχει ξυπνήσει, πριν αγγίξει το όριο κινδύνου. Ο ναρκομανής γνωρίζει πόσο δρόμο έχει μπροστά του … να δουλέψει, και προσαρμόζει (και εναρμονίζει) τις σκέψεις του με το κινούμενο προς το τερματικό όριο της ζωής σώμα του – και ξυπνά σε απόσταση ασφαλείας! - Ναρκομανείς που διάγουν έναν ύπνο ως μη συνειδητό διαλογισμό θανάτου –όντας τα δέντρα της ζωής (μιας ζωής που πεθαίνει με το να προσπαθεί να γλυκάνει τον θάνατο)– κοιμούνται ως επί το πλείστον καθιστοί, π.χ. στα δημόσια μέσα συγκοινωνίας ή στα παγκάκια των στάσεων. Τότε φαίνεται ξεκάθαρα η τάση να ταυτιστούν με τα άψυχα: το σώμα τους γέρνει μπροστά ή στα πλάγια μέχρι να διπλωθεί στα δύο – χωρίς να χάνει την ισορροπία του: κοκαλιάζουν πάνω από τον γκρεμό. - Η παρατήρηση της συμπεριφοράς του σώματος και της ψυχικής ζωής ενός ατόμου εθισμένου στα ναρκωτικά κατά τη διάρκεια του ύπνου-του μέρα-μεσημέρι, στις πλατείες των πόλεων ή οπουδήποτε αλλού, εν ώρα εργασίας των υπολοίπων, έδειξε ότι ο ναρκομανής προέβη σε υποκατάσταση του εμπλεκόμενου σε εργασιακές διαδικασίες σώματος («επιτυχής» κατάργηση της εργασίας) και πληρώνει το τίμημα με το να μη βρίσκει ησυχία ούτε στον ύπνο του. - Σε αντίστροφη συλλογιστική πορεία, το συμπέρασμά μας θα ήταν: η χρήση ναρκωτικών πρέπει να λειτούργησε ως διέξοδος από το βασανιστικό βίωμα της άρσης των ορίων εργασίας και ελεύθερου χρόνου για χάρη του τελευταίου. Και επειδή ο ελεύθερος χρόνος νοείται μόνον εμμέσως, ήτοι ως (πρόσκαιρη) παύση της εργασίας, η χρήση των ναρκωτικών ως λύση θα πρέπει να προέκυψε από την έλλειψη (μη-άσκηση) εργασίας. - Το ότι οι ναρκομανείς «αναζητούν» διαρκώς την εργασία φαίνεται από τις συναντήσεις, τους πηγαιμούς σε ραντεβού, τις συζητήσεις τους. Όλο και κάτι σπουδαίο γίνεται, στο οποίο θα πρέπει –συνήθως ανά δύο– να τρέξουν να παραβρεθούν ή να προλάβουν. Δίνεται η εντύπωση ότι η ο πηγαιμός τους στην ‘Ιθάκη’ έχει καταφαγωθεί, ότι αυτός ο πηγαιμός λειτουργεί ως πηγαιμός για τον πηγαιμό (όπως λέμε σε περιπτώσεις αποδέσμευσης της ασχολίας από το αντικείμενό της: τέχνη για την τέχνη). Απλοϊκές συζητήσεις με περιεχόμενα ελάχιστης ασυνεννοησίας, υποτυπώδους παρερμήνευσης ή με οτιδήποτε άλλο Άκακο στο περιεχόμενό τους ανέρχονται σκοπίμως σε βασικότατες παρεξηγήσεις (παρεξηγήσεις για ψύλλου πήδημα) και καμιά φορά σε λεονταρισμούς. Υπογραμμίζοντας με το παραπάνω το αρνητικό περιεχόμενο, προσπαθούν να μιμηθούν τις νορμάλ παρεξηγήσεις των μη-εθισμένων στα ναρκωτικά συμπολιτών τους. Και εδώ, όπως και πριν με την υποκατάσταση του πνεύματος της εργασίας, επενδύουν ψυχική ενέργεια δίχως λόγο (όλα μια θανατηφόρα ηθοποιία, που οι ίδιοι θέλουν να πιστεύουν), για να καταδείξουν ότι συμμετέχουν στα κοινά (στο κοινωνικό γίγνεσθαι). - Ας αφήσουμε, τελειώνοντας, κατά μέρος την ολική αντιπροσώπευση (Reprasentation) ή, αν θέλετε, την οντολογική υποκρισία, με την οποία οι ναρκομανείς ως ‘αγαθά’ θύματα της κοινωνίας του εμπορεύματος και του θεάματος (παιδιά που δεν ‘κατάλαβαν’ αυτήν την άλλη, την υποκριτική πλευρά της κοινωνίας και την πέρασαν για αληθινή) προσπαθούν να ζήσουν την κοινωνία ως οθόνη. Ας δούμε κάτι από τη ζωή τους, το οποίο φαίνεται να αντιστρατεύεται όχι μόνο το γενικό πνεύμα που τους χαρακτηρίζει, αλλά αντιθέτως να παρουσιάζεται μάλιστα σαν η άλλη, η εναλλακτική, η φυσιολογική πλευρά για την κοινωνία, την οποία πλευρά ο άνθρωπος της εποχής των μηχανών και της (ψηφιακής) τεχνολογίας υποτίθεται έχει χάσει. Θα περιγράψουμε εν συντομία τι συμβαίνει με την τύχη μικρών παιδιών από εξαρτημένους γονείς. Προ των νοερών οφθαλμών μου έχω ένα μικρό κορίτσι στην ηλικία των τεσσάρων έως πέντε ετών, το οποίο παίζει με τη μητέρα του – ο σύντροφος της οποίας παραμένει ψυχεδελικά αμέτοχος (άγνωστον, αν είναι ο γεννήτορας). Το κοριτσάκι πλησιάζει το πρόσωπο της μαμάς του από πίσω, η οποία κάθεται σε μία από τις αντικριστές θέσεις του λεωφορείου, και παίζει μαζί της κρυφτούλι. Της εμφανίζεται πότε από δεξιά και πότε από αριστερά, πλέκεται στον λαιμό της και την παροτρύνει να συμμετέχει στο παιχνίδι. Η μαμά του δεν το αγνοεί! Γνωρίζει ότι υπάρχει. Αλλά το παιδί υπάρχει ως παιδικότητα στο απέραντο Ακύμαντο της ζωής της. Μέσα σε αυτή την τεράστια λεκάνη, όπου η μητέρα υπάρχει υπό την έννοια αμυδρών προστατευτικών ορίων, η μητέρα του το προστατεύει, και προστατεύοντάς το το αφήνει, το χειραφετεί, λύνοντας κατά διαστήματα τα δεσμά της συγγενικής σχέσης, σαν να του λέει: σ’ αυτό το πέλαγος, το οποίο είμαι εγώ, εγώ έχω πεθάνει πρώτα, οπότε και ο δικός σου θάνατος μέσα στις αγκάλες της αδιαφορίας μου θα είναι παρ’ όλα αυτά ένας θάνατος μέσα στην (κατά τα άλλα σβησμένη) θαλπωρή μου. - Ομιλία του Διονύση Βάγια κατά την παρουσίαση του βιβλίου του στις Ακυβέρνητες Πολιτείες (Θεσσαλονίκη, 2 Σεπτεμβρίου 2014). -

 

[ISBN:978-960-9488-5-x]


KARL HEINZ ROTH
ΖΗΣΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Να εμποδίσουμε την καταστροφή.

Μανιφέστο για μία Ευρώπη της ισότητας



Η Ευρώπη σήμερα: Μαζική ανεργία, επισφαλείς συνθήκες εργασίας, κοινωνική απαλλοτρίωση και αποδόμηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων βάζουν με ιδιαίτερο τρόπο τη σφραγίδα τους ιδίως στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Λόγω των ανισοτήτων μεταξύ των χωρών-μελών, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη απειλούνται με κατάρρευση. O Καρλ Χάιντς Ροτ και ο Ζήσης Παπαδημητρίου αναλύουν τα αίτια αυτής της ολέθριας εξέλιξης και καταδεικνύουν πως για την παρακμή της Ευρώπης ευθύνεται πρωτίστως η πολιτική των χαμηλών μισθών που ακολουθεί η οικονομικά εξαρτημένη από τις εξαγωγές ηγεμονεύουσα Γερμανία και οι σύμμαχοί της του ευρωπαϊκού πυρήνα. Οι συγγραφείς, ωστόσο, προτείνουν μια εναλλακτική λύση και συγκεκριμένα «αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις» σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής, με στόχο μία Ευρώπη της αλληλεγγύης και της ισότητας.

Ο Δρ. Δρ. Καρλ Χάιντς Ροτ γεννήθηκε το 1942 στο Wertheim am Main της Γερμανίας. Σπούδασε ιατρική και ιστορία. Συνιδρυτής του Ιδρύματος για τη Μελέτη της Κοινωνικής Ιστορίας του 20ού Αιώνα του Αμβούργου καθώς και του περιοδικού «1999», το οποίο από το 1998 και εντεύθεν μετονομάστηκε σε «Κοινωνική Ιστορία» και από το 2010 κυκλοφορεί σε τρίγλωσση ηλεκτρονική έκδοση με επιστημονικό υπεύθυνο τον ίδιο. Το 1984 αναγορεύτηκε διδάκτορας της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Αμβούργου και το 1992 διδάκτορας της Ιστορίας του πανεπιστημίου της Βρέμης. Από το 1998 και εντεύθεν ζει στη Βρέμη, όπου έχει μεταφερθεί και η έδρα του Ιδρύματος. Συγγραφέας πολλών βιβλίων και άρθρων σχετικά με την κοινωνική και οικονομική ιστορία καθώς και την ιστορία της ιατρικής και της επιστήμης του 20ού αιώνα. Κυριότερα έργα του: Die andere Arbeiterbewegung (1974) (Το άλλο εργατικό κίνημα), Die Wiederkehr der Proletaritat (1994) (Η επιστροφή της προλεταριοποίησης), Die globale Krise (2009) (Η παγκόσμια κρίση), Remtsma auf der Krim. Tabakproduktion und Zwangsarbeitz unter der deutschen Besatzungsherrschaft 1941-1944 (2011) (Η εταιρεία Ρέμτσμα στην Κριμαία. Παραγωγή καπνού και καταναγκαστική εργασία την περίοδο της γερμανικής κατοχής 1941-1944), σε συνεργασία με τον Γιαν-Πέτερ Άμπρααμ, καθώς και η ιδιαίτερα εμπεριστατωμένη εργασία Griechenland: was tun ? (Η Ελλάδα και η κρίση. Τι έγινε και τι μπορεί να γίνει; Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2012).

Ο καθηγητής Ζήσης Δ. Παπαδημητρίου, γεννήθηκε το 1939 στους Γόννους της Λάρισας, σπούδασε αρχικά ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (Technische Universitat) και στη συνέχεια Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Την περίοδο 1974-1985 υπήρξε συνεργάτης στον τομέα της τεχνολογικής έρευνας του διεθνούς φήμης Ινστιτούτου Κοινωνικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, γνωστό και ως «Κριτική Σχολή της Φρανκφούρτης». Παράλληλα δίδαξε Βιομηχανική Κοινωνιολογία στο Τμήμα Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης (1975-1985). Από το χειμερινό εξάμηνο του 1985 μέχρι και τη συνταξιοδότησή του τον Αύγουστο του 2006, υπήρξε καθηγητής Γενικής και Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Προπτυχιακό και της Πολιτικής Επιστήμης στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο Tohoku της πόλης Sendai της Ιαπωνίας, προσκεκλημένος από την «Ιαπωνική Εταιρεία Προώθησης των Επιστημών» (Japan Society for the Promotion of Science) (1992), στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1993-1996) καθώς και στο Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης (Δ.Ο.Σ.Α.) του Πανεπιστημίου Θράκης στην Κομοτηνή (1996-2006). Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο στα ελληνικά, γερμανικά και αγγλικά. Μεταφράσεις εργασιών του κυκλοφόρησαν επίσης στα ιταλικά και στα ιαπωνικά. Κυριότερα έργα του: Computer und Arbeitsproze? (Ηλεκτρονικοί υπολογιστές και οργάνωση της εργασίας), Campus Verlag, Frankfurt am Main/ New York(1978), Anthropocentric Production Systems in Greece. The Case of the Textile and Clothing Industry (Ανθρωποκεντρικά συστήματα παραγωγής στην Ελλάδα. Η περίπτωση της βιομηχανίας κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης), Brussels (1991), Κοινωνιολογικά ανάλεκτα. Όψεις της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη (1996), Ο ευρωπαϊκός ρατσισμός. Εισαγωγή στο φυλετικό μίσος, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα (2000), Μεταμοντέρνα Αδιέξοδα, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2002, Παρεμβάσεις, εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες, Θεσσαλονίκη 2006 και Στον αστερισμό της αβεβαιότητας, εκδ. Θερμαϊκός, Θεσσαλονίκη (2012). Το βιβλίο είναι εξαιρετικά πλούσιο σε διαπιστώσεις, ερμηνείες και προτάσεις για έναν καλύτερο κόσμο, στο πλαίσιο της Ε.Ε., που ωστόσο οφείλει να υποστεί ριζικές μεταρρυθμίσεις. - Οι συγγραφείς του, Καρλ Χάϊντς Ροτ και Ζήσης Παπαδημητρίου, δίνουν από μόνοι τους τον κυρίαρχο χαρακτηρισμό που επιθυμούν για τη μελέτη τους και που είναι το «Μανιφέστο». Όρος που προέρχεται από τα λατινικά και σημαίνει ότι «αποκαλύπτω κάποια πράγματα», ότι «εμφανίζω με τρόπο έντονο τα πιστεύω μου». Ταυτόχρονα, μπορεί ακόμη να υποστηριχθεί ότι το ανά χείρας βιβλίο περιλαμβάνει και πρόσκληση για αντίσταση, ή και ακόμη για επανάσταση, μέσω ριζικών μεταρρυθμίσεων, που θα επαναφέρουν την Ευρώπη στις αρχικές της προδιαγραφές, για ισότητα, δημοκρατία, ευημερία των πολιτών της, πλήρη απασχόληση, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. - Η ανάλυση αναφέρεται σε όλη την Ευρώπη, και έμμεσα μόνο στην Ελλάδα ως οικονομία του ευρωπαϊκού Νότου. Οι συγγραφείς διαπνέονται από τον φόβο διάλυσης της Ε.Ε., εξ αιτίας της ανάλγητης μακροοικονομικής πολιτικής λιτότητας και προσπαθούν να την σώσουν με τη βοήθεια ευρείας έκτασης μεταρρυθμίσεων, που οφείλουν να περιλάβουν όλους τους τομείς και όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής, νομισματικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Ως γενική παρατήρηση, λοιπόν, σχετικά με το βιβλίο, θα έλεγα ότι η έντονη κριτική, που περιλαμβάνεται σ’ αυτό, αφορά τη βελτίωση του μοντέλου της Ε.Ε. και όχι τη διάλυσή της. αλλά, και επιπλέον, οι δύο συγγραφείς θεωρούν ως επιθυμητή εξέλιξη της Ε.Ε. την ομοσπονδοποίησή της, με την προϋπόθεση πάντοτε ότι θα έχουν προηγηθεί οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Είναι, δηλαδή, και παραμένουν ευρωπαϊστές, παρά την παταγώδη αποτυχία της Ε.Ε., που αθέτησε όλες, μα όλες τις αρχικές υποσχέσεις της. Δεν φαίνεται, επιπλέον, να φοβούνται ότι η δημιουργία ακόμη μεγαλύτερης αλληλεξάρτησης, μεταξύ των κρατών-μελών, θα επιδεινώσει την κατάσταση. Αισιοδοξία, που δυστυχώς, δεν συμμερίζομαι. - Η γραφή του ανά χείρας έργου χωρίζεται σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα αίτια, τις συγκυρίες και τις επιδιώξεις, που οδήγησαν στη σημερινή εξαθλιωμένη Ευρώπη. Μια Ευρώπη, της οποίας οι ισχυροί καταπιέζουν τους αδύνατους, και επιλέγουν πολιτικές που αποκλείουν το μεγαλύτερο τμήμα των πολιτών της από τα αποτελέσματα της προόδου, κορυφώνοντας έτσι τις κάθε μορφής ανισότητες. Στη συνέχεια, προτείνεται σειρά μέτρων, πολλά από τα οποία διακρίνονται για την έντονη πρωτοτυπία τους, και πιστεύεται από τους συγγραφείς ότι θα οδηγήσουν σε ένα καλύτερο κόσμο. - Παρ’ ότι το κυρίως επιστημονικό πεδίο των συγγραφέων δεν είναι η οικονομία, οι οικονομικές αναλύσεις και επισημάνσεις τους ωστόσο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, επιλέγουν συχνά και προβάλλουν στοιχεία των οποίων η σημασία έχει υποβιβαστεί, και συνδυάζουν με επιτυχία νομισματικές, πολιτικές και τεχνολογικές μεταβολές, για να καταλήξουν σε ορθά συμπεράσματα. Οι συγγραφείς, εξ άλλου, δεν αναφέρονται ευθέως στην ύπαρξη συνωμοσιών, που απενεργοποιούν την υπόθεση των τυχαίων συγκυριών, αλλά όμως αφήνουν σαφώς να διαφανεί η πεποίθησή τους, ότι οι εξελίξεις είναι απόρροια της ύπαρξης συγκεκριμένων σχεδίων. - Θα αναφερθώ, ενδεικτικά, σε ορισμένα μόνο σημεία αυτού του βιβλίου που, αν και έχει μικρό σχετικά αριθμό σελίδων, κατορθώνει ωστόσο να μην έχει σημαντικές παραλείψεις στις αναλύσεις του. - Οι συγγραφείς υποστηρίζουν, ομολογώ με πειστικό τρόπο και αρκετές αποδείξεις, ότι ο νεοφιλελευθερισμός, που είναι στη ρίζα της κακοδαιμονίας όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της υφηλίου, δεν επιβλήθηκε από τους Ronald Reagan και Margaret Thatcher, όπως γενικότερα πιστεύεται. Αντιθέτως, η εξαθλίωση των ασθενέστερων και η πλήρης επικράτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου οφείλεται στην αδράνεια αντίδρασης των αριστερών κομμάτων εναντίον της πολιτικής λιτότητας, που επισημαίνουν ότι άρχισε να επιβάλλεται και να εφαρμόζεται πριν εμφανιστούν στο διεθνές προσκήνιο οι Ronald Reagan και Margaret Thatcher. Τα δεινά στα οποία καταλήγει η λιτότητα, με τους χαμηλούς μισθούς, τον καταποντισμό του κράτους πρόνοιας, τη σταδιακή κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου προστασίας της εργασίας, με τη βοήθεια της ευέλικτης εργασίας, την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα, τη δραστική μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων στα υψηλά εισοδήματα. κλπ., κλπ, προβάλλονται και στιγματίζονται από τους συγγραφείς, οι οποίοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η λιτότητα είναι η ατμομηχανή του ιμπεριαλισμού. Και, φυσικά, έχουν απόλυτο δίκαιο. Οι περιγραφές και αναλύσεις τού πώς και του γιατί τα αριστερά κόμματα προσχώρησαν σε μια κοινή μακροοικονομική πολιτική, αυτή της λιτότητας, με την οποίαν ουδεμία σχέση είχαν, απεμπολώντας τις αρχές τους, εμφανίζουν πολύ ενδιαφέρον. Τα αριστερά κόμματα χαρακτηρίζονται από τους συγγραφείς του βιβλίου ανάξια, άπειρα, παρακμασμένα, τελώντας σε κατάσταση σύγχυσης και διεφθαρμένα. Έτσι, εγκατέλειψαν τον Κeynes, που πια είναι ωσάν να μην πέρασε ποτέ από τη Γη. Να κάνω μια παρένθεση, σχετικά, για να υπενθυμίσω ότι η θεωρία του Κeynes, που διαχωρίζεται ριζικά από τις θεωρητικές πεποιθήσεις των κλασικών-νεοκλασικών, αυτές δηλαδή που υπογράμμιζαν τη σημασία της προσφοράς, παραλείποντας αυτήν της ζήτησης, διατυπώθηκε με τη σαφή πρόθεση να σώσει το καπιταλιστικό σύστημα από τις ακρότητές του. Θέλω, δηλαδή να πω ότι ο Κeynes ήταν πιο ακραιφνής οπαδός του καπιταλιστικού συστήματος από τους κλασικούς, γι’ αυτό και θεωρώ πολύ περίεργη την αντιμετώπισή του και από τους αριστερούς αλλά και από τους νεοφιλελεύθερους. Οι μεν πρώτοι τον μισούν, παρ’ ότι ολόκληρο το κράτος πρόνοιας, με τις σαφείς βελτιώσεις των συνθηκών στην αγορά εργασίας, καθώς και η βελτίωση της κατανομής του εισοδήματος στα 30 ένδοξα χρόνια υπήρξαν οι συνέπειες της δικής του θεωρίας. Οι δε νεοφιλελεύθεροι και γενικότερα δεξιοί εκλαμβάνουν εντελώς εσφαλμένα τον Κeynes ως ….αριστερό, αν και αγωνιούσε όσο κανείς για τη διάσωση του καπιταλισμού. - Η αποδοχή των αριστερών κομμάτων να εφαρμόζουν, όταν έρχονται στην εξουσία, την ίδια ακριβώς πολιτική της λιτότητας που ανήκει στο οπλοστάσιο των δεξιών, και πιο συγκεκριμένα στις δοξασίες των πιο φανατικών νεοφιλελεύθερων, οδήγησε στην επικράτηση ενός και μοναδικού κόμματος στην Ευρώπη. Το πολιτικό αυτό κόμμα, ανεξαρτήτως της όποιας ταμπέλας επιλέγει, εφαρμόζει ενιαία πολιτική, αυτήν δηλαδή που στον 21ο αιώνα υποκλίνεται στις αγορές και πρεσβεύει την ύπαρξη αόρατων χεριών που δήθεν ρυθμίζουν την οικονομική δραστηριότητα και, συνεπώς, η κρατική παρέμβαση είναι όχι απλώς περιττή, αλλά και επικίνδυνη. Το ερώτημα, βέβαια, είναι το γιατί η Αριστερά έχασε τη μαχητικότητά της και συμβιβάστηκε, θα έλεγα, απόλυτα με όλα όσα επί χρόνια πολεμούσε. Παρ’ ότι, μια απλή απάντηση είναι σχεδόν αδύνατη, μέσα από το ανά χείρας έργο αναδύονται, άλλοτε με άμεσο και άλλοτε με έμμεσο τρόπο, διάφορες αλληλοσυμπληρούμενες ερμηνείες. Η γενική εξήγηση μάλλον συνδέεται με τη σιωπηρή παραδοχή ότι κάθε μορφής αντίσταση στο νεοφιλελεύθερο κύμα είναι ανέφικτη. Και μια τέτοια πεποίθηση μπορεί να δικαιολογηθεί από τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην παράλυση του εργατικού κινήματος. Αυτή η παράλυση έχει να κάνει με σειρά δεδομένων που έχουν σχέση με την τεχνολογική εξέλιξη και με τη μετάλλαξη του καπιταλιστικού μοντέλου σε χρηματοοικονομικό. Καταλυτικής σημασίας υπήρξαν οι συνέπειες της διάλυσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, δεδομένου ότι οι βελτιώσεις στην αγορά εργασίας πραγματοποιήθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους, κάτω από την πίεση που ασκούσαν οι καλύτερες συνθήκες εργασίας στη Σοβιετική Ένωση. Η κυρίως παραγωγική διαδικασία δεν είναι πια υλική, αλλά άυλη και οι εργαζόμενοι έχουν κατακερματισμένα συμφέροντα, δεν βρίσκονται, όπως παλιά, συγκεντρωμένοι σε μεγάλα εργοστάσια, που άρχιζαν και τελείωναν ένα προϊόν –ενώ τώρα τμήματά του είναι διασκορπισμένα στην υφήλιο– και έτσι η συνεννόησή τους για κοινή δράση, σε πείσμα του Διαδικτύου, δεν διευκολύνεται. Ειδικότερα για τις πρόσφατες ευρωπαϊκές εξελίξεις, ο βίαιος διαχωρισμός του ευρωπαϊκού Βορρά από τον ευρωπαϊκό Νότο με τις γνωστές δραματικές συνέπειες, θα έπρεπε βέβαια, και κατ’ αρχήν, να συσπειρώσει τον Νότο εναντίον του Βορρά, και μάλιστα με επικεφαλής τη Γαλλία, που μόνιμα βρίσκεται στο μεταίχμιο, ανάμεσα στους δύο πόλους. Οι δισταγμοί της Γαλλίας, που πασκίζει να ανήκει στον Βορρά και όχι στον Νότο της Ευρώπης, καθώς και μια έντονη εκστρατεία παραπληροφόρησης του διευθυντηρίου της Ε.Ε., που εμφάνιζε την Ελλάδα ως δήθεν ειδική περίπτωση, αποκοίμισε για μεγάλο διάστημα τις λοιπές οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου, που βαυκαλίζονταν να δηλώνουν προς πάσα κατεύθυνση ότι «δεν είναι και δεν θα γίνουν Ελλάδα». Και όταν συνειδητοποίησαν ότι, τελικά, αντιμετώπιζαν, τηρουμένων των αναλογιών, τα ίδια προβλήματα με την Ελλάδα, ήταν πια «αργά για δάκρυα»… Αλλά, ίσως και όχι. Ίσως, δηλαδή, να υπάρχει ακόμη καιρός για μια αποτελεσματική συμμαχία των επιμέρους οικονομιών του κατατρεγμένου ευρωπαϊκού Νότου, και ίσως ακόμη η Γαλλία, που ήδη συνειδητοποιεί ότι έχει εισέλθει στην τροχιά της καταστροφής των βάσεων του τόσο ανθρώπινου κράτους πρόνοιας, και ότι ακολουθεί ανεπιστρεπτί την τύχη των λοιπών οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου, να αποφασίσει, επιτέλους, να αναλάβει δράση. Οπωσδήποτε πρωταρχική ανάγκη για μια συντονισμένη αντίδραση του ευρωπαϊκού Νότου στη λαίλαπα της λιτότητας και του φιλελευθερισμού είναι η ύπαρξη ενός προγράμματος στόχων και δράσης, που προς το παρόν δεν φαίνεται στο ορίζοντα. - Πέρα, όμως, από τις παραπάνω απόπειρες ερμηνειών αυτής της νωχελικής στάσης των δυνάμεων που δεν ανήκουν στον φιλελευθερισμό αλλά και που σαφώς δεν ανήκουν συλλήβδην ούτε στην Αριστερά, υπάρχει και μία επιπλέον ερμηνεία, που είναι και η επικρατέστερη. Αυτή συνδέεται άμεσα με την τραπεζοκρατία, που αποτελεί την μη ανθρώπινη οντότητα, η οποία ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες κυβερνά την υφήλιο. Στην περίπτωση, λοιπόν, που η σύσταση κυβέρνησης που δεν είναι της αρεσκείας αυτής της τραπεζοκρατίας, έρχεται ή κινδυνεύει να έρθει στην εξουσία, γίνεται εσπευσμένως εμφύτευση άλλης, με άτομα που υπήρξαν στο παρελθόν στελέχη μεγάλων διεθνών τραπεζικών συγκροτημάτων. Την ζήσαμε αυτήν τη μεθόδευση, πρόσφατα, στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου. Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά τις ζημίες, από κακές επιλογές των τραπεζών δεν τις πληρώνουν οι κάτοχοι ομολόγων, όπως είναι λογικό, αλλά επιβαρύνονται και απομυζούνται οι φορολογούμενοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Η δικαιολογία που δίνεται γι’ αυτόν τον νεολογισμό είναι φυσικά έωλη, απηχεί την τραπεζική παντοδυναμία, και συνίσταται στο ότι δήθεν η κρίση οφείλεται στα δημόσια χρέη. - Η νέα διεθνής τάξη δημιούργησε ένα νέο εργατικό προλεταριάτο, μέσω της αύξησης των κερδών και της μείωσης των μισθών, και κορύφωσε τις ανισότητες κατανομής ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία. Η εκμετάλλευση της εργασίας κατέληξε στο ότι το επίπεδο του μισθού καθορίζεται αυθαίρετα και δεν προσδιορίζεται πια από την παραγωγικότητα της εργασίας, όπως απαιτεί η κυρίαρχη οικονομική θεωρία. Οι συγγραφείς ορθότατα υποστηρίζουν ότι η ανεργία υπήρξε το ισχυρό μέσο της μεγιστοποίησης των κερδών σε βάρος των μισθών, και να προσθέσω ότι από το 1993 είχα υποστηρίξει στο βιβλίο μου «Ανεργία: ένα ψευδοπρόβλημα», ότι η ανεργία διατηρείται ηθελημένα υψηλή στους κόλπους της ΕΕ, με κύριο στόχο την αναδιανομή του εισοδήματος από τους μισθούς προς το κεφάλαιο. - Να σημειώσω ακόμη ότι η ανάλυση που αναφέρεται στις διαδρομές της Γερμανίας για επικράτηση, και που εξηγεί τις επιλογές της, είναι πρωτότυπη και εξαιρετική. Υπογραμμίζονται, κατ’ αρχήν οι εντελώς ειδικές συνθήκες της Γερμανίας, που επέβαλαν το γερμανικό μοντέλο. Οι συνθήκες αυτές, πολύ συνοπτικά, συνίστανται στο ότι η εξωτερική ζήτηση είναι, για τη Γερμανία, πολύ πιο σημαντική από όσο η εσωτερική, γι’ αυτό και επιδιώκεται η συνεχής μείωση του εργατικού κόστους, ώστε να ενισχύονται οι εξαγωγές. Το μοντέλο αυτό επιβλήθηκε από τη Γερμανία στο σύνολο των χωρών της ΕΕ, παρότι αυτά, και ιδιαίτερα ο Νότος, δεν θα μπορούσαν να επωφεληθούν, δεδομένου ότι οι εξαγωγές τους αντιπροσώπευαν μικρό σχετικά ποσοστό του ΑΕΠ. - Η Γερμανία, εξ άλλου, προκειμένου να ικανοποιήσει την ανάγκη της για επικράτηση, αυτήν την ίδια ανάγκη που αιματοκύλισε δυο φορές στο παρελθόν την Ευρώπη, εκμεταλλεύθηκε στο έπακρον, εκτός βέβαια από τη συνένωση των δύο Γερμανιών, τρεις ακόμη συγκυριακές περιπτώσεις, που αναπτύσσονται με αριστουργηματικό τρόπο από τους συγγραφείς Το πρώτο παράδειγμα αναφέρεται στην προς Ανατολάς διεύρυνση της Ε.Ε. Η προσάρτηση των περισσοτέρων από τις νέες χώρες στην Ε.Ε. αποφασίστηκε παρ’ ότι δεν κάλυπταν τα απαραίτητα κριτήρια, προκειμένου να επιταχύνουν την πορεία της Ε.Ε., κυρίως όμως της Γερμανίας, προς την εγκαθίδρυσή της σε σημαντική ιμπεριαλιστική δύναμη. Η μία μετά την άλλη, οι οικονομίες της πρ. Σοβιετικής Ένωσης καταστράφηκαν, με την χωρίς προετοιμασία έκθεσή τους στην ελεύθερη αγορά. Λεηλατήθηκε ο πλούτος τους, με τις σκανδαλώδεις ιδιωτικοποιήσεις που αποτέλεσαν το μήλο της Έριδας, μεταξύ των προηγμένων οικονομιών του ευρωπαϊκού Βορρά, καταστράφηκε το κράτος πρόνοιας τους, φτωχοποιήθηκε ο πληθυσμός τους με την παράλληλη εμφάνιση των ολιγαρχών. Ο νεο-μερκαντιλισμός της Ευρώπης απέκτησε έτσι νέες αγορές για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της. Εξασφάλισε, όμως, ακόμη και απεριόριστη ποσότητα εργατικών χεριών με αμοιβές εξαθλιωτικές, το επίπεδο επιπλέον των οποίων έσπρωχνε προς τα κάτω τον μέσο μισθό σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ακολούθησε ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, που κατακερμάτισε τα Βαλκάνια σε συνονθύλευμα μικρών και απολύτως χειραγωγούμενων κρατών, τα οποία επίσης προσαρτήθηκαν στο ιμπεριαλιστικό άρμα της γερμανοκρατούμενης Ε.Ε. και δεινοπαθούν με το απάνθρωπο πρόγραμμα της αέναης νεοφιλελεύθερης λιτότητας. Τέλος, οι συγγραφείς αναφέρονται ως τρίτο παράδειγμα, στο συνοριακό καθεστώς του Σένγκεν, που καθορίζει και διαφυλάσσει τα εξωτερικά σύνορα της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας. Στόχος του Σένγκεν, που ήδη χρησιμοποιεί παραστρατιωτική ομάδα φύλαξης των συνόρων του, είναι η παρεμπόδιση εισόδου στην Ε.Ε. ανεπιθύμητων μεταναστών. Η σχετική περιγραφή των συγγραφέων εστιάζεται στις φρικώδεις διακρίσεις που προκαλεί το καθεστώς, στους νεκρούς που ξεπέρασαν τους 5000, καθώς οι παράνομοι μετανάστες συνωθούνται στη Μεσόγειο και χρησιμοποιούν σαπιοκάραβα για να προωθηθούν, στη στενή παρακολούθηση προσώπων και πραγμάτων που εκτιμάται ότι αγγίζει τα 42 εκατομμύρια στοιχεία, αλλά βέβαια και στη μαύρη εργασία που καταπολεμάται επίσημα, αλλά προωθείται ανεπίσημα, εφ’ όσον αποτελεί περιοριστικό παράγοντα του εργατικού κόστους. - Τα όπλα της Ε.Ε., που εδώ και καιρό στενάζει κάτω από τη γερμανική μπότα, είναι το χρέος, που απαιτεί δάνεια για τη διάσωση των χρεοκοπημένων οικονομιών της, και των οποίων το αντάλλαγμα είναι η λιτότητα. Για να είμαστε, βέβαια, δίκαιοι πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι και η Γερμανία δεν εξαίρεσε τους δικούς της εργαζόμενους από μια απάνθρωπη λιτότητα, με την εφαρμογή της Agenda 10 και του Hartz IV. - Το αποτέλεσμα αυτής της λιτότητας, όπως είναι γνωστό, είναι μια Ευρώπη σε στασιμότητα και ύφεση, σε μόνιμη ισορροπία υποαπασχόλησης και πρόσφατα 5 οικονομίες της Ε.Ε., δηλαδή η Ιταλία, η Ισπανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και η Ελλάδα εισήλθαν στο εξαιρετικά επικίνδυνο καθεστώς του αντιπληθωρισμού, που καθιστά επαχθέστερα τα δάνεια, διαρκεί σχεδόν απεριόριστα και καταλήγει σε δυσμενέστερες συνέπειες σε σύγκριση με τον πληθωρισμό. Η Ε.Ε.-Ευρωζώνη κινδυνεύει σοβαρά με διάλυση, και αποδεικνύεται αποτυχημένο το μοντέλο με το οποίο ξεκίνησε για να ανταγωνιστεί την Αμερική. - Οι συγγραφείς εμμένουν στην υπόθεση, που άλλωστε διαπερνά ολόκληρο το ανά χείρας έργο τους, ότι είναι δυνατή η μετάλλαξη της Ε.Ε.-Ευρωζώνης, ότι είναι δηλαδή δυνατή η βελτίωση της λειτουργίας της, γι’ αυτό και προτείνουν μια σειρά μέτρων, που θα την οδηγήσουν σε μια ομοσπονδιακή δημοκρατία της Ευρώπης, και θα της εξασφαλίσουν ανάπτυξη, δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος, ικανοποιητικές συνθήκες απασχόλησης, ανάκτηση του δημόσιου πλούτου, ανθρώπινη αντιμετώπιση των μεταναστών και ισότητα των δύο φύλων. - Είναι ένα θαυμάσιο βιβλίο, σύντομο και διαυγές, μέσα από τις σελίδες του οποίου έρχονται ξανά στη μνήμη γεγονότα που πέρασαν, αναλύσεις που βασίζονται σε νέα στοιχεία, επισημάνσεις συμβάντων που μας διέφυγαν, αλλά και συνειδητοποίηση της άκρως επικίνδυνης φάσης που βιώνουμε και για την ανατροπή της οποίας επιβάλλεται να συμβάλουμε με όποιο τρόπο μπορούμε και εμείς. Το ανά χείρας βιβλίο ανήκει στην κατηγορία εκείνη που τώρα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη φορά, μας είναι απαραίτητα, για να συνειδητοποιήσουμε το τι συμβαίνει στον περίγυρό μας, και να αντιδράσουμε για την αποσόβηση ακόμη μεγαλύτερων δεινών. - Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη, πρώην πρύτανις του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στην παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία της Θεσσαλονίκης στις 11 Απριλίου 2014.

Η περιπέτεια της ζωής του καθενός πάνω σε τούτο τον πλανήτη, η μοναδικότητα της προσωπικότητάς του, η προσωπική του πορεία στην ιστορική του διαδρομή, οι αντιδράσεις, οι ευαισθησίες, οι συμπεριφορές, το ύφος και η ποιότητά του καθορίζονται από πλήθος παραγόντων τους οποίους ο Ζήσης Παπαδημητρίου είναι αρμοδιότερος εμού να τους προσδιορίσει ως κοινωνιολόγος και στοχαστής. - Εγώ απλά θα σημειώσω ότι όλα τα παραπάνω ορίζονται, καθορίζονται και προσδιορίζονται κι από κάτι που προσωπικά θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό. Πρόκειται για τις ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ που έχουμε στη ζωή. Για τις ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ που εντυπωσιακά μας σημαδεύουν και για τις άλλες, τις φευγαλέες, που έρχονται και παρέρχονται δίχως ν’ αφήσουν τα ίχνη τους ευδιάκριτα στη ζωή μας. - Και η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ του Ζήση Παπαδημητρίου με τον Καρλ Χάιντς Ροτ στη γεμάτη και ταραχώδη ζωή τους ήταν μια ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ σημαντική και όχι φευγαλέα. Ήταν μια ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ που χρόνια μετά την εποχή της περιπετειώδους νεότητας των δύο αυτών φίλων ήταν γραμμένο να συντελεστεί εκ νέου για να καταλήξει τόσο σε μία αναθέρμανση της παλιάς φιλίας όσο και στο ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ που σήμερα εδώ παρουσιάζουμε. Το ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ αυτό αναγεννά και επαναφέρει τα νεανικά οράματα των δύο ανδρών. Είναι το ώριμο πια ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ τους για την παρεμπόδιση της καταστροφής της Ευρώπης, για την πολυπόθητη Ευρώπη της ισότητας. - Κι όταν φέρνω στο νου μου τις λεπτομέρειες της ζωής και της δράσης των δύο αυτών ανδρών, τη δράση τους που από σεμνότητα δεν αναγράφεται όλη στα σύντομα βιογραφικά που κοσμούν το βιβλίο τους, όταν φέρνω στο νου μου τους αγώνες τους για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και των λαών, τότε μου ’ρχονται στο μυαλό τα λόγια του Κορνήλιου Καστοριάδη: «Τίποτα δεν αξίζει όσο αξίζει η ζωή. Αν όμως και τίποτα δεν αξίζει περισσότερο από τη ζωή, τότε η ζωή δεν αξίζει τίποτα» (Η ελληνική ιδιαιτερότητα, σ. 159). - Μπορώ να υποστηρίξω ότι τις λεπτομέρειες της ζωής και τις ιδιαιτερότητες των αγώνων των δύο συγγραφέων του ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ τις γνωρίζω αρκετά καλά. Τους έχω ακούσει να συζητούν και να ενθυμούνται. Γνωρίζω καλά την αφοσίωσή τους στις αξίες της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, της Οικουμενικότητας, της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας και του Πολιτισμού. - Εν τούτοις, δεν είμαστε σήμερα εδώ για να παρουσιάσουμε τις προσωπικότητές τους. Είμεθα για να παρουσιάσουμε το βιβλίο τους για την Ευρώπη του ονείρου τους, το ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ τους που έχει ήδη μεταφραστεί σε τρεις γλώσσες. Μέσα όμως από την παρουσίαση των σκέψεών τους, μέσα από την ανάγνωση του κειμένου τους είναι βέβαιο ότι θα αναδειχθούν χωρίς σχόλια οι προσωπικότητές τους. Οι προσωπικότητες που πράγματι τιμούν την ελληνική, τη γερμανική και την ευρωπαϊκή διανόηση. Πάνω απ’ όλα όμως τιμούν το ευρωπαϊκό πνεύμα του πολιτισμού και της πνευματικής δημιουργίας. Ως διανοούμενοι, ως σκεπτόμενοι άνθρωποι, τιμούν τον άνθρωπο και την ελευθερία του σε καιρούς που η διανόηση κωφεύει, αλλοτριώνεται και δυστυχώς απουσιάζει, τώρα που είναι καίρια απαραίτητη, στους καιρούς της σύγχυσης, της αβεβαιότητας και των νεοσυντηρητικών υπερβολών. - Η ανάγνωση του βιβλίου είναι άκρως ενδιαφέρουσα, καθώς το κείμενο ρέει, τα επιχειρήματα εντυπωσιάζουν και τα παρατιθέμενα στοιχεία και πραγματικά γεγονότα ακολουθούν μια θαυμάσια λογική ακολουθία που γεμίζει τη σκέψη με συνειρμούς, με μνήμες και γνώσεις που οδηγούν στην αβίαστη εξαγωγή συμπερασμάτων για όλα εκείνα που συνέβησαν και γι’ αυτά που συμβαίνουν στον δήθεν παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας, στην Ευρώπη που δεν έγινε ακόμη η Ευρώπη των Λαών και στην Ελλάδα που μας πληγώνει. - Η ιστορική αναδρομή στη δεκαετία του 1970 βάζει τις βάσεις στο σκεπτικό και προσφέρει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη συνέχεια μέχρι και σήμερα, καθώς η γνώση και η ερμηνεία του παρελθόντος βάζει τα θεμέλια για την ανάγνωση του παρόντος και των κινδύνων του μέλλοντος. - Η εικόνα της αβεβαιότητας και των αδιεξόδων της εποχής μας αναδύεται συγκεκριμένα μέσα από την αλληλουχία των γεγονότων και των συγκρούσεων σε περιόδους αμφιλεγόμενες στο πλαίσιο των οποίων άλλη ήταν και είναι η λογική των ισχυρών και άλλη η λογική των αδυνάτων. Η όλη αφήγηση, η ανάλυση και η ερμηνεία οδηγούν στη φυσιολογική κατάληξη, στο σχεδιάγραμμα ενός προγράμματος δράσης για έναν καλύτερο κόσμο, για μια Ευρώπη της ισότητας, για μια παρακαταθήκη αντιφασιστικής αντίστασης. - Οι συγγραφείς επιθυμούν να συμβάλουν και προσκαλούν τους ευρωπαϊκούς λαούς σε μία ευρύτερη κοινωνική συσπείρωση, καθώς εξηγούν ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για κάτι τέτοιο, όταν διαπιστώνουν ότι οι κυρίαρχες ηγετικές ελίτ της γηραιάς ηπείρου είναι διασπασμένες. Πιστεύουν ότι οι συνθήκες έχουν ωριμάσει και είναι πλέον ευνοϊκές για μια αντίσταση στα προγράμματα λιτότητας και την ανατροπή της κάθε μορφής επιμεριστικής δικαιοσύνης που είχε προϋπάρξει της πλήρους κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού ο οποίος σαν υβρίδιο ξαφνικά μας προέκυψε μέσα από τις συστηματικές πολιτικές και οικονομικές επεξεργασίες των πολυποίκιλων νεοσυντηρητικών think tanks του αγγλοσαξονικού, γαλλικού και γερμανικού χώρου. - Η ιστορική αναδρομή του ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ θίγει θέματα σημαντικά, θέματα πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού περιεχομένου που εξηγούν τον τρόπο της κυριαρχίας της Νέας Τάξης Πραγμάτων και της νεοφιλελεύθερης συνταγής. Οι συγγραφείς μιλούν για την Ευρώπη ως ιμπεριαλιστική υπερδύναμη υπό γερμανική ηγεμονία, δεν ξεχνούν τον αξέχαστο πόλεμο για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, μιλούν για τις οβιδιακές μεταμορφώσεις της σοσιαλδημοκρατίας, που κύρια αυτή εφάρμοσε τη νεοφιλελεύθερη συνταγή στην Ευρώπη κι αλλού, νοθεύοντας κατά κόρον το ιδεολογικό της υπόβαθρο και καταλήγουν στο θλιβερό γεγονός της αλλοίωσης και της παρακμής της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η τελευταία υπέστη τα δεινά της παρακμής του πολιτικού λόγου και της πλήρους κυριαρχίας του πανούργου λόγου των ευαγγελιστών των αγορών. Στη σ. 77 του βιβλίου διαβάζουμε: «Με τον μετασχηματισμό της σοσιαλδημοκρατίας και των Πράσινων κομμάτων, καθώς και με την κατάρρευση της κομμουνιστικής παραδοσιακής αριστεράς, τα δύο τρίτα του πληθυσμού της Ε.Ε. έχασαν την πολιτική τους εκπροσώπηση. Οι στοιχειώδεις βιοτικές τους ανάγκες δεν αντιπροσωπεύονται πια στα κοινοβούλια. Στην έλλειψη κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης θα πρέπει να προσθέσουμε την προϊούσα αποδόμηση των δικαιωμάτων τους στις αγορές εργασίας και στα εργοστάσια». Και συνεχίζουν παρακάτω: «Το γενικό εκλογικό δικάιωμα, που κατέκτησε κάποτε το εργατικό κίνημα, έχει περισταλεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην εμποδίζει την προσαρμογή του συστήματος διαχείρισης της συνολικής οικονομίας στον χρηματιστικοποιημένο καπιταλισμό». - Αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα την απόδοση των ευθυνών που επιχειρούν οι συγγραφείς. Κι ο Ζήσης Παπαδημητρίου που είναι κοντά μας δεν διστάζει συχνά ν’ αποδίδει ευθύνες και στον λαό, καθώς πάντα τονίζει αυτό που ο Μαρξ σημείωνε κάποτε λέγοντας: «Κλειδί της Ιστορίας είναι ο συντηρητισμός των μαζών». Οι ευθύνες της αριστεράς τούς απασχολούν, όπως και το συχνά αυθαίρετο περιεχόμενο των νεολογισμών του κεντροδεξιού ή κεντροαριστερού χώρου (σ. 80). Κι ανησυχούν για τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δικαιώματα των κοινωνικά ασθενέστερων τάξεων: «Δεν διαθέτουν πλέον ούτε τον απαιτούμενο χρόνο, που χωρίς αυτόν είναι αδύνατον να διατηρήσουν την κοινωνική τους αυτοοργάνωση και να νοιαστούν για τα κοινά. Τέτοιες πολυτέλειες δεν υφίστανται πλέον στην καθημερινότητα των ανθρώπων που εργάζονται σε συνθήκες ελαστικοποίησης και ευελιξίας» (σ. 80). Και στη σ. 82: «Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποτελεί πλέον κούφιο κέλυφος. Βέβαια, οι προεκλογικές εκστρατείες συνεχίζονται, και τα Μ.Μ.Ε., που κατευθύνονται από τους κεφαλαιούχους, κάνουν ό,τι μπορούν για να δώσουν την εντύπωση της κανονικότητας αλλά και για ν’ αναδείξουν τους ευνοουμένους τους». - Οι συγγραφείς του ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ γνωρίζουν καλά τους σημερινούς κυρίαρχους του νεοφιλελεύθερου παιχνιδιού. Γνωρίζουν τη δύναμη και την κυριαρχία των Τραπεζών, των Ομίλων Κεφαλαίων, των πολυεθνικών εταιρειών και των συγκροτημάτων της μαζικής επικοινωνίας. Γράφουν στη σ. 83: «Καθώς ο χρόνος περνούσε, ολοένα περισσότεροι άνθρωποι πίστευαν στις δελεαστικές εκπομπές των Μ.Μ.Ε., στις ψεύτικες λαϊκίστικες υποσχέσεις των πολιτικών και στις δίκην καρκίνου εξαπλωνόμενες υπηρεσίες των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιρειών, που τους υπόσχονταν ακατάπαυστα ότι μπορούσαν ν’ αντισταθμίσουν την απώλεια της ασφάλειας των θέσεων εργασίας και των εγγυήσεων κοινωνικής ασφάλειάς τους με τις αυξανόμενες αποταμιεύσεις και τα φτηνά δάνεια. Όλες αυτές οι ψευδαισθήσεις διαλύθηκαν σαν σαπουνόφουσκες». Και διερωτώνται: «Τι γίνεται όμως πέρα απ’ αυτές τις ψευδαισθήσεις; Ποια είναι τα νέα κοινωνικά υποκείμενα, που θ’ αφήσουν πίσω τους τις διευθετήσεις του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς και θα θελήσουν να συνενωθούν για μία αυτοκαθοριζόμενη ζωή;» - Αναζητούν το νέο ιστορικό υποκείμενο που θ’ αλλάξει τον κόσμο. Το νέο ιστορικό υποκείμενο που θ’ αλλάξει την Ευρώπη, που σήμερα βρίσκεται δυστυχώς στον αντίποδα των οραματισμών των μεγάλων οραματιστών της. Στηλιτεύουν τη σημερινή Ευρώπη των αγορών και των τραπεζών και προτείνουν την Ευρώπη των αυτοπροσδιοριζόμενων λαών, της μεγαλύτερης δυνατής άμεσης δημοκρατίας, του κοινού συμφέροντος και του δημόσιου αγαθού. - Οι συγγραφείς γνωρίζουν καλά τους κοινωνικούς αγώνες. Η ζωή τους υπήρξε γεμάτη απ’ αυτούς. Η γνώση και η εμπειρία τους δεν θα μπορούσε παρά να τους οδηγήσει στο ερώτημα: Πώς εξηγείται σήμερα αυτό το κοινωνικό μπλοκάρισμα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη; Πώς εξηγείται αυτό το διάχυτο αίσθημα αδιαφορίας και σιωπής; Πώς εξηγείται αυτό το αδιέξοδο στον χώρο της κοινωνικής αντίστασης; - Το ερώτημα είναι σαφές και ενιαίο. Βρίσκεται στα χείλη του καθενός μας και συχνά, στην Ελλάδα της κυριαρχίας των πιστωτών, προ της αδυναμίας πειστικής απάντησης, καταλήγει στο γνωστό απόφθεγμα της απελπισίας: «Καλά να πάθουμε…». Στο ερώτημα αυτό οι συγγραφείς επιχειρούν ν’ απαντήσουν υπό το πρίσμα δύο σημαντικών επεξηγηματικών προσεγγίσεων: Πρώτον, πιστεύουν ότι η κοινωνική αντίσταση περιορίστηκε ουσιαστικά στο πλαίσιο του εκάστοτε εθνικού κράτους, γι’ αυτό και μπόρεσε εύκολα ν’ απομονωθεί από τα κέντρα εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεύτερον, πιστεύουν ότι η κοινωνική αντίσταση δεν διέθετε προγραμματικό σχεδιάγραμμα που θα έδινε στους φορείς της μαζικής διαμαρτυρίας τη δυνατότητα να παρουσιάσουν πειστικές εναλλακτικές προτάσεις στα προγράμματα λιτότητας. - Πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν επ’ αυτών. Είναι εν τούτοις κοινός τόπος για όλους η διάχυτη και βασανιστική αμφιβολία, που κυριαρχούσε κι ακόμη κυριαρχεί, από την έλλειψη συγκεκριμένης εικόνας για το τι έπρεπε να γίνει μετά από μια πολιτική ανατροπή. Η αμφιβολία συνοδευόμενη από τον φόβο συχνά παραπλανητικών διλημμάτων οδηγούσε αφ’ ενός στη «σιωπή των αμνών» και αφ’ ετέρου στη μοιρολατρική αποδοχή του «αργού θανάτου». Ξέρετε ότι και η μικρή πιθανότητα του «αιφνιδίου θανάτου» πάντα φόβιζε τους ανθρώπους. Τούτο κι εκμεταλλεύτηκαν κατά κόρον οι κυρίαρχες οικονομικές και πολιτικές ελίτ της Γερμανίας κι ολόκληρης της Ευρώπης για να προωθήσουν τις νεοφιλελεύθερες συνταγές και μεταρρυθμίσεις τους, υπερασπιζόμενες με ιεραποστολικό φανατισμό τη δημοσιονομική προσαρμογή, τα προγράμματα λιτότητας, την εσωτερική υποτίμηση στην Ελλάδα, την πλέον βάρβαρη ευελιξία στην αγορά εργασίας και βέβαια την απόλυτη κυριαρχία των τραπεζών και των δυσεξήγητων για τους πολλούς χρηματοοικονομικών συμφερόντων. Η πιθανότητα του «αιφνίδιου θανάτου» μετά την οποιαδήποτε ανατροπή αποτέλεσε βασική τροχοπέδη για την αντίσταση ενάντια στον «αργό θάνατο». - Μέσα από μία ενδελεχή ανάλυση οικονομικών και κοινωνικών δεικτών και στοιχείων, μέσα από μια επιχειρηματολογία που εμφανώς θέτει την Κοινωνία υπεράνω των αγορών, μέσα από ερμηνείες γεγονότων που σημάδεψαν τις εξελίξεις, οι συγγραφείς του ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ καταλήγουν στο σκιαγράφημα ενός προγράμματος δράσης. Επιθυμούν την Ευρώπη της Ισότητας και προτείνουν τις λύσεις τους. Ξέρουν ότι οι σχέσεις εργασίας που έχουν βάναυσα αλλοιωθεί στα χρόνια του νεοσυντηρητισμού καθορίζουν σήμερα περισσότερο από ποτέ τον κοινωνικά οπισθοδρομικό ή προοδευτικό χαρακτήρα των εξελικτικών τάσεων της κοινωνίας. Σε μια εποχή που εργασιακές σχέσεις και εργασιακά δικαιώματα καταργήθηκαν, το αίτημα του ελεύθερου χρόνου αναβιώνει όχι μόνο ως στοιχείο βελτίωσης της ποιότητας ζωής και του αισθήματος της ελευθερίας, αλλά και ως βασικό στοιχείο πολιτικής για τη μείωση των ανησυχητικών ποσοστών ανεργίας. - Οι συγγραφείς στηρίζουν την αποκατάσταση της κοινωνικής ασφάλειας και αξιοπρέπειας, την ανακατανομή του εισοδήματος και του πλούτου που σπάνια κατανεμήθηκαν τόσο άνισα όσο τους χρόνους αυτούς της νεοφιλελεύθερης αυταπάτης, την ανάκτηση των δημόσιων αγαθών και την κατάργηση του συνοριακού καθεστώτος Σένγκεν. - Κι αφού ζητήσουν τον εκδημοκρατισμό της Κεντρικής Εκδοτικής Τράπεζας και την υποταγή της στη βούληση και στην πολιτική των εκλεγμένων ευρωπαϊκών οργάνων, σημειώνουν (σ. 113): «Όσο περισσότερο η κοινωνία κατορθώνει να υποτάξει την οικονομική σφαίρα στις ανάγκες της ζωής, τόσο πιο αμελητέο γίνεται το πρόβλημα του νομίσματος, γιατί η λειτουργία ως γενικού αξιακού ισοδυνάμου που ενσαρκώνεται στο χρήμα χάνει ολοένα περισσότερο σε σημασία. Έτσι θα σιγήσουν και οι με το φετίχ του χρήματος σχετιζόμενες συζητήσεις σε ό,τι αφορά την έξοδο ή την εκδίωξη ορισμένων χωρών ή ομάδων χωρών από την Ευρωζώνη». - Οι συγγραφείς θέλουν το πέρασμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Ευρώπης, θέλουν έναν καλύτερο κόσμο και ελπίζουν πως η έλευση μίας εποχής ισότητας θα αναδείξει το μεγαλείο της συναινετικής συμβίωσης και της συλλογικότητας, των οποίων το μέγεθος μόνο να το φανταστούμε μπορούμε σήμερα. Γιατί σε μία Ευρώπη της αλληλεγγύης και της συλλογικότητας δεν θα ’ναι το αίσθημα της ασφάλειας που θα υπερέχει του αισθήματος της ελευθερίας, αλλά το αίσθημα της ελευθερίας που θα υπερέχει του αισθήματος της ασφάλειας. - Έχω την αίσθηση ότι, ανεξαρτήτως ιδεολογικής τοποθέτησης, το ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ πρέπει να διαβαστεί απ’ όλους. Θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο και σας το συστήνω συνειδητά. Συγχαίρω δε τους δύο παλιούς φίλους που, τόσα χρόνια μετά, εμφανίζονται σήμερα νεότεροι από τους χρόνους της νεότητάς τους. Τέλος, θα πρέπει να δώσουμε τα συγχαρήριά μας στις εκδόσεις Νησίδες για την εξαίρετη τεχνικά ποιότητα του βιβλίου. - Γιώργος Χατζηκωνσταντίνου, καθηγητής Οικονομικών στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, στην παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία της Θεσσαλονίκης στις 11 Απριλίου 2014.

 

[ISBN:978-960-9488-55-6]


Dimitri Speck
Ο Πέτρος επινόησε τον Ιησού

Πώς ανέκυψαν οι θρύλοι των θαυμάτων; μτφρ. Διονύσιος Βάγιας, επιμ. Βασίλης Τομανάς



Γράφηκαν επακριβώς στην Καινή Διαθήκη οι διδαχές και τα λόγια του Ιησού; Ποιος τα αλλοίωσε και γιατί; Τι είπε αρχικά ο Ιησούς και ποιο το πραγματικό νόημα των λόγων του; Μπορούμε να δούμε τι ακριβώς είπε ο Ιησούς και ποιος ακριβώς ήταν ο συμβολισμός των λόγων του την εποχή εκείνη; Μας δίνει η Καινή Διαθήκη τη σωστή εικόνα για την προσωπικότητα του Ιησού; Σε αυτά τα σημαντικά ερωτήματα δίνει απάντηση το βιβλίο Ο Πέτρος επινόησε τον Ιησού. Μία νέα αναλυτική μέθοδος δίνει απροσδόκητα αποτελέσματα και απόψεις για την κατανόηση της Βίβλου. Ο Dimitri Speck επιδεικνύει σπάνιο πνευματικό θάρρος και παρουσιάζει κατά την έρευνα των βιβλικών κειμένων μία αξιέπαινη αντικειμενικότητα μακριά από κάθε προκατάληψη. Το βιβλίο είναι μία σημαντική συνεισφορά στο μεγάλο πολιτισμικό θέμα Βίβλος και χριστιανισμός.

Στέφανος Σκληβάνος, φυσικός

O Dimitri Speck έχει ειδικευτεί στην εξερεύνηση προτύπων και διαδικτυωμένων συναφειών. Εστιάζει την προσοχή του στην αναζήτηση αταίριαστων συσχετισμών, οι οποίοι συνήθως δεν ανακύπτουν τυχαία, αλλά δείχνουν την οδό προς αυτό που πράγματι κρύβεται πίσω. Ήδη το 1999 ανακάλυψε μία ανωμαλία στον θρύλο του πολλαπλασιασμού των άρτων. Αφορμώμενος από τη μικρή αυτή ένδειξη, κατόρθωσε να καταδείξει –προϊόντων των ετών– τη γενεαλογία των αφηγήσεων της Καινής Διαθήκης.

Ο Ιησούς δεν ήταν γιος του Θεού. Ήταν πεφωτισμένος, είχε δει το Θείο. Ο δρόμος του ήταν ένας δρόμος προς τα έσω, ένας βαθύς διαλογισμός. - Η θεωρία μου έχει ως εξής: αυτή η πρωταρχική διδασκαλία του Ιησού πλαστογραφήθηκε από τον Πέτρο. Η Βίβλος είναι η πλαστογραφημένη διδασκαλία. Όμως πώς κατέληξα σε αυτό το σκεπτικό; - Στην αρχή του ερευνητικού μου ταξιδιού υπήρξε η συνάντηση με το Ευαγγέλιο του Θωμά, που δεν περιλαμβάνεται στη Βίβλο, αλλά βρέθηκε το 1945 σε αρχαίους πάπυρους στην Αίγυπτο. - Το Ευαγγέλιο του Θωμά είναι μια συλλογή ρήσεων. Οι ρήσεις αυτές είναι ως επί το πλείστον μεταφορές. - Στην αρχή καταλάβαινα μόνο μερικές απ’ αυτές τις εικόνες, αλλά είχα αμέσως την εξής εντύπωση: αυτές οι ρήσεις είναι αυθεντικές, προέρχονται από έναν αληθινό διδάσκαλο και αναδεικνύουν τον εσωτερικό δρόμο προς τον Θεό. - Ξεφυλλίζοντας και ψάχνοντας στο κείμενο έπεσα πάνω σ’ έναν παράξενο παραλληλισμό που μου έκανε εντύπωση: εδώ υπήρχε μια ρήση στην οποία μια γυναίκα ψήνει ψωμιά. Παίρνει προζύμι και φτιάχνει από το ζυμάρι μεγάλα ψωμιά. - Για να καταλάβω τη ρήση, έψαξα σε παρόμοια εδάφια των κειμένων της Βίβλου. Παρατήρησα μια αφήγηση που σχετιζόταν με τη ρήση αυτή, όπου επίσης έκαναν την εμφάνισή τους ψωμιά: ο πολλαπλασιασμός των άρτων. Στην αφήγηση αυτή ο Ιησούς παίρνει μερικά ψωμιά και φτιάχνει από αυτά πολλά. - Τα έχασα. Διότι: στη μεν ρήση κάνει από προζύμι πολλά ψωμιά, στην δε αφήγηση κάνει από ψωμί πολλά ψωμιά. - Μπορεί να είναι αυτό σύμπτωση; ότι σε σχέση με ένα και μοναδικό πρόσωπο, τον Ιησού, γίνεται δύο φορές χειρωνακτική χρήση του ψωμιού, όπου τη μία φορά δημιουργούνται μεγάλα ψωμιά και την άλλη πολλά ψωμιά; - Συνέχιζα να παραβάλω τα εδάφια των κειμένων και συνάντησα κι άλλους παραλληλισμούς. Στη ρήση έχουμε την εμφάνιση του προζυμιού. Με το προζύμι μπορεί να φτιάξει κανείς μεγάλα ψωμιά! Το προζύμι, όμως, υπάρχει και στη θαυματουργική αφήγηση του πολλαπλασιασμού των άρτων. Εκεί, όμως, δεν είναι ούτε αναγκαίο ούτε ταιριάζει. - Τώρα πλέον δεν μπορεί να είναι σύμπτωση: ρήση και αφήγηση είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους. Όμως πώς έγινε αυτό; Πώς μπορούσε να συσχετιστεί μια μεταφορική ρήση με μια αφήγηση περί θαυμάτων; - Ξαφνικά άνοιξαν τα μάτια μου και είδα ξεκάθαρα: μήπως κάποιος έκανε χρήση της σύντομης ρήσης, για να σκαρφιστεί το θαύμα; Μήπως εμπνεύστηκε από αυτήν; - Πίστεψα ότι ανακάλυψα πώς δημιουργήθηκαν οι βιβλικές αφηγήσεις. Θα έπρεπε μόνο να αποκωδικοποιήσω τις άλλες αφηγήσεις με τον ίδιο τρόπο. Οι συνδέσεις υπάρχουν μεταξύ των ρήσεων και των αφηγήσεων. - Όμως ήταν πιο περίπλοκο το πράγμα. Και διήρκησε. Αντ’ αυτού, όμως, το αποτέλεσμα είναι τόσο συναρπαστικό! Διαβάστε πώς ο Ιησούς ο πεφωτισμένος μετατράπηκε στον Ιησού τον θαυματουργό. - [Dimitri Speck, από την παρουσίαση του βιβλίου στον ΒΙΒΛΙΟ-ρυθμό της Θεσσαλονίκης στις 17 Δεκεμβρίου 2013.] -

Αρχίζοντας την παρουσίαση του βιβλίου, θα ήθελα να παραμερίσω την ιδιότητά μου ως θεολόγου και ει δυνατόν να εκπροσωπήσω το αναγνωστικό κοινό. - Έχοντας στα χέρια μου, λοιπόν, το βιβλίο, θέλησα να δω ποιος είναι ο Dimitri Speck. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για βιογραφικά στοιχεία, βρέθηκα με έκπληξη απέναντι σ’ έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι έγκριτος οικονομολόγος, πολύ γνωστός στους οικονομικούς κύκλους, και ένιωσα λιγάκι αμήχανα, τη στιγμή βέβαια που οι δικές μου γνώσεις περί οικονομίας φτάνουν μέχρι την τσέπη μου. - Δεύτερη έκπληξη αποτέλεσε ο τίτλος του βιβλίου « Ο Πέτρος επινόησε τον Ιησού. Πως ανέκυψαν οι θρύλοι των θαυμάτων». - Δεν σας κρύβω πως θορυβήθηκα και απόρησα. - Τι ισχυρίζεται ο δημιουργός του πονήματος τούτου; - Για τον Παύλο έχουμε ακούσει και διαβάσει ένα σωρό έρευνες και εργασίες… Ότι παρ’ ότι δεν γνώρισε τον Κύριο, η Εκκλησία τον ονόμασε «πρώτον μετά τον ένα»και «πολύτιμο σκεύος Χριστού», αφού αυτός είναι ουσιαστικά ο θεμελιωτής της στα έθνη. Ακόμη ο Παύλος θεωρείται ως ο πρώτος θεολόγος που ανέπτυξε θεολογική άποψη σε θεωρητικά και ηθικά θέματα… - Όμως ο Πέτρος; Επινοητής; - Λοιπόν, άρχισα να το διαβάζω και βρέθηκα εμπρός σε μια εμπεριστατωμένη μελέτη και ανάλυση των ευαγγελίων, των κανονικών , μα ιδιαίτερα των «αποκρύφων» ευαγγελίων και άλλων πηγών του χριστιανισμού. - Εντύπωση μου έκανε η αναλυτική μελέτη και αναφορά στο ευαγγέλιο του Θωμά και στο ευαγγέλιο της Μαρίας της Μαγδαληνής, Δυο κείμενα που τυχαία ήρθαν στο φως, τον Δεκέμβρη του 1945, στο χωριό Ναγκ Χαμάντι, στην Άνω Αίγυπτο, και που μάλλον η εμφάνισή τους θα προκάλεσε «ανατριχίλα» στην Αγία Έδρα της Καθολικής Εκκλησίας, δεδομένου ότι ήταν πιθανόν αυτά τα κείμενα να διαβρώσουν τις ίδιες τις βάσεις του χριστιανισμού. - Σ’ αυτό το σημείο να αναφέρω, πως για τη δική μας ευκολία, ο συγγραφέας είχε την καταπληκτική ιδέα να τα παραθέσει στο τέλος του βιβλίου, ώστε ο αναγνώστης να ανατρέχει σ’ αυτά , όταν χρειάζεται. - Ως προς το περιεχόμενο του βιβλίου, τι θα διαβάσει ο αναγνώστης; Να επικρίνεται ο Χριστός και η διδασκαλία του; Ακριβώς το αντίθετο: αποκαλύπτεται περίτρανα πως ο Ιησούς δεν ήταν ένας μεταρρυθμιστής ή απλώς επαναστάτης. Αντιθέτως, μετείχε αληθούς πνευματικότητας με απόλυτα πνευματικές γνώσεις όπως επικαλούνται οι ομολογίες του. - Αυτές τις ρήσεις που αφορούν την εσωτερική ζωή, οι άνθρωποι που τις άκουγαν, δεν τις καταλάβαιναν πάντα εντελώς. Πως οι παραβολές π.χ. κατευθύνονταν προς τα έσω, ότι όφειλαν να θέσουν εσωτερικές διαδικασίες. - Το μήνυμα του Ιησού ήταν σαφές: μερίμνησε για την εσωτερική σου εξέλιξη. Μερίμνησε για την υπέρβαση του Εγώ σου. Μερίμνησε, τέλος, για τη φώτισή σου. - Αυτά τα βαθιά και δυσνόητα μηνύματα ήταν επόμενο οι ακροατές της εποχής να μην τα αντιλαμβάνονται. Έτσι ο μαθητής-απόστολος άρχιζε να «φουσκώνει» το περιεχόμενό τους, να το διανθίζει κι αυτό κατέληξε στην επινόηση θρύλων. - Επομένως η οδός του Ιησού για εσωτερική λύτρωση απωλέσθηκε σε μεγάλο βαθμό. Με τη βοήθεια, όμως, των θρύλων ο χριστιανισμός μπόρεσε να επεκταθεί. - Όπως μας υπενθυμίζει ο συγγραφέας, οι γνώσεις στην αρχαιότητα μεταδίδονταν είτε με χειρόγραφα είτε προφορικά. Συχνά λοιπόν ανέκυπταν λάθη, σκόπιμα ή όχι. Μπορεί ακόμη να επινοήθηκαν οι θρύλοι για λόγους marketing. - Αναφέρεται πολλές φορές στο βιβλίο ότι το ευαγγέλιο του Θωμά αποτέλεσε κύρια πηγή για τους άλλους ευαγγελιστές, μεταξύ αυτών κι ο Μάρκος, ο οποίος ήταν μαθητής του Πέτρου. Περιέχει διδαχές του Ιησού, όπως μιλά ένας δάσκαλος, χωρίς να ενδιαφέρεται για τις εντυπώσεις. Δεν περιέχει οδηγίες που μοιάζουν με νόμους. Οι προτάσεις (δυσνόητες και εσωστρεφείς) έχουν σκοπό την πνευματική φώτιση του ζώντος ανθρώπου. - Με λεπτομερή έρευνα ο συγγραφέας, κατέδειξε την πνευματικότητα αυτού του ευαγγελίου, όπου φαίνεται ο Ιησούς να καθοδηγεί το ανθρώπινο πνεύμα, για να ενωθεί με το θεϊκό, που το ονομάζει φως και βασιλεία των ουρανών. Έδειξε ένα δρόμο στον άνθρωπο, για να καταλάβει το Θεό και μέσω της φώτισης να τον φτάσει. - Ένα ακόμη θέμα, που θα συζητηθεί είναι μια προκλητική φράση στο ευαγγέλιο του Θωμά, στίχος 101: « όποιος δεν μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα του, δεν μπορεί να γίνει μαθητής μου». - Δραστικό το αίτημα, να μισεί ο άνθρωπος τους γονείς του, που ευτυχώς δεν απευθύνεται σε εφήβους μα σε ενήλικες. - Ο αλληγορικός αυτός συμβολισμός, όπως μας διευκρινίζεται σαφώς από τον μελετητή, είναι ένα εργαλείο. Και μάλιστα τέτοιο που, στο εσωτερικό του ανθρώπου, στρέφεται ενάντια σε αποστεωμένες δομές, ενάντια στις συνήθειες της σκέψης, της συναίσθησης και της συμπεριφοράς. - Εργαλείο, λοιπόν, προετοιμασίας: μίσησε τους γονείς σου, δηλαδή, λύσε τις εσωτερικές σου αποστεωμένες δεσμεύσεις, σκότωσε το Εγώ σου, και τότε θα συναντήσεις το θεϊκό. - Ο συγγραφέας Dimitri Speck, με μεγάλο σεβασμό προς τη διδασκαλία του Ιησού, αναφέρει πολλά παραδείγματα για τη δημιουργία των θρύλων γύρω από το πρόσωπο του Ιησού. Αποδεικνύει έτσι πως η φύση του Ιησού και η επιλογή λέξεων άσκησαν βαθύτατη επίδραση στη διαμόρφωση θρύλων και θαυμάτων. - Το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων, π.χ. Μια διδασκαλία εντελώς αλληγορική βρήκε απήχηση στο ακροατήριο, όταν παρουσιάστηκε ως θαύμα χορτασμού του πλήθους των ανθρώπων. Μπορούμε , βέβαια, αν το αποδεχτούμε, να καταλάβουμε τον συμβολισμό αυτό. - Άλλο παρόμοιο παράδειγμα, παρμένο από το ευαγγέλιο του Θωμά είναι: Ο Ιησούς είπε «θα καταστρέψω αυτό το σπίτι και κανένας δεν θα είναι σε θέση να το ξαναχτίσει.» Ενώ, όπως προκύπτει από την ανάλυση του περιεχομένου, είναι αλληγορία: το σπίτι είναι το αποστεωμένο εσωτερικό, το κτήριο Εγώ, παραποιήθηκε ελαφρώς και το απέδωσαν στην τριήμερη ταφή και την Ανάστασή του Κυρίου. - Εκείνο το οποίο φανερώνεται στο βιβλίο και μου έκανε ευχάριστη εντύπωση, ως γυναίκα αναγνώστρια, είναι η σχέση του Ιησού, έμμεσα πλην σαφώς, με τις γυναίκες. - Ποιος δεν γνωρίζει τη θέση που είχαν οι γυναίκες εκείνη την εποχή στον ιουδαϊκό κόσμο; Δεν επιτρεπόταν να μορφωθούν. Απαγορευόταν απολύτως το διαζύγιο στις γυναίκες. Όσες συλλαμβάνονταν να διαπράττουν μοιχεία, καταδικάζονταν σε θάνατο διά λιθοβολισμού. Ο λόγος τους στα δικαστήρια είχε ελάχιστη έως καθόλου σημασία. Δεν είχαν τη δυνατότητα να κληρονομήσουν τον άντρα τους και, αν έμεναν χήρες, η κηδεμονία τους περνούσε αυτόματα στον αδελφό του. Και ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ. - Δεν είναι απορίας άξιο η καθημερινή προσευχή του Εβραίου; Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που δεν μ΄ έκανες γυναίκα. - Ο Ιησούς σπάει όλα τα δεδομένα για τις γυναίκες και τις εντάσσει ισάξια στο στενό κύκλο των μαθητών του. - Δεν διαχώρισε ποτέ το Αποστολικό χάρισμα από τον άντρα και τη γυναίκα. - Στο περιεχόμενο του βιβλίου είναι εμφανέστατη αυτή η θέση της γυναίκας στο πλαίσιο του κύκλου των μαθητών. Μάλιστα έτσι όπως καταγράφεται, η πνευματικότητα και η εξυπνάδα των μαθητριών φαίνεται ξεκάθαρα. - Στο ευαγγέλιο της Μαρίας υπάρχει ένα απόσπασμα: «ο Πέτρος είπε στη Μαρία: Αδελφή γνωρίζουμε ότι ο σωτήρας σε αγαπούσε περισσότερο από τις άλλες γυναίκες. Πες μας τα λόγια του σωτήρα που θυμάσαι και που ξέρεις εσύ και εμείς όχι, αφού δεν τα ακούσαμε». - Επιπλέον, ενσκήπτει και μια ζήλια του Πέτρου προς τη Μαρία, έτσι όπως μας το διηγείται ο Ιωάννης στο ευαγγέλιο του. Γράφει συγκεκριμένα: « Γυρίζει ο Πέτρος και βλέπει να ακολουθεί και ο μαθητής που ο Ιησούς αγαπούσε, εκείνος που στο δείπνο είχε γείρει στο στήθος του… Όταν λοιπόν τον είδε ο Πέτρος λέει στον Ιησού « Κύριε και μ’ αυτόν εδώ τι θα γίνει;» - Είναι ολοφάνερο πως οι μαθητές δεν είχαν καμία διάθεση να συνεργάζονται με γυναίκες, και πως πείσθηκαν-πιέστηκαν να μιμηθούν τη συμπεριφορά του δασκάλου τους απέναντι τους και τελικά να τις αποδεχτούν ως ισότιμα μέλη στον κύκλο τους. - Εν τέλει και κατά την άποψη του συγγραφέα, η πνευματικότητα των λόγων του Ιησού καλύφθηκε και μερικώς απωλέσθηκε, εξ αιτίας των θρύλων. Γεννάται, όμως, το ερώτημα. Ο Δάσκαλος Ιησούς «πέθανε» τελείως; Αποδεικνύει πως όχι. Η μυστικιστική διδασκαλία του Ιησού πέρασε ατόφια στην ορθόδοξη μοναστική κοινότητα. Οι μοναχοί, με γνώμονα τους κανόνες του Αγίου Βασιλείου, ασκούνται καθημερινά στη φώτιση. Το ΚΟΑΝ των ορθοδόξων μοναχών είναι: «Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις» Αυτή η διδασκαλία, που περικλείει την πεμπτουσία της μοναστικής ζωής, σηκώνει, όπως βλέπετε, πολλή συζήτηση, όπως κι όλες οι διδασκαλίες, που μυούν στον πνευματικό κόσμο ή αλλιώς τη φώτιση. Οι νηπτικοί άγιοι πατέρες, όπως ο Γρηγόριος ο Θεολόγος αναφέρεται πολλές φορές στην κάθαρση, τον φωτισμό και τη θέωση. - Αυτές οι αναφορές, και όχι μόνο, ενέπνευσαν και τον Γρηγόριο Παλαμά, ό οποίος εισήγαγε στη θεολογική σκέψη τον ησυχασμό. Ένα δυναμικό κίνημα της Βυζαντινής Ορθοδοξίας, που έχει ως κύριο σκοπό, την κάθαρση του νου και της καρδιάς, μέσω της νοερής προσευχής. - Η ησυχαστική δε πρακτική είναι η «λυδία λίθος»για την αναγνώριση της αυθεντικής χριστιανικότητας. - Σύμπασα, λοιπόν, η ησυχαστική παράδοση, νηπτικοί πατέρες και φιλοκαλικά κείμενα, αποτελούν μορφή έκφρασης και εξέλιξης του εσωτερικού του ανθρώπου. Δηλαδή της κύριας διδασκαλίας του Ιησού. - Σ’ όλο το περιεχόμενο του βιβλίου ο συγγραφέας ασχολείται με τους θρύλους και πόσο αυτοί έχουν παραποιήσει τη διδασκαλία του Χριστού. Μας αποκαλύπτει τον Πέτρο να πράττει ορθολογιστικά. - Με τη διάνθιση των λόγων του Ιησού, όχι μόνο προσήλκυσε πολύ κόσμο, αλλά έδωσε στις χριστιανικές κοινότητες αληθινούς λόγους του, από το ευαγγέλιο του Θωμά και μάλιστα υπό τον όρο της μυστικότητας. - Ενήργησε επίσης σαν καλός πωλητής, που κάνει την μπαγαποντιά του, αλλά στο τέλος ο πελάτης μένει ευχαριστημένος. - Συνέβαλε στην καταγραφή του πρώτου κανονικού ευαγγελίου, αυτού του Μάρκου, προσπαθώντας με τους θρύλους και τα θαύματα να άρει τις αμφιβολίες των ακροατών του. - Ο Πέτρος αγαπούσε τον Ιησού πάρα πολύ. Προσπάθησε λοιπόν με θεμιτό τρόπο και ίσως όχι τόσο, να διαδώσει παντού τον λόγο του αγαπημένου του δασκάλου. - Ενήργησε σύμφωνα με τη φύση του. Δεν ήταν εκείνος που πήρε την οδό προς εαυτόν. Αντίθετα, ως ψαράς κι επιχειρηματίας, έδρασε σύμφωνα με τα μέτρα της εξωτερικής επιτυχίας. - Συντέλεσε ουσιωδώς στην επιτυχία της Καινής Διαθήκης, που παραμένει το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο στον κόσμο, με εκατομμύρια αναγνώστες και με μεταφράσεις σε πάνω από 1800 γλώσσες και διαλέκτους. Αυτό κι αν είναι Best-seller. Δεν συμφωνείτε; - [Μαρία Γακούδη, θεολόγος. Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου στις 17 Δεκεμβρίου 2013 στο βιβλιοπωλείο ΒΙΒΛΙΟ-ρυθμός της Θεσσαλονίκης.] .-

Μια εικόνα κυριαρχούσε στη μνήμη μου, όσο μετέφραζα – μια εικόνα από την παιδική ηλικία που έδειχνε τον Ιησού με δύο μαθητές του να περπατούν στη φύση, κάτω από αραιά, μεγάλα δέντρα. Οι τρεις άνδρες ήταν ψηλοί και ωραίοι· ο Χριστός διακρινόταν ανάμεσά τους ως πρώτος μεταξύ ίσων και καθώς η γλώσσα του σώματός του μαρτυρούσε ότι δίδασκε. Η μη-συνειδητή ερώτηση «Πού πηγαίνουν;», που έθετε η παιδική ψυχή, κατείχε όλο το εικονιστικό φόντο. Αυτή η συγκεκριμένη εικόνα –όπως και άλλες, άκακες εικόνες ενός παιδικού χριστιανισμού– βυθίστηκε στη μνήμη, καθώς ενηλικιωνόμουν· όμως οι εικόνες αυτές διατήρησαν ανέπαφη την αίγλη, την οποία δημιούργησαν οι πρώτες εντυπώσεις τους. - Το ερώτημα «Πού πηγαίνουν;» επανήλθε λοιπόν, καθώς μετέφραζα. Επανήλθε και παρέμεινε. Διατηρήθηκε αναπάντητο, δημιουργώντας μια νέα αίγλη, αναβιώνοντας την πρώτη, αγαθή, καλοπροαίρετη φαντασία της παιδικής ηλικίας: ο Χριστός παρέμεινε ανέπαφος, ολόκληρος, σώος και αβλαβής – δεν οδηγήθηκε στη σταύρωση· δεν υπήρξε όλο εκείνο το δογματικό εποικοδόμημα των φιλοσοφικά και θεολογικά παρακινημένων Πατέρων της Εκκλησίας, το οποίο δεν νοιάστηκε μόνο για την Ανάσταση, αλλά και για όλο το μετέπειτα: την Τριαδικότητα, τη Συντέλεια του Κόσμου, τη Δευτέρα Παρουσία, το Πυρ το εξώτερον. - Τι έγινε σύμφωνα με το βιβλίο; Όλο το δογματικό εποικοδόμημα αφαιρέθηκε – όπως θα έβγαζε κανείς τη σαντιγί από ένα κομμάτι γλυκό. - Αξιοσημείωτο είναι ότι εκείνος ο αρχαίος συγγραφέας, ο οποίος μας παρέδωσε ένα τέλος της διδασκαλικής δραστηριότητας του Ιησού δίχως δάκρυα και οδυρμούς, δίχως το τραυματικό του τέλος, δεν είναι άνδρας, αλλά μια γυναίκα. Η Μαρία Μαγδαληνή μάς μεταφέρει αυτό το άνευ τυμπανοκρουσιών, απλό και συγχρόνως πεζό τέλος τού εν ενεργεία Ιησού ως αποχώρηση λόγω διώξεων. - Μολαταύτα, το καθοριστικό ερώτημα συνεχίζει να τίθεται: «Πού πήγε;», «Πώς και δεν ξαναέδωσε σημεία ζωής;», «Μα να μην τον βρει κανείς έκτοτε;», «Δεν ενέδωσε στον καλό πειρασμό να διοχετεύσει μέσω τρίτων την είδηση ότι ζει;» - Στο σημείο αυτό μεταπηδά το κείμενο σε ένα άλλο επίπεδο· σε αυτό της λεγόμενης ψυχολογίας – στο επίπεδο των ενηλίκων. Διότι μόνον έτσι μπορεί να γίνει κατανοητό το παράξενο αυτό συμβάν της αμετάκλητης αποχώρησης του Ιησού. - Ο διδάσκαλος κουβαλούσε μέσα του ένα βαρύ τραύμα: τον θάνατο του πατέρα. Από αυτό σφραγίστηκε η παιδική του ηλικία. Ένα παιδί, λέμε, δεν μπορεί να καταλάβει ακόμη! Ορφανός από πατέρα, ο Ιησούς βιώνει την απώλεια ως προσωπικό τραύμα: ο πατέρας πεθαίνει και τον εγκαταλείπει για πάντα· ή, για να μπούμε στην ‘ψυχολογία’ του μικρού παιδιού: δίχως να πάρει τη συναίνεσή του. Ο μικρός Ιησούς τίθεται μεμιάς αναπάντεχα στο κενό· εκεί που δεν υπάρχει άνθρωπος να τον στηρίξει· εκεί που η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία έχουν καταρρεύσει, και η ανθρώπινη συνέπεια λόγων και πράξεων διακόπτεται, και αφανίζεται από ένα αμετάκλητο χτύπημα της μοίρας. - Διωκόμενος ο Ιησούς αργότερα, επαναλαμβάνει θελημένα ή άθελα το τραύμα που βίωσε μικρός: εγκαταλείπει με τη σειρά του φίλους και μαθητές, γνωστούς και συγγενείς, δίχως να αφήσει ίχνη, θέτοντας όλους αυτούς σε θέση νοσταλγίας. Εδώ καταδεικνύεται η βαθιά γνώση που χαρακτηρίζει το κείμενο: ότι πάνω ακόμη και από τη διδασκαλία υπερίσχυσε η χαρακτηρολογική δομή της προσωπικότητας. - Εν τούτοις, το ερώτημα υφίσταται, όσο και αν απομακρυνόμαστε από αυτό: «Τι έκανε μετά;» «Συνέχισε να διαλογίζεται μόνος, πιστός στα πορίσματα της διδασκαλίας του;», «Να έρχεται σε επαφή με το θείο;», «Να επιδιώκει τη διηνεκή ένωση με το Πνευματικό;» Δύσκολα να φανταστούμε κάτι τέτοιο· δύσκολα, διότι η ζωή του Ιησού γινόταν και γίνεται κατανοητή μέσω της διδασκαλικής του δράσης. - Ο Ιησούς έπαψε –σύμφωνα με το κείμενο– να διδάσκει! Αλλά η διδασκαλία του συνεχίστηκε: την ανέλαβαν άλλοι! Την απρόσμενα σταματημένη βιογραφία του, το κενό που χάσκει από ένα σημείο της και πέρα, έρχεται να τα συμπληρώσει ο Πέτρος. Εδώ ξαναλειτουργεί η ψυχολογία του βάθους, ώστε να προσεγγιστούν όσα συνέβησαν: Ο Πέτρος αρνείται να αποδεχτεί ότι ο Ιησούς τον εγκατέλειψε· γλιστράει στη θέση του πληγωμένου, και αρχίζει να νοσταλγεί, για να μπορέσει με αυτό τον τρόπο να γαληνέψει το τραύμα που του άνοιξε η αποχώρηση. Ονειροπολεί. Στο εξής ό,τι περιγράφει το βιβλίο είναι ένα δείγμα φαντασιακής διαλεκτικής: ο Πέτρος προβάλλει το βαθύ του τραύμα έξω από τον εαυτό του. Επεξεργάζεται την αποχώρηση ως τραύμα από το οποίο υποφέρει – όχι αυτός, αλλά ο ίδιος ο Ιησούς: ο Εσταυρωμένος είναι ο Ιησούς, καθώς πονάει, επειδή εγκατέλειψε και άφησε τον Πέτρο μόνο στον κόσμο. Μεταφέροντας τα μυστικιστικά λόγια της διδασκαλίας του Ιησού, όπως είχαν καταγραφεί από το Ευαγγέλιο του Θωμά, και όπως τα θυμόταν ο ίδιος, δημιούργησε μέσω αλλεπάλληλων επεξεργασιών, συμπληρώσεων και αναπροσαρμογών τα κείμενα τα οποία βρίθουν από αντιφάσεις: τις θείες αντιφάσεις του χριστιανισμού. - [Διονύσιος Βάγιας, ομιλία του μεταφραστή του βιβλίου, στην παρουσίαση στον ΒΙΒΛΙΟ-ρυθμό της Θεσσαλονίκης, 17 Δεκεμβρίου 2013.]

 

[ISBN:978-960-9488-50-1]


ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,
Πολυτεχνείο 1973.

Η απαρχή του αυτόνομου κινήματος

εκδ. Νησίδες, 88 σελ.



Τι ήταν η κατάληψη και η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973;

- Ποιοι ήταν οι στόχοι και τα ριζοσπαστικά μηνύματά του;
- Γιατί τα μηνύματα αυτά συγκαλύφθηκαν από τα κόμματα και τους διανοούμενους όλων των αποχρώσεων;
- Γιατί η Μεταπολίτευση δεν ακολούθησε τον δρόμο του Πολυτεχνείου;
- Τι ακριβώς έγινε στη Μεταπολίτευση;
- Τι ρόλο εξυπηρετεί η κατασκευή της «γενιάς του Πολυτεχνείου»;
- Γιατί η σημερινή επίθεση στα νοήματα της εξέγερσης;
- Τι εξυπηρετούν οι άκαπνοι διανοούμενοι με την επίθεση αυτή;
- Ποια η σχέση του Πολυτεχνείου 1973 με τις πλατείες το 2011; Στα ερωτήματα αυτά προσπαθεί να απαντήσει το βιβλίο αυτό αναδει- κνύοντας την ιδιαιτερότητα της κατάληψης το 1973 και τη σημασία της για τη σημερινή κρίσιμη κατάσταση που διέρχεται ακόμη μία φορά η νεοελληνική κοινωνία.
O Γιώργος Ν. Οικονόμου σπούδασε Μαθηματικά, Μουσική και Φιλοσοφία. Συμμετείχε ενεργώς στο αντιδικτατορικό κίνημα. Παρακολούθησε στο Παρίσι τα μεταπτυχιακά σεμινάρια του Κ. Καστοριάδη, με τον οποίο ξεκίνησε τη διδα- κτορική του διατριβή. Εχει Master φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Σορ- βόννης και είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει δη- μοσιεύσεις σε περιοδικά και εφημερίδες, ανακοινώσεις σε συνέδρια και ημε- ρίδες, έχει δώσει διαλέξεις και ομιλίες. Επιμελήθηκε το αφιέρωμα στον Κ. Κα- στοριάδη στο περιοδικό Νέα Κοινωνιολογία (2000), καθώς επίσης τα βιβλία Αφιέρωμα στον Κ. Καστοριάδη, στοχαστή της αυτονομίας (2010) και Μελέτες για τον Κ. Καστοριάδη. Η γένεση της δημοκρατίας και η σημερινή κρίση (2011). Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορούν τα βιβλία του Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη (2007), Η αριστοτελική πολιτεία (2008) και Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη δημοκρατία (2009). Είναι τακτικός συ- νεργάτης στην Εφημερίδα των Συντακτών. Κείμενά του υπάρχουν σε συλ- λογικούς τόμους και στο oikonomouyorgos.blogspot.com.

 

[ISBN:978-960-9488-52-5]


ΑΝΝΑ ΒΙΔΑΛΗ,
To θέατρο της ιστορίας

Σχέδια: Θ. Παπιώτης

154 σελίδες


Το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη.

Το πρώτο ασχολείται με το θέατρο και το τι σημαίνει για μια κοινότητα να διαλέγει και να ανεβάζει ένα θεατρικό έργο. Τη σχέση που έχουν μεταξύ τους οι ηθοποιοί και οι θεατές, οι διάφοροι άλλοι παράγοντες της θεατρικής παράστασης. - Το δεύτερο μέρος αφορά τις γυναίκες και το πώς βιώνουν διάφορους σταθμούς στη ζωή τους: την παιδική ηλικία, την εφηβεία και το επάγγελμα. - Το τρίτο μέρος αφορά την Ιστορία, ιδιαίτερα μία Ιστορία που έχει τραυματικές επιπτώσεις σ’ αυτούς που την βιώνουν. Το τραύμα και τις θλιβερές συνέπειές του στη μετέπειτα ζωή, το πετρωμένο πένθος και τη διεργασία του πένθους.

Η Άννα Βιδάλη σπούδασε Παιδαγωγική στη Θεσσαλονίκη. Απέκτησε δύο μεταπτυχιακά διπλώματα, ένα στην Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης στο Institut of Education του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και ένα στις Ψυχαναλυτικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο Brumel του Βόρειου Λονδίνου. Είναι διδάκτορας Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Από το 1998 έως το 2009 δίδαξε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Στα επιστημονικά της ενδιαφέροντα συγκαταλέγονται η ψυχαναλυτική προσέγγιση του φύλου και η μεθοδολογία των Ιστοριών Ζωής. Το επιστημονικό της έργο περιλαμβάνει άρθρα σε περιοδικά, κεφάλαια σε βιβλία, ανακοινώσεις σε συνέδρια και τα βιβλία:

- Άραγε εμείς ήμασταν (1999), εκδ. Εξάντας
- Νεοτερικότητα, Αγωγή και Προσχολική Ηλικία (2000), εκδ. Καστανιώτη
- Αφήγηση και Φαντασίωση (2001), εκδ. νήσος
- Ο Φρόυντ και η διαμάχη για τη θηλυκότητα (2008), εκδ. Καστανιώτη
- Εκπαίδευση και Προσχολική Ηλικία (2009), εκδ. Κυριακίδη.


Ο Ο Θανάσης Παπιώτης γεννήθηκε το 1948 στη Λαμία. Το 1972 αποφοίτησε από το τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ. Τρία χρόνια αργότερα ίδρυσε στη Θεσσαλονίκη Φροντιστήριο Σχεδίου, όπου δίδαξε σχέδιο, χρώμα και σύνθεση σε υποψηφίους για το τμήμα Αρχιτεκτόνων και το τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών. Διετέλεσε Διευθυντής Σπουδών του Εκπαιδευτικού Οργανισμού «Παπιώτη». Ζωγραφίζει από το 1966 και εξέθεσε έργα του σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις.

ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ
2013 Γκαλερί Ρωμανού 7, Θεσσαλονίκη
1994 Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, Θεσσαλονίκη
1988 Αίθουσα Ομίλου Φίλων Θεάτρου, Λαμία
1986 Γκαλερί Τερρακότα, Θεσσαλονίκης.


Σκέψεις για το Το θέατρο της ιστορίας, της Άννας Βιδάλη

Ο τίτλος τού (μικρού σε όγκο, αλλά εξαιρετικά περιεκτικού) βιβλίου της Άννας Βιδάλη, «Το θέατρο της ιστορίας» είναι εξίσου προκλητικός και πολύσημος: Ο όρος «ιστορία» αναφέρεται κατ’ αρχήν στην έννοια της αφήγησης, δηλαδή στη διαδικασία του λέγειν ιστορίες και στην ανάγκη μας να τις λέμε. Συγχρόνως αναφέρεται στην ιστορία ενός χωριού της Κεντρικής Μακεδονίας που για τις ανάγκες της έρευνας επονομάζεται «Κασταλία»: συγκεκριμένα σε μαρτυρίες των κατοίκων του για τον Εμφύλιο και την προσφυγιά, αλλά και σε ιστορίες της προσωπικής τους ζωής και, επιπλέον, στη σχέση τους με το θέατρο. Η συγγραφέας πραγματοποιεί ανθρωπολογική έρευνα στο χωριό Κασταλία τη χρονιά του 1985, με αρχική πρόθεση να συγκεντρώσει υλικό αναφορικά με την Αντίσταση και τον Εμφύλιο. Για τον σκοπό αυτό παίρνει μία σειρά από συνεντεύξεις από κατοίκους του, που έχουν βιώσει την καταστολή και την κρατική βία που ακολούθησε τα γεγονότα της δεκαετίας του 1940. Έτσι, η ιστορία του χωριού εγγράφεται στις προσωπικές και συγκινησιακά φορτισμένες αφηγήσεις και προφορικές μαρτυρίες των προσώπων. Πρέπει να πούμε ότι η συγγραφέας στάθηκε πολύ τυχερή, κι εμείς μαζί της, καθώς το υλικό των συνεντεύξεων είναι πραγματικά πολύτιμο. «Προκύπτει», όπως μας λέει στην εισαγωγή της, «ότι το χωριό είχε μια έντονη ενασχόληση με την παραγωγή θεατρικών παραστάσεων, από την εγκατάσταση εκεί των προσφύγων μέχρι την επιβολή της δικτατορίας των Συνταγματαρχών» (σ. 13). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται ευτυχές για την έρευνά της, καθώς επιτρέπει την επιπλέον συλλογή υλικού για την πολυεπίπεδη λειτουργία του θεάτρου. - «Θέατρο» εδώ είναι και κείμενο και παράσταση, αλλά και η ιστορία των μοναδικών θεατρικών παραστάσεων και δρώμενων τής υπό έρευνα κοινότητας, η οποία συμμετέχει συλλογικά στην παραγωγή τους. Μία συναρπαστική πλευρά του βιβλίου είναι, ακριβώς, η συμβολή του στην ιστορία του λαϊκού θεάτρου στην Ελλάδα. - Εδώ θα ήθελα να κάνω με την ευκαιρία μία αναφορά στον ακαδημαϊκό χώρο που ονομάζεται Πολιτισμικές Σπουδές, με τον οποίον συσχετίζεται το βιβλίο της Βιδάλη. Το βιβλίο αυτό αποδεικνύει, ακριβώς, πόσο χρήσιμος είναι αυτός ο χώρος, στο πλαίσιο του οποίου: πρώτον, απεγκλωβίστηκαν τα γνωστικά αντικείμενα των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών από τα ασφυκτικά στεγανά της παραδοσιακής ταξινόμησης και ιεράρχησης. Δεύτερον, αμφισβητήθηκαν οι περιορισμοί τής αποκλειστικά εμπειρικής προσέγγισης των λογοτεχνικών και άλλων κειμένων. Καθώς άνοιξαν νέοι δρόμοι θεωρητικών και διεπιστημονικών προσεγγίσεων, έγινε δυνατή η διερεύνηση πλευρών της ιστορίας και του πολιτισμού που παλαιότερα ήταν απωθημένες ή περιφρονημένες ως «επί μέρους». Αποκαλύφθηκε η σημασία κειμενικών ειδών, όπως οι Αυτοβιογραφίες και οι Ιστορίες ζωής, και αναπτύχθηκε πλούσιο θεωρητικό υλικό για τη μεθοδολογική τους προσέγγιση, το οποίο, ακριβώς, αξιοποιεί η Βιδάλη. Πολύ συνοπτικά: η Βιδάλη συνδυάζει ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις του κειμένου με μετα-δομιστικές θεωρίες της αφήγησης και της ιστοριογραφίας. Με τον τρόπο του κριτικού λογοτεχνίας εντοπίζει υπόρρητα φαντασιακά σενάρια τόσο στα θεατρικά δρώμενα όσο και στις αφηγήσεις των υποκειμένων της, σενάρια μέσα από τα οποία αναδύεται ή κινητοποιείται ασυνείδητο Οιδιπόδειο ή και προ-Οιδιπόδειο υλικό. Εργαλεία της δεν είναι μόνο κείμενα του Φρόυντ αλλά και του Ζακ Λακάν και της Μέλανι Κλάιν, φωτισμένα από τη φεμινιστική κριτική. Ως θεωρητικός που κινείται στο πλαίσιο του μεταδομισμού αντλεί επίσης από θεωρίες υποκειμενικότητας, όπως, επί παραδείγματι, από το βιβλίο-σταθμό της Κάγια Σίλβερμαν, Το υποκείμενο της σημειωτικής: το αύταρκες, ομοιογενές, γνωστικό υποκείμενο του Διαφωτισμού έχει πλέον αποδομηθεί και στη θέση του εμφανίζειται το διχασμένο υποκείμενο της ψυχανάλυσης ή το υποκείμενο της σημειωτικής, το οποίο «δεν μπορεί να υπάρχει εκτός της στιγμής της παραγωγής του νοήματος στην οποία εμφανίζεται, αλλά πρέπει να κατασκευάζεται ξανά και ξανά με την ομιλία ή μέσα από κείμενα» (σ. 107). Οι υπό μελέτη αφηγήσεις είναι «επιτελεστικές»: Εννοώ ότι, καθώς τα υποκείμενα της έρευνας ανακαλούν, επανερμηνεύουν και ανασυγκροτούν τις εμπειρίες τους, στην πορεία αναδιαπλάθουν τις υποκειμενικότητές τους και τη σχέση τους με το παρελθόν, με ενεργό και δημιουργικό τρόπο. - Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρεις ενότητες με βάση το θέμα που κυριαρχεί στις εκάστοτε αφηγήσεις: «Το θέατρο», «Οι γυναίκες» και «Η ιστορία». Στο χωριό Κασταλία το θέατρο αποτελεί οργανικό κομμάτι του κοινωνικού γίγνεσθαι: «Οι θεατρικές παραστάσεις στο χωριό δεν βασίζονταν πάντα σε έργα γνωστών θεατρικών συγγραφέων, αλλά και σε σενάρια και χαρακτήρες τους οποίους δημιουργούσαν οι ίδιοι οι κάτοικοι με στόχο να συζητήσουν μεταξύ τους τις απόψεις που θα τους οδηγούσαν να αποδεχτούν τους νεωτερισμούς, να μεταδώσουν γνώσεις, να ενθαρρύνουν τους νέους με παραδείγματα κλπ. [...]Εκτός από ψυχαγωγία, η τέχνη του θεάτρου αποκτούσε μία λειτουργία διδακτική, παρόμοια με αυτήν της αρχαίας τραγωδίας» (σ. 14). Στη σκηνή του θεάτρου της Κασταλίας παίζονται η πολιτική και κοινωνική ιστορία, οι προσωπικές σχέσεις, η σεξουαλικότητα και η χειραφέτηση των γυναικών? εδώ διαπλέκονται το προσωπικό με το κοινωνικό φαντασιακό: με λίγα λόγια, εδώ επιτελούνται τα έμφυλα υποκείμενα, ατομικά και συλλογικά. - Τα ευρήματα της Βιδάλη είναι όλα εξ ίσου διαφωτιστικά και συναρπαστικά. Θα περιοριστώ σε ένα, που έχει ειδικό ενδιαφέρον για μένα ως φιλόλογο. Πρόκειται για μια παραγωγή του έργου Στέλλα Βιολάντη του Γρηγόριου Ξενόπουλου, που έχει θέμα την καταπίεση της γυναίκας στην πατριαρχική οικογένεια και κοινωνία. Η ηρωίδα, η Στέλλα, κακοποιείται, φυλακίζεται και γενικώς υφίσταται κάθε λογής βασανιστήρια από τον πατέρα της, μέχρι που τελικά πεθαίνει επειδή αρνείται να συμμορφωθεί με τις επιταγές του. Το χωριό μετά την παράσταση χωρίστηκε σε δύο ομάδες που ενεπλάκησαν σε διαμάχη: οι μισοί ήταν υπέρ της Στέλλας και οι άλλοι μισοί υπέρ του πατέρα. - Η Βιδάλη μας δίνει πρώτα μια υποδειγματική κριτική ανάγνωση του κειμένου του Ξενόπουλου από ψυχαναλυτική προοπτική, που αποδεικνύει ότι, ενώ το έργο παρουσιάζεται κατ’ αρχήν ως φεμινιστική διαμαρτυρία, καταδικάζει τελικά τη Στέλλα σε καταστροφή, γιατί την παγιδεύει στην αδιέξοδη θέση της «βίαιης παρθένου», άρρηκτα ταυτισμένης με τον συμβολικό φαλλό: είναι σαν να οφείλει να καταστραφεί η Στέλλα, για να διατηρήσει και να αποδείξει την ψυχική και ηθική της υπεροχή. Όμως στην ανάλυση του κειμένου προστίθεται ένα ακόμα στοιχείο που περιπλέκει τα πράγματα: η ηθοποιός που επιλέγεται για να παίξει τη Στέλλα, η Νίνα, ζει μια προσωπική ιστορία παρόμοια με την πρωταγωνίστρια που καλείται να υποδυθεί? η Νίνα έχει υποκύψει στην πίεση του πατέρα της και έχει παντρευτεί τον λάθος άντρα? σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των συγχωριανών της, ο γάμος την μαραζώνει και μάλιστα η ίδια πεθαίνει τελικά από μαρασμό, σαν άλλη Στέλλα. Τι είδους φαινόμενο έχουμε εδώ; Η ζωή μιμείται την τέχνη ή η τέχνη τη ζωή; Μήπως η επιλογή του έργου από την κοινότητα του χωριού δεν ήταν τυχαία; Μήπως ήταν ένας έμμεσος τρόπος να μεταφερθεί και να συζητηθεί στον δημόσιο χώρο του θεάτρου το οικογενειακό πρόβλημα της Νίνας; Κατά την περίοδο που ανεβαίνει η παράσταση, η ίδια η Νίνα βιώνει ένα μικρό διάλειμμα από την καταστολή που υφίσταται στην καθημερινότητά της, καθώς είναι σε θέση να δραματοποιήσει και έτσι να δημοσιοποιήσει εμμέσως τη θέση, την επιθυμία και τη θέλησή της – η ανάληψη του ρόλου της Στέλλας της προσφέρει μία δίοδο αντίστασης, δυστυχώς όμως μόνο προσωρινά, χωρίς δυνατότητα πραγματικής διεξόδου. - Στη δεύτερη ενότητα του βιβλίου με τίτλο «Οι γυναίκες», παρατίθενται και αναλύονται συνεντεύξεις γυναικών του χωριού, διαφόρων ηλικιών, που αντιμετωπίζονται ως Ιστορίες Ζωής. Θέματα των αφηγήσεων είναι η παιδική ηλικία, η σεξουαλικότητα, οι οικογενειακές σχέσεις, οι επαγγελματικές επιλογές? μεθοδολογικά εργαλεία της ανάγνωσης είναι επεξεργασίες που συνυφαίνουν την ψυχαναλυτική θεωρία με τη σημειωτική και τη φεμινιστική κριτική, κατάλληλα για να εξερευνήσουν τη διάπλαση του έμφυλου υποκειμένου της γλώσσας. - Στην τελευταία ενότητα του βιβλίου που τιτλοφορείται «Η Ιστορία», περιλαμβάνεται, ανάμεσα σε άλλα, ένα ιδιαίτερα περίπλοκο, ουσιαστικό αλλά και συγκινητικό εγχείρημα: Αξίζει και πάλι να ακούσουμε την ίδια τη Βιδάλη: «Στη διάρκεια των σπουδών μου», μας λέει, «συνάντησα τον όρο ‘παγωμένο πένθος’, τον οποίο χρησιμοποιούν οι άνθρωποι στη Λατινική Αμερική για να μιλήσουν για ένα ιδιαίτερο είδος κατάθλιψης που οφείλεται στον αποχωρισμό και τον θάνατο που προκαλούν πολιτικά συμβάντα. Έτσι, γεννήθηκε η ιδέα να συνδέσω τις προφορικές μαρτυρίες του Ελληνικού Εμφυλίου με την ψυχαναλυτική θεωρία του πένθους» (σ. 138). Και λίγο παρακάτω: «Έχει επιβληθεί σιωπή σε όσους έχουν σημαδευτεί από κάποια τραυματική ιστορία. Αν αφηγηθούν την ιστορία τους σε κάποιον που τους ακούει με κατανόηση και ενσυναίσθηση, ίσως αυτό βοηθήσει να αρχίσει η διαδικασία του πένθους» (σ. 139). Η τρίτη ενότητα του βιβλίου εστιάζεται στην ανάλυση της συνέντευξης ενός άντρα, του Γρηγόρη, που θεωρείται από το περιβάλλον του, και δικαίως, ήρωας της Αντίστασης και έτσι προβάλλει και ο ίδιος τον εαυτό του. Η Βιδάλη, ωστόσο, αναγνωρίζει ότι ο Γρηγόρης επιχειρεί να αυτοπροσδιοριστεί υιοθετώντας έναν κυρίαρχο λόγο των αφηγήσεων του Εμφυλίου, ένα «κοινωνικό κείμενο» που μυθοποιεί τους αγωνιστές της Αριστεράς με τρόπους οιονεί λογοτεχνικούς, όπως είναι η ρομαντική εικόνα του έφιππου ήρωα που έχουμε συνηθίσει, για παράδειγμα, στις φωτογραφίες του Άρη Βελουχιώτη. Συγχρόνως, ο λόγος αυτός τους ομοιογενοποιεί. Η Βιδάλη φιλοδοξεί να προσπελάσει το «παγωμένο πένθος» που κατατρύχει τον Γρηγόρη και να ερευνήσει, με εργαλείο την ψυχαναλυτική θεωρία, τις τραυματικές εμπειρίες που του έχει προκαλέσει ο Εμφύλιος, αυτές που ευθύνονται για τις σιωπές, τις ασυνέχειες, τις ψυχαναγκαστικές επαναλήψεις φράσεων και εκφράσεων, την ειδική χρήση της μεταφορικής γλώσσας και γενικά όλα εκείνα τα στοιχεία που διακόπτουν τη συνοχή της αφήγησής του και δείχνουν προς την κατεύθυνση ανεπούλωτων τραυμάτων. Έτσι, διακρίνει στον λόγο του ένα επίπεδο απωθημένων φαντασιώσεων και τους τρόπους με τους οποίους αυτές συνδέονται και αλληλεπιδρούν με τον κοινωνικά προσδιορισμένο εαυτό του. Στην πορεία, καθώς η ανάλυση της Βιδάλη αποδομεί τον ιδανικό εαυτό του Γρηγόρη ως ρομαντικό ήρωα, τον εμπλουτίζει ως υποκείμενο. Του αναγνωρίζει, και αποκαθιστά εν μέρει, στο επίπεδο του δικού της κειμένου, την «πολύπλοκη υποκειμενικότητα» την οποία έχει καταπιέσει και απωθήσει, παρακάμψει και περιστείλει η εξύψωσή του σε ήρωα-αντάρτη της Αριστεράς. Βέβαια, δυστυχώς ή ευτυχώς, η ερευνήτρια δεν είναι και δεν μπορεί να είναι και θεραπεύτρια... Και όπως μας γράφει στο βιβλίο της: «Σε αντίθεση με τα θύματα του Ολοκαυτώματος, τα θύματα του ελληνικού Εμφυλίου δεν είχαν πρόσβαση σε ψυχοθεραπεία. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι άμοιρο συνεπειών τόσο για τα άτομα όσο για την κοινωνία, που υποφέρει από τις συνέπειες ενός μη επεξεργασμένου πένθους» (σ. 135). - Προς το τέλος του βιβλίου εξηγείται επίσης αναλυτικά ένα σημείο-κλειδί για την κατανόηση ολόκληρου του έργου: πρόκειται για το θέμα της προσωπικής σχέσης του ερευνητή με το θέμα που ερευνά. Η λεγόμενη «θεωρία» που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του μεταδομισμού και η οποία είναι συνυφασμένη με τα προγράμματα των πολιτισμικών σπουδών, μας έχει αφήσει μία σημαντική παρακαταθήκη: Έχει γκρεμίσει την ιδέα του επιστήμονα που πιστεύει ότι μπορεί να ξεχωρίσει τον εαυτό του από το αντικείμενο της έρευνάς του, ότι μπορεί να κατέχει μία θέση «αντικειμενικού» παρατηρητή, πέρα και υπεράνω του υπό μελέτη αντικειμένου του. Εδώ η ερευνήτρια παραδέχεται και χρησιμοποιεί την υποκειμενικότητά της (συμπεριλαμβανομένων και στοιχείων που εμφανίζονται με τη μορφή μηνυμάτων από τον χώρο του ασυνείδητου, όπως το αίσθημα του «ανοίκειου»), ως εργαλείο της ανάλυσης αλλά και συστατικό στοιχείο του υπό ανάλυση υλικού. - Το βιβλίο που έχουμε στα χέρια μας σήμερα είναι κατ’ αρχήν ένα σημαντικό ακαδημαϊκό πόνημα και επίτευγμα? εμπεριέχει, ωστόσο, και στοιχεία μιας Ιστορίας Ζωής της ίδιας της Βιδάλη. Δεν πρόκειται απλώς για τη συνέπεια μιας αξιέπαινης εντιμότητας, αλλά για μια παραδοχή προσωπικής εμπλοκής που όμως, παραδόξως, αποτελεί συγχρόνως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση αξιοπιστίας για το έργο της. Η επερώτηση του υπερβατικού υποκειμένου του λόγου δεν αφορά μόνο τις γυναίκες και τους άντρες από τους οποίους παίρνει συνέντευξη, αλλά και τον εαυτό της, και φωτίζει, άλλοτε ρητά, άλλοτε υπαινικτικά, τόσο τα κίνητρα των ερευνητικών της επιλογών όσο και την πορεία της έρευνας. - Θα τελειώσω με μια μικρή απολογία: όπως υπαινίχθηκα και στην αρχή της παρουσίασης, το βιβλίο της Άννας Βιδάλη είναι τόσο πυκνογραμμένο και πολυσχιδές που μου ήταν αδύνατον να μην το αδικήσω σε μία ομιλία 15 λεπτών. Κυρίως λείπει από την ομιλία μου μία ολοκληρωμένη πραγμάτευση της συνθετότητας που διακρίνει τις θεωρητικές επεξεργασίες της Άννας. Επικεντρώθηκα στα σημεία εκείνα που με ενδιαφέρουν προσωπικά ως κριτική αναγνώστρια της λογοτεχνίας και δασκάλα: την αποτελεσματικότητα του διεπιστημονικού και διαθεματικού προσανατολισμού στην έρευνα και την πρωταρχική παιδευτική αξία του αναστοχασμού που καταδεικνύει και μας διδάσκει το βιβλίο αυτό. - Ευγενία Σηφάκη (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας), ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ της Θεσσαλονίκης στις 22 Ιανουαρίου 2014. -

Για τα βιβλία της Άννας Βιδάλη έχω την εντύπωση ότι το ένα γεννάει το άλλο, έτσι που να αποτελούν όχι έργα της αλλά «το Έργο της», συνολικά. - «Η σχέση ενός έργου με τον βίο του δημιουργού του αποτελεί από μόνο του αντικείμενο έρευνας...», γράφει η Ρίκα Μπενβενίστε (στον Πρόλογο της μετάφρασης του βιβλίου του Μορίς Χαλμπγουάκς Τα κοινωνικά πλαίσια της μνήμης). - Αυτοαναφορικά αποσπάσματα από τα βιβλία της Άννας Βιδάλη τεκμηριώνουν την δική της προσωπική σχέση με το αντικείμενο που έμελλε να γίνει θέμα και περιπέτεια ζωής γι’ αυτήν, καθιστώντας αυτήν καθεαυτήν τη σχέση ενδιαφέρουσα από κάθε άποψη. - «Όταν άρχισα να ερευνώ την απαγορευμένη ιστορία της Ελλάδας είχα κατά νου ορισμένες ερωτήσεις οι περισσότερες από τις οποίες δημιουργήθηκαν από τις προσωπικές μου εμπειρίες στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Η συγκεκριμένη περίοδος ήταν από την αρχή συνδεδεμένη με το γεγονός ότι γεννήθηκα στην Κατοχή και μεγάλωσα στο βαρύ κλίμα του Εμφυλίου και της μετεμφυλιακής περιόδου. Υπήρχε το παράδοξο ότι, παρόλο που η Αντίσταση και ο Εμφύλιος εξακολουθούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, απουσίαζαν παντελώς από την επίσημη ιστοριογραφία και τον καθημερινό λόγο... Η πολιτική ζωή της Ελλάδας συνέχισε να ασκεί τις τραυματικές επιδράσεις της στην προσωπική ζωή όλων μας που ζούσαμε υπό την εξουσία της... Η επιβίωση συνδέθηκε με μια υποκριτική απόκρυψη των ηθικών και πολιτιστικών αξιών... Στο βαθμό που εμποδιζόταν να εκφραστεί μe λόγια το τραύμα του Εμφυλίου, το έβλεπα να ξαναγυρίζει ψυχαναγκαστικά, επαναλαμβάνοντας τη βία μέσα από άλλες μορφές...» - «Εγώ η ίδια είχα εξιδανικεύσει αυτό το κομμάτι της ελληνικής ιστορίας. Πέρασα την παιδική μου ηλικία σε μια Ελλάδα που την κυβερνούσε η δεξιά και οι ξένοι προστάτες της, όπου όμως κυριαρχούσε η ιδεολογία της ηττημένης Αριστεράς. Έμοιαζε σαν εμείς τα παιδιά να οφείλαμε να κρατήσουμε ζωντανές στις καρδιές μας τις μνήμες ενός ηττημένου πολιτικού κινήματος». - «Αργότερα συνάντησα τον όρο παγωμένο πένθος, τον οποίο χρησιμοποιούν στη Λατινική Αμερική για να μιλήσουν για ένα ιδιαίτερο είδος κατάθλιψης που οφείλεται στον αποχωρισμό και στον θάνατο που προκαλούν πολιτικά συμβάντα.... Δεν είναι σύνηθες οι ιστορικοί να αναγνωρίζουν ότι η ιστορία έχει τέτοιες συνέπειες στους ανθρώπους που την ζούνε. Μόλις το αντιληφθεί αυτό, το έργο του ιστορικού γίνεται ανάλογο με το έργο του θεραπευτή, τουλάχιστον εν μέρει. Ο ιστορικός βρίσκεται εκεί για να βοηθήσει τους ανθρώπους να ξεπεράσουν το παγωμένο πένθος τους... ». - «Ένιωθα ότι τους χρωστούσα την περηφάνια μου και την απόφασή μου να πολεμώ ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης. Ήταν τόσο σημαντικό για μένα να γράψω την ιστορία αυτή, λες και η δική μου προσωπική ιστορία συνδεόταν στενά με αυτήν». - Έτσι λοιπόν η Άννα αποφάσισε να ερευνήσει και να μιλήσει για την απαγορευμένη εκείνη περίοδο, κρίνοντας από την αρχή ότι η προσέγγισή της έπρεπε να γίνει μέσα από το προσωπικό βίωμα, με μια συνδυαστική χρήση της προφορικής ιστορίας με την ψυχαναλυτική θεωρία. Προσδοκώντας ότι η μέθοδος αυτή θα μπορούσε ν’ απελευθερώσει και ν’ αναδείξει τη μαρτυρία εκείνου του μαζικού τραυματισμού και των επιπτώσεών του στην μετέπειτα ζωή και στον ψυχισμό των ανθρώπων που χτυπήθηκαν από τα γεγονότα, –και καθώς το τραύμα δεν περιορίζεται στη γενιά που το βίωσε– και των άμεσων απογόνων τους. Ούτως ή άλλως η προφορική ιστορία, πάντα διαμεσολαβημένη από τη μνήμη, πιστεύεται ότι είναι το καταφύγιο των ηττημένων, σε αντίθεση με την επίσημη ιστοριογραφία, την Ιστορία, που θεωρείται αφήγηση των νικητ Όπως τα προηγούμενα έργα της Άννας Βιδάλη, έτσι και το βιβλίο που σήμερα παρουσιάζουμε, το Θέατρο της Ιστορίας, κινείται γύρω από το σημείο τομής της γενικής με την προσωπική ιστορία. Όπου, και εδώ, όταν λέμε «γενική» εννοούμε την αποσιωπημένη και διαστρεβλωμένη ιστορία της Αντίστασης και του Εμφύλιου, και «προσωπική», την ιστορία των προσώπων που εμπλέχτηκαν στα βίαια γεγονότα εκείνης της περιόδου, και επέζησαν. Όπως και στα άλλα της βιβλία, έτσι κι εδώ η Άννα Βιδάλη προσπαθεί να καταργήσει τη διάκριση ανάμεσα στην εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα, ανάμεσα σε ενεργό και παθητικό υποκείμενο. Αυτό που θέλει να δείξει είναι πώς το υποκείμενο παράγεται μέσα από τη γλώσσα της αφήγησης, καθώς αυτή προσπαθεί να κατασκευάσει ενεργητικά το παρελθόν ως μνήμη, κάτω από την επίδραση του σήμερα. Διαβάζοντας προσεκτικά τα έργα της συμπέρανα ότι η μεθοδολογική αυτή επιλογή, της οποίας οι επιστημολογικές παραδοχές δεν είναι αναγκαστικά ουσιοκρατικές –κάτι που προσωπικά και λόγω της δικής μου επιστήμης προκρίνω– βασίζεται στην πεποίθηση της ότι η ιδέα του Φρόιντ για την εκ των υστέρων κατασκευή της μνήμης, από τη σύντηξη φαντασίωσης και πραγματικότητας, αποτελεί τη μεγάλη συνεισφορά του στη μελέτη της Ιστορίας. - Για την παρουσίαση της ψυχαναλυτικής προσέγγισης του υλικού αφήνω να μιλήσουν οι πιο αρμόδιοι. Εγώ, απ’ τις πολλές ενδιαφέρουσες πλευρές του βιβλίου, που καθεμιά τους θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης συζήτησης, θα αναφερθώ σε όσα εμπίπτουν στις δικές μου γνωστικές, ερευνητικές, ταξιδιωτικές, υπαρξιακές, διαδρομές. - Προχωρώ λοιπόν στον τομέα εκείνον της όλης έρευνας της συγγραφέως, κύριο μέρος –και τίτλο άλλωστε– του συγκεκριμένου βιβλίου, που θεωρώ ιδιαίτερα ευρηματικό, και για μένα πιο οικείο και προκλητικό. Πρόκειται για το μέρος που αναφέρεται στις θεατρικές παραστάσεις που δίνονταν στο χωριό και τις σχετικές αφηγήσεις. - Όταν η Άννα Βιδάλη τη δεκαετία του 1980 ξεκινά την έρευνα πεδίου αναζητώντας να κατανοήσει το τι σημαινε για τους ανθρώπους της κοινότητας η πολιτική ταύτιση με τα ιδανικά της Αντίστασης και τις ψυχολογικές επιδράσεις που είχαν τα γεγονότα εκείνων των δεκαετιών σ’ αυτούς και τα παιδιά τους, διαπιστώνει ότι οι άνθρωποι, ακόμη και μετά από 30 χρόνια, δυσκολεύονται να μιλήσουν γι’ αυτό. Είναι κατανοητό. Τραυματικά γεγονότα και διαψεύσεις τέτοιας έντασης, που η ψυχή αδυνατεί να καταγράψει, δεν μπορεί εύκολα να κουβεντιαστούν. Το τραύμα γίνεται «μυστικό», με την έννοια που δίνουν στη λέξη οι μυστικιστές: μυστικό δεν είναι κάτι που δεν πρέπει να ειπωθεί αλλά κάτι που δεν μπορεί να μεταδοθεί. Ωστόσο όσο ο χρόνος κυλάει, όσο ο κόσμος αλλάζει και οι παλιές αξίες λησμονιούνται, η ανάγκη της μετάδοσης πιέζει ως έσχατος φόρος τιμής σ’ ένα οδυνηρό τετελεσμένο. Πρέπει τότε να βρούμε άλλους τρόπους για να προσεγγίσουμε αυτό το «άφατο». Η Άννα Βιδάλη βρήκε. - Πεπεισμένη από τη θεωρία αλλά και από την εμπειρία ότι το τραύμα επηρεάζει τη μνήμη όσο και τη δυνατότητα αφήγησης, άρα και τη δυνατότητα συλλογής αφηγήσεων, επινόησε ευθύς εξ αρχής μια έμμεση πρόσβαση και αναφορά στα θέματα που την ενδιαφέρουν: τη συζήτηση γύρω από τις πολιτιστικές δραστηριότητες των κατοίκων του χωριού που μελετά, συγκεκριμένα την ενασχόληση τους με το θέατρο, έντονη ήδη από την εποχή της εγκατάστασής τους εκεί ως προσφύγων. - H Άννα Βιδάλη, παραδεχόμενη την ηθική λειτουργία της μιμητικής ταύτισης, επέλεξε να διερευνήσει το ζήτημα του πώς παράγονται οι ταυτίσεις μέσω της τέχνης του θεάτρου, πιστεύοντας ότι οι θεατρικές παραστάσεις που οργανώνονταν μέσα στην κοινότητα από τα μέλη της, μπορούν να αποκαλύψουν τις φαντασιώσεις που κρύβονταν πίσω από την εμπλοκή των ανθρώπων αυτών στην πολιτική, μπορούν να αποτελέσουν δηλαδή έναν έμμεσο τρόπο συμβολικής αναπαράστασης συλλογικών και ατομικών σκέψεων και επιθυμιών τις οποίες οι άνθρωποι θα δυσκολεύονταν να εκφράσουν διαφορετικά. Διαπιστώνει πως οι πληροφορητές της, μιλώντας για τις θεατρικές παραστάσεις του «τότε», για τα έργα και τα πλασματικά πρόσωπα, μιλούν εν τέλει για τη δική τους ιστορία. Οι ιδιωτικές τους ζωές μέσα από ανεξιχνίαστους υπόγειους δρόμους μπερδεύονται και ταυτίζονται με τη μοίρα των φανταστικών ηρώων και ηρωίδων των έργων. - «Η αφήγηση είναι της τάξης του λόγου, το θέατρο της τάξης του ονείρου και του βαθύτερου υποσυνείδητου κόσμου» (Μ. Στεφανοπούλου, Το θέατρο των πηγών..., σ. 121). - Το θέατρο, εμπνεόμενο από τον ρεαλισμό μιας σκληρής κοινωνικής πραγματικότητας, μετατρέπει το σώμα του ηθοποιού σε ιδέα, τη σιωπή σε κραυγή, τη στιγμή σε αιώνιο μύθο. Έτσι ώστε και οι ίδιοι οι θεατές –αν υπάρχει διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε ηθοποιούς και «κοινό» σε τέτοιου είδους παραστάσεις– να υφίστανται επίσης μια βαθιά αλλαγή. - Μέσα από τα έργα που ανεβάζουν, απ’ τη μια διαλέγονται με το πέρα από κάθε λογική κακό του πολέμου, απ’ την άλλη ευαγγελίζονται την αρχή μιας νέας κατάστασης, μιας κατάστασης που δείχνει να πηγάζει από την ίδια τους την παρουσία, τη συμμετοχή, τη θυσία. Η καλλιτεχνική δημιουργία ταυτίζεται με τη συλλογική δράση της ομάδας που λειτουργεί και εμπνέεται απ’ τον απόηχο της Ιστορίας. Με τον τρόπο της ζωής και με την τέχνη τους εκφράζουν την πρόσκαιρη αλλά τεράστια αίσθηση και ψευδαίσθηση της ελευθερίας. Η ελευθερία επιτρέπει μια σχέση με το μέλλον κι αυτή η υπόσχεση δείχνει να κράτησε για τα υποκείμενα της έρευνας της Αννας Βιδάλη όσο κράτησε η εμπόλεμη αιματηρή περίοδος. - Πάντα οι τέχνες και κυρίως οι παραστατικές έχουν λειτουργήσει –ακόμη και επιστρατευτεί από την πολιτική– ως ενοποιητικός παράγοντας για τα μέλη μιας κοινωνίας, συμβάλλοντας στην ενίσχυση του αισθήματος της συλλογικής ταυτότητας αλλά και κανονιστικά, ως μέσο προβολής και επιβολής συλλογικών στερεοτύπων, νοοτροπιών, αντιλήψεων, αποδέκτες των οποίων ήσαν πάντα κατ’ εξοχήν οι γυναίκες. Σωστά λοιπόν η Άννα Βιδάλη τις βάζει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της έρευνας της. - Εξ ού και το ζητούμενο που προκύπτει απ’ το βιβλίο είναι η συγκρότηση του θηλυκού υποκειμένου στη νεοελληνική κοινωνία και η μεθοδολογική επιλογή αναζητά μέσα από τη θεατρική επιτέλεση τους τρόπους που κατασκευάζεται η «γυναίκα» ως μοντέλο προς μίμηση –ή προς αποφυγήν θα πρόσθετα εγώ– για τις γυναίκες του χωριού. - Το θεατρικό υλικό που έχουμε μπροστά μας είναι μια διαδρομή στην περιπέτεια της θηλύτητας: Θα σταθώ στην αρχετυπική γυναικεία μορφή του εθιμικού παραδοσιακού ποντιακού δρώμενου των Μωμόγερων, το οποίο πολύ σοφά η συγγραφέας συμπεριέλαβε δίπλα στις έντεχνες θεατρικές παραστάσεις που σκηνοθετούσαν, έπαιζαν και έβλεπαν τα υποκείμενα της έρευνας της. Και θα αξιολογήσω την ανάλυση της Άννας για το θεμελιώδες αυτό μέσο έκφρασης των Ποντίων κατοίκων της Κασταλίας που –όπως άλλωστε όλα τα αντίστοιχα παραδοσιακά δρώμενα που όλα έχουν ως κεντρικό πρόσωπο τη γυναίκα/ νύφη– θέτει το θέμα της γυναικείας ετερότητας και της αντίφασης που προκύπτει ανάμεσα στους θηλυκεντρικούς συμβολισμούς του παραστατικού πανάρχαιου δρώμενου και την αυστηρά πατριαρχική κοινωνική οργάνωση των Ποντίων –και όχι μόνο– οι οποίοι το επιτελούν με πατροπαράδοτο σεβασμό. - Τέτοιες τυποποιημένες τελετουργίες, ενσωματωμένες κάποτε με μαγική σκοπιμότητα στον ετήσιο κύκλο της βλάστησης, δεν αποτελούν απλά εντυπωσιακά απομεινάρια ενός απώτατου παρελθόντος, αλλά και ιδανικούς μηχανισμούς έκφρασης και ρύθμισης ενδοψυχικών και πολιτικών κρίσεων. - Ενσαρκώνουν τόσο την πραγματική όσο και τη φαντασιακή ταυτότητα των ομάδων που τα επιτελούν. Την πραγματική, γιατί αποτελούν ομαδική δημιουργία του συνόλου και απευθύνονται σ’ αυτό• τη φαντασιακή, γιατί ενσωματώνουν κοινές ιδέες, αξίες, πεποιθήσεις, προσδοκίες, συμβάλλουν στην αλληλο-αναγνώριση των μελών της ομάδας και στην διαφοροποίησή τους από τα μέλη άλλων ομάδων. Από ψυχαναλυτική άποψη πιστεύεται πως οι συμβολικές θεατρικές πράξεις των τελετουργιών αυτού του τύπου αντικαθιστώντας πράξεις πραγματικές και επιτρέποντας την απελευθέρωση συναισθημάτων που δεν θα γίνονταν αλλιώς κοινωνικώς παραδεκτά, υπηρετούν την ανθρώπινη επικοινωνία και εκτονώνουν την επιθετικότητα εξασφαλίζοντας την συμβίωση ατόμων και ομάδων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα Δρώμενα αυτά τα συναντούμε κυρίως ανάμεσα σε στιγματισμένες, μειονοτοποιημένες, "εθνικά ύποπτες" κοινότητες Eλλήνων πολιτών, εμπλεγμένων στον εθνογραφικό πόλεμο που διεξήχθη στον ρευστό και συγκρουσιακό βορειοελλαδικό χώρο, σαν ύστατη θαρρείς αντίσταση στην επιβαλλόμενη –συχνά βίαια– εθνική ομοιογενοποίηση. - Στόχος τέτοιων εορτασμών δεν είναι πλέον ν’ αφυπνίζεται η φύση αλλά να αφυπνίζεται η συλλογική μνήμη και να αναζωογονούνται συγκινησιακά οι δεσμοί με τις ρίζες, το παρελθόν και τους προγόνους, μέσω της απόδοσης τιμών, κατάλληλα σκηνοθετημένης ώστε να υποδύεται όρους αυθεντικότητας και γνησιότητας. Το –κιτς κατά κανόνα– αποτέλεσμα τέτοιων παραστάσεων (performance), έχει αφ’ εαυτού ιδιάζον ενδιαφέρον: «η ιστορία εκτυλίσσεται ταυτόχρονα με την αναπαράσταση της, για να συμφυρθούν έτσι αχώριστα, αφού το ομοίωμα ενσωματώνεται στο πραγματικό» (Π. Μπουκάλας). - Στις εθιμικές αυτές παραστάσεις θίασοι από θηριόμορφους ή και ανθρωπόμορφους ρωμαλέους μεταμφιεσμένους αποτελούν την φρουρά κάποιας κεντρικής γυναικείας μορφής, που είναι η Νύφη ή Μπούλα. Η παρουσία της δίνει τη δυνατότητα μιας υπαινικτικής ή πιο αναπτυγμένης θεατρικής αναπαράστασης γονιμικού χαρακτήρα (γάμου, αρπαγής, μοιχείας, φόνου-ανάστασης, συνουσίας, τοκετού). Κάθε τέτοιο δρώμενο είναι οργανωμένο πάνω στο βασικό δίπολο της λαϊκής κοσμοθεωρίας, θρησκευτικότητας και μυθοπλασίας, αρσενικό-θηλυκό. Η νύφη, άρα Παρθένος, άρα αν-υπ-ανδρη, εμβληματική θηλυκή μοναχική μορφή, μια ακόμη εμφάνιση της μακρινής και απωθημένης Μητέρας Θεάς που ανθεκτική και άτρωτη με τις συνεχείς μεταμορφώσεις της διατρέχει τους πολιτισμούς, αναδείκνυει τους απόκρυφους όρους αυτής της διχοτομίας. Στην επιθυμία της δεν υπάρχουν εμπόδια. Ο πατρικός απαγορευτικός νόμος δεν αγγίζει την προ-Οιδιπόδεια αυτή φαλλική μητέρα, που ανατρέπει ακόμη και την παντοδυναμία του Χάρου. - «Τι μπορεί να είναι αυτό που κάνει τους Μωμόγερους ένα δρώμενο κατάλληλο να αναπαράγεται στην έντονα πατριαρχική κοινωνία των Ποντίων;» είναι το ερώτημα που θέτει η Άννα Βιδάλη. Μια απάντηση συνδέεται με την αγάπη και ταύτιση των Ποντίων με τις συμπατριώτισσες τους Αμαζόνες και την άγρια φύση τους. Εδώ οι αρχές της πατριαρχίας δεν προσβάλλονται. Έχοντας εξοβελίσει και δαιμονοποιήσει τον μητροκεντρικό παγανισμό και αντιστρέψει το κοσμολογικό νόημα του, έχοντας αναγάγει την κοσμογονική ιερή θηλυκή παν-σεξουαλικότητα στο απόλυτο «άλλο», το απειλητικό για τη θεσμική τάξη του ρυθμιστικού αρσενικού στοιχείου, έρχονται να προσθέσουν στην αρχική διχοτομία αρσενικό-θηλυκό, μια δεύτερη: φύση-πολιτισμός. Η ταύτιση της γυναίκας με την άγρια και αδάμαστη φύση –ακόμη και με το ζωώδες– έγινε το πιο διαδεδομένο και συνεχώς ανανοηματοδοτούμενο στερεότυπο. Η γυναίκα, ως το αντίθετο της κουλτούρας, εμφανίζεται να διαθέτει δυνάμεις αχαλίνωτες που πρέπει να τιθασεύονται και να ελέγχονται. Με μια τέτοια ανάγνωση το πανάρχαιο μυθολογικό γονιμικό μοτίβο της αρπαγής στο παραδοσιακό δρώμενο χάνει το νόημα του και δεν παραπέμπει παρά μόνο στις γαμήλιες στρατηγικές των Ποντίων, που με μια εικονική απαγωγή οδηγούν τη νεόνυμφη από την ανεξάρτητη κοινωνική ύπαρξη στην απόλυτη υποταγή στο εσωτερικό της οικογένειας του άντρα. - Τι επίδραση όμως μπορεί να ασκήσει μια τέτοια ανάγνωση στο γυναικείο ποντιακό κοινό σε μια εποχή που οι γυναίκες, κόρες οι ίδιες της πατριαρχίας, συγκρούστηκαν με τις βασικές αρχές της (την υποταγή, την αφοσίωση στις αποκλειστικές οικογενειακές σχέσεις) και εγκατέλειψαν τον κλειστό οικιακό χώρο για μια δυναμική κοινωνικοποίηση με πολιτικά ιδανικά; Η Άννα Βιδάλη αναζητά την απάντηση, με ερείσματα όχι μόνο ψυχαναλυτικά αλλά και ανθρωπολογικά, πολύ ορθά κατά τη γνώμη μου, στην παρενδυσία. - Τα άκρως τολμηρά αστεία στις παραστάσεις των Μωμόγερων και η ανατροπή των ταμπού εκ μέρους της Νύφης, που δίνουν την εντύπωση μιας ενεξέλεγκτης σεξουαλικότητας –χαρακτηριστικά όλων των μεταμφιεστικών δρώμενων του Δωδεκάμερου όπως και της Αποκριάς– με κρυπτογραφημένο το αρχέγονο γονιμικό νόημά τους, δεν είναι παρά μια υφαρπαγή του αιώνιου θηλυκού ρόλου από τους παρενδεδυμένους άνδρες. Αυτό που προβάλλεται είναι μια διαστρεβλωμένη στερεοτυπική εικόνα και έννοια του θηλυκού που προέρχεται από την ανδρική φαντασίωση και μέσω της υπερβολής, άρα της γελοιοποίησης, καλεί τις αποκλεισμένες ήδη από το δρώμενο γυναίκες, να ταυτιστούν με αυτήν και φυσικά να την απορρίψουν, επαναβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την ανδρική εξουσία πάνω τους. - Τη δύναμη της παρενδυσίας υπογραμμίζει η συγγραφέας με την παράθεση σ’ αυτό ακριβώς το σημείο μιας σημαίνουσας αφήγησης. Πρόκειται για την αφήγηση μιας γυναίκας που έπαιξε και αποθεώθηκε σε παραστάσεις που ανέβηκαν στο χωριό, και που την κλίση της αυτή συνέδεε κληρονομικά με έναν αντίστροφο ρόλο. - Μιλάει η Ευαγγελία: «Ρώτησα τη γιαγιά μου, από πού κι ως πού με βγάλατε Ευαγγελία; Γιατί Ευαγγελία ούτε γιαγιά είχα και ο νουνός μου ήτανε Αντώνης και γεννήθηκα 17 Ιανουαρίου, έπρεπε να με λενε Αντωνία. Και μου λέει, ότι όταν ήρθαν εκείνα τα χρόνια από την πατρίδα, έπαιξε έναν ανδρικό ρόλο, τον Αθανάσιο Διάκο, μια 25η Μαρτίου. Και αυτό της είχε μείνει και ήθελε να μην ξεχαστεί. Και λέει: Γι’ αυτό σε έβγαλα Ευαγγελία, για να θυμούμαι αυτό το ρόλο που δεν μπορούσε κανείς να τον μάθει απ’ έξω, κι εγώ το ’μαθα και το ’παιξα. Και σ’ έβγαλα Ευαγγελία για να το θυμούνται». - Η γυναίκα αυτή επιλέχτηκε από τον γυναικείο και τον αντρικό πληθυσμό του χωριού να παίξει έναν αντρικό ρόλο, ως πιο άξια να τους αντιπροσωπεύσει στην εθνική γιορτή προσωποποιώντας έναν ήρωα της επανάστασης. (Ας μην ξεχνάμε για ποια χρόνια μιλάμε, για τις συνθήκες της προσφυγιάς, την άγνοια της ελληνικής γλώσσας, τη μυθική διάσταση των εθνικών συμβόλων για τους πρόσφυγες...) Και κυρίως τη διασαλευμένη τους ταυτότητα. - Η παρενδυσία καταρρίπτει την έννοια του γνήσιου και της σταθερής ταυτότητας. Αποτελεί πρόκληση για τους εύκολους δυαδικούς διαχωρισμούς, θέτει σε αμφισβήτηση τις παραδοσιακές κατηγορίες αρσενικό-θηλυκό και κάνει διαπερατές όλες τις άλλες διαχωρισμένες κατηγορίες, επιτυγχάνοντας έτσι την υπέρβαση των ορίων. - Μια υπέρβαση ορίων σαν εκείνη που τα ίδια άτομα στα δύσκολα χρόνια του ηρωικού πολέμου κέρδισαν, κι ας ήταν ουτοπία. - Μιράντα Τερζοπούλου, εθνολόγος, κείμενό της στην παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ της Θεσσαλονίκης, 22 Ιανουαρίου 2014. - Είναι μεγάλη μου χαρά και προνόμιο να συμμετέχω σε αυτό το πάνελ όπου παρουσιάζουμε το καινούριο βιβλίο της καλής μου φίλης και για αρκετό καιρό συνεργάτιδας, της Άννας Βιδάλη. Με την Άννα μας συνδέουν κοινοί προβληματισμοί, συναφή ερευνητικά ενδιαφέροντα και εμπειρίες, διδακτική δουλειά στο Πανεπιστήμιο του Βόλου αλλά και στιγμές προσωπικού μοιράσματος σε χαρές και λύπες. Την ευχαριστώ λοιπόν που με κάλεσε να παρουσιάσω και αυτό το βιβλίο της, το οποίο αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα επιτομή του ερευνητικού της έργου. - Αν το μυθιστόρημα, που τυχαίνει να είναι και το αγαπημένο μου είδος (και αναφέρομαι στο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα), είναι η μορφή τέχνης η οποία ανακαλύπτει το άτομο (τον άνθρωπο, δηλαδή, που έχει χειραφετηθεί από τη συλλογική μοίρα), το θέατρο, όπως μας λέει η Άννα, είναι, κατά μια έννοια, εκείνη η μορφή τέχνης που επαναφέρει το άτομο αυτό μέσα στην κοινότητα, παρέχοντας μοντέλα «πάνω στα οποία μπορεί να σμιλέψει ο θεατής πολιτικές και άλλες ταυτίσεις». - Το θέμα τού πώς συγκροτείται το υποκείμενο που έχει χειραφετηθεί από τη συλλογική μοίρα και το οποίο όμως ταυτόχρονα χρειάζεται, κατά κάποιον τρόπο, να επανενταχτεί ως τέτοιο στην κοινότητα, σε μια συλλογικότητα, δηλαδή, την οποία πλέον συν-διαμορφώνει, είναι ένα από τα θέματα που μας απασχόλησαν από κοινού με την Άννα, αν και με διαφορετικούς τρόπους και από διαφορετικές αφετηρίες. Δύο κοινοί τόποι στη διερεύνησή μας αυτή ήταν η συγκρότηση της θηλυκότητας και η χρησιμοποίηση των αφηγήσεων ζωής και της ψυχανάλυσης ως μεθοδολογικών εργαλείων. - Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπ’ όψιν μου αυτές τις συνάφειες μεταξύ μας, θα προσπαθήσω να σχολιάσω το πώς επιχειρεί η Άννα να συγκροτήσει θεωρητικά και μεθοδολογικά αυτό το μοναχικό υποκείμενο, το οποίο καθίσταται τραγικό σε μια συγκεκριμένη ιστορική, κοινωνική και πολιτική συγκυρία, στο πλαίσιο μιας χώρας που παλεύει να υπάρξει στο μεταίχμιο κόσμων, εποχών, γεωγραφιών, παραδόσεων. - Η Άννα επιλέγει να δει αυτήν την περιπέτεια σε σχέση με την εποχή που μεγάλωσε και η ίδια και που, αναπόφευκτα την σφράγισε με τρόπους που, όπως λέει και η ίδια, διαφεύγουν του συνειδητού της ελέγχου. Επιλέγει επίσης να συμπεριλάβει το στοιχείο αυτό, όπως και άλλα της προσωπικής της ταυτότητας, στην ερευνητική διαδικασία. - Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρία μέρη: Στο πρώτο μέρος, η συγγραφέας επιχειρεί να δει πώς η κοινότητα της Κασταλίας, ενός χωριού στη Β. Ελλάδα χρησιμοποιεί το θέατρο προκειμένου οι κάτοικοι να επεξεργαστούν μεταξύ τους «απόψεις που θα τους οδηγούσαν να αποδεχτούν τους νεωτερισμούς, να μεταδώσουν τις γνώσεις, να μορφώσουν και να ενθαρρύνουν τους νέους με παραδείγματα κτλ.». Η κοινότητα αυτή, όπως μας πληροφορεί η Άννα, «είχε μια έντονη ενασχόληση με την παραγωγή θεατρικών παραστάσεων από την εγκατάσταση εκεί των προσφύγων μέχρι την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών». Πρόκειται για μια εποχή κοσμογονικών, θα έλεγα, εξελίξεων στην ευρωπαϊκη ήπειρο που προαναγγέλλουν ριζικές διαφοροποιήσεις στις κοινωνίες και στη μοίρα των υποκειμένων. Οι κάτοικοι του χωριού προέρχονται από κοινωνίες βαθιά παραδοσιακές και είναι υποχρεωμένοι να επιβιώσουν και να προσαρμοστούν σε εντελώς καινούριες συνθήκες σε μια χώρα που επίσης βρίσκεται σε παρόμοια διαδικασία εν μέσω εδαφικών διεκδικήσεων, συγκρούσεων, πολέμων, εμφύλιων σπαραγμών κτλ. - Η συγγραφέας επιλέγει να ασχοληθεί με τρεις παραστάσεις στις οποίες παρακολουθεί και αναλύει φαντασιώσεις και αναπαραστάσεις που αφορούν το πώς «κατασκευάζεται» η γυναίκα ως μοντέλο προς μίμηση για τις γυναίκες του χωριού». Αυτές είναι το παραδοσιακό ποντιακό δρώμενο Μομόγεροι, το θεατρικό έργο του Γ. Ξενόπουλου Στέλλα Βιολάντη και το έργο του Σ.Τσβαιχ Του Φτωχού τ’ Αρνί. - Η επιλογή του θηλυκού υποκειμένου προς μελέτη και διερεύνηση δεν είναι βέβαια καθόλου τυχαία. Όπως συνοψίζει ο ιστορικός Τομάς Λακέρ (Laqueur, 1992) μετά από δυο δεκαετίες περίπου όπου το θέμα έχουν θέσει και αναλύσει διεξοδικά οι φεμινίστριες επιστήμονες και συγγραφείς, η «γυναίκα» παραμένει πάντα μέσα στους αιώνες η «άδεια» κατηγορία, με την έννοια ότι είναι πάντα αυτή που «κατασκευάζεται» ως υποκείμενο εφ’ όσον ο άντρας αποτελεί πάντα το αυτονόητο μέτρο και συνακόλουθα δεν χρειάζεται να διερευνηθεί. - Όπως, επιπλέον σημειώνει εμφατικά η κριτικός Σοσάνα Φέλμαν (Felman, 1993), κάθε γυναικεία ζωή καθορίζεται έμμεσα ή άμεσα από τα ίχνη ενός τραύματος, τα ίχνη δηλαδή οδυνηρών, ανείπωτων βιωμάτων που η μνήμη δεν μπορεί να εμπεριέχει. Η ίδια συγγραφέας ισχυρίζεται επίσης ότι η αποκατάσταση αυτών των κενών δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο μέσα από την ανταλλαγή των ιστοριών τους. «Μια γυναίκα», λέει, «δεν είναι σε θέση να κατέχει την βιογραφία της. Μπορεί όμως να τη διαβάζει στις ιστορίες άλλων γυναικών». - Έτσι και η Άννα ανιχνεύει στις ιστορίες των γυναικών που της μιλούν την τραυματική τους διάσταση που εκτός από το γεγονός του «στίγματος» της θηλυκότητας καθορίζεται και από τα γεγονότα που βίωσαν από παιδιά έως και την ενήλικη ζωή τους (μεταναστεύσεις, απώλειες, φτώχεια, συγκρούσεις κτλ.). - Στη δική μου παρουσίαση θα εστιάσω στις γυναίκες και στις ιστορίες τους, έτσι όπως τις παρακολουθεί να ξεδιπλώνονται και ταυτόχρονα τις συγκροτεί μέσα από τη δική της ανάλυση η Άννα. Αναπόφευκτα, λοιπόν, θα συγκροτήσω κι εγώ με τη σειρά μου μια νέα αφήγηση. - Θα ξεκινήσω από την ιστορία της Νίνας, της γυναίκας που υποδύεται τη Στέλλα Βιολάντη στην ομώνυμη θεατρική παράσταση. Όπως σημειώνει η Άννα, κάτι συμβαίνει εδώ που παίρνει τα χαρακτηριστικά του ανοίκειου. Το έργο γράφτηκε στις αρχές του 20ού αι., όπου, κατά τα ιψενικά πρότυπα, μια κόρη τολμά να εξεγερθεί ενάντια στον νόμο του πατέρα που, κατά τα παραδοσιακά ειωθότα, θέλει να την χρησιμοποιήσει ως αντικείμενο συναλλαγής και, υπερασπιζόμενη τα συναισθήματά της, φτάνει μέχρι τον θάνατο. Μια παρόμοια ιστορία ορίζει και τη μοίρα της Νίνας που την υποδύεται τη δεκαετία του 1930, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Νίνα παντρεύεται τελικά αυτόν που της δίνει ο πατέρας της. Αυτό δεν επηρεάζει καθόλου την καταστροφική πορεία που ακολουθούν τα συναισθήματά της. Δυο γυναίκες που έχουν εξοριστεί από το πατρικό σπίτι και τον πατρικό νόμο και δεν έχουν πλέον τίποτα να τις οριοθετεί, να τις προστατεύει. Βρίσκονται εκτός συμβολικής τάξης, όπως τουλάχιστον αυτή ίσχυε ακόμη στην εποχή τους. Τι γίνεται σε αυτήν την περίπτωση με τα συναισθήματα, τα οποία δεν εγγράφονται πλέον σε μια «εγκοσμιότητα»; Και ιδιαίτερα τι γίνεται στη διάρκεια της εφηβείας, όταν το νεαρό κορίτσι οφείλει να γίνει η γυναίκα που προκρίνει η κοινωνία μέσα στην οποία ζει. Τον δρόμο των ταυτίσεων και του πεπρωμένου των ενορμήσεων προκειμένου να γίνει μια γυναίκα «κανονική» τον έχει δείξει αριστοτεχνικά ο Φρόυντ, όπως μας λέει και η Άννα. Διαφορετικά, το κορίτσι «κατακλύζεται από άγρια συναισθήματα από τα οποία δεν μπορεί κανείς να την προστατέψει» που στην περίπτωση των δυο γυναικών, της θεατρικής ηρωίδας και της πρωταγωνίστριάς της, εσωστρέφονται και οδηγούν και τις δυο στον θάνατο. Μην ξεχνάμε ότι, στο παραδοσιακό μοντέλο, η έκφραση της επιθετικότητας είναι εντελώς απαγορευμένη στις γυναίκες. Έτσι, ο πόνος γίνεται η μοίρα τους, καθώς και η απόλαυση (κατά Λακάν) που αντλούν από αυτόν και επιπλέον η μοίρα αυτή γίνεται για τους θεατές κάτι που πρέπει με κάθε τρόπο να αποφευχθεί, καθώς «οποιαδήποτε θέση επιλέξει ο θεατής ως θέση ταύτισης καταλήγει να ταυτιστεί είτε με μια βίαιη παρθένο είτε με ένα αρσενικό παιδί». Η συγγραφέας δείχνει αριστοτεχνικά μέσα από την ανάλυση του υλικού της, των σχέσεων, των ονομάτων και την εμπεριστατωμένη γνώση της της ψυχαναλυτικής θεωρίας, πώς συμβαίνει η παράδοξη αυτή δαδικασία. Εδώ θα σημειώσω, και μπορούμε να το συζητήσουμε, αν θέλετε, ότι γι’ αυτό ακριβώς δεν είναι καθόλου τυχαίο το γιατί ο Φρόυντ επιμένει μέχρι το τελευταίο κείμενο που έγραψε πριν πεθάνει στη δομική σημασία του φθόνου του πέους για τη νεωτερική γυναίκα. - Χρησιμοποιώντας την ιστορία της Αλεξάνδρας, η Άννα επιχειρεί να μας δείξει τις πολύπλοκες διαδρομές της μνήμης, όπως τις διερευνά ο Φρόυντ και η ψυχαναλυτική θεωρία. Επιλέγοντας τέσσερις αναμνήσεις της Αλεξάνδρας, δύο από την παιδική ηλικία και δύο από την ενήλικη ζωή της, η συγγραφέας μάς δείχνει πώς η γυναίκα αυτή προσπαθεί σε ένα ασυνείδητο επίπεδο να διαπραγματευτεί μέσα της οδυνηρά συναισθήματα εγκατάλειψης και ταπείνωσης και ταυτόχρονα να διασώσει την εικόνα του εαυτού της. Η μνήμη είναι, για την ψυχαναλυτική θεωρία, μια ιδιαίτερα σύνθετη διαδικασία, καθώς ποτέ δεν αποτυπώνει απλά και γραμμικά τα πραγματικά γεγονότα αλλά πάντα επιλέγει την οργάνωση των αναμνήσεων εκ των υστέρων και πάντα μέσα στο πλαίσιο παροντικών αναγκών. Το πώς οργανώνουν τα άτομα τις αναμνήσεις τους είναι, κατά τη γνώμη μου μια πολύ σημαντική παράμετρος στην όποια συζήτηση θέλουμε να κάνουμε για το πώς περνούν και διαδίδονται μέσα στις γενιές τα ιστορικά γεγονότα. - Στις επόμενες δυο ιστορίες, της Ευτυχίας και της κόρης της Φρόσως, την οποία η Ευτυχία γέννησε όταν ήταν μόλις 16 χρόνων, έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε πώς οι δυο γυναίκες διαμορφώνονται ως θηλυκά υποκείμενα μέσα από τον τρόπο που επιχειρούν να διαχειριστούν τις οιδιπόδειες συγκρούσεις τους, κυρίως μέσα από την σχέση τους με το σώμα και τη σεξουαλικότητά τους. - Η Ευτυχία γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό. Ήταν η αγαπημένη του παππού της που έβλεπε σ’ αυτήν την πολυαγαπημένη πεθαμένη αδελφή του που είχε το ίδιο όνομα και γι’ αυτό της έκανε δώρο και μια χρυσή ταυτότητα με το όνομά της γραμμένο επάνω. Με αναφορά αυτήν την αρσενική πατρική φιγούρα η οποία την ξεχωρίζει και την αγαπάει ενώ ταυτόχρονα την βάζει στη θέση μιας νεκρής, η Ευτυχία φαίνεται να ακολουθεί χωρίς προβλήματα την πορεία που προδιαγράφει και η φροϋδική θεωρία για το γυναικείο οιδιπόδειο. Δέχεται χωρίς αντίρρηση τον γάμο που επιτάσσει ο πατέρας σε πολύ μικρή ηλικία, γεννά τρία παιδιά και δεν διαμαρτύρεται για τη μοίρα της. Όπως λέει και η Άννα, η Ευτυχία συμμορφώνεται στην κατωτερότητα του φύλου της, διευθετώντας τις απωθήσεις και τα συναισθήματά της αντίστοιχα και γίνεται μια σωστή σύζυγος και μητέρα με ιδιαίτερη αδυναμία στο πρώτο της κορίτσι που το καθιστά περισσότερο μια αδελφή παρά μια κόρη, μια αδελφή στη θέση της αδελφής που πέθανε μωρό και της οποίας τον θάνατο ευχήθηκε κάτω από την επίδραση έντονων συναισθημάτων ζήλειας. - Η Φρόσω αντίθετα, παρόλο που λέει ότι μοιάζει με τη μητέρα της, έχει μια διαφορετική οιδιπόδεια συγκρότηση. Η Φρόσω φάινεται να επιλέγει τη μητέρα της ως αντικείμενο της αγάπης της και να προσπαθεί να παραμερίσει τον πατέρα, διεκδικώντας την ανεξαρτησία και των δυο, του εαυτού της δηλαδή και της μητέρας της. Αντίθετα επίσης από την μητέρα της που έμεινε όλη της τη ζωή στο χωριό, η Φρόσω έφυγε και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο. Η συγκρότηση της Φρόσως φαίνεται να καθορίζεται περισσότερο από αυτό που Φρόυντ ονόμασε αρσενική διαμαρτυρία που είναι ένα τρόπος επίλυσης του οιδιπόδειου που αμφισβητεί και αντιδρά στην αποδοχή της γυναικείας κατωτερότητας. - Βρίσκω ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι παρόμοια ευρήματα είχε και μια δική μου έρευνα που επιχειρούσε να διερευνήσει την σχέση μητέρας κόρης. Ότι, δηλαδή, από τη στιγμή που ανοίγει ο δρόμος για να βγουν οι γυναίκες από το σπίτι, η οιδιπόδεια διαδικασία δεν μπορεί πλέον να ακολουθήσει τις ίδιες διαδρομές όπως όταν οι γυναίκες ήταν οικόσιτες. Η διαδικασία της συγκρότησής τους ως αυτόνομα υποκείμενα σφραγίζεται από σύγχυση, οδυνηρές παλινδρομήσεις, τραυματικά βιώματα και περιπλανήσεις που συχνά φαίνεται σαν να μην οδηγούν πουθενά. Έχω όμως τη βαθύτατη πεποίθηση ότι αυτό είναι το τίμημα που πληρώνουν τα υποκείμενα, προκειμένου να χειραφετηθούν από τη συλλογική μοίρα και να είναι έτσι σε θέση να την επανακαθορίζουν και να την συνδιαμορφώνουν. Σε αυτήν την διαδικασία, οι γυναίκες έχουν αποδειχτεί πρωτοπόρες και δείχνουν συχνά τον δρόμο τού τι σημαίνει να διεκδικείς την ισότητα και την αυτονομία και σε άλλες κοινωνικές ομάδες. - Ο χρόνος δεν με παίρνει για να σχολιάσω το κεφάλαιο για την ιστορία με το οποίο κλείνει η Άννα το βιβλίο της όπου σε μια ανάλυση tour de force μάς δείχνει έναν υποδειγματικό τρόπο ανάγνωσης του ήρωα, ενός υποκειμένου, αρσενικού αυτή τη φορά και άρα και αυτονόητα παραδειγματικού μέσα στους αιώνες. Με τέτοιου είδους θεωρητικές τοποθετήσεις, λοιπόν, ίσως γίνει κάποτε εφικτό η ιστορία να ανήκει στα υποκείμενα που την συγκροτούν αντί στους λίγους που μοιράζονται την εξουσία. - Πριν τελειώσω, θα ήθελα να αναφερθώ στην ιδιαίτερα προσεγμένη από κάθε άποψη έκδοση του βιβλίου. Τα σκίτσα του Θ. Παπιώτη πλαισιώνουν και αναδεικνύουν τον γραπτό λόγο και στο επίπεδο του περιεχομένου αλλά και σε αυτό της αισθητικής. Συγχαρητήρια λοιπόν σε όσους συμμετείχαν στην εξαιρετική αυτή προσπάθεια και πάλι ευχαριστώ που με καλέσατε να την παρουσιάσω. - Τάνια Βοσνιάδου, ψυχοθεραπεύτρια, στην παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ της Θεσσαλονίκης στις 22 Ιανουαρίου 2014.

 

[ISBN:978-960-9488-47-1]


Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ
Αναζητώντας την ουσία πέρα από ιδεολογίες και μύθους

Επιμέλεια και πρόλογος: Κώστας Λάμπος

1. Φώτης Τερζάκης, Μύθοι και αλήθειες για την «άμεση δημοκρατία».
2. Γιώργος Κολέμπας, Η οικονομία της μετάβασης στην άμεση δημοκρατία.
3. Ζήσης Παπαδημητρίου, Τεχνολογία, ανθρώπινη εργασία και κοινωνική οργάνωση.
4. Γιώργος Οικονόμου, Άμεση Δημοκρατία και Κομμουνισμός.
5. Δημήτρης Παπαχρήστος, Η δημοκρατία της καλημέρας έχει πρόσωπο χαμογελαστό.
6. Περικλής Κοροβέσης, Τροχιοδεικτικά του μέλλοντος.
7. Γιώργος Λιερός, Ο Εργάτης Άνθρωπος και η δημόσια ευτυχία.
8. Κώστας Λάμπος, Αταξική Δημοκρατία και Οικουμενικός Ουμανισμός στον 21ο Αιώνα.


Υπάρχει στις μέρες μας, και όχι τυχαία, μεγάλη σύγχυση γύρω από τη φύση της δημοκρατίας γενικά και της άμεσης δημοκρατίας ειδικότερα, παρά το γεγονός πως η ανθρωπότητα καταθέτει με τους αγώνες της και από καταβολής της την προτίμησή της για μια κοινωνία χωρίς οικονομική και κοινωνική ανισότητα, για μια πραγματική δημο-κρατία (κράτος του δήμου).
Με την πολιτική επικράτηση του καπιταλισμού η πραγματική δημοκρατία, ως όραμα, ως αγώνας κατά της απολυταρχίας αλλά και ως κατά τόπους και καιρούς απόπειρα εφαρμογής της, βγήκε από την πανάρχαια αμεσοδημοκρατική της παράδοση και έγινε αστική, έμμεση, αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Κάποιοι επικριτές της παραπαίουσας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας προτείνουν κατά καιρούς διάφορες παραλλαγές της αντιπροσωπευτικότητας μέχρι και αυτή της ‘βασιλευόμενης δημοκρατίας’. Άλλοι πάλι πρόσφεραν, κάποιοι συνεχίζουν να προσφέρουν ακόμα και μάλιστα ως την ‘πιο γνήσια μορφή άμεσης δημοκρατίας’, τη λεγόμενη ‘δικτατορία του προλεταριάτου’, και όχι τη δημοκρατία του προλεταριάτου, ως εναλλακτική λύση, με τις γνωστές ιστορίες των Γκουλάγκ και την τραγική κατάληξη του ‘ειρηνικού περάσματος’ από τον κρατικό καπιταλισμό, τον γνωστό ‘υπαρκτό σοσιαλισμό’ του κεντρικού σχεδιασμού της κομματικής νομενκλατούρας, στον μανιακό καπιταλισμό των ‘ολιγαρχών’ και της λεγόμενης ‘ελεύθερης αγοράς’.
Η παγκόσμια παρακμιακή κρίση του καπιταλιστικού συστήματος συνολικά, αφού ξόδεψε όλα τα αποθέματα της ψευτοδημοκρατικής ευαισθησίας του, μεταλλάσσει μεθοδικά την αντιπροσωπευτική δημοκρατία σε φασιστική δικτατορία, διατηρώντας με το ζόρι μια κάποια δημοκρατική επίφαση με την εκλογική παρωδία. Ο σκληρός πυρήνας της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης αναζητά τις τελευταίες δεκαετίες τρόπους να παρακάμψει ακόμα και αυτή τη δήθεν αντιπροσωπευτική δημοκρατία για λογαριασμό κάποιας παγκόσμιας κυβέρνησης φασιστικού τύπου. Αυτή η επιλογή προϋποθέτει: - Τη θεσμικά και δομικά βίαιη υπέρβαση των εθνικών χαρακτηριστικών των κεφαλαιοκρατικών ομίλων, που αποτελούν την κοινωνική βάση του εθνικισμού και των τοπικών φασισμών με συνέπεια τους καταστροφικούς αποικιοκρατικούς και ιμπεριαλιστικούς πολέμους, με στόχο την ανασυγκρότηση του κεφαλαίου σε μια ενιαία ηγεμονικού τύπου παγκόσμια φασιστική πυραμίδα, μέσω της βίαιης παγκοσμιοποίησης για τον περιορισμό του αλληλοεξοντωτικού ανταγωνισμού και των ενδοκαπιταλιστικών συγκρούσεων που αποδυναμώνουν τον καπιταλισμό συνολικά, απέναντι στην εργαζόμενη κοινωνία-ανθρωπότητα, η οποία σταδιακά συνειδητοποιεί τον ιστορικό της ρόλο και κινείται προς την κατεύθυνση της κατάργησής του για λογαριασμό ενός καλύτερου αναγκαίου και εφικτού κόσμου.
- Τη βίαιη απορρόφηση του μεριδίου αγοράς και την προλεταριοποίηση των μικρών και μεσαίων καπιταλιστών, που αποτελούν την κοινωνική βάση της αστικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, από τα παγκόσμια οικονομικά συγκροτήματα, για την ενίσχυση της κεφαλαιακής συσσώρευσης-συγκεντροποίησης και συνεπώς της μονοπολικής ηγεμονικής ανασυγκρότησης της εξουσίας του κεφαλαίου, αλλά και
- μια δραστική ποσοτική μείωση και ποιοτική περιθωριοποίηση της εργαζόμενης κοινωνίας-ανθρωπότητας, που αποτελεί την κοινωνική βάση της άμεσης δημοκρατίας, με στόχο την ακύρωση όλων των κατακτήσεων των εργαζόμενων, τάχα για τη ‘βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των οικονομιών’, αλλά στην πραγματικότητα για τη διαιώνιση του απάνθρωπου και καταστροφικού καπιταλισμού και την απομάκρυνση κάθε ενδεχόμενης μη διαχειρίσιμης γενικευμένης αντικαπιταλιστικής κοινωνικής εξέγερσης. Όλες αυτές οι διεργασίες βρίσκονται σε ταυτόχρονη εξέλιξη με αποτέλεσμα την όξυνση των αντιθέσεων, μέχρι που στις μέρες μας το πανάρχαιο αίτημα για κοινωνική ισότητα και μάλιστα για ‘άμεση δημοκρατία τώρα και παντού’, ξαναβγήκε στην επιφάνεια, όχι από τα κόμματα ή από τα συνδικάτα, που αποτελούν θεσμικά εργαλεία εκτόνωσης των κοινωνικών πιέσεων για κοινωνική ισότητα, αλλά από ανώνυμους αγανακτισμένους πολίτες και μεταφέρθηκε στα εργοστάσια, στις πλατείες, στα πανεπιστήμια και σε κάθε χώρο που ασφυκτιά κάτω από τη σιδερένια μπότα του σκληρού πυρήνα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αλλά τελικά το πρόταγμα έμεινε, για την παρούσα φάση, μόνο σύνθημα, κι αυτό αγχωμένο και φορτωμένο με ξεπερασμένα ιδεολογικά κατάλοιπα και θαμπό από τα πολλά προσφερόμενα νεοφιλελεύθερα, σοσιαλδημοκρατικά, τριτοτεταρτοδιεθνιστικά και ‘αναρχικά’ μοντέλα, μέχρι να επανέλθει πιο ώριμο, αυθεντικό, δυναμωμένο με νέες μορφές έκφρασης ακηδεμόνευτου κοινωνικού κινήματος και με στρατηγική άμεσης δημοκρατίας για τον 21ο αιώνα. Είναι προφανές πως υπάρχει ακόμα πρόβλημα ταυτότητας της δημοκρατίας και της άμεσης δημοκρατίας ειδικότερα. Ταυτότητας που δεν θα επιτρέπει πλήθος αντιφατικών αναγνώσεων και μια επικοινωνία τύπου Βαβέλ, που εμποδίζουν τη γόνιμη σύνδεση της θεωρίας με την πράξη της άμεσης δημοκρατίας. Κι αυτό το ζήτημα δεν είναι υπόθεση κομμάτων, αχυράνθρωπων πολιτικών, εξουσιαστικών ηγεσιών, ούτε ‘αριστερών πρωτοποριών’ και βεβαίως ούτε γόνων αστών, νεοαστών ‘σοφών’ και ex officio διανοούμενων, αυτόκλητων ‘πολιτικών φιλοσόφων’, δογματικών θρησκευόμενων και ‘αγιορειτομαρξιστών’, φιλόδοξων ‘ανθρωποποιμένων’, ‘αυτοδίδακτων κοινωνικών μηχανικών και βιομηχανικών σχεδιαστών’, ‘μελλοντολόγων’, μεσσιανικών ‘ηγητόρων’, μεσαιωνικών ‘πειρατών’ και αυτάρεσκων τοπικών ηγετίσκων, αλλά παραμένει πάντα μια ανεκχώρητη υπόθεση της ίδιας της εργαζόμενης κοινωνίας-ανθρωπότητας.
Γι’ αυτό, όσοι δεν βλέπουμε απ’ έξω, αφ’ υψηλού και ως τρίτοι την κοινωνία, («τις μάζες», όπως περιφρονητικά την αποκαλούν όλες οι εξουσιαστικές ‘πρωτοπορίες’), αλλά την βλέπουμε από μέσα ως οργανικά κύτταρά της, είναι αναγκαίο να συνδιαμορφώσουμε ένα νέο δημόσιο χώρο σκέψης και επικοινωνίας και να ξαναρχίσουμε τον δημόσιο διάλογο για την άμεση δημοκρατία. Στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου θα μπορέσουμε να ξαναβγάλουμε στην επιφάνεια το θεωρητικό, το εμπειρικό και το αγωνιστικό κληροδότημα των περασμένων γενεών, να το απαλλάξουμε από μύθους και ιδεοληψίες και να το παντρέψουμε με το όραμα των σημερινών γενεών, όπως αυτό διαμορφώνεται στις σύγχρονες συνθήκες, για να πάψει η κοινωνική ισότητα να είναι υπόθεση των ‘από πάνω’, ομοίων και ‘περισσότερο ίσων’ και να γίνει υπόθεση των ‘από κάτω’, διαφορετικών αλλά απόλυτα ίσων μεταξύ τους. Αυτές οι σκέψεις γέννησαν την ιδέα γι’ αυτόν τον συλλογικό τόμο, με την ελπίδα πως θα αμφισβητηθεί, αν δεν αχρηστευθεί, η έννοια της εξουσιαστικής πυραμίδας ‘πάνω και κάτω’, ‘εκείνοι κι εμείς’, χάριν της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης με την έννοια του ενιαίου Όλου-Εμείς.
Κανένας από όσους συμμετέχουν σ’ αυτή την προσπάθεια δεν ισχυρίζεται πως κατέχει την απόλυτη αλήθεια, κι όχι μόνο γιατί η διαχρονική και οικουμενική αλήθεια της άμεσης δημοκρατίας είναι πολύ μεγάλη για να χωρέσει σε ένα ή σε λίγα μυαλά, αλλά κυρίως γιατί αυτή η αλήθεια, ως ποιοτικό ιστορικό μέγεθος, υπόκειται στους νόμους της ειδικής και της γενικής διαχρονικής ιστορικής σχετικότητας που διαμορφώνει την εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα και που ως τέτοιο μεγαλώνει ανάλογα με το πόσο μεγαλώνει το πλήθος των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με Γνώση για το τι δεν είναι άμεση δημοκρατία, αλλά και με Επίγνωση για το τι θα ήθελε να είναι, τι θα μπορούσε να είναι και πώς θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η άμεση δημοκρατία. Αυτή τη συνολική αλήθεια αναζητούμε, και πιστεύουμε πως ο λόγος και ο αντίλογος μπορεί να εξελιχθούν σε γόνιμο διάλογο, ως μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη που μπορεί να μας φέρει πιο κοντά στην αλήθεια για την πραγματική φύση της άμεσης δημοκρατίας, πράγμα που θα ξεκαθαρίσει και τη σχετική θεωρητικο-πρακτική αμεσοδημοκρατική αφήγηση, για να μη μπορεί κανένας να παραπλανά και να αποπροσανατολίζει τον αγώνα της κοινωνίας για κοινωνική ισότητα στη μορφή της άμεσης δημοκρατίας και της αταξικής κοινωνίας.
Τα κείμενα που περιλαμβάνονται σ’ αυτόν τον τόμο καλύπτουν πολλές και ενδιαφέρουσες πτυχές του θέματος, και το σημαντικότερο είναι πως η οπτική γωνιά των συγγραφέων είναι το σήμερα με οπτικό πεδίο όχι τον, για κάποιους, χαμένο παράδεισο του 19ου και του 20ού αιώνα, αλλά με αυτό του 21ου αιώνα, δηλαδή με οπτικό πεδίο το σήμερα και το αύριο της άμεσης δημοκρατίας και της ανθρωπότητας. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα διαπιστώσει πως ακόμα και μεταξύ των συγγραφέων αυτού του τόμου υπάρχουν, πράγμα απόλυτα φυσιολογικό, κάποιες διαφορές στην προσέγγιση πτυχών του θέματος, αλλά παρ’ όλα αυτά υπάρχει μεγάλη σύμπτωση στα συμπεράσματα για τη φύση και την αναγκαιότητα της άμεσης δημοκρατίας. Το θέμα βέβαια δεν εξαντλείται στο πλαίσιο μιας τέτοιας παρέμβασης, όμως όλος αυτός ο διαθέσιμος πλούτος μπορεί από τον καθένας μας να μεγαλώσει με τη δική του σκέψη και την προσωπική μελέτη, εμπλουτίζοντάς την με τις συλλογικές και προσωπικές του εμπειρίες και φυσικά με την εμπειρία των κοινωνικών, αυτοδιαχειριστικών και αμεσοδημοκρατικών εγχειρημάτων που όλο και περισσότερα εμφανίζονται στις μέρες μας σε όλο τον πλανήτη, ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, πρόσφατα μάλιστα και στην Ελλάδα. Τον δρόμο για το αύριο της άμεσης δημοκρατίας τον δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι περπατώντας, ως κοινωνίες μαχόμενες, φτάνει να ξέρουμε την κατεύθυνση που οδηγεί στον αδιαπραγμάτευτο στόχο, στην κοινωνική ισότητα. Αυτό είναι το ζητούμενο. Αλλά αυτό το ζητούμενο δεν είναι θέμα κάποιας ιδεολογίας, όπως υποστηρίζουν οι διάφορες εξουσιαστικές συμμορίες που εμφανίζονται ως πολιτικά κόμματα και ‘επαναστατικές πρωτοπορίες’, γιατί οι ιδεολογίες δεν είναι παρά παραπλανητικές θεωρητικές κατασκευές. Αυτό το ζητούμενο είναι θέμα μιας νέας ουμανιστικής κοσμοαντίληψης, που μετακινεί την κοινωνία-ανθρωπότητα από τον ετεροπροσδιορισμό στον αυτοπροσδιορισμό και συνδυάζει τις ανάγκες της ανθρωπότητας με τις δημιουργικές δυνατότητες της σύγχρονης επιστήμης, με τη σύγχρονη απελευθερωτική τεχνολογία και τον οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό. Αυτός ο συνδυασμός μορφοποιείται σταδιακά στους κόλπους των νέων ακηδεμόνευτων κοινωνικών κινημάτων των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού ως συλλογικός και κοινωνικός αγώνας για ελεύθερο λογισμικό, για ελεύθερη υδρογονοενέργεια, για ελάχιστου κόστους κοινωνική παραγωγή με τη ραγδαία αναπτυσσόμενη τεχνική της τρισδιάστατης εκτύπωσης, για κοινωνικά ομότιμη παραγωγή αξιών χρήσης, για προστασία και διεύρυνση της σφαίρας των κοινών αγαθών, για τη διεύρυνση του ελεύθερου χώρου και χρόνου των ελεύθερων ανθρώπων και των αυτοδιευθυνόμενων κοινωνιών, που σιγά-σιγά συνειδητοποιούν πως από την καπιταλιστική βαρβαρότητα θα τους απαλλάξει μόνον ο απόλυτος κοινωνικός έλεγχος των υλικών όρων της ύπαρξής τους. Όλα τα άλλα έπονται.
Η προϊούσα παρακμή του καπιταλισμού που εκφράζεται ως αδυναμία του να ανταποκριθεί θετικά στα σύγχρονα προβλήματα, οδηγεί την εργαζόμενη κοινωνία-ανθρωπότητα όλο και περισσότερο στη συνειδητοποίηση και στην προετοιμασία για έξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα το οποίο σταδιακά φασιστικοποιείται. Η ιστορία διδάσκει πως έξοδος από τον καπιταλισμό, κάθε λογής και κοπής, υπάρχει μόνο μια και αυτή είναι η έξοδος που οδηγεί τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με ασφάλεια και σιγουριά στην κοινωνική ισότητα, πράγμα που μπορεί να συμβεί μόνο με την κατάργηση κάθε θεσμικής και δομικής μορφής οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας και στην αναδιοργάνωση της κοινωνικής ζωής με βάση την κοινωνική αυτοδιεύθυνση και την άμεση-αταξική δημοκρατία σε τοπικό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο.
Αν αυτή η παρέμβασή μας καταφέρει, ξεπερνώντας σκοταδιστικούς μύθους, στείρες παραδόσεις, προσωπικές αγκυλώσεις και εξουσιαστικές ιδεολογίες, να προκαλέσει σε επίπεδο κοινωνίας ένα νέο, σύγχρονο, γόνιμο και ενωτικό διάλογο γύρω από την Άμεση Δημοκρατία και τον Ουμανισμό στον 21ο αιώνα, τότε θα έχει δικαιωθεί και αυτή η έκδοση. Η άθλια καθημερινότητά μας δεν θα αλλάξει ποτέ, αν δεν βγάλουμε από αυτήν τον απάνθρωπο και καταστροφικό καπιταλισμό.

 

[ISBN:978-960-9488-44-0]

Νίκος Ηλιόπουλος,
Άλλες στάσεις ζωής.
Δοκίμια πολιτικής σκέψης,

164 σελίδες

Τα κείμενα αυτού του βιβλίου αποτελούν δοκιμές πολιτικής σκέψης. Επιχειρούν να αγγίξουν τα ουσιαστικά ζητήματα της νεοελληνικής κοινωνίας, που παραμένουν πολιτικά με την πλατύτερη και βαθύτερη σημασία της λέξης. Πολιτικά σημαίνει, εκτός πολλών άλλων, ότι όσο και αν η σκέψη προσπαθεί να τα συλλάβει και να τα διατυπώσει, άλλο τόσο δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς τη συμβολή όλων των πολιτών και του καθενός χωριστά.
Το κύριο ζήτημα είναι το πολιτικό καθεστώς και η καθεστωτική πολιτική, που εντάσσεται τελικά στους κόλπους του και χρησιμοποιεί τα μέσα του, εγκλωβίζοντας ζωντανές δυνάμεις στη φρούδα ελπίδα μιας αλλαγής από τα πάνω και από τα έξω. Από τα πάνω, δηλαδή με την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, εύκολο πράγμα στην Ελλάδα χάρη στα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα. Από τα έξω, με πολλές έννοιες, μεταξύ των οποίων η πρώτη είναι η απόκρυψη των ενδογενών αιτιών και η δεύτερη η αυταπάτη ότι μπορούν τα πράγματα να αλλάξουν ακόμα και αν ο καθένας παραμένει ολόιδιος στη νοοτροπία και τις καθημερινές πρακτικές.
Η καθεστωτική πολιτική έχει τρία κύρια χαρακτηριστικά. Ασφυκτικά περιορισμένη θεματική, που περιφρονεί στην πραγματικότητα τα ουσιαστικά ζητήματα της κοινωνίας. Ασφυκτικά περιορισμένες και φοβερά ελεγχόμενες μορφές συλλογικής δράσης, που καταδικάζουν τις κινητοποιήσεις στην ήττα και την απογοήτευση. Και, το πιο σημαντικό, που γίνεται απόλυτα έκδηλο όσο περνά ο καιρός και τίποτα δεν αλλάζει ούτε κινείται, χωρίζει απόλυτα τη συλλογική δράση, αναγκαία για να αλλάξει η κοινωνική πραγματικότητα, από την αντίστοιχη ατομική στάση ζωής που είναι εξίσου και περισσότερο αναγκαία για να αλλάζουν οι νοοτροπίες που θα αλλάζουν την πραγματικότητα. Η συλλογική και η ατομική αυτονομία γίνονται έτσι επίκαιρες όσο ποτέ. Αν δεν θέλουμε να είμαστε ατομικά ετερόνομοι, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε τον άλλο, τον έτερο, να αλλάξει τη ζωή μας, στην απόλυτη καθημερινή επικαιρότητά της την οποία βλέπουμε και με το παραπάνω. Αν δεν θέλουμε να είμαστε συλλογικά ετερόνομοι, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε να αλλάξει άλλο από αυτό που θέτει η ίδια η πραγματικότητα, και αυτό που θέτει η ίδια η πραγματικότητα είναι η απόρριψη της καθεστωτικής πολιτικής των ψηφοφόρων για να δημιουργηθεί η πολιτική των ελεύθερων πολιτών. Οι στάσεις ζωής, άλλες από την πεπατημένη, είναι πολλές διότι είναι πολλοί οι άνθρωποι και πολλές οι πτυχές της κοινής μας ζωής.

Μετά δεκατέσσερα χρόνια πλήρους πολιτικής στράτευσης στην Ελλάδα (1972-1986), ο Νίκος Ηλιόπουλος ζει και εργάζεται από το 1986 στο Παρίσι. Είναι διδάκτωρ κοινωνικών επιστημών, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη δημιουργία μιας επίκαιρης πολιτικής σκέψης και δράσης, και έχει δημοσιεύσει στα ελληνικά το δοκίμιο Νέοι δρόμοι για τη δημοκρατική πολιτική σκέψη. Κριτική παρουσίαση του πολιτικού στοχασμού του Κορνήλιου Καστοριάδη, εκδόσεις Θεμέλιο, 2005.


 

[ISBN:978-960-9488-42-6]

Μάρκος Καραγιάννος & Μάνος Νικολάου,
Η πόλις φεύγει,

εκδ. Νησίδες,
96 σελ.


Σκέψεις και φωτογραφίες (ασπρόμαυρες και έγχρωμες) του Μάρκου Καραγιάννου από πόλεις της Ευρώπης συναντούν τα ποιήματα του Μάνου Νικολάου σ’ ένα ταξίδι που διαρκεί, σε μία εποχή που αναζητά νέους δρόμους: Αθήνα, Άμστερνταμ, Βαρκελώνη, Βαρσοβία, Βουδαπέστη, Ιστανμπούλ (Κωνσταντινούπολη), Κοπεγχάγη, Πράγα.

Στις «Νησίδες» κυκλοφορούν και τα βιβλία του Μάρκου Καραγιάννου ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΜΙΑΣ ΑΓΚΥΛΩΜΕΝΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑΣ ΕΠΟΧΗΣ


Παραμόνευε χωμένο κάτω απ’ το χαλάκι της εξόδου μέσα σ’ έναν φάκελο. Εκατό σελίδες που κανονικά δεν θα ήταν ικανές να με κάνουν να σκοντάψω, μα όταν είναι δεμένες σε βιβλίο, και μάλιστα βιβλίο που θέλει κάτι να πει, τελικά σκοντάφτεις. Μάρκος Καραγιάννος, Μάνος Νικολάου, «Η πόλις φεύγει». Αφιερωμένο. - Τώρα θυμάμαι! Εκείνος ο Μάρκος που δεν έχω δει ποτέ κι έχουμε ανταλλάξει όλα κι όλα δυο-τρία μέιλ. Το ξεφυλλίζω. Εκδόσεις Νησίδες. Στο οπισθόφυλλο: «Σκέψεις και φωτογραφίες του Μάρκου Καραγιάννου από πόλεις της Ευρώπης συναντούν ποιήματα του Μάνου Νικολάου σε ένα ταξίδι που διαρκεί, σε μια εποχή που αναζητά νέους δρόμους: Αθήνα, Άμστερνταμ, Βαρκελώνη, Βαρσοβία, Βουδαπέστη, Ιστανμπούλ (Κωνσταντινούπολη) [αλήθεια, γιατί η παρένθεση;], Κοπεγχάγη, Πράγα». - Διαβάζοντάς το, το ίδιο βράδυ, βρέθηκα σε πολλά σταυροδρόμια. Τα δικά τους, τα δικά μου, και τα «δικά μας». Εννοώ εκείνα όσων στη Βαρκελώνη δύνανται να βλέπουν στη γωνιά του δρόμου τον εύθυμο Ντουρούτι, κι όχι τους άθυμους κι απρόθυμους περιπατητές της Ράμπλα. Και τά ’νιωσα φυσικά σαν ερωτήματα, διλήμματα βαριά, σαν όπλα παλιά στους ώμους, σαν ρολόγια, αυτά τα σταυροδρόμια που σ’ όλες τις πολιτείες, όλοι έχουμε μέσα μας, και κάποιοι φέρνουμε μπροστά μας. Οι περιηγήσεις των Καραγιάννου/ Νικολάου, με τις παραπομπές τους (Καρυωτάκης, Καμί, Μπέργκμαν...), τις φωτογραφίες ανθρακικών αστικών τοπίων (μα κι έναν καταπληκτικό ορίζοντα της Κοπεγχάγης) που παρεμβάλλονται στο κείμενο, και τις ποιητικές συνθέσεις –με άξονα το κεντρικό «Η πόλις φέυγει» («Γεμίσαμε θαυμαστικά τους τοίχους / Τώρα κοιτάμε σαν κάτι να θυμίζουν...»)–, επιτυγχάνουν σίγουρα αυτό που προσωπικά τόλμησα να ανιχνεύσω σαν έναν βασικό σκοπό: Μέσα απ’ αυτή την απόσυρση των πάντων, την άμπωτη των νοημάτων, των ιδεών και των εικόνων της εποχής μας, να διακρίνουν και να σκιαγραφήσουν στοιχεία, μορφές και εντυπώσεις που «απομένουν», που παραμένουν και υφίστανται. - Στην καταγραφή αυτή –που είναι ατόφια, συχνά πρωτόλεια και αμιγώς αισθητική, κάποιες φορές όμως και εγκεφαλικά συναισθηματική–, κατόρθωσα για ένα βράδυ να μοιραστώ μαζί τους το μεδούλι των πόλεων, και ν’ ακούσω μια μακρινή βοή να έρχεται απ’ τις χορταριασμένες εθνικές οδούς: «Τα βράχια φτερουγίζουν, ακούς; / Και το φεγγάρι φαίνεται να ηρεμεί απόψε / Μπροστά στις απορίες μιας ολόκληρης γενιάς». - Μάκης Μαλαφέκας, Η ΕΠΟΧΗ (Δεκέμβρης 2013)

 

[ISBN:978-960-9488-41-9]

Σωτήρης Γ. Παλάσκας,
Η συγκρότηση του ελληνικού έθνους και η εκπαίδευση: Έρευνα στα σχολικά βιβλία Γεωγραφίας του ελληνικού κράτους (1834-1922)

Πρώτη έκδοση: Μάρτιος 2013
Τυπογραφική διόρθωση: Βασίλης Τομανάς
Σχεδιασμός εξωφύλλου-οπισθοφύλλου: Αριστέα Βραχνά, Σωτήρης Παλάσκας
Copyright: Σωτήρης Γ. Παλάσκας και εκδ. Νησίδες

Στη φιλομαθή νεολαία

ΕΝΥΑΛΙΟ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ
ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΛΑΜΠΡΟΥ ΕΝΥΑΛΗ
(ΦΙΛΙΠΠΟΥΠΟΛΗ 1848-1932)
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΔΙΑΤΡΙΒΕΣ


Περιεχόμενα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 7

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 9

Α΄ ΜΕΡΟΣ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 17

1. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 19

1.1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ 19

1.2. ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ: ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΟΡΙΣΜΟΥ 20

1.2.1. Το έθνος 20

1.2.2. Ο εθνικισμός 27

1.3. Η ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ 33

1.4. Η ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ 42

1.5. Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ 49

1.5.1. Ο εθνικός χρόνος 49

1.5.2. Ο εθνικός χώρος 54

1.6. ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ - Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 58

1.7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 63



2. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 65

2.1. Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ 65

2.1.1. Εισαγωγικά 65

2.1.2. Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός και η Επανάσταση 68

2.1.3. Η ίδρυση του ελληνικού κράτους και η αρχαιολατρία 75

2.1.4. Η Μεγάλη Ιδέα και το οντολογικό δίλημμα: «Τι είναι η Ελλάς; Ανατολή ή Δύσις;» 78

2.1.5. Ο Κριμαϊκός πόλεμος και το σύνθημα «η Ανατολή διά της Ανατολής» 82

2.1.6. Η σύζευξη ελληνισμού και χριστιανισμού και η σύνθεση του εθνικού αφηγήματος 85

2.1.7. Η εμφάνιση των βαλκανικών εθνικισμών και η αλληλεπίδρασή τους με τον ελληνικό 92

2.1.8. Η γένεση του Μακεδονικού Ζητήματος και το 'καθημερινό δημοψήφισμα' 101

2.1.9. Οι 'αλύτρωτοι Έλληνες' και οι έκκεντρες μορφές του ελληνικού εθνικισμού 106

2.1.10. Η άνοδος της αστικής τάξης και η ανακάλυψη του 'λαού' 114

2.1.11. Ο δημοτικισμός και η σύγκρουση 'ελληνισμού' και 'ρωμιοσύνης' 120

2.1.12. Η επικράτηση της βίας και του ανορθολογισμού 127

2.2. Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ (1834-1922) 132

2.2.1. Η δομή της εκπαίδευσης 132

2.2.2. Διδακτικοί σκοποί και στόχοι: από την 'ηθική διάπλαση' στην 'εθνική διαπαιδαγώγηση' 134

2.2.3. Ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα: μορφή και περιεχόμενο 140

2.2.3.1. Ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα του Δημοτικού σχολείου 140

2.2.3.2. Ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα του Ελληνικού σχολείου 143

2.2.4. Τα σχολικά βιβλία: διαδικασία παραγωγής και διανομής 145

2.2.5. Η μεθόδευση της διδασκαλίας 150

2.2.5.1. Η μεθόδευση της διδασκαλίας στο Δημοτικό σχολείο 150

2.2.5.2. Η μεθόδευση της διδασκαλίας στο Ελληνικό σχολείο 154

2.2.6. Οι ομάδες αποδοχής των προδιαγραφών της διδασκαλίας 156

2.2.6.1. Οι εκπαιδευτικοί 156

2.2.6.2. Οι μαθητές 160

2.3. ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ 162

2.3.1 Οι διδακτικοί σκοποί του μαθήματος της Γεωγραφίας 162

2.3.2. Το μάθημα της Γεωγραφίας στα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα 168

2.3.2.1. Δημοτικό σχολείο 168

2.3.2.2. Ελληνικό σχολείο 173

2.3.3. Η μεθόδευση της διδασκαλίας στο μάθημα της Γεωγραφίας 177

2.3.3.1. Δημοτικό σχολείο 177

2.3.3.2. Ελληνικό σχολείο 181

2.4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ 185



Β΄ ΜΕΡΟΣ: Η ΕΡΕΥΝΑ 187

1. Η ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 189

1.1. ΦΑΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ 189

1.1.1. Σκοπός και ερωτήματα της έρευνας 189

1.1.2. Το υπό έρευνα υλικό 189

1.1.2.1. Κριτήρια επιλογής του υπό έρευνα υλικού 189

1.1.2.2. Καθορισμός του υπό έρευνα υλικού 191

1.1.2.3. Οι συγγραφείς και η διαδικασία συγγραφής των βιβλίων 194

1.1.2.4. Τυπικά χαρακτηριστικά του υλικού 215

1.1.3. Η επιλογή της μεθόδου 218

1.1.4. Κατευθύνσεις της ανάλυσης 219

1.2. ΦΑΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ 220

1.2.1. Το σύστημα των κατηγοριών 220

1.2.2. Το παράδειγμα της ανάλυσης 222



2. ΟΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ 225

2.1. ΤΟ ΕΘΝΟΣ: ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ 225

2.2. Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ 236

2.2.1. Οι ανθρώπινες φυλές 236

2.2.2. Ο ανθρώπινος πολιτισμός 248

2.2.3. Οι θρησκείες 253

2.3. Ο 'ΕΘΝΙΚΟΣ ΕΑΥΤΟΣ' 258

2.3.1. Η καταγωγή των Ελλήνων 258

2.3.2. Ο ελληνικός πολιτισμός 265

2.3.2.1. Συνολική θεώρηση 265

2.3.2.2. Η γλώσσα 270

2.3.2.3. Η παιδεία 275

2.3.2.4. Η θρησκεία 281

2.3.2.5. Οι θεσμοί και η πρόοδος του ελληνικού κράτους 286

2.3.3. Χαρακτηριστικά των Ελλήνων 301

2.3.3.1. Εθνικά χαρακτηριστικά 301

2.3.3.2. Ιδιαίτερα κατά τόπους χαρακτηριστικά 305

2.3.4. Ο εθνικός χρόνος 315

2.3.4.1. Η ελληνική μυθολογία 315

2.3.4.2. Η αρχαία ελληνική ιστορία 322

2.3.4.3. Η μεσαιωνική ελληνική ιστορία 338

2.3.4.4. Η νεότερη ελληνική ιστορία 347

2.3.5. Ο εθνικός χώρος 369

2.3.5.1. Οριοθέτηση της Ελλάδας και τοποθέτησή της στο χώρο 369

2.3.5.2. Φυσικά χαρακτηριστικά της Ελλάδας 385

2.3.5.3. Η Αθήνα

398 2.3.5.4. Η Κωνσταντινούπολη 416

2.4. Ο 'ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΛΛΟΣ' 438

2.4.1. Τα έθνη των Βαλκανίων γενικά 438

2.4.2. Αλβανοί 448

2.4.3. Βούλγαροι 463

2.4.4. Τούρκοι 480



ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ 495

ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 505

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 555



 

[ISBN:978-960-9488-40-2]

Κώστας Λάμπος,
Ποιος φοβάται το υδρογόνο; Η επανάσταση του υδρογόνου, η ελεύθερη ενέργεια και η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα ορυκτά καύσιμα και την καπιταλιστική βαρβαρότητα

Πρόλογος: Παντελής Σαββίδης,
256 σελ.


Το νέο βιβλίο του Κώστα Λάμπου, διδάκτορα οικονομικών επιστημών του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου, συγγραφέα πολλών βιβλίων, από τα οποία αναφέρουμε τα πιο πρόσφατα: Αμερικανισμός και παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του φόβου και της παρακμής (Παπαζήσης 2009), Άμεση Δημοκρατία και αταξική κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον ουμανισμό (Νησίδες 2012).- Στο νέο του βιβλίο εξετάζει την ενεργειακή εξάρτηση των κοινωνιών από τα ορυκτά καύσιμα και συνεπώς από εκείνους που ελέγχουν την παραγωγή, τη μεταφορά και τη συγκεντροποιημένη τους χρήση στις κοινωνίες μας. Προβάλλει το όραμα μιας κοινωνίας απεξαρτημένης από τα ορυκτά καύσιμα και βασιζόμενης στις εναλλακτικές ενέργειες και πρώτιστα σ' εκείνη που έχει ως βάση το υδρογόνο.
- ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: Προμύθιο - Πρόλογος του Παντελή Σαββίδη - Σημείωμα του συγγραφέα
- ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Ενέργεια = Ζωή = Ανθρώπινος Πολιτισμός
- ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Αιχμάλωτη ενέργεια = αιχμάλωτη κοινωνία = αιχμάλωτη ανθρωπότητα = καπιταλιστική βαρβαρότητα
- ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Ελεύθερη ενέργεια = ελεύθερη κοινωνία = ελεύθερη ανθρωπότητα= ουμανιστικός πολιτισμός ελευθερίας
- ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Ενεργειακή ισότητα = κοινωνική ισότητα = Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία - Επιμύθιο - Πηγές-Βιβλιογραφία - Περίληψη στα αγγλικά, στα γερμανικά και στα γαλλικά.-


 

[ISBN:978-960-9488-39-6]

ΖΙΛ ΛΙΠΟΒΕΤΣΚΥ,
Παγκοσμιοποίηση και υπερ-νεωτερικότητα.
Κοσμοπολιτισμός και Δυτική κουλτούρα

156 σελ.

Το έργο του καθηγητή φιλοσοφίας Ζιλ Λιποβετσκύ (γενν. 1944) έχει βαθιά σημαδέψει την ερμηνεία της νεωτερικότητας. Στο έργο του Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΚΕΝΟΥ ανέδειξε τις βάσεις του σύγχρονου ατομικισμού. Έκτοτε, ερευνά τις πολλές πτυχές του ατομικισμού της εποχής μας, που χαρακτηρίζεται από την απορρύθμιση της οικονομίας, την καθιέρωση της επισφάλειας στην εργασία, την ελεύθερη παγκόσμια κίνηση των κεφαλαίων. Τονίζει τη βασιλεία της μόδας, τους μετασχηματισμούς της ηθικής, τη νέα οικονομία των σχέσεων των φύλων, την εκρηκτική αύξηση της κατανάλωσης ειδών πολυτελείας, τις μεταλλάξεις της καταναλωτικής κοινωνίας, τη θέση της τέχνης στην εποχή μας. Αναλύει τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, συμπεραίνει πως έχουμε φύγει από τη μετα-νεωτερικότητα [μετα-μοντερνισμό] και έχουμε μεταβεί στην υπερ-νεωτερικότητα [υπερ-μοντερνισμό], και περιγράφει τα χαρακτηριστικά αυτής της νέας κατάστασης.


 

[ISBN:978-960-9488-33-4]

ΑΝΤΙ ΤΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ:
Εναλλακτικά μοντέλα συνάντησης με τον ψυχικό πόνο

Επιμέλεια: Πέτερ Λέμαν, Πέτερ Στάστνι, Άννα Εμμανουηλίδου, Πρόλογος:Robert Whitaker, Μετάφραση: Άννα Εμμανουηλίδου, 352 σελ.
Το βιβλίο αυτό είναι συνέχεια τού Βγαίνοντας από τα ψυχοφάρμακα (εκδ. Νησίδες) και, κατά κάποιο τρόπο, συμπλήρωμά του. - Τι μπορώ να κάνω όταν τρελαίνομαι; Πού βρίσκω αξιόπιστη βοήθεια για έναν συγγενή μου ή μια φίλη που βρίσκεται σε ανάγκη; - Πώς προστατεύω τον εαυτό μου από μια ακούσια νοσηλεία; Πού μπορώ να ανταλλάξω απόψεις σχετικά με την προσωπική μου ψυχιατρική και βιογραφική ιστορία με ανθρώπους που σκέφτονται σαν εμένα; Πώς μπορώ να δράσω ενεργά ως συγγενής ή φίλος κάποιου που διάγει αυτήν την κατάσταση; Τι να κάνω, όταν δεν αντέχω πια να συνεχίσω να δουλεύω στο ψυχιατρείο; Ποιες εναλλακτικές υπάρχουν προς το ψυχιατρείο; Πώς μπορώ να συμμετάσχω στη δημιουργία τους; - Αν υποτεθεί ότι πρέπει να καταργηθεί η ψυχιατρική: τι προτείνετε . αντί της ψυχιατρικής; Σ' αυτά τα κεντρικά ερωτήματα απαντούν είκοσι επτά συγγραφείς - άνθρωποι με προσωπική ψυχιατρική εμπειρία, γιατροί, θεραπευτές, νομικοί, κοινωνικοί επιστήμονες, ψυχίατροι και συγγενείς από όλες τις ηπείρους. - Το βιβλίο Αντί της Ψυχιατρικής συγκεντρώνει κείμενα από την αντι-, μη- και μετα-ψυχιατρική καθημερινότητα σε διάφορες χώρες και καταθέτει μια περιγραφή ατομικών και θεσμικών εναλλακτικών, καθώς και μέτρων που παραπέμπουν σε δομικές αλλαγές. Είναι ένα βιβλίο πράξης και ιδεών, περισσότερο προσωπικό παρά γενικευτικό, δίνει ερεθίσματα και κατονομάζει αντιφάσεις και προβλήματα, δίνει θετικά παραδείγματα και πρότυπα, αλλά καμιά συνταγή.


 

[ISBN:978-960-9488-26-6]

Μιχάλης Σακελλαρίου,
ΣΤΗ ΡΩΓΜΗ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ
Ένας μικρός οδηγός προσωπικής αφύπνισης και αυτοπροσδιορισμού
εκδ. Νησίδες, 142 σελ.


Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνον οικονομική. Είναι πολύ περισσότερο αξιακή και ηθική. Είναι ένα συνολικότερο πολιτισμικό αδιέξοδο, οι ρίζες του οποίου εντοπίζονται τόσο στη θεώρηση του ανθρώπου για το είδος του, όσο και στο συνολικότερο κοσμοείδωλο της Δυτικής κουλτούρας. Πώς, όμως, δημιουργείται αυτή η στρέβλωση; Ποιοι είναι εκείνοι οι φορείς και οι μεθοδεύσεις που υπονομεύουν δεκαετίες τώρα την ψυχοπνευματική υπόσταση του έλλογου όντος; Πλησιάζει η ώρα που ο σύγχρονος άνθρωπος θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να εγκαταλείψει τη ματαιόδοξη αυταρέσκεια και να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο της συλλογικότητας. Να αφήσει πίσω του τον ναρκισσισμό και να διευρύνει τους ορίζοντές του σε έναν πολύ μεγαλύτερο ομόκεντρο κύκλο τέτοιο, ώστε να συνειδητοποιήσει πια ότι δεν είναι ο ίδιος το κέντρο του κύκλου, αλλά ένα μόνο μέρος μιας οργανικά δεμένης και αλληλεξαρτώμενης ενότητας. Υπάρχουν τρόποι γι' αυτό, που ήδη αυτή τη στιγμή λειτουργούν εν δυνάμει, προαναγγέλλοντας την πιθανότητα μιας κοινωνίας πιο συμβατής με το Σύμπαν. Ο Μιχάλης Σακελλαρίου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λάρισα όπου και τελείωσε το Λύκειο το 1984. Ακολούθησαν οι σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Εργάστηκε σε φροντιστήρια ως εκπαιδευτικός μέχρι και το 1992. Αργότερα, και αφού ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, εργάστηκε στο δημόσιο ως αναπληρωτής καθηγητής σε σχολεία της επαρχίας. Μετά από δεκάχρονη πορεία ως συμβασιούχος, διορίστηκε μόνιμα στη δημόσια εκπαίδευση και σήμερα υπηρετεί σε Λύκειο της Αττικής. Αυτή είναι η πρώτη του ολοκληρωμένη συγγραφική προσπάθεια, ενώ από το 2008 αρθρογραφεί στο προσωπικό του ιστολόγιο
http://www.facebook.com/michael.sakellariou

Αποτελεί ο άνθρωπος το κέντρο και τον άξονα των σκέψεων και των ενεργειών μας;
Τις τελευταίες, τουλάχιστον, δύο δεκαετίες οι Έλληνες και οι Ελληνίδες ζήσαμε σε ένα σύστημα υλικοκεντρικό, σε ένα σύστημα με μοναδικό άξονα τη συσσώρευση ύλης και πλούτου. Γαλουχηθήκαμε να έχουμε δυνατό εγωισμό, αφού, αν δεν έχουμε δυνατό εγωισμό, πως θα επιβιώσουμε; Η ζωή είναι ένας αγώνας. Αν δεν έχεις εγωισμό, θα καταστραφείς. Πως θα παλέψεις; Πως θα αντισταθείς; Πως θ' αγωνιστείς; Η ζωή είναι ένας συνεχής ανταγωνισμός. Απέκτησε Εγώ! Να είσαι δυνατός! Πως θα προχωρήσεις στη ζωή σου; Πρέπει να έχεις Εγώ, φιλοδοξίες, λεφτά. Να ζεις σε μεγάλο σπίτι, να έχεις εξοχικό, να κυκλοφορείς μ' ακριβό αυτοκίνητο, ακριβό ντύσιμο, να σκορπάς χρήμα. Καταναλώνω άρα υπάρχω! Και για να συμβαδίσουμε με τα κοινωνικά πρότυπα οπωσδήποτε γάμο με παιδιά και οι φίλοι μας να είναι οικογενειάρχες με την ίδια ή ανώτερη οικονομική επιφάνεια. Μεγαλώσαμε και μεγάλωσαν γενιές με τη φράση, ότι για να είσαι υπολογίσιμος πρέπει να ζεις ή να φαίνεται πως ζεις πλούσια. Φαίνεσθε. Εικόνα. Για να είσαι επιτυχημένος η εικόνα σου πρέπει να είναι από χαρτί ιλουστρασιόν και η λεζάντα να γράφει: «Αριστερός στην ιδεολογία, καπιταλιστής στην τσέπη με ήσυχη την συνείδηση». Στην προσπάθεια να ζήσουμε σύμφωνα με τα κοινωνικά πρότυπα που μας μεγάλωσαν, αποκτήσαμε έναν υπέρμετρο ΕΓΩ, του τύπου «ΕΓΩ είμαι και κανένας άλλος, αν το θέλω ΕΓΩ θα γίνει, αν ΕΓΩ δεν έχω κατσίκα να πεθάνει και η κατσίκα του γείτονα» και, κρύψαμε, παραμελήσαμε και στη πορεία χάσαμε τον ΕΑΥΤΟ μας. Γίναμε νάρκισσοι, εγωκεντρικοί που πιστεύουμε πως όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω μας. Παραζαλισμένοι από την μέθη της καταναλωτικής μας υστερίας και βολεμένοι στον ναρκισσιστικό μανδύα του «ΕΓΩ» ενδώσαμε και με την ανοχή μας ή και τη συνέργειά μας γκρεμίσαμε κάθε αξία. Μάθαμε ως κοινωνία να ζούμε με δανεικά χρήματα, με δανεικές σκέψεις, με δανεικά συναισθήματα. Επιδοτούμενα όνειρα, πλασματική ζωή. Στις μέρες μας ο καλός, ο αγαθός είναι βλάκας, ο τρυφερός και ευγενής ανισόρροπος, ο τυχοδιώκτης και ο αδίστακτος έξυπνος!!! Και το χειρότερο ίσως είναι ότι μπολιάσαμε τη νέα γενιά με αυτά τα κίβδηλα πρότυπα. Οι ευθύνες βαρύνουν αναλογικά όλους μας μα πρωτίστως τους πολιτικούς και πνευματικούς ταγούς αυτού του τόπου. Ποιος είναι ο προορισμός του ανθρώπου;
Γιατί γινόμαστε γονείς; Γιατί θέλουμε, λαχταράμε να γίνουμε γονείς ή γιατί το επιτάσσει η κοινωνία; Γονείς και καριέρα μπορούν να συνδυαστούν; Οι γονείς δουλεύουν μαζί ώστε μέσα στην οικογένεια να υπάρχει συναισθηματική σταθερότητα; Τα συναισθηματικά κενά των γονέων μήπως δημιουργούν ανασφάλειες, φοβίες και χαμηλή εκτίμηση στα παιδιά; Κοινωνικός ρατσισμός, καταπιεσμένες επιθυμίες και θέλω, συμβιβασμός και παραίτηση, η δικτατορία του «Φυσιολογικού». Ψάχνοντας για την Αγάπη.
Τι είναι Αγάπη; Είναι συναίσθημα; Είναι ενέργεια; Την Αγάπη την νιώθουμε, την βιώνουμε ή μήπως είναι μία έξυπνη και έντιμη ανταλλακτική σχέση; Πρέπει να γίνονται θυσίες στο όνομα της αγάπης; Είμαστε Πολίτες ή Υπήκοοι;
Βασική αρχή για να χειραγωγήσουν την κοινωνία είναι η αρχή «διαίρει και βασίλευε». Είναι παλιά αυτή η «συνταγή» και απολύτως αποτελεσματική. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια την συγκεκριμένη«συνταγή» τη συναντούμε συχνά. πολύ συχνά! Ένα άλλο βασικό εργαλείο των πολιτικών για να πετύχουν το στόχο τους είναι ο φόβος. Συλλογικά και ατομικά όλοι κάτι φοβόμαστε: τη χρεοκοπία, την απόλυση, την κατάρρευση του ευρώ, τους ιούς, τους χωρισμούς, μήπως πέσει ο ουρανός στα κεφάλια μας. Ο φόβος είναι το πιο αποτελεσματικό εργαλείο πολιτικής χειραγώγησης. Το δηλητήριο που παραλύει τη δράση και την αντίσταση στην επέλαση οποιασδήποτε εξουσίας. Όπου κυριαρχεί ο φόβος, καθόλου συμπτωματικά, θα υπάρχει και ένα παράθυρο ελπίδας το οποίο μας ελκύει, στρεφόμαστε σε αυτό, αποφεύγουμε να αντιμετωπίσουμε τις φοβίες μας και μένουμε στάσιμοι προσδοκώντας ότι ο απομηχανής θεός θα φέρει "ένα καλύτερο αύριο". Το αύριο αυτό μπορεί να έρθει μεθαύριο, του χρόνου, το 2030 και αναδρομικά εμείς θα συνεχίσουμε την ζωή μας ήρεμοι, φοβισμένοι περιμένοντας και ελπίζοντας. Παράλληλα για να αποκοιμίσουν και να αποχαυνώσουν τον άνθρωπο προσφέρουν άρτο και θεάματα τα γνωστά κακόγουστα πολυδάπανα πανηγύρια και μέσω των ιδιωτικών καναλιών που «προάγουν τον πολιτισμό» ριάλιτι, τάλεντ σόου και λαϊφ στάιλ εκπομπές. Μας «εκπαίδευσαν» να διαμαρτυρόμαστε έντονα κλείνοντας τους δρόμους ή κλείνοντας τα Τέμπη κόβοντας στη μέση την Ελλάδα, για μια αθλητική ομάδα!!! Ενώ μένουμε απαθείς απέναντι στην κατάρρευση της αγοράς εργασίας. Η πραγματική ανεργία το 2013 θα φτάσει στο 35%, δηλαδή, πάνω από ένας στους τρεις Έλληνες που μπορούν να δουλέψουν, δε θα βρίσκουν δουλειά! Η μετάφραση των αριθμών είναι σοκαριστική: Ο αριθμός των ανέργων θα φθάσει το 1.750.000!!! Έχουμε ελεύθερη κρίση; Ελεύθερη σκέψη; Βούληση; Ποιος είναι ο ρόλος των μέσων μαζικής επικοινωνίας, των διαφημιστικών εταιριών, των δημοσιογράφων, των διαμορφωτών γνώμης, των δημοσκόπων; Αποσκοπεί η προώθηση προτύπων και ειδώλων από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στη χειραγώγηση της νεολαίας προς την υπηρέτηση καταναλωτικών σκοπών διαμορφώνοντας μια κοινωνία ανθρώπων όπου θα κυριαρχεί το υλιστικό πνεύμα; Ποιος είναι ο ρόλος της διαφήμισης; Επηρεάζει η διαφήμιση την ψυχολογία; Ελέγχει την κριτική σκέψη; Με την προβολή κίβδηλων προτύπων τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης καταφέρνουν να μας μαζικοποιήσουν, ώστε να γίνουμε αθύρματα της εκάστοτε εξουσίας; Η πρώτη συγγραφική γνωριμία του συντοπίτη μας Μιχάλη Σακελλαρίου πραγματοποιείται με το δοκίμιο «Στη Ρωγμή του Τίποτα». Ο ίδιος τοποθετεί το βιβλίο ως ένα μικρό οδηγό προσωπικής αφύπνισης και αυτοπροσδιορισμού. Και υπογραμμίζει ότι «Αυτό το βιβλίο δεν είναι αυτοβιογραφικό. Είναι αυτό-απολογητικό». Το δοκίμιο «Στη Ρωγμή του Τίποτα» είναι ένα κοινωνικό, φιλοσοφικό, κείμενο με κριτική ματιά. Το κείμενο είναι εύληπτο, καλογραμμένο και ευπρόσιτο στο πλατύ κοινό. Η γραφή του αφηγηματική, περιγραφική, ενημερώνει, πληροφορεί, πλουτίζει τις γνώσεις, οξύνει την κρίση και καλλιεργεί την ευαισθησία των αναγνωστών.
Ο δοκιμιογράφος προβληματίζει, και με την αμεσότητα που τον διακρίνει, σε βαθμό που ο καθένας θα μπορούσε να βρει κοινά στοιχεία με τους πρωταγωνιστές στα παραδείγματα που δίνει. Μοιράζεται τις σκέψεις του, θέτει ερωτήματα και, μέσα από την γραφή του ζητά την συμμετοχή του αναγνώστη, θέτει σε κίνηση τόσο τη σκέψη όσο και τη φαντασία του, απευθύνεται τόσο στη νόηση όσο και στο συναισθηματικό του κόσμο. Σε κάποια σημεία δε, γρατζουνάει την ψυχή του αναγνώστη με το ρεαλισμό, τις γλυκόπικρες θυμίσεις αλλά και το χιούμορ του. Ο Μιχάλης Σακελλαρίου αντλεί τα θέματα από την καθημερινότητα, περιγράφει πρόσωπα και καταστάσεις και, παρατηρούμε να θίγει τα θέματα ξανά και ξανά κάθε φορά από άλλη οπτική γωνία. Ανοίγει αρκετά και σημαντικά θέματα. Θέματα διαχρονικά που όλοι μας λίγο πολύ ξενυχτήσαμε συζητώντας με φίλους. Φανταστείτε μία μεγάλη ρόδα ποδηλάτου με πολλές ακτίνες που, η κάθε μία ακτίνα της είναι ένα θέμα, στο κέντρο που ενώνονται οι ακτίνες είναι ο άνθρωπος και στην έξω πλευρά της ρόδας είναι το κεντρικό θέμα, η πολύτιμη παρακαταθήκη του συγγραφέα «Τα πάντα ρει», η γνωστή φράση του Ηράκλειτου. Όλο το βιβλίο, μας πληροφορεί ο συγγραφέας, είναι το ανάπτυγμα αυτής της παραδοχής. Είναι μια προσπάθεια αποκωδικοποίησης του νοήματος και της αναγκαιότητας της εξέλιξης.
Στο τελευταίο μέρος ο συγγραφέας ενώνει όλα τα θέματα που έχει ανοίξει στα προηγούμενα κεφάλαια του βιβλίου. Φανταστείτε το σαν ένα πάζλ που όλα τα κομμάτια έρχονται και ενώνονται δημιουργώντας ένα πίνακα τέχνης. Στις τελευταίες σελίδες ο συγγραφέας επιχειρεί μία πρόβλεψη για το μέλλον μέσω της πρότασης που καταθέτει. Μία πρόταση για διέξοδο από την πολύπλευρη κρίση που περνάμε.
Αίγλη Μότσιου (δημοσιογράφος)

"ΣΤΗ ΡΩΓΜΗ ΤΟΥ ΤΊΠΟΤΑ. - Χρησιμοποιώντας μέρος από τον τίτλο του βιβλίου έχω να πω ότι είναι ένα βιβλίο ίσως κλείσει για κάποιους, ρωγμές της ψυχής από το χθες το σήμερα αλλά και του αύριο... Ένα βιβλίο που ίσως ανοίξει ρωγμές, γεμάτες φως για το χθες, το σήμερα, ΣΊΓΟΥΡΑ όμως για το αύριο. - Γωγώ, σ' ευχαριστώ, καλημέρα" (σχόλιο μιας αναγνώστριας) - - Ο τίτλος του βιβλίου θα μπορούσαμε να πούμε ότι λειτουργεί ως προσήμανση του περιεχομένου του. Ο υπότιτλος: «Ένας μικρός οδηγός προσωπικής αφύπνισης και αυτοπροσδιορισμού» προσδιορίζει με ακρίβεια το χαρακτήρα του. Πρόκειται δηλαδή για ένα Δοκιμιακό, στοχαστικό λόγο με διδακτικό σε πολλά σημεία τόνο και σοβαρό ύφος που προσιδιάζει στην προσωπικότητα του συγγραφέα. - Αν και πρωτόλειο, το βιβλίο του Μιχάλη Σακελλαρίου δεν περιορίζεται στην προσέγγιση ενός θέματος συγκεκριμένου αλλά πολυδιάστατου, εφόσον αυτό είναι η ανθρώπινη προσωπικότητα και οι επιδράσεις που αυτή δέχεται από την κοινωνία με τη στενότερη και ευρύτερη έννοια της . . Άλλωστε αυτό φαίνεται και από τη δομή του βιβλίου που είναι «σπονδυλωτό», χωρισμένο σε τρία μέρη με την καλαισθητική επιμέλεια των εκδόσεων «Νησίδες». Η γλώσσα χαρακτηρίζεται από σαφήνεια, ακρίβεια και επικοινωνιακή αμεσότητα. - Στο πρώτο μέρος, το οποίο εκτείνεται σε 38 σελίδες, ο συγγραφέας δίνει τον τίτλο: «Οι εχθροί του Λόγου». Στο μέρος αυτό καταπιάνεται με την κοινωνικοποίηση του ατόμου και τους φορείς της. Συγκεκριμένα, προσεγγίζονται θέματα μέσα από την οπτική του συγγραφέα με τις ενότητες : « Ο Πλούτος και η Συσσώρευση της Ύλης» «Συναισθηματική μνήμη», « Υπεραναπλήρωση», « Ο ευδαιμονικός Φετιχισμός», « Η αναποτελεσματική και ακρωτηριασμένη εκπαίδευση» , « ομαδοποίηση- Διεύρυνση ή Ισοπέδωση;» «Τα αιμοσταγή Media» « Η συμβολική γλώσσα» και « Ακόμη μερικά αποτελεσματικά εργαλεία», «Συσσώρευση και παραίτηση».- Με τη συγκατάθεση της καθηγήτριας Εικαστικών Μαθημάτων και Ζωγράφου, Αμαλίας Φερεντίνου. - Θα προβάλω σε κάθε ενότητα έναν πίνακα ζωγραφικής της για να φωτίσουμε τις λέξεις και να χρωματίσουμε τις έννοιες. Βέβαια, καθένας προσλαμβάνει με το δικό του τρόπο τα μηνύματα που εκπέμπονται είτε μέσα από ένα κείμενο είτε μέσα από ένα πίνακα ζωγραφικής και κάνει τους δικούς του αποσυμβολισμούς. - Με την αναφορά στη συναισθηματική μνήμη και στην υπεραναπλήρωση δίνεται έμφαση στη σημασία της οικογενειακής αγωγής για τη διαμόρφωση μιας υγιούς ή μη προσωπικότητας. Ο ευδαιμονικός φετιχισμός αναπληρώνει συναισθηματικές ανασφάλειες εφόσον το άτομο δεν έχει αναπτύξει κριτική σκέψη και θετική αυτοεικόνα. Βέβαια, ευθύνες αποδίδονται και στην εκπαίδευση η οποία είναι αναποτελεσματική. Ως εκπαιδευτικός ο συγγραφέας βιώνει την απαξιωτική στάση των μαθητών προς το Σχολείο, αλλά και την άγονη μάθηση, εφόσον το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα είναι εξεταστικοκεντρικό δίνοντας έμφαση στις πανελλαδικές εξετάσεις με τις γνωστές επιπτώσεις στο μαθητή αλλά και στην οικογένεια. Στη συνέχεια αναλύεται το φαινόμενο της ταύτισης του ατόμου με την ομάδα που οδηγεί συνήθως στην απώλεια της προσωπικής του βούλησης, στο φανατισμό, στο δογματισμό και στη ρατσιστική συμπεριφορά. Η μαζοποίηση αυτή αποκορυφώνεται με την καταλυτική επίδραση που ασκούν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τα «αιμοσταγή», όπως τα χαρακτηρίζει, εύστοχα, και ο συγγραφέας. Η συμβολική γλώσσα στις διαφημίσεις, η ανάδειξη της συσσώρευσης υλικών αγαθών σε αξία ζωής και η υποκατάσταση των ανθρώπινων αξιών από ευτελή προϊόντα είναι οι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται για να υποβάλουν και να επιβάλουν την υποκουλτούρα τους. - Αυτοί, λοιπόν, οι εχθροί του Λόγου απλώνονται σαν τις ρίζες του δέντρου που βλέπουμε στον πίνακα. Ίσως πρέπει να τονιστεί ότι ο Λόγος δεν είναι η ομιλία απλώς, αλλά η σκέψη, η κρίση, η λογική, η έκφραση, το ήθος και γενικότερα το «εγώ» μας. Είναι απύθμενα τα «απωθημένα» που φωλιάζουν στο υποσυνείδητο και λειτουργούν ασυνείδητα ως κίνητρα συμπεριφοράς. Η προβληματική στο πρώτο μέρος αφορά στις επιδράσεις που δέχεται το άτομο και στα πρότυπα που εσωτερικεύει στη σύγχρονη κοινωνία. Τόσο βαθιά είναι ριζωμένα όλα αυτά που ο άνθρωπος γίνεται «απάνθρωπος»! - Διαβάζω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την ενότητα: « Τα αιμοσταγή media". Σελ. 37. « Αυτήν την ακρωτηριασμένη ανάπτυξη έρχονται να αποτελειώσουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και να ρίξουν την οριστική ταφόπλακα στον ορθό λόγο του μέσου όρου. Ο ανεπαρκής συναισθηματικός μας κόσμος έχοντας ανάγκη από παντός είδους υποκατάστατα, θα βρει μέσα απ' αυτές τις μηχανές αποβλάκωσης ένα δρόμο γεμάτο υποσχέσεις, νέες επιθυμίες, όνειρα ψευδαισθήσεις, που κάθε φορά θα μας διαβεβαιώνουν ότι είμαστε άξιοι, δυνατοί, όμορφοι, επιθυμητοί, πλούσιοι ανίκητοι και ότι όλα αυτά αγοράζονται..» - Στο δεύτερο μέρος, σ. 53 έως 94, ο τίτλος: «Οι παραχαραγμένες έννοιες» παραπέμπει στο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο κοινωνικοποίησης που δημιουργεί σύγχυση και αποπροσανατολισμό, αλλά και στα κοινωνικά στερεότυπα που καθορίζουν συμπεριφορές και «Στάσεις Ζωής». Με τις ενότητες: «Συντηρητισμός»: Το καταφύγιο της Άγνοιας και της Δειλίας», « Η δικτατορία του φυσιολογικού», « Αγάπη: Κύρια πρόταση Κρίσεως -Σεξ και έρωτας», η Οικογένεια και το «Εγώ», « Βαμπιρισμός», «Προβολή και Διάψευση», «Σεξ και αποκλειστικότητα» , «ο φόβος Εξέλιξης », « Η Εξαγωγή της κρίσης», « Η Αγάπη ως Ενέργεια» προσεγγίζονται θέματα που αγγίζουν τα όρια ειδικότερης θα υποστηρίζαμε κοινωνιολογικής και ψυχολογικής επιστημονικής διερεύνησης. Ωστόσο , τα φαινόμενα που περιγράφονται ως παραδείγματα διευκολύνουν τον αναγνώστη να εισχωρήσει στο βάθος των ζητημάτων αυτών. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων και στην έννοια της αγάπης. Νομίζω ότι οι τίτλοι είναι σαφέστατοι και δε χρειάζεται ειδικότερη αναφορά σε θέματα που μπορούν να ερμηνευτούν από πολλές οπτικές πλευρές. -Με τον 2ο πίνακα ζωγραφικής φωτίζεται το ψυχοσυγκρουσιακό στοιχείο που υποδηλώνεται πίσω από τις λέξεις! - Διαβάζω ένα απόσπασμα από την πρώτη ενότητα:, (σελ. 57-58 ), « Η παράδοση ντύνεται το περίβλημα του Ιερού, του εξαναγκαστικού και επιτακτικά απαιτεί την ομοιόμορφη επανάληψη εθίμων και θεσμών, την ακέραιη αναπαραγωγή αντιλήψεων, ιδεών και στερεοτύπων. Έτσι, βλέπουμε τους νεοέλληνες να νηστεύουν, να σουβλίζουν αρνιά, να παντρεύονται, να επαναλαμβάνουν μηχανικά, σχεδόν αυτιστικά, τα κλισέ των πατεράδων και παππούδων τους, χωρίς καμία επίγνωση και συνειδητότητα των ενεργειών τους, και με την ψευδαίσθηση ότι ανατρέχουν σε μια κοινή παρακαταθήκη σοφίας και γνώσης. Αν κάνουμε λόγο για έθιμα, θα παρατηρήσουμε ότι κατά τους περασμένους αιώνες ήταν ενταγμένα στη θρησκευτική και λατρευτική κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Συμβόλιζαν τη γέννηση, την καρποφορία, το θάνατο και την ανάσταση με έναν τρόπο εξαγνιστικό, κάποτε μαγικό, επέφεραν την κάθαρση στην κοινότητα μέσα από την κατάνυξη και το βίωμα. Ήταν, επίσης, χρονολογικοί και σταθεροί περιοδικοί δείκτες που σηματοδοτούσαν τη μετάβαση, την εποχική αλλαγή, τη μεταμόρφωση. Σήμερα δεν είναι παρά μια ακόμη ευκαιρία για γλεντοκόπι, φαγοπότι μέχρις σκασμού και κιτσάτες πανηγυριώτικες φιέστες. - Ένα άλλο από την ενότητα: «Η δικτατορία του Φυσιολογικού» (σ.. 61). « Η ιδιαιτερότητα , λοιπόν, και η Διαφορά, όχι μόνο δε διώκονται από τη φύση, αλλά και προϋποτίθενται ως απαραίτητο στοιχείο της Εξέλιξης και ανόδου της Συνειδητότητας.» « Από την άλλη, το κοινώς αποδεκτό στα κοινωνικά δεδομένα ως «φυσιολογικό», αντίθετα, επιδιώκει τη στασιμότητα, στραγγαλίζει προσωπικότητες, εξανδραποδίζει χαρακτήρες, φιμώνει την ελεύθερη ανθρώπινη έκφραση, ευνουχίζει τη φαντασία και ποδηγετεί τα άτομα σε προαποφασισμένες επιλογές..». - Και από την ενότητα: « Η Αγάπη ως ενέργεια» (σ. 91-92). «.Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, από όλα τα προαναφερθέντα ότι η Αγάπη δεν είναι συναίσθημα, όπως πολλοί νομίζουν. Το συναίσθημα είναι μάλλον η συνέπεια ή το σύμπτωμα της Αγάπης, αλλά μπορεί να υπάρχει και χωρίς εκείνη. Πολλές φορές νιώθουμε ευγνωμοσύνη, εξάρτηση, ευχαρίστηση, διέγερση, ανακούφιση, ενδιαφέρον και τάση για φροντίδα, όταν φέρνουμε στο μυαλό μας το πρόσωπο που μας συγκινεί. Είναι όλα αυτά όμως μαρτυρίες μιας αληθινής αγάπης; Όχι. Υπολείπεται κατά πολύ, γιατί αυτές οι ιδιαίτερες δονήσεις του ψυχισμού μας, δε θα μπορούσαν να είναι τίποτα περισσότερο από φροντίδα για το « Εγώ» μας. .Απλά αυτά τα συναισθήματα απευθύνονται στον εγωισμό μας και τα προβάλλουμε πάνω στον άνθρωπο που είναι δίπλα μας. Έχουμε, για παράδειγμα, τη συνήθεια να κλαίμε για την απώλεια κοντινών μας προσώπων. Ας αναλογιστούμε τι ακριβώς θρηνούμε εκείνη τη στιγμή. Το πρόσωπο που έφυγε από τη ζωή ή από κοντά μας, ή τον εαυτό μας που θα υποφέρει από την έλλειψη όλων εκείνων των στηριγμάτων που είχαμε ;...η πραγματική Αγάπη έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της ειλικρινούς φιλίας. Είναι εκείνη η δέσμη δράσεων και ενεργειών που αποκαλύπτει τη φροντίδα όχι μόνο για το σύντροφο, όχι για την ικανοποίηση των επιθυμιών του, αλλά για την εξέλιξή του και την πνευματική του ανάπτυξη. Έτσι, οι προσφορές και οι ευεργεσίες προς το σύντροφο, το φίλο, το συνάνθρωπο ,και προς όλα τα έμβια όντα του πλανήτη πρέπει να λογίζονται μόνο σαν μέσα όχι σαν τελικός σκοπός. Και πράγματι. Μια ερωτική σχέση, σε τι άλλο θα μπορούσε να εξελιχθεί παρά σε μια άνευ όρων και ορίων ειλικρινή αγάπη. Η αληθινή Αγάπη δεν εγκλωβίζει συναισθηματικά. Απελευθερώνει υπαρξιακά. Είναι Δύναμη που μας ενώνει με το Σύμπαν και προκύπτει από την επίγνωση της Ενότητας.» - Οι παραχαραγμένες έννοιες, λοιπόν, είναι φαινόμενα κοινωνικής, σε μεγάλο βαθμό, παθογένειας που δημιουργούν νοσηρές εξαρτήσεις και οδηγούν σε ψυχοσυγκρουσιακές καταστάσεις άτομα που δεν έχουν αυτοπεποίθηση και αυτονομία με αποτέλεσμα να αναζητούν στηρίγματα τα οποία όμως το υπάρχον περιβάλλον αδυνατεί να τους προσφέρει. - Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, σ. 95 έως 141, κορυφώνεται ο στοχασμός, ο υπαρξιακός κυρίως, μέσα από μια σκεπτικιστική πορεία που ακολουθείται από την αρχή του βιβλίου. Εδώ θα μου επιτρέψετε να προβάλω δυο ζωγραφικά έργα τα οποία αισθητοποιούν κατά τη δική μου αντίληψη την «ανάδυση» και την «ανύψωση» σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, έννοιες-καταστάσεις που τονίζονται ιδιαίτερα στην ενότητα αυτή. - Με τον προτρεπτικό τίτλο: «Προχωρώντας μπροστά» προσδίδεται ένας εμψυχωτικός τόνος σε θέματα τα οποία προσεγγίζονται και εδώ μέσα από τις μελέτες και τα βιώματα του συγγραφέα. Με τις ενότητες: «Η Διαχείριση του Πόνου», «ο μηχανιστικός άνθρωπος»,« Η κατάρα της Ελευθερίας», « Ηθική και Ηθικολογία», «Κουλτούρα θανάτου» και κλείνει με το « Αντιδογματισμού Εγκώμιον» Γίνεται, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε, μια αδρομερής προσέγγιση διαχρονικών φιλοσοφικών ζητημάτων. -Ενδεικτικά διαβάζω από την ενότητα: « Η διαχείριση του πόνου», (σελ. 97). « Ο πόνος δεν είναι ούτε κατάρα ούτε τιμωρία. Το σφάλμα δεν είναι Αμαρτία. Είναι μόνο οι δείκτες εκείνοι που μας ειδοποιούν να αλλάξουμε πορεία, γιατί βαδίζουμε σε αδιέξοδο. Είναι μια πόρτα που μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα νέο, πιο φωτεινό μονοπάτι, με έναν καινούργιο πιο υπεύθυνο εαυτό..» - Και τελευταία από την ενότητα «Κουλτούρα θανάτου» (σελ. 130): «Η στρέβλωση του χώρου και η βύθιση σε μια χρονική τρύπα επιτρέπουν στον ατελή μας εγκέφαλο να δημιουργεί αυτόν τον κόσμο των προβολών και των σκιών, σαν αυτές που αντικρίζουν οι δεσμώτες μέσα στο σπήλαιο του Πλάτωνα»,( με την παραπομπή στην Πολιτεία του Πλάτωνα), και συνεχίζει: «Ζούμε μέσα σ' ένα Matrix, σε μια τρισδιάστατη προβολή ενός μαθηματικού χώρου που, στη δική μας γνώση ,στη δική μας αντιληπτική ικανότητα, αντιστοιχεί στο απόλυτο τίποτα. Μέσα σε αυτό το τσαλάκωμα, στη ρωγμή του τίποτα, θεοποιήσαμε τις αναπαραστάσεις του και στηρίξαμε πάνω τους όλο το πολιτισμικό μας μοντέλο. Αυτός ο πολιτισμός μάς έχει μάθει πώς να σπουδάζουμε, πώς να διεκδικούμε αποκλειστικότητες, πώς να ερωτευόμαστε, πώς να συσσωρεύουμε ύλη και να κάνουμε περιουσίες, πώς να παντρευόμαστε και να κάνουμε απογόνους. Ξέχασε κάτι: Να μας μάθει πώς να πεθαίνουμε Και το ξέχασε γιατί φοβάται να διαχειριστεί έναν κόσμο μη υλικό Νιώθει αμηχανία και δέος απέναντι στο Νοητό Μηδέν...» Και οι τελευταίες προτάσεις: « Ξεκίνα σήμερα μια άλλη επανάσταση. Την επανάσταση μέσα σου.» Νομίζω πως ο πίνακας ζωγραφικής της Αμαλίας Φερεντίνου με τον τίτλο: « Ανύψωση» αποδίδει το εσωτερικό υπόβαθρο του τρίτου μέρους. - Ας μου επιτραπεί εδώ η παράθεση του στίχου: «Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι' άλλα κλαίει» του Κ. Καβάφη από το ποίημα του « Η σατραπεία», (1905), ως απάντηση στο «γιατί» . - Διαβάζοντας, λοιπόν, το βιβλίο του Μιχάλη Σακελλαρίου συναντάμε ένα «εκρηκτικό» θυμικό που υποβόσκει πίσω από τις λέξεις, φράσεις, προτάσεις, σκέψεις, που , συνειδητά θαρρώ, σε επαναφέρουν στην υπαρξιακή αναζήτηση του «εγώ». Αυτό άλλωστε γίνεται αισθητό στο τρίτο μέρος , όπου κορυφώνεται η αναζήτηση αυτή. Μέσα από μια αδρομερή προσέγγιση του σύγχρονου τρόπου ζωής στην κοινωνία της «οικονομικής κρίσης, της ηθικής και κοινωνικής απαξίωσης», ο συγγραφέας με διδακτικό τόνο προσπαθεί να προσεγγίσει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να «απεγκλωβιστεί» ο εθισμένος στην «ευμάρεια» «μηχανιστικός» άνθρωπος. Διαφαίνεται η ευαισθησία και η ευθυκρισία μέσα από το ύφος και τις ιδέες των κειμένων. Ο τίτλος «Στη ρωγμή του τίποτα» εύστοχα συνδέεται με το στοχαστικό περιεχόμενο του βιβλίου. Είναι μια «κραυγή» διαμαρτυρίας προς τον ετεροκαθορισμό και τη στέρηση της ψυχολογικής , κυρίως, ελευθερίας του σύγχρονου ανθρώπου. - Γεωργία Κοτσιάκου, Φιλόλογος, παρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα, 19.2,2013.

 

[ISBN:978-960-9488-35-8]

Καρλ Χάιντς Ροτ,
Η Ελλάδα και η κρίση:
Τι έγινε και τι μπορεί να γίνει
Μετάφραση: Δημήτρης Λάμπος
Πρόλογος: Ζήσης Παπαδημητρίου και Κώστας Λάμπος

128 σελ

Δεν είναι όλοι οι Γερμανοί ίδιοι, δεν διαβάζουν όλοι την Bild και το Focus, δεν θεωρούν όλοι τους Έλληνες τεμπέληδες και χαραμοφάηδες. Ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου, Καρλ Χάιντς Ροτ, είναι φίλος του ελληνικού λαού και αισθάνεται βαθιά αγανάκτηση για τα όσα δεινά επιβάλλονται στους Έλληνες. - Ο ένας στόχος του βιβλίου είναι να αποδείξει με τη σχολαστική ανάλυση της 'ελληνικής κρίσης' πως αυτή δεν είναι ελληνική αλλά βαθιά ευρωπαϊκή και συνακόλουθα παγκόσμια οικονομική κρίση, με όλα τα χαρακτηριστικά μιας συστημικής κρίσης του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.- Ο δεύτερος στόχος του είναι η αποκάλυψη των διαχρονικών ευθυνών της Γερμανίας για τη στρεβλή και συνεπώς την καχεκτική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. - Ο τρίτος στόχος του είναι να αναδείξει τις νέες δυνατότητες που αναδύονται σταδιακά μέσα από τις συνέπειες της κρίσης, διαλεκτικές συνέργειες των αντιφάσεων και των αντινομιών του καπιταλισμού, για έξοδο από την κρίση με οδηγό ένα καινούργιο όραμα για τον κόσμο, για την Ευρώπη και για την Ελλάδα, και πρωταγωνιστή την ίδια την κοινωνία. - Γι' αυτό, από την πρώτη κιόλας σελίδα του βιβλίου του, ο Καρλ Χάιντς Ροτ υπογραμμίζει πως «είναι απαραίτητο να εξετάσουμε την ιστορία πίσω από αυτήν την κρίση», για να κατανοήσουμε πως η κρίση της Ευρωζώνης οφείλεται στο γεγονός ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και κύρια η ίδια η Ευρωζώνη χτίστηκαν πάνω στις «ενδοευρωπαϊκές ανισότητες στην οικονομική ανάπτυξη οι οποίες συνεπάγονταν συγκεκριμένες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό». Είναι αυτές ακριβώς οι ανισότητες μεταξύ του γεωγραφικού και κοινωνικού ευρωπαϊκού Βορρά και του αντίστοιχου γεωγραφικού και κοινωνικού ευρωπαϊκού Νότου που έθεσαν σε κίνηση τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού με στόχο και συνέπεια τα τεράστια ελλείμματα στις οικονομίες του γεωγραφικού και κοινωνικού ευρωπαϊκού Νότου, τα οποία κατά ένα 'μαγικό τρόπο' (που στην πορεία θεσμοθετήθηκε ως επίσημη οικονομική πολιτική σύγκλισης των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, με το περίφημο όνομα «Συνθήκη του Μάαστριχτ») μεταβάλλονται σε πλεονάσματα του ευρωπαϊκού Βορρά. Το αποτέλεσμα αυτής της νεοκλασικής και νεοφιλελεύθερης πολιτικής, που νεκραναστήθηκε ως ρηγκανισμός και θατσερισμός, ήταν η γρήγορη απόκλιση αντί της σταδιακής σύγκλισης και η σημερινή βαθύτατη κρίση που απειλεί να κάνει συντρίμμια την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση και να γυρίσει την Ευρώπη στον 19ο και τον 20ό αιώνα των συγκρουσιακών εθνικισμών και των καταστροφικών πολέμων, πράγμα βέβαια που θα εξυπηρετούσε θαυμάσια τα ηγεμονικά σχέδια των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αν όχι και της Κίνας. - Ο Καρλ Χάιντς Ροτ γεννήθηκε το 1942 στο Wertheim am Main της Γερμανίας. Σπούδασε ιατρική και ιστορία στα πανεπιστήμια της Κολωνίας, Βόννης, Ντύσελντορφ, Αμβούργου και Βρέμης. Το 1984 ανακηρύχθηκε διδάκτορας της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου του Αμβούργου και το 1992 διδάκτορας της ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Βρέμης. - Από το 1965 είναι δραστήριο μέλος του κινήματος της Νέας Αριστεράς. Με το πέρας των ιατρικών σπουδών του, από το 1980 μέχρι και το φθινόπωρο του 1997 εντάσσεται ως γιατρός σε μια ομάδα γιατρών με έδρα το Sant Pauli του Αμβούργου, που προσφέρουν δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες σε φτωχούς και ανασφάλιστους. Το 1986 συγκροτεί μαζί με άλλους το 'Ίδρυμα για τη μελέτη της Κοινωνικής Ιστορίας του 20ού αιώνα', με έδρα το Αμβούργο, το οποίο εκδίδει το περιοδικό '1999'. Αυτό το περιοδικό το 1998 μετονομάστηκε σε 'Κοινωνική Ιστορία' και από το 2010 κυκλοφορεί σε τρίγλωσση ηλεκτρονική (on line) έκδοση, στην οποία ο Κ. Χ. Ροτ έχει την επιστημονική ευθύνη του γνωστικού αντικειμένου 'Οικονομική Ιστορία - Οικονομική Θεωρία'. Το ίδρυμα 'Κοινωνική Ιστορία του 20ού αιώνα' από το 1998 έχει μεταφέρει την έδρα του στη Βρέμη, όπου κατοικεί και ο Κ. Χ. Ροτ. - Έχει δημοσιεύσει πολλά βιβλία (μεταξύ των οποίων και το Die "andere"Arbeiterbewegung (Το "άλλο" εργατικό κίνημα, 1974), μελέτες και άρθρα για θέματα κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας, για θέματα ιστορίας της ιατρικής και της επιστήμης του 20ού αιώνα, καθώς επίσης και για 'Μεθοδολογικά προβλήματα της επιστημονικής ιστοριογραφίας και της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας της Εργασίας. - Το 1994 προστέθηκε η 'Παγκόσμια Ιστορία' ως νέο ερευνητικό πεδίο με κέντρο βάρους τις παγκόσμιες σχέσεις εργασίας, την ιστορία των υπερεθνικών επιχειρήσεων και τους οικονομικούς κύκλους του παγκόσμιου συστήματος. Στο πλαίσιο αυτού του πεδίου δημοσιεύτηκαν πολλές μελέτες και βιβλία, σημαντικότερα των οποίων είναι:

Die Wiederkehr der Proletaritat (Η επιστροφή της Προλεταριοποίησης), 1994.
Der Zustand der Welt (Η κατάσταση του κόσμου ), 2005.
Die globale Krise I (Η παγκόσμια κρίση), 2009.
Griechenland. Was tun? , 2012
Die globale Krise II (Η παγκόσμια κρίση, 2ος τόμος, υπό έκδοση).


 

[ISBN:978-960-9488-32-7 ]

Διονύσιος Βάγιας,
Γυναίκα - ένα όνειρο από την αρχή,
επιμ. Βασίλης Τομανάς, εκδ. Νησίδες, 230 σελ.
Με δύο κείμενα του Rudolf Heinz και του Christoph Weismuller

Ο Διονύσιος Βάγιας εξερευνά την terra incognita - τη γυναίκα, σε πολλές ουσιώδεις εκφάνσεις της: ως ωραίο φύλο, γυναίκα του πόθου, ερωμένη, σύντροφο, συνομιλήτρια ή κοινωνικά αδικημένη: ως φεμινίστρια, αλλά και ως συγγενή, μητέρα, κόρη, αδελφή ή εξαδέλφη. Συνυφαίνει μέσα σε αυτές τις εκφάνσεις του θηλυκού το αθόρυβο έργο του χρόνου: τη μοίρα της γήρανσης, που δαμάζει κάθε έμβιο ον. Εστιάζει από την αρχή μέχρι το τέλος της εργασίας του στον ισόβιο κλυδωνισμό του άνδρα, στη δίνη που προκαλεί στη ζωή του το πέρασμά της. Η έρευνα αυτή καθοδηγείται από τη φαινομενολογική ματιά, στην οποία εισρέουν ως ένα, τόσο οι φιλοσοφικές καταβολές του γράφοντος, όσο και η εντρύφησή του στο ψυχικό.

Ο Διονύσιος Βάγιας γεννήθηκε το 1962 στην Κέρκυρα. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο Heinrich Heine του Dusseldorf από το 1981 έως το 1991. Εντρύφησε στην ύστερη φιλοσοφία του Martin Heidegger με δύο βασικές εργασίες: "Der Begriff der Technik bei Martin Heidegger oder Zerstortes Memorial" («Η έννοια της τεχνικής στον Μάρτιν Χάϊντεγγερ ή Κατεστραμμένο μνημονικό») και "Die Funktion des Gedachtnisses" («Η λειτουργία της μνήμης»). Η ανεπιστρεπτί ρήξη με τη Φιλοσοφία του Είναι (Seinsphilosophie) επήλθε -στοχαστικά-βιωματικά ως κλονισμός εξ αιτίας της ολικής παράδοσης/ εγχείρισης του Όντος στο Είναι (τόπος η λεγόμενη «οντολογική διαφορά»)- μέσα από την παρακολούθηση των διαλέξεων του Rudolf Heinz, κοντά στον οποίο έμεινε δεκατέσσερα χρόνια - μέχρι την επιστροφή στην Ελλάδα το 2001. Είναι μέλος και ομιλητής στην εταιρεία Psychoanalyse und Philosophie e.V. (ιδρυτικού μέλους της Akademie fur Psychoanalyse und Psychosomatik Dusseldorf e.V.). Εκτός από δημοσιεύσεις έργων υπάρχουν και άρθρα στη γερμανική, στην οποία συνεχίζει να γράφει, σχεδόν σε ετήσια βάση, και μετά την παλιννόστηση.

 

[ISBN:978-960-9488-30-3]

[ Δείτε τα υπόλοιπα βιβλία >>> πατήστε εδώ για συνέχεια ]
σελ. 1 απο 10

| 1 | - | 2 | - | 3 | - | 4 | - | 5 | - | 6 | - | 7 | - | 8 | - | 9 | - | 10 |

επιστροφή στις εκδόσεις μας ...

 

     

- Created by Skopelos Web Site -
- Powered by Visual Options -